Αξιοσημείωτη διαφοροποίηση στο τι σκέφτονται και αισθάνονται οι Έλληνες πολίτες καταγράφουν τρεις δημοσκοπήσεις του τελευταίου μήνα
Κείμενα-επιμέλεια: Νίκος Ταυρής, Βασίλης Ξυδιάς
Ο Δρόμος δημοσιεύει ορισμένα στοιχεία από τρεις έρευνες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση τον τελευταίο μήνα. Σε αυτές τις δημοσκοπήσεις αποτυπώνονται τάσεις που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και δημιουργούν μια διαφορετική συνολικά εικόνα από αυτήν που είχαμε συνηθίσει μέχρι σήμερα για την ελληνική κοινωνία. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι Έλληνες πολίτες δεν αισθάνονται πως θα πάνε καλύτερα τα πράγματα τους μήνες ή τα χρόνια που έρχονται. Αυτό είναι κάτι που έχει αποτυπωθεί σε πολλές έρευνες, ιδιαίτερα στο οικονομικό επίπεδο, όμως στην τελευταία δημοσκόπηση του Πολιτικού Βαρόμετρου της εταιρείας Public Issue εκδηλώνεται έντονη ανησυχία και για την κακή τροπή που παίρνουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μάλιστα ένα μεγάλο ποσοστό των συμπολιτών μας δεν αποκλείει και το ενδεχόμενο ενός πολέμου με την Τουρκία μέσα στα επόμενα χρόνια.
Επίσης στις έρευνες της Κάπα Research και της Kantar Public φαίνεται πως τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει οι τάσεις των αισθημάτων αντιαμερικανισμού και φιλοευρωπαϊσμού μέσα στην ελληνική κοινωνία. Πλέον και οι δύο αυτές τάσεις αποτελούν μειοψηφία. Αυτό δεν είναι κάτι μικρό αν κανείς αναλογιστεί ποιο ρόλο έχουν παίξει αυτά τα αισθήματα και πως έχουν καταπολεμηθεί ή καλλιεργηθεί από τον αστικό κόσμο τα τελευταία τουλάχιστον 40 χρόνια.
Εκδηλώνεται πλέον πλειοψηφική τάση φιλοαμερικανισμού από τους Έλληνες, ενώ ο ευρωσκεπτικισμός έχει διογκωθεί, αφού πλέον μόνο το 31% των πολιτών θεωρεί ότι η συμμετοχή της Ελλάδας στα πλαίσια της Ε.Ε. είναι κάτι θετικό. Και βέβαια μαζί με αυτό πάει και η χαμηλή δημοτικότητα που έχει η Γερμανία σαν χώρα στην Ελλάδα, κύρια λόγω της πολιτικής που έχει ακολουθήσει εναντίον του ελληνικού λαού.
Όπως γίνεται κατανοητό από όλα τα παραπάνω, μπαίνουμε σε μια νέα φάση της πολιτική ζωής. Από τη μία έχουν ρευστοποιηθεί, ανατιναχτεί ή αναπροσαρμοστεί πολιτικές και κοινωνικές σταθερές του πρόσφατου, προ κρίσης, παρελθόντος.
Από την άλλη έχουν εμπεδωθεί πολιτικές της παγκοσμιοποίησης στο κοινωνικό σώμα που όμως ανησυχεί ή αντιδρά απέναντι στις επιπτώσεις που έχουν αυτές. Αν σε αυτά προσθέσει κάποιος τη διπλή μέγγενη στην οποία βρίσκεται η χώρα, την ευρωκρατία από τα δυτικά και τα γεωπολιτικά προβλήματα που μας έρχονται από τα ανατολικά τότε καταλαβαίνουμε ότι διαφορετικά πρέπει να προετοιμαστούμε σε όλα τα επίπεδα για αυτά που έρχονται.
Μεγάλη άμβλυνση του αντιαμερικανισμού
Πρόσφατη έρευνα της Κάπα Research που πραγματοποιήθηκε λίγο πριν την επίσκεψη Ομπάμα στην Ελλάδα, στις 11-12 Νοέμβρη, έδειξε μια μεγάλη κάμψη του αντιαμερικανικού αισθήματος μέσα στην ελληνική κοινωνία. Πιο συγκεκριμένα κατέγραψε πτώση από το 32% στο 17% την τελευταία εξαετία, και άνοδο του φιλοαμερικανισμού, από 38% σε 56%, στο ίδιο χρονικό διάστημα.
Στην ίδια έρευνα καταγράφεται μεγάλη υποχώρηση της άποψης ότι οι ΗΠΑ ασκούν την σημαντικότερη επιρροή στο τι συμβαίνει στην χώρα μας, από το 20% στο 2% την τελευταία δεκαετία και αύξηση της δημοτικότητας των ΗΠΑ στην Ελλάδα από το 28% σε 57,5%.
Αυτά τα στατιστικά στοιχεία πηγαίνουν παράλληλα με τη μεγάλη πτώση της δημοτικότητας της Γερμανίας σαν χώρας στην κοινωνία μας, από 78,5% σε 44,5%. Βέβαια το 44,5% είναι το υψηλότερο ποσοστό που καταγράφει η Γερμανία την τελευταία εξαετία μέσα στη ελληνική κοινωνία. Επίσης καταγράφεται στη δημοσκόπηση σε μεγάλα ποσοστά η άποψη ότι η Ε.Ε. είναι ο θεσμός με την σημαντικότερη επιρροή στη χώρα μας, άποψη που εκτινάχτηκε από το 8% στο 38,5% την τελευταία δεκαετία. Ακόμα διατηρείται υψηλά η δημοτικότητα τρίτων χωρών όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Γαλλία, χωρών δηλαδή που δεν έχουν αναμειχτεί ιδιαίτερα στα εσωτερικά μας.
