Για τρίτη φορά μέσα σε ενάμιση χρόνο κορυφώνεται το λαϊκό κύμα ξεσηκωμού στην Κολομβία, μια χώρα ταλαιπωρημένη επί δεκαετίες από τη βία της φιλοδυτικής ολιγαρχίας και τη διαπλοκή της με κάθε είδους μαφίες. Με τέτοια αιματηρή «παράδοση» να την βαραίνει, η Κολομβία δεν είχε παίξει μεγάλο ρόλο σε παλιότερα ρεύματα αλλαγής που διαπερνούσαν τη Λατινική Αμερική. Αλλά από τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας χρωματίζει κι αυτή την αναταραχή που διαπερνά μεγάλο τμήμα της υποηπείρου, από τη Χιλή και το Εκουαδόρ ως τη Βραζιλία και την Αϊτή, δυσχεραίνοντας τις πολιτικές αντιδραστικών κυβερνήσεων, ή και ανατρέποντας πραξικοπηματικές εξουσίες – όπως συνέβη στη Βολιβία.

Την αρχή έκαναν στα τέλη του 2018 η εξέγερση της σπουδάζουσας νεολαίας, που ένα χρόνο αργότερα έδωσε τη σκυτάλη στο πρώτο παλλαϊκό ξέσπασμα εναντίον της κυβέρνησης του δεξιού προέδρου Ντούκε. Εκατοντάδες χιλιάδες Κολομβιανοί, σε μια κινητοποίηση πρωτοφανούς μαζικότητας και διάρκειας για τα δεδομένα της χώρας, ξεκίνησαν από αιτήματα ενάντια στις πολιτικές φτωχοποίησης και καταστολής, για να ενωθούν τελικά υπό το σύνθημα «Ντούκε, φύγε!». Μετά από μια σειρά τακτικές υποχωρήσεις της κυβέρνησης, το πρώτο κύμα σταδιακά καταλάγιασε – για να ξαναφουσκώσει τον περσινό Σεπτέμβριο, ξαναβάζοντας το αίτημα εκδίωξης του Ντούκε και σύγκλησης μιας νέας Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης που θα φέρει ριζοσπαστικές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές.

«Εκσυγχρονισμοί» εν μέσω πανδημίας

Τελικά, αυτό που δεν κατάφερε η δολοφονική καταστολή των κυβερνητικών δυνάμεων (σε δεκάδες μετριούνται οι νεκροί του δεύτερου κύματος), το κατάφερε η πανδημία: οι Κολομβιανοί προσωρινά αποσύρθηκαν από τους δρόμους, επιχειρώντας να προστατευθούν μόνοι τους από τον φονικό ιό που προκαλεί εκατόμβες σε όλη τη Λατινική Αμερική. Ούτως ή άλλως, το κράτος είχε άλλες έγνοιες από την προστασία της δημόσιας υγείας… Έτσι, μετά από ένα εξάμηνο σχετικής ηρεμίας, η κυβέρνηση του Ντούκε και όσοι τη στηρίζουν (ντόπια ολιγαρχία και Ουάσιγκτον) αναθάρρησαν. Και νόμισαν ότι ήρθε η ώρα να επιβάλουν ό,τι είχαν αναγκαστεί να αφήσουν στην άκρη.

Στα τέλη του προηγούμενου μήνα η κυβέρνηση ανακοίνωσε την προώθηση δύο «εκσυγχρονισμών». Ο πρώτος ήταν η αύξηση της φορολογίας των λαϊκών στρωμάτων, που ήδη βάδιζαν ολοταχώς προς μια ακραία φτωχοποίηση. Ο δεύτερος ήταν η πλήρης ιδιωτικοποίηση της υγείας – σε μια χώρα με ήδη ανεπαρκέστατες δημόσιες υποδομές, που θρηνεί πάνω από 80.000 νεκρούς λόγω της πανδημίας. Διαισθανόμενος ότι όλο και κάποιες αντιδράσεις θα υπάρξουν, ο Ντούκε πήρε τα μέτρα του: έθεσε σε επιφυλακή το στρατό και την αστυνομία, και έβαλε την κολομβιανή «δικαιοσύνη» να απαγορεύσει προκαταβολικά κάθε είδους συγκέντρωση. Με πρόσχημα την πανδημία βέβαια…

Προχθεσινή φωτογραφία από την Μπογκοτά: παρά τις δεκάδες νεκρών από τα πυροβόλα όπλα του στρατού και της αστυνομίας, χιλιάδες Κολομβιανοί προετοιμάζονται για νέα σύγκρουση. Περιφρονούν τις υποχωρήσεις που αναγκάστηκε να κάνει ο πρόεδρος Ντούκε για να τους κατευνάσει, και ζητούν την παραίτησή του και την εκλογή Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης.

