Οι μαρτυριάρηδες και οι «σκληρές» διαπραγματεύσεις. Του Ευθύμη Παπαδημητρίου

Ένα από τα «θετικά» της κρίσης είναι ότι αποτελεί μία μοναδική ευκαιρία να γνωριστούν, επιτέλους, οι ευρωπαϊκές χώρες μεταξύ τους, τώρα που έχουν χωριστεί σε ηγέτιδες χώρες και σε χώρες-αποικίες των ηγέτιδων χωρών. Τόσα χρόνια πέρασαν και ελάχιστα γνώριζε η μία την άλλη. Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να γνωριστούν. Κι αυτό επειδή οι ηγέτιδες χώρες θέλουν να ξέρουν τα πάντα για τις αποικίες τους. Όχι για τον πολιτισμό τους βέβαια, αλλά για την οικονομία και τους θεσμούς τους, ώστε με τον καιρό να τις φέρουν σε τέτοιο σημείο ώστε να εξυπηρετούν μόνο τα δικά τους συμφέροντα και επιδιώξεις.
Είναι ίδιον, εξάλλου, των κατακτητών να πιστεύουν στην ανωτερότητά τους και κατ’ επέκτασιν να θεωρούν αλλόκοτο ό,τι δεν έχουν αυτοί. Βιάζονται, δε, τόσο να εγκαθιδρύσουν την κυριαρχία τους, ώστε σπεύδουν να ξεριζώσουν ο,τιδήποτε θα μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στην πραγματοποίηση αυτού του σκοπού. Παρομοίως λοιπόν και οι τροϊκανοί, αν δώσουμε βάση στο… μαρτυριάρικο ρεπορτάζ του Ν. Χασαπόπουλου στο Βήμα, στις 12/2/2012, παραξενεύτηκαν όταν άκουσαν για πρώτη φορά από κάποιους «πρόθυμους μαρτυριάρηδες» τη λέξη μετενέργεια. Δεν μπορούσαν καν να βρουν την αντίστοιχή της λέξη στην αγγλική. Κάποιοι τους είχαν ενημερώσει πιο πριν για την ύπαρξη αυτού του περίεργου «εξωτικού φρούτου» που ευδοκιμεί, όπως κατήγγειλαν στις τελευταίες διαπραγματεύσεις, μόνο στην Ελλάδα.
Αλλά πιο πολύ παραξενεύτηκαν οι υπουργοί που συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις, οι οποίοι νόμισαν στην αρχή πως δεν άκουσαν καλά. Μα είναι δυνατόν, σκέφτηκαν, να βρήκαν μόνοι τους τη μετενέργεια όταν δεν μπορούσαν καν να την προφέρουν και να την εξηγήσουν; Κατέληξαν, λοιπόν, στο συμπέρασμα πως δεν τη βρήκαν μόνοι τους αλλά τους μίλησαν άλλοι γι’ αυτήν, κάποιοι Έλληνες εργοδότες, δηλαδή, με τους οποίους συναναστρέφονται οι τροϊκανοί. Έγινε κάποια συζήτηση γύρω από το θέμα αυτό, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, «πλην όμως οι υπουργοί δεν θέλησαν να επεκταθούν και ούτε καν εισήλθαν στη διαδικασία της ονοματολογίας» παρά το γεγονός πως είχαν σχεδόν πειστεί ότι οι ίδιοι οι τροϊκανοί δεν θα έθεταν ποτέ από μόνοι τους το θέμα αυτό. Παρά τις υποψίες τους, δηλαδή, οι υπουργοί δεν θέλησαν να θίξουν περαιτέρω το ζήτημα αυτό . Έκαναν απλώς μία νύξη στο θέμα για να δείξουν στους τροϊκανούς ότι γνωρίζουν αυτούς με τους οποίους σχετίζονται εδώ, στην Ελλάδα, και πόσο επηρεάζονται από αυτούς. Αλλά μέχρι εκεί.
Αλλά και το ρεπορτάζ δεν αναφέρεται καθόλου στην αντίδραση των τροϊκανών. Παραδέχτηκαν, άραγε, ότι συζητούν με Έλληνες εργοδότες και επηρεάζονται από αυτούς; Έκλεισαν κι αυτοί με τη σειρά τους στους υπουργούς το μάτι; Και η κυβέρνηση, που έχει υποψίες αλλά παρ’ όλα αυτά υπογράφει ό,τι της πλασάρουν, τι σκοπεύει να κάνει; Θα προσπαθήσει να συγκεντρώσει τα απαραίτητα στοιχεία και να δώσει στη δημοσιότητα τα ονόματα και τα πρόσωπα αυτών των «προθύμων μαρτυριάρηδων» που δρουν ανενόχλητοι σε βάρος της πλειοψηφίας ή μήπως θεωρεί θεμιτή και νόμιμη τη δράση τους, οπότε θα συνεχίσει απλά να τους κλείνει το μάτι; Αλλά μέλη του κόμματος του Μνημονίου δεν είναι κι αυτοί και μάλιστα η ιδεολογική καθοδήγησή του; Εφόσον, εξάλλου, η τρόικα «βρίσκεται και δρα νόμιμα στη χώρα μας» δεν έχουν το δικαίωμα οι εκπρόσωποί της να κάνουν παρέα με όποιους θέλουν;
Οι διαπραγματεύσεις ήταν σκληρές, κατά το ρεπορτάζ. Κάποια στιγμή, μάλιστα, ο κ. Κουτρουμάνης ζήτησε από τον κ. Τόμσεν να εγγυηθεί εγγράφως πώς θα ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας με την μείωση του κατώτατου μισθού. Δεν ήταν σίγουρος, δηλαδή, και γι’ αυτό πρότεινε να του δοθούν έγγραφες διαβεβαιώσεις, όπως ακριβώς ζητούν κάθε τόσο και οι Ευρωπαίοι ηγέτες από τους Έλληνες συναδέλφους τους. Ούτε ο κ. Τόμσεν όμως ήταν σίγουρος και γι’ αυτό ρώτησε τον κ. Κουτρουμάνη «κι αν δεν συμβεί αυτό;» Εκείνος του απάντησε χαμογελώντας πως «ε, τότε θα χάσετε τα λεφτά σας».
Τελικά ο κατώτατος μισθός μειώθηκε χωρίς καμία έγγραφη εγγύηση από την πλευρά της τρόικας, επειδή και να έδιναν δεν θα έχαναν βέβαια τα λεφτά τους, οπότε μάλλον το θεώρησαν περιττό. Η διαπραγμάτευση επί του συγκεκριμένου θέματος έκλεισε με το αστείο του υπουργού, τη δήθεν δηλαδή απειλή, και το χαμόγελό του, τρανή απόδειξη ότι δεν σοβαρολογούσε. Είχαν πλάκα τελικά οι διαπραγματεύσεις. Πλάκα δεν έχει και ο κατώτατος μισθός που μόνο με μισθό δεν μοιάζει;

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!