του Χριστόδουλου Δολαψάκη*

Σε κεντρικό άρθρο του έγκριτου αμερικάνικου ιατρικού περιοδικού New England Journal of Medicine με τίτλο «Νέος κορονοϊός, παλαιά διδάγματα», ο συντάκτης διαπιστώνει ότι «η σύγχρονη ιατρική έχει τόσα πολλά, αλλά παρόλα αυτά, τόσα λίγα να προσφέρει».

Οι λεγόμενες αναπτυγμένες χώρες αποδεικνύονται ανίκανες να προστατεύσουν τη ζωή των πολιτών τους μετά από δεκαετίες αποθέωσης της οικονομίας της αγοράς, της παγκοσμιοποίησης, της τεχνολογικής και επιστημονικής προόδου. Η υγειονομική κρίση που προκαλεί ο Covid-19 αποκαλύπτει με τον πιο τραγικό τρόπο τις συνέπειες των πολιτικών υποβάθμισης της δημόσιας περίθαλψης, το μύθο της παγκόσμιας συνεννόησης, συνεργασίας και αλληλοβοήθειας και την κυνικότητα του πολιτικού προσωπικού που εξακολουθεί να δρα και να σκέφτεται με όρους κόστους-οφέλους ακόμα και όταν αυτό αφορά τη ζωή των ανθρώπων.

Πρέπει πράγματι να λογαριαστούμε με τις πολιτικές που έφεραν το δημόσιο σύστημα σε μία κατάσταση αδυναμίας, αλλά πρέπει να επιχειρηθεί και η συζήτηση για το «από εδώ και πέρα». Κι αυτό δε συνεπάγεται απλά «προτάσεις», αλλά συνολικό αναστοχασμό και καινούρια νοήματα σε λέξεις, αιτήματα και καταστάσεις που θεωρούσαμε δεδομένες ή απλά επαναλαμβάναμε από συνήθεια. Το πώς θα είμαστε την «επόμενη μέρα» εξαρτάται εν πολλοίς από αυτό το έργο.

 

Μερικές σκέψεις

Ο Covid-19 μας αναγκάζει έστω και την ύστατη στιγμή να αποκτήσουμε «εντοπιότητα» στην επιστημονική μας άποψη. Με ένα τρόπο πρέπει να γίνουμε «Έλληνες γιατροί» και όχι «γιατροί από την Ελλάδα». Σύμφωνα με την περσινή έκθεση της ευρωπαϊκής επιτροπής για την κατάσταση της υγείας στην Ελλάδα, το 25% του πληθυσμού είναι άνω των 65 ετών και οι μισοί από αυτούς αναφέρουν τουλάχιστον ένα πρόβλημα υγείας. Άρα στην Ελλάδα του 2020, 1 στους 4 συνανθρώπους μας ανήκει σε «ευπαθή» ομάδα και κινδυνεύει. Σε μια γερασμένη, ευπαθή χώρα, ανάλογος πρέπει να είναι και ο σχεδιασμός.

Ο Covid-19 μας αποκαλύπτει πόσο ζωτικής σημασίας μπορεί να είναι η επιτυχής διαρρύθμιση ενός χώρου, ενός τμήματος επειγόντων περιστατικών, ενός νοσοκομείου. Μας αποκαλύπτει πόσο πολύτιμο μπορεί να είναι ένα κτίριο ή ένα νοσοκομείο που θεωρούσαμε «παροπλισμένο» και οι εκάστοτε κυβερνήσεις επιθυμούσαν να καταργήσουν. Για παράδειγμα, πόσοι από εμάς θεωρούσαμε ότι η «Παμμακάριστος» -που αυτή τη στιγμή αποτελεί νοσοκομείο νοσηλείας των κρουσμάτων Covid-19 είναι πολύτιμη στο σύστημα υγείας;

Πρέπει πράγματι να λογαριαστούμε με τις πολιτικές που έφεραν το δημόσιο σύστημα σε μία κατάσταση αδυναμίας, αλλά πρέπει να επιχειρηθεί και η συζήτηση για το «από εδώ και πέρα». Κι αυτό δε συνεπάγεται απλά «προτάσεις», αλλά συνολικό αναστοχασμό και καινούρια νοήματα σε λέξεις, αιτήματα και καταστάσεις που θεωρούσαμε δεδομένες ή απλά επαναλαμβάναμε από συνήθεια. Το πώς θα είμαστε την «επόμενη μέρα» εξαρτάται εν πολλοίς από αυτό το έργο

Ο Covid-19 μας αποκαλύπτει ότι δεν έχουμε πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Ήδη τα νούμερα «φώναζαν» ότι η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα της ευρωζώνης σε αναλογία γενικών ιατρών/πληθυσμού, αλλά η παρούσα υγειονομική κρίση φανερώνει το πλούσιο νόημα της λέξης «προσωπικός ιατρός». Όταν ο ΕΟΔΥ καλεί τον κόσμο να «επικοινωνεί με τον γιατρό του» απευθύνεται σε έναν πληθυσμό που δεν έχει γιατρό, που δαπανά το 50% των συνολικών δαπανών για φάρμακα και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη και το 25% των δαπανών για ενδονοσοκομειακή περίθαλψη από την τσέπη του.

