του Στάθη*

Στην πρώτη κυβέρνηση που σχημάτισε το Εργατικό Κόμμα στη Βρετανία, μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, άφησε πίσω του κάθε επαναστατική μεταρρύθμιση και προχώρησε μόνο σε μεταρρυθμίσεις που επέπρωτο μάλλον να εξαερωθούν συν τω χρόνω, παρά να αλλάξουν κάποια πράγματα στην πιο ταξικά διαχωρισμένη κοινωνία από κάθε άλλη άλλωστε στη Δύση.

Στη Γαλλία οι κομμουνιστές εν τέλει χάθηκαν μέσα στο Κοινό Πρόγραμμα με τον Μιτεράν, ενώ στην Ιταλία ο συμβιβασμός του PCI με τους αστούς το 1947, οδήγησε στην κατάρρευση ακόμα και του Ιστορικού Συμβιβασμού τριάντα περίπου χρόνια αργότερα.

Σταχυολογώ αυτά τα παραδείγματα, όπως ανάμεσά τους το πείραμα του ευρωκομμουνισμού στο σύνολό του ή το πνεύμα του Μάη του 1968, διότι αποδεικνύουν ότι η πορεία ενσωμάτωσης της Αριστεράς στην πλειονότητα των εκδοχών της, ήταν προγενέστερη από την εποχή της παγκοσμιοποίησης.

Με την εξαίρεση του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος στην Κίνα υπό την καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος και την περίπτωση της Κούβας, η Αριστερά καθ’ όλην τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου υποχωρούσε, ακόμα κι όταν σημείωνε πού και πού κάποιες μικρές ή μεγαλύτερες νίκες. Άλλωστε σε όλες τις μεγάλες υποχωρήσεις υπάρχουν μικρές ανασχετικές νίκες, οι οποίες όμως δεν αλλάζουν τη φορά των πραγμάτων –Βιετνάμ. Η αντεπανάσταση του νεοφιλελευθερισμού στη Δύση το 1970 εκτόπισε με συνεχείς αντιμεταρρυθμίσεις στις οικονομίες τη φθίνουσα επιρροή της Αριστεράς στις κοινωνίες, η οποία οδηγήθηκε στο Βατερλό της με την κατάρρευση του Μεγάλου Ασθενούς, του Υπαρκτού Σοσιαλισμού είκοσι χρόνια μετά.

Με δυο λόγια η θριαμβευτική εγκαθίδρυση της παγκοσμιοποίησης πάνω στα ερείπια του Διεθνισμού οφειλόταν, με μια διαρκή πορεία ενσωμάτωσης της Αριστεράς στη Δύση, στη δογματική αποστέωση του Σοβιετικού μοντέλου, στον εκφυλισμό των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και τον επαναπροσεταιρισμό από το Δυτικό μοντέλο χωρών όπως η Κίνα και η Ινδία.

Ήττα, παγκοσμιοποίηση, αντισύστημα

Εδραιωμένη η Νέα Τάξη της Παγκοσμιοποίησης στην οικονομία, με την επιβολή των δομών του νεοφιλελευθερισμού παντού, άφησε στην Αριστερά ένα προνομιακό πεδίο για φληναφήματα στον χώρο του εποικοδομήματος, χρήσιμα φληναφήματα που επιβεβαίωναν ότι ο νεκρός δεν πρόκειται να αναστηθεί. Η ήττα δηλαδή της εργατικής τάξης στα εργοστάσια και όλες τις επιχειρήσεις θα έμενε εδραία με την Αριστερά να πελαγοδρομεί ή να γίνεται απολογητής και απόστολος των ιδεολογημάτων της νέας εποχής. Έτσι, η κατ’ αρχάς πορεία ενσωμάτωσης της Αριστεράς πριν από το 1970 με δική της πρωτοβουλία (στην προσπάθειά της να επιβάλει κάποιες μεταρρυθμίσεις) μεταμορφώνεται μετά το 1970 σε μια Αριστερά που έγινε η ίδια χρήσιμη στην αντιδραστική παλινόρθωση, στην αναθεώρηση των αποτελεσμάτων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όπως η κρίση στη Γιουγκοσλαβία απέδειξε.

