Του Μπάμπη Χριστακόπουλου

Ο Μπράουν ο Φίσερ κι ο Κράφτ
σκεφτήκαν και βρήκαν πως φταίει ο Μαρξ
ο Μπράουν ο Φίσερ κι ο Κράφτ
ξανάσμιξαν πάλι και φτιάξανε τραστ
   (Τρίτος Παγκόσμιος, Μ. Λοΐζος- Γ. Νεγρεπόντης)

Όταν στις αρχές της κρίσης προσπαθούσαμε να σκιαγραφήσουμε την αντιμετώπιση της Ε.Ε. απέναντι στο ελληνικό ζήτημα, ένα από τα στοιχεία που έπαιζε τότε σημαντικό ρόλο στην ανάλυσή μας, ήταν το ξεπέρασμα της ύφεσης της Γερμανίας και η αύξηση των παραγωγικών και χρηματοοικονομικών δειχτών της. Φαίνεται σήμερα ότι δεν ήταν μόνο αυτό!
Το δεύτερο σημείο που επικεντρωνόταν η κριτική μας απέναντι στη στάση της Γερμανίας, ήταν αυτό που «απλοϊκά» ονομάζαμε επεκτατισμό της Γερμανίας.
Και οι δύο παραπάνω προσεγγίσεις ήταν και εξακολουθούν αν είναι επίκαιρες. Αν αυτά τώρα τα συνδυάσουμε και με τη θεωρητική προσέγγιση που επαρκώς έχει αναπτυχθεί τα 3 τελευταία χρόνια και που ορίζει το πρόβλημα της κρίσης σαν δομικό καπιταλιστικό πρόβλημα υπερσυσυσώρευσης κεφαλαίων, φαίνεται να έχουμε την πρώτη εικόνα του παζλ. Κάτι σαν να έχουμε φτιάξει το περίγραμμα, δηλαδή. Μένει βεβαίως η κεντρική παράσταση!
Τα παραπάνω σημεία, μπορεί να είναι αρκετά να περιγράψουν και την εικόνα αλλά αφενός δεν δίνουν τις απαντήσεις και αφετέρου δεν θέτουν, ενδεχομένως, τα σωστά ερωτήματα. Οι απαντήσεις φαίνεται ότι δόθηκαν την τελευταία εβδομάδα. Κυρίως με αφορμή το Κυπριακό Β’.
Η Γερμανία φαίνεται να έχει κατανοήσει έγκαιρα το πρόβλημα και οδηγεί φυσικά την ευρωπαϊκή πολιτική με βάση τον «εθνικό» σχεδιασμό της. Έχει δηλαδή κατανοήσει ότι η μεταφορά της παγκόσμιας παραγωγής στην Ασία αποδυναμώνει την παραγωγική δύναμη του ανεπτυγμένου κόσμου και ταυτόχρονα ενδυναμώνει την ασιατική οικονομία, σε τέτοιο βαθμό ώστε η επεκτατική της οικονομική πολιτική να μην είναι πλέον ελέγξιμη.
Ήδη η Κίνα αποτελεί τον σημαντικότερο δανειστή των ΗΠΑ, ενώ το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας εξαρτάται άμεσα από την κινεζική παραγωγικότητα.
Η γερμανική κυβέρνηση ξέρει καλά πως δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί επαρκώς στον ήδη δεδηλωμένο κινεζικό επεκτατισμό, που σήμερα παρουσιάζεται με τη μορφή της οικονομικής εισβολής, αλλά στο μέλλον κανείς δεν γνωρίζει. Θυμάται, αλήθεια, κανείς την κινεζική προσφορά των δισεκατομμυρίων, λίγες εβδομάδας πριν από την είσοδό μας στο ΔΝΤ, καθώς επίσης και τα σημεία αιχμής στην κριτική της αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση Καραμανλή (Cosco και ενεργειακά);
Γνωρίζουν, επίσης, καλά ότι την αδυναμία τους οι ανατολικές οικονομίες να γεννήσουν νέες τεχνολογίες (αδυναμία που αφορά το σύνολο των ανεπτυγμένων χωρών και όχι μόνο) την έχουν ξεπεράσει με το χαμηλό εργατικό κόστος και τη μαζική παραγωγή.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι ελλείψει μιας νέας «βιομηχανικής επανάστασης», που θα επαναφέρει τις οικονομικές ισορροπίες στην περίοδο ηγεμονίας της Ευρώπης και των ΗΠΑ, οδηγούμαστε σε μία διαδικασία επανακαθορισμού της κεφαλαιακής ηγεμονίας. Ανοιχτό, βέβαια, παραμένει το ενδεχόμενο μη συμβιβασμού και ενός Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου, ευρύτερης, πιθανώς, κλίμακας από τους προηγούμενους.
Αυτό λοιπόν που επιχειρεί η Γερμανία σήμερα, είναι η ανάπτυξή της και η αυτάρκειά της για να αντιμετωπίσει την νέα κατάσταση.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται και η αντίφαση που πρέπει να επιλύσει. Διότι η ανάπτυξη για να πετύχει χρειάζονται κεφάλαια, τα οποία φαίνεται να εξαντλούνται και άρα αναζητά κεφάλαια από τις περιφερειακές της επιρροές. Τα κεφάλαια που βρίσκονται στις κυπριακές τράπεζες φαίνεται ότι θα μετοικήσουν στο Λουξεμβούργο και στο νέο μέλος της Ευρωζώνης, τη Λετονία -γερμανικής επιρροής, βεβαίως, και τα δύο τραπεζικά συστήματα.
Εκτός των άλλων, είναι αναγκαίος ένας νέος, καταρχάς ευρωπαϊκός -και βλέπουμε στη συνέχεια- καταμερισμός εργασίας που θα μπορεί να στηρίξει τη γερμανική βιομηχανία, να αντεπεξέλθει στις νέες παραγωγικές ανάγκες (διά της μεταναστευτικής οδού), στις νέες διατροφικές ανάγκες που επιχειρείται μέσω της νέας κοινής αγροτικής πολιτικής που επιδιώκεται.
Το κριτικό ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι βεβαίως το αν οφείλουμε εμείς -οι μικρές, περιφερειακές χώρες της Ε.Ε.- να στηρίξουμε (ανεχτούμε) αυτή τη «φιλειρηνική» πολιτική της Γερμανίας; Ιδιαίτερα όταν αυτή η πολιτική θυμίζει το ανέκδοτο με το βάτραχο και τη φύση του σκορπιού!
Μέχρι στιγμής, πάντως, η συμμαχία της Γαλλίας στο γερμανικό σχέδιο που εκφράζεται με την υποχωρητικότητα του Ολάντ, αλλά και η στάση της Ρωσίας σε σχέση με την Ε.Ε. και την Κύπρο, δείχνει πως οι πρώτες -έστω και προσωρινές- συμμαχίες έχουν ήδη διαμορφωθεί στη σύγχρονή γεωστρατηγική σκακιέρα, ενώ δείχνει να μην υπάρχει και ικανή δύναμη που να μπορεί να επηρεάσει τους νέους πολιτικούς συσχετισμούς.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!