Αναποτελεσματική και η καταστολή και η υποχώρηση

Όταν συνειδητοποίησε ότι, για μια ακόμη φορά, υπολόγισε χωρίς τον ξενοδόχο, ήταν ήδη αργά: εδώ και δυόμιση εβδομάδες οι Κολομβιανοί επέστρεψαν μαζικά στους δρόμους, πιο θυμωμένοι παρά ποτέ: οι δύο «εκσυγχρονισμοί» ξεχείλισαν το ποτήρι μιας οργής ανατροφοδοτούμενης από την εγκατάλειψη εν μέσω πανδημίας, τις συνεχιζόμενες «εκκαθαρίσεις» από παραστρατιωτικές συμμορίες, τις πολιτικές φτωχοποίησης και τη διαφθορά κυβερνώντων και ελίτ. Το καθεστώς απάντησε όπως ξέρει: από τις 28 Απριλίου, πρώτη μέρα των κινητοποιήσεων, οι δυνάμεις καταστολής άρχισαν να δολοφονούν διαδηλωτές, και να απειλούν με ακόμη πιο αιματηρό πογκρόμ.

Μάταια: την Πρωτομαγιά ποτάμια λαού κατέβηκαν από τις φτωχογειτονιές και ξεχείλισαν τους κεντρικούς δρόμους της Μπογκοτά, του Κάλι και των υπόλοιπων πόλεων της Κολομβίας. Οι νέες δολοφονίες και οι πάνω από χίλιες συλλήψεις δεν έκαμψαν το λαϊκό φρόνημα. Την επόμενη μέρα, ο πρόεδρος Ντούκε ανακοίνωσε ότι αποσύρει το φορομπηχτικό νομοσχέδιο, και κάλεσε τους Κολομβιανούς να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Ήταν μια σημαντική επιτυχία, αλλά όχι αρκετή για να κατευνάσει το λαϊκό κύμα. Οι διαδηλώσεις συνεχίζονται: «Ντούκε, ουστ!», «Συντακτική Εθνοσυνέλευση τώρα!» είναι τα συνθήματα που ενώνουν τον… ετερόκλητο όχλο.

Οι «υποκινούμενοι» συνεχίζουν

Οι κυβερνητικοί παράγοντες και οι καθώς πρέπει «αντικειμενικοί» αναλυτές άρχισαν να αδημονούν: γιατί οι Κολομβιανοί επιμένουν; Κι έπειτα ακολούθησε η κλασική ερώτηση: «Ποιοι τους υποκινούν;». Απάντησε ο ίδιος ο Ντούκε: τόσο απελπισμένος ώστε να αρπάζεται από τα μαλλιά του, υποστήριξε ούτε λίγο ούτε πολύ ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες Κολομβιανών που πεισματικά διαδηλώνουν (και δολοφονούνται, ακρωτηριάζονται ή απλά «εξαφανίζονται») υποκινούνται από τον… Μαδούρο! Φυσικά αυτού του είδους οι ισχυρισμοί δεν πτόησαν τις λαϊκές τάξεις, ενώ προκαλούν ειρωνικά χαμόγελα ακόμη και στις δυτικές πρωτεύουσες που στηρίζουν το κολομβιανό καθεστώς.

Οι μαζικές διαδηλώσεις, τα μπλόκα σε αυτοκινητόδρομους ή γέφυρες, οι καταλήψεις δημόσιων κτιρίων και άλλες μορφές κινητοποίησης συνεχίζονται. Πλέον μεγάλο τμήμα των διαδηλωτών συγκρούεται με την αστυνομία και το στρατό. Από την άλλη, ο πρώην πρόεδρος Ουρίμπε (πιο δεξιός κι από τον Ντούκε!) κάλεσε τους οπαδούς του «να υποστηρίξουν έμπρακτα τους στρατιώτες και τους αστυνομικούς μας, που πυροβολούν τους εγκληματίες τρομοκράτες»… Κάπως έτσι οι δολοφονημένοι από την αστυνομία φτάνουν πια, επισήμως, τους 50 – ενώ οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνικά κινήματα δίνουν διπλάσιο αριθμό θυμάτων και καταγγέλλουν «εξαφανίσεις», βασανιστήρια και βιασμούς συλληφθέντων… Κι όμως: ο αγώνας συνεχίζεται!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!