Κι έτσι, επί παγκοσμιοποίησης φθάσαμε σε μια Αριστερά (πλην ολίγων εξαιρέσεων), σοσιαλδημοκρατική και κομμουνιστική, που μίλησε για ανθρωπιστικούς πολέμους ή εξαγωγή δημοκρατίας, υπερακοντίζοντας σε προπαγάνδα κάθε δυνατότητα της Δεξιάς να δικαιολογεί την πολιτική του ιμπεριαλισμού.

Είναι τραγικό αλλά επί παγκοσμιοποίησης η Αριστερά υιοθετώντας ακόμα και φασίζουσας καταγωγής έννοιες όπως ο μεταμοντερνισμός, ανέλαβε να επιβάλλει την κυρίαρχη ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού στις μάζες προκαλώντας έτσι αποστροφή αλλά και στροφή ταυτοχρόνως μαζών προς άλλες κατευθύνσεις –κυρίως ακροδεξιές, καθ’ ότι η ακροδεξιά πάντα δρα υπό το δέρας μιας απλοϊκής λαϊκότητας, εύληπτης και αταβιστικής.

Κι έτσι, εδώ και αρκετές δεκαετίες αιχμάλωτη η Αριστερά μηρυκάζει έννοιες και καταστάσεις χρήσιμες στην αστική τάξη, υποβαθμίζοντας τη λογική και την ηθική σε μια υπόθεση σοφιστείας.

Αυτή η Αριστερά σώζεται υπό μορφή υπολειμμάτων στη Δύση, αλλά κυριολεκτικώς έχει εξαφανισθεί στον υπόλοιπο κόσμο. Στο κενό που άφησε, εμφανίστηκαν νέα ρεύματα, όπως οι ισλαμιστικές εκδοχές, πλην όμως διαβρωμένες κι αυτές –οι περισσότερες– από γεννέσεώς τους. Στις πρώην αποικίες έχουν επιστρέψει οι αποικιοκράτες συνεπικουρούμενοι από την Αριστερά των ΜΚΟ τόσον εκφυλισμένη, ώστε ένα μέρος της να εμπλέκεται ακόμα και στο προσφυγικό ζήτημα με όρους σωματεμπορίας. Διότι η συμμετοχή στη μαύρη οικονομία γύρω απ’ αυτό το πρόβλημα δεν είναι τίποτα καλύτερο.

Γιατί, επί παραδείγματι, η Ευρώπη είναι τόσο ευεπίφορη στην νεκρανάσταση φασιστικών φαινομένων; Φταίει μόνον η οικονομική εξέλιξη και η πολιτική τους διαχείριση από το σύστημα-αντισύστημα ή το φαινόμενο σχετίζεται με την αποκοπή των λαών από τη μνήμη τους, την παράδοση, την ταυτότητα και τον πολιτισμό;

Σήμερα, βρισκόμαστε στις πρώτες ημέρες μετά την παγκοσμιοποίηση. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν χρειάζεται πια αυτό το σύστημα, το οποίο εκπλήρωσε τον ρόλο του και λειτουργεί πλέον ως τροχοπέδη, όπως αποδεικνύεται από την κρίση και το μούδιασμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπροστά στον προστατευτισμό του Τραμπ και την όξυνση της αντιπαράθεσης ΗΠΑ-Κίνας-Ρωσίας.

Κατά τη διάρκειά της, η παγκοσμιοποίηση εξάρθρωσε και τις τελευταίες δομές της αστικής δημοκρατίας, καθιστώντας την πολιτική απλώς μια τελετουργία της οικονομικής δικτατορίας. Ο θάνατος τώρα της παγκοσμιοποίησης υποχρεώνει τον νεοφιλελευθερισμό να αντικαταστήσει σιγά-σιγά το σύστημα με το αντισύστημα.

Το αντισύστημα έχει δύο μορφές: εκείνη των χρυσών παιδιών, όπως ο Μακρόν, κι εκείνη των ηγετών τύπου Τραμπ, Λεπέν ή Όρμπαν που απευθύνονται στις μάζες και τις κινητοποιούν με όρους εθνικισμού, λαϊκιστικής δημαγωγίας, ακόμα και φασισμού.

