Το Σχέδιο Ανάν ήταν ένα μοντέλο συμφωνίας για την Κύπρο, που θα διαιώνιζε την τουρκική παρουσία. Ήταν ένα Σχέδιο, το οποίο θα συντηρούσε εν πολλοίς το Κυπριακό, άφηνε την… προοπτική να ανοίξει ξανά, λόγω των ορατών προβλημάτων και των στρεβλώσεων, που χαρακτήριζαν τις πρόνοιες του.

Δεκαεννέα χρόνια μετά το δημοψήφισμα (24 Απριλίου 2004), το Σχέδιο εξακολουθεί να απασχολεί αλλά και να διχάζει. Ακόμη και σήμερα, με αφορμή την επέτειο υπήρξαν αντιπαραθέσεις, κυρίως στο πεδίο των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης.

Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων είχε, όπως είναι γνωστό, απορρίψει (76%) το Σχέδιο, επειδή δημιουργούσε ανασφάλεια, διασφάλιζε την τουρκική παρουσία, αλλά και την αγγλική στο νησί ενώ οι ρυθμίσεις ήταν δυσλειτουργικές. Η προτεινόμενη «νέα κατάσταση πραγμάτων» για να λειτουργήσει θα έπρεπε να ξεπερασθούν οι στρεβλώσεις ενώ τα αδιέξοδα θα μπορούσαν να επιλυθούν από ξένο δικαστή. Ήταν η πρώτη φορά που οι Κύπριοι καλούνταν να αποφανθούν για το περιεχόμενο μιας συμφωνίας στο Κυπριακό. Και απάντησαν με ηχηρό «όχι». Παρά τις έξωθεν πιέσεις και τους εκβιασμούς. Κι αυτό αφορά όχι μόνο το συγκεκριμένο Σχέδιο, αλλά και την μορφή, που συζητείται μέχρι σήμερα, τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία (ΔΔΟ).

Δεκαεννέα χρόνια μετά και παρακολουθώντας τη συμπεριφορά Ερντογάν και την ετσιθελική τακτική του για επιβολή των επεκτατικών σχεδιασμών του, επιβεβαιώνει το ορθό της επιλογής. Αυτή η συμπεριφορά υπενθυμίζει σε όσους ζούσαν και εξακολουθούν να ζουν με ψευδαισθήσεις, πως η εφαρμογή των συμφωνηθέντων θα εξαρτιόταν από τις διαθέσεις του Ερντογάν και τους «οραματισμών» του.

Στο σχέδιο Ανάν οδηγηθήκαμε μέσα από την υποχωρητικότητα που επέδειξε η τότε κυβέρνηση( 1998-2003) στο Κυπριακό στην προσπάθεια της να διασφαλίσει την ένταξη στην Ε.Ε. Το περιεχόμενο του σχεδίου ήταν, όπως σημείωναν οι εμπνευστές του, η διαχρονικά «συσσωρευμένη εμπειρία» στο Κυπριακό. Δηλαδή, οι υποχωρήσεις που έγιναν από την ελληνική κυπριακή πλευρά από το 1974 και εντεύθεν. Σε σχέση με το περιεχόμενο σαφώς και νομιμοποιούσε τα αποτελέσματα της εισβολής και κατοχής, με σοβαρά διαχωριστικά ρατσιστικά χαρακτηριστικά. Προτάθηκε ένα μοντέλο με δημοκρατικά ελλείμματα, που θα συντηρούσε και θα αναπαρήγαγε τον εθνικισμό.

Βασικά χαρακτηριστικά

Το τελικό Σχέδιο Ανάν είχε ένα ισχυρό διζωνικό χαρακτήρα και η τουρκοκυπριακή κοινότητα (18% του πληθυσμού) διατηρούσε πρακτικά, δικαίωμα βέτο σε οποιαδήποτε πολιτική απόφαση. Τα δύο ισότιμα «συνιστώντα κράτη», Ελληνοκυπριακό και Τουρκοκυπριακό, θα λειτουργούσαν με τις δικές τους σημαίες, Συντάγματα, Κοινοβούλια και ύμνους. Η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία προβλεπόταν ότι θα έχει μία διεθνή υπόσταση και μία φωνή στα διεθνή φόρουμ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία θα ενταχθεί, εφόσον εγκριθεί από τα δημοψηφίσματα το Σχέδιο Ανάν, ως επανενωμένο κράτος την 1η Μαΐου του 2004. Παράλληλα, η νέα Κύπρος δεσμευόταν ότι θα υποστηρίξει, σε κάθε περίπτωση, την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επί πλέον, διατηρούνταν σε ισχύ οι διεθνείς συνθήκες που κατοχυρώνουν την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Βρετανία ως εγγυήτριες δυνάμεις.