Ο Covid-19 «μιλά» και για τη σχέση ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Ο ιδιωτικός τομέας της υγείας που διαφήμιζε την ταχύτητα, την άνεση και την «καθαριότητά» του σε σχέση με το δημόσιο, είναι απών και εξακολουθεί να λειτουργεί και να κερδοσκοπεί με την ανοχή του κράτους. Είναι απαράδεκτη η διενέργεια τεστ για τον Covid-19 από ιδιωτικά εργαστήρια έξω από την εποπτεία και την υπαγωγή στον κρατικό σχεδιασμό. Είναι απαράδεκτο το κράτος να νοικιάζει και μάλιστα ακριβά ιδιωτικές κλίνες ΜΕΘ την ίδια στιγμή που δε χρηματοδοτεί γενναία το δημόσιο σύστημα.

 

Ο Covid-19 «παραδίδει μαθήματα» και στους γιατρούς

Η μείωση της προσέλευσης του κόσμου στα νοσοκομεία, λόγω του φόβου και της υπακοής στις οδηγίες του ΕΟΔΥ, μπορεί να «χαροποίησε» κάποιους από εμάς που τόσα χρόνια πιστεύαμε –και από «επιστημονική» άποψη ήταν σωστό– ότι στα επείγοντα των νοσοκομείων δεν έρχονται πραγματικά επείγοντα περιστατικά. Η παρούσα πανδημία και ο τραγικός θάνατος συνανθρώπου μας έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι ο κόσμος δεν έχει κάπου αλλού να απευθυνθεί. Σύντομα θα δούμε τις συνέπειες της συνολικής υποβάθμισης του επιπέδου υγείας λόγω οδηγιών ΕΟΔΥ, κλεισίματος εξωτερικών ιατρείων και ανυπαρξίας πρωτοβάθμιας περίθαλψης.

Η Ελλάδα ακολουθεί την τάση της ιατρικής των χωρών της Δύσης με συνεχώς αυξανόμενες ειδικεύσεις και εξειδικεύσεις. Η ιατρική επιστημονική καριέρα νοείται ως επιτυχής όταν συνοδεύεται από μεταπτυχιακά, διδακτορικά, δημοσιεύσεις. Η φυγή ελλήνων ιατρών στο εξωτερικό αντιμετωπίζεται ως ευτυχές γεγονός και ευκαιρία απόκτησης εμπειριών και γνώσεων. Με όλα τα παραπάνω, δεν είναι ειρωνεία να ζητάμε «εκπαιδευμένους ειδικούς» για την αντιμετώπιση του Covid-19; Παρά την αφθονία ιατρικών επιστημονικών εταιρειών –μόνο για παθολόγους υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις– υπάρχει, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, πλήρης απουσία πρωτοβουλιών, ενημέρωσης και συζήτησης για τον Covid-19.

Έπειτα, όταν χαρακτηρίζουμε το ΕΣΥ «γερασμένο», αυτό έχει τις συνέπειές του όχι μόνο ηλικιακά, με όρους αντοχών, αλλά και στη διάθεση για πρωτοβουλία, στην παραγωγή ιδεών. Θεσμοί που στην παρούσα επιδημία παίζουν βασικό ρόλο στα νοσοκομεία (επιτροπή λοιμώξεων, επιστημονικό συμβούλιο) απαρτίζονται κατά κανόνα από μεγάλους σε ηλικία συναδέλφους, την ίδια στιγμή που η σημασία τους διαχρονικά υποτιμήθηκε. Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν η επιτροπή λοιμώξεων κάθε νοσοκομείου συζητούσε διαδικτυακά σε τακτική βάση και αποτελούνταν από νέο κόσμο, με όρεξη και διάθεση για βοήθεια;

Οι δύσκολες ημέρες είναι ακόμη μπροστά μας. Τα έγκαιρα μέτρα της κυβέρνησης κατάφεραν να αγοράσουν χρόνο, αλλά αυτός τελειώνει και δεν αξιοποιήθηκε όπως θα μπορούσε. Οι ανεπάρκειες της κυβερνητικής πολιτικής οδηγούν σε μία ολοένα αυξανόμενη μετάθεση της ευθύνης στον κόσμο. Ο κόσμος πειθάρχησε στα μέτρα, αλλά είναι πιεσμένος ψυχικά και οικονομικά. Και επιπλέον, υπάρχουν «κλειστοί» πληθυσμοί (φυλακισμένοι, μετανάστες, Ρομά) που μπορούν να μετατραπούν σε εστίες υπερμετάδοσης του Covid-19.

Δυστυχώς, το «να γίνουμε Ιταλία» μπορεί, για τη δικιά μας κατάσταση και υποδομή, να έρθει με λίγες εκατοντάδες επιπλέον περιστατικών. Δεν είναι δεδομένο το πώς θα αντιδράσει ο κόσμος αλλά και οι ίδιοι οι υγειονομικοί τις ημέρες που έρχονται. Η αύξηση των περιστατικών και οι ανεπάρκειες του συστήματος υγείας θα πολλαπλασιάσουν το φόβο. Το καθήκον μας είναι η υπεράσπιση της υγείας και της ζωής των συνανθρώπων μας, με σεμνότητα, χωρίς μεγάλα λόγια για ήρωες και οπλαρχηγούς. Τώρα θα λογαριαστούμε.

* Ο Χριστόδουλος Δολαψάκης είναι παθολόγος στο Γενικό Νοσοκομείο Νέας Ιωνίας

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!