Αν το σύστημα ήταν ο φασισμός των σαλονιών με δόσεις ρεβανσισμού, όπως απέδειξε η Γερμανία στην Ουκρανία, το αντισύστημα επιστρέφει δρομαίως στην εποχή του μεσοπολέμου μάλιστα με ανατριχιαστικές ομοιότητες, όπως στην Ιταλία, στην Ουγγαρία, τις Βαλτικές χώρες και –εδώ– στα Βαλκάνια.

Η αντιεθνικιστική ρητορική της παγκοσμιοποίησης άφησε κληρονομία την αναβίωση των εθνικισμών και την αγριότητα των οικονομικών συνόρων, είτε αυτά ταυτίζονται με τα εθνικά σύνορα, είτε διαχέονται μέσα στις κοινωνίες υπό μορφή ταξικών συνόρων.

Η Ευρώπη έχει σκοτεινιάσει εδώ και πολύ καιρό. Απορροφημένοι εμείς από τη δική μας δυσπραγία, δεν βλέπουμε ότι οι Γερμανοί εργάτες και εργαζόμενοι, για παράδειγμα, έχουν γίνει, μετά την ατζέντα Σρέντερ, γκασταρμπάιτερ στην ίδια τους τη χώρα. Ότι ο Ιταλικός νότος έχει επιστρέψει στη δεκαετία του ’50. Ότι οι περισσότεροι Βρετανοί που ψήφισαν Brexit, το έκαναν με το αίτημα «δώστε μας την πατρίδα μας πίσω». Να διεκτραγωδήσει κανείς τι συμβαίνει στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, ή στις ζώνες των πολέμων απ’ το Αφγανιστάν ως τη Λιβύη, δεν χρειάζεται –είναι όλα γνωστά.

Νέα προβλήματα και αναστοχασμός

Εκείνο που χρειάζεται είναι να βγει η Αριστερά απ’ την αιχμαλωσία της. Να πάψει να σκέφτεται με τα στερεότυπα που σκέφτεται και δρα τα τελευταία 30 χρόνια. Τα νέα φαινόμενα απαιτούν εκ νέου ανάλυση. Η άνοδος της άκρας δεξιάς δεν μπορεί πλέον να εξηγηθεί με τις ρηχές σκέψεις που είναι περισσότερο καταγγελία του φαινομένου παρά κατανόηση των μηχανισμών που το παράγουν. Γιατί, επί παραδείγματι, η Ευρώπη είναι τόσο ευεπίφορη στην νεκρανάσταση φασιστικών φαινομένων; Φταίει μόνον η οικονομική εξέλιξη και η πολιτική τους διαχείριση από το σύστημα-αντισύστημα ή το φαινόμενο σχετίζεται με την αποκοπή των λαών από τη μνήμη τους, την παράδοση, την ταυτότητα και τον πολιτισμό; Είναι άσχετο με τον εκφασισμό των σχέσεων μέσα στις κοινωνίες το γεγονός ότι η τέχνη και η διανόηση σιτίζονται στα πρυτανεία, έχουν εγκαταλείψει τις μάζες και περί άλλων τυρβάζονται αυτοαναφορικά, ναρκισσιστικά και φραγκάτα;

Αυτή η διαρκής αποδόμηση της εθνικής ταυτότητας και η αποψίλωση του εθνικού πλαισίου μέσα στο οποίο διεξάγεται η ταξική πάλη, τι καλό έφερε τα τελευταία τριάντα-σαράντα χρόνια, στους εργάτες, τους εργαζόμενους, τους ανθρώπους;

Εις ό,τι αφορά τις κοινωνίες βρισκόμαστε σε κατάσταση μεσοπολέμου –που με τη σειρά της σε ό,τι αφορά την εργασία τείνει προς την εποχή του Ντίκενς, ενώ σε όσα αφορούν τις διακρατικές σχέσεις βρισκόμαστε στο 1914. Το μείγμα είναι θανατηφόρο.