Με το Σχέδιο η λεγόμενη διεθνής κοινότητα θέλησε να κλείσει το Κυπριακό, ικανοποιώντας την Τουρκία, τη Βρετανία, όχι όμως τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους. Ούτε την Ελλάδα συνέφερε

Προβλεπόταν ότι Ελλάδα και Τουρκία θα διατηρούσαν έως το 2011 μέχρι και 6.000 άνδρες η κάθε μία, ένας αριθμός που θα μειωνόταν σε 3.000 μέχρι το 2018, ή μέχρις ότου ενταχθεί η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον αυτό επιτευχθεί νωρίτερα. Μετά το 2018, θα μείνουν το πολύ 950 Έλληνες και 650 Τούρκοι στρατιώτες στο νησί και ο αριθμός τους θα υπόκειται σε αναθεώρηση (προς τα κάτω) κάθε τρία χρόνια. Το Σχέδιο δεν προνοεί για απομάκρυνση των βρετανικών βάσεων από την Κύπρο.

Στο εδαφικό, το τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος θα είχε έκταση 28,5% ενώ θα διατηρούνται περιορισμοί στην εγκατάσταση O αριθμός των Ελληνοκυπρίων που μπορούσε να εγκατασταθεί μόνιμα στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο περιοριζόταν στο 18% του τουρκοκυπριακού πληθυσμού για 19 χρόνια ή μέχρις ότου ενταχθεί η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αναλόγως του τι από τα δύο θα επιτευχθεί νωρίτερα. Ανάλογη ποσόστωση ισχύει για τους Τουρκοκύπριους που θα ήθελαν να εγκατασταθούν στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο. Το 18% είναι το όριο για την απόκτηση περιουσίας από Ελληνοκύπριους στο τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος (και αντίστροφα) για περίοδο 15 ετών ή μέχρις ότου το βιοτικό επίπεδο των Τουρκοκυπρίων φτάσει το 85% εκείνου των Ελληνοκυπρίων.

Η στάση της Τουρκίας

Η Τουρκία έχει υποστηρίξει το σχέδιο Ανάν ενώ υπάρχει μια μυθολογία πως ο Ερντογάν είχε δυσκολίες να πείσει τους στρατιωτικούς. Αυτό δεν ισχύει ποσώς. Αρκούντως αποκαλυπτικό είναι τηλεγράφημα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τη στάση του τουρκικού στρατού έναντι του σχεδίου Ανάν. (το αμερικανικό τηλεγράφημα δημοσιοποιήθηκε από τα Wikileaks και αφορούσε αναφορά της 12ης Μαΐου 2004 – Εμπιστευτικό από Πρεσβεία Άγκυρας 04ΑΝΚΑΡΑ2664. Δημοσιεύθηκε από τον Νίκο Μελέτη στο hellasjournal.com).

Σύμφωνα με το τηλεγράφημα, ο τουρκικός στρατός αν και ήταν ικανοποιημένος από τις ρυθμίσεις και προβλέψεις του σχεδίου Ανάν για τα θέματα ασφάλειας, δεν ήταν έτοιμος να αποδεχθεί μια συνολική λύση του Κυπριακού με τον φόβο των «δυσκολιών στην εφαρμογή του». Ο αρμόδιος χειριστής του Κυπριακού στο τουρκικό Γενικό Επιτελείο Mucahit Sislioglu αποκαλύπτει μάλιστα στους Αμερικανούς συνομιλητές του ότι ήδη από το Μπούργκενστοκ είχαν ενημερώσει τον Ερντογάν για την πρόβλεψη ότι οι ρυθμίσεις του Σχεδίου Ανάν στα θέματα ασφάλειας θα οδηγούσαν σε αύξηση του «Όχι» στην «νότια Κύπρο» κατά 20% και του «Ναι» στην «βόρεια Κύπρο» κατά 15%.

Το τουρκικό Γενικό Επιτελείο εκτιμά τη βοήθεια των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου για τη δημιουργία ενός ισορροπημένου, αν και προβληματικού, Σχεδίου για την Κύπρο. Το TGS (Turkish General Staff) ήθελε το αποτέλεσμα «Nαι» / «Oχι» (σ.σ. αντίστοιχα σε Βορρά / Νότο) από τα δημοψηφίσματα, αν και δεν έχει σαφή ιδέα για το πού να τραβήξει, μετά από αυτό. Ο τουρκικός στρατός ανησυχεί ότι η Κύπρος μπορεί να χρησιμοποιήσει την ένταξή της στην Ε..Ε (ή να χρησιμοποιηθεί από άλλους) για να εμποδίσει την ένταξη της Τουρκίας.

Με το Σχέδιο η λεγόμενη διεθνής κοινότητα θέλησε να κλείσει το Κυπριακό, ικανοποιώντας την Τουρκία, τη Βρετανία, όχι όμως τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους. Ούτε την Ελλάδα συνέφερε. Αλλά τότε, η αθηναϊκή ελίτ έσπευσε να χαιρετίσει και να στηρίξει πριν το διαβάσουν οι πολιτικοί «ινστρούχτορες». Επειδή πίστευαν πως θα απαλλάσσονταν από τον «πονοκέφαλο» αυτό, το Κυπριακό και την Κύπρο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!