Τα νέα προβλήματα που παράγει αυτή η παλαιά κατάσταση χρειάζονται αναστοχασμό. Για παράδειγμα το προσφυγικό. Ο τρόπος που το αντιμετωπίζει η αιχμάλωτη Αριστερά κινείται μεταξύ μια ωφελιμιστικής ιδιοτέλειας. Μάλιστα για να παραμένει αυτή η διαχείριση επωφελής, αυτή η Αριστερά εξαπολύει κατά πάντων μια ιδεολογική τρομοκρατία –ειδεχθή– που συν τοις άλλοις αποτρέπει την εξέταση του προβλήματος στη βάση του διαλόγου και των προβληματισμών.

Η κυρίαρχη δηλαδή η αιχμάλωτη Αριστερά επιφυλάσσει κάθε είδους ρετσινιά (αλλά και δίωξη, όταν μπορεί) σε κάθε έναν που διαπιστώνει το ατελέσφορο ή το ιδιοτελές των προσεγγίσεών της. Όποιος, ας πούμε, διαπιστώνει τις επιπτώσεις του προσφυγικού εις βάρος της εργασίας και υπέρ της εργοδοσίας διαπομπεύεται αμέσως, ως ρατσιστής, φασίστας, εθνικιστής, λαϊκιστής και βεβαίως αντισημίτης, μισογύνης και πάει λέγοντας.

Μόλις προ ημερών ο Δαλάι Λάμα ζήτησε από τη Δύση να θεωρεί τους πρόσφυγες ως πρόσωπα που θα πρέπει να επιστρέψουν στις χώρες τους για να βοηθήσουν στην ανοικοδόμησή τους όπως και ζήτησε από τους υποψήφιους μετανάστες να μη φύγουν από τις πατρίδες τους, αλλά να αγωνίζονται για αυτές. Είναι ο Δαλάι Λάμα ρατσιστής ή φασίστας ή είναι μήπως πιο αριστερός από όσους έφθασαν να νομίζουν ότι το ΕΑΜ ήταν μια ΜΚΟ ή ότι τα πολυθρύλητα ανθρώπινα δικαιώματα αφορούν μόνον στον αυτοπροσδιορισμό, φερ’ ειπείν, κι όχι στην εργασία ή την ασφάλιση;

Το θεώρημα που ζητά λύση

Αυτό είναι το θεώρημα που πρέπει να λύσουμε. Η πλούσια Ελλάδα του φτωχού λαού –αυτή τη διαρκή αντίθεση που τώρα παίρνει τη μορφή της σχέσης προτεκτοράτου-κολίγων. Αυτό είναι το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί από μια Αριστερά εχθρική προς όλα τα στερεότυπα που μας οδήγησαν έως εδώ

Μέσα σε αυτό το διεθνές συμπούρμπουλο της παγκοσμιοποίησης, που ήθελε τους λαούς-πληθυσμούς, τις χώρες-χωράφια και τους πολίτες-πολιτικώς ορθούς σκλάβους, η Ελλάδα βρέθηκε στην πρωτοπορία του μετασχηματισμού των ασθενέστερων κρατών σε αποικίες και προτεκτοράτα των ισχυρότερων. Διά των Μνημονίων η χώρα έλαβε τη νέα της θέση στη μετά την παγκοσμιοποίηση εποχή του νεοφιλελευθερισμού, όπου η επιστροφή από τη λογιστική οικονομία των χρεών και της φούσκας στην οικονομία κατοχής και ανακατανομής του εμπράγματου πλούτου είναι αναγκαία για την επιβίωση του καπιταλισμού έως τον επόμενο πόλεμο.

Η υποθήκευση της Ελλάδας κατά τη νέα εποχή των αυστηρότερων σφαιρών επιρροής, υπήρξε αναγκαία προϋπόθεση για την απομύζηση του πλούτου της. Το θέμα δεν ήταν τα ελλείμματα που μετατράπηκαν σε κρίση χρέους, αλλά η αναδόμηση και η αναδιάρθρωση μιας χώρας, έτσι ώστε να μπορεί να προσφέρει τον πλούτο της σε εκείνους που μπορούν να τον αρπάξουν. Κι έτσι η Ελλάδα έγινε μια χώρα σε καθεστώς εντολής.

Και τώρα θα έρθει η ανάπτυξη, η νέα κανονικότητα. Συνήθως πίσω απ’ τη μεγάλη φασαρία για ένα θέμα, η αλήθεια είναι απλή: Η Ελλάδα είναι μια πλούσια χώρα σε υδρογονάνθρακες και κοιτάσματα. Έχει όμως (ή είχε;) έναν λαό κάπως άτακτο, με αντιστασιακό προηγούμενο και ανήσυχη πολιτική παράδοση. Έπρεπε λοιπόν ο λαός αυτός να αποδομηθεί, να απορφανισθεί απ’ τον πολιτισμό τους, να κατηγορηθεί για λαός τεμπέλης και διεφθαρμένος, να ενοχοποιηθεί και να αυτοενοχοποιηθεί, έτσι ώστε να χειραγωγηθεί πιο εύκολα. Σε αυτήν την διαδικασία η Αριστερά που τώρα έχει γονατίσει έπαιξε κρίσιμο και λαμπρό ρόλο. Μεγαλύτερος κατήγορος του λαού απ’ αυτήν την Αριστερά δεν υπήρξε! Η Δεξιά δεν λογίζεται, σ’ αυτά τα θέματα ουδείς την παίρνει στα σοβαρά.

Όταν όμως η Αριστερά, σαρξ υποτίθεται εκ σαρκός του λαού, τον κατηγορεί για λαϊκισμό (ποιον; τον λαό;), για ρατσισμό, για εθνικισμό, όταν τον λοιδορεί ως «έθνος ανάδελφο» και τον περιφρονεί με χαρακτηρισμούς όπως «ετερόκλητος όχλος» τότε ο λαός χάνει το βήμα του, μάλιστα ένας λαός που προσπάθησε να αντιδράσει στο κακό, που βγήκε αγανακτισμένος στους δρόμους, που έκανε την υπέρβαση να ψηφίσει την Αριστερά! Αυτός λοιπόν ο λαός έπρεπε να εξουδετερωθεί, να μάθει να ζει μέσα σε μια οικονομία επιδομάτων, ουδετεροποιημένος και κατά το δυνατόν απολίτικος. Εκεί που δεν μπόρεσε η Δεξιά, τα κατάφερε η Αριστερά που γονάτισε. Αυτά όμως έγιναν. Τώρα τι γίνεται;

Αυτό είναι το θεώρημα που πρέπει να λύσουμε. Η πλούσια Ελλάδα του φτωχού λαού –αυτή τη διαρκή αντίθεση που τώρα παίρνει τη μορφή της σχέσης προτεκτοράτου-κολίγων. Αυτό είναι το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί από μια Αριστερά εχθρική προς όλα τα στερεότυπα που μας οδήγησαν έως εδώ. Να έχουν δηλαδή γίνει οι πρόμαχοι του λαού, Εχθροί του λαού.

Δεν ξέρω αν με όλα αυτά σας στεναχώρησα αλλά εγώ είμαι χαρούμενος που φεύγω απ’ την αιχμαλωσία. Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά μόνον αν αναζητήσουμε την αλήθεια κάτω από τη βάσανο της αποδείξεώς της κι όχι υπό την προπαγάνδα των στερεοτύπων, θα μπορέσουμε να ξαναγίνουμε χρήσιμοι στους πολίτες, στον εαυτό μας και ο ένας στον άλλον.

Ήδη ενθαρρυντικά βήματα προς την κατεύθυνση επανασύνδεσης της Αριστεράς με τον λαό σε πατριωτική και ταξική βάση γίνονται στη Γαλλία με τον Μελανσόν και στη Γερμανία με τμήμα της Die Linke. Μένει να αποδειχθεί αν αυτό είναι ένα κύκνειο άσμα ή αν είναι τα πρώτα βήματα μιας νέας Μεγάλης Πορείας.

* Ο Στάθης είναι σκιτσογράφος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!