Από τα στοιχεία της έρευνας γίνεται φανερό ότι έχουμε μια μεγάλη άμβλυνση του αντιαμερικανισμού στη Ελλάδα. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί με διάφορα επιχειρήματα, όπως με το γεγονός ότι στη διάρκεια της θητείας Ομπάμα η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ είχε περισσότερο τα χαρακτηριστικά ενός πολέμου χαμηλής έντασης σε διάφορα μέτωπα και όχι των πολεμικών σταυροφοριών μιας παλαιότερης περιόδου. Την ίδια στιγμή η ανάμιξη της Γερμανίας στην εσωτερική ζωή της Ελλάδας ήταν τόσο επιθετική που επισκίασε τον αμερικανικό παράγοντα και τον ρόλο του, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις τον έκανε να φαίνεται ότι τρέφει φιλικά αισθήματα προς τη χώρα μας.
Επίσης φαίνεται να παίζει ρόλο ότι έχει εμπεδωθεί σε ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας η άποψη πως η Ελλάδα είναι κύρια μια χώρα του δυτικού κόσμου που πρέπει να ασπάζεται τις πολιτικές της παγκοσμιοποίησης σαν αντίβαρο σε όποιες γεωπολιτικές απειλές φαίνεται να έρχονται από τα ανατολικά.
Αξιοσημείωτο είναι, τέλος, το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών θεωρεί την εκλογή Τράμπ δυσμενή εξέλιξη για τη χώρα μας και τη στάση των ΗΠΑ απέναντι μας.
Μεγάλη ανησυχία για τα ελληνοτουρκικά
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η έρευνα Πολιτικό Βαρόμετρο της Public Issue που πραγματοποιήθηκε το διάστημα 20 – 27 Οκτωβρίου με θέμα Οι στάσεις της ελληνικής κοινής γνώμης απέναντι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Όπως δείχνουν τα ευρήματα, στο διάστημα του τελευταίου χρόνου έχει τριπλασιαστεί, από 21% σε 62%, το ποσοστό των ελλήνων πολιτών που πιστεύουν ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν πάει προς το χειρότερο. Την ίδια στιγμή έχει διπλασιαστεί, από 21% σε 43%, το ποσοστό εκείνων που θεωρούν ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να κάνει διάλογο με την Τουρκία για να αντιμετωπίσει τις σχέσεις της με τη γείτονα χώρα. Επίσης παρουσιάζεται και ένα πολύ σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας, περίπου 29%, που θεωρεί πιθανό να έχουμε πόλεμο με την Τουρκία μέσα στα επόμενα χρόνια.
Αντίστοιχα φαίνεται να χάνουν έδαφος μέσα στην ελληνική κοινωνία οι απόψεις που υποστηρίζουν ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις περνoύν περίοδο στασιμότητας ή καλυτέρευσης, όπως και οι απόψεις ότι η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να διαπραγματεύεται με την Τουρκία διάφορα ζητήματα που αφορούν τις δύο χώρες.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν μεγάλες διαφοροποιήσεις της ελληνικής κοινωνίας πάνω στο ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Και όλα αυτά τη στιγμή που το θέμα δεν απασχολεί τα ελληνικά ΜΜΕ, προωθείται πολιτική κατευνασμού από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και η ελληνική αριστερά περί άλλων τυρβάζει.
Από ό,τι φαίνεται ένα μεγάλο ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας ανησυχεί πραγματικά για το ζήτημα και αυτό οφείλεται στη συνεχή επιθετικότητα προς τη χώρα μας από την πλευρά της Τουρκίας (Κυπριακό, Αιγαίο, Θράκη, Συνθήκη Λωζάννης, ΑΟΖ κ.ο.κ.), στην επεκτατική της πολιτική, στη στάση της για το μεταναστευτικό, στις εσωτερικές αντιδημοκρατικές εξελίξεις στη γείτονα χώρα, στην εμπλοκή της Τουρκίας σε όλους τους πολέμους της περιοχής, αλλά και στα μεγαλοκρατικά σχέδια που εξαγγέλλει ο Ερντογάν.
Το αισθητήριο του ελληνικού λαού έχει «πιάσει» ό,τι υπάρχει κίνδυνος και εξ Ανατολών για τη χώρα. Τα παραπάνω ποσοστά δεν γίνεται να οφείλονται σε μια απλή άνοδο του εθνικισμού – φασισμού ούτε σε μια συντηρητικοποίηση των κοινωνικών αντανακλαστικών. Αντιθέτως αν δεν ληφθούν υπ’ όψιν οι παραπάνω μεταβολές, από την Αριστερά που ενδιαφέρεται για να σωθεί ο τόπος, τότε είναι που οι φασιστικές – εθνικιστικές απόψεις θα κερδίσουν ακόμα περισσότερο έδαφος.
Πέφτει η ευρωφιλία στην Ε.Ε.
Τελευταία η Ελλάδα, προτελευταία η Ιταλία
Τη χειρότερη γνώμη για τη συμμετοχή της χώρας τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν οι Έλληνες. Όμως το «κανόνι» φαίνεται πως είναι έτοιμη να το «σκάσει» η Ιταλία.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση Parlemeter 2016 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, μόνο το 31% των Ελλήνων βλέπει θετικά τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (πτώση 14% σε σχέση με πέρυσι ίδια εποχή). Ακολουθούν η Τσεχία με 32% (-2% από πέρυσι), η Ιταλία με 33% (-7%) και η Κύπρος με 34% (-2%). Πιο ψηλά είναι η Πορτογαλία 47% (-2%), η Γαλλία 48% (-4%) και η Ισπανία 55% (-3%).Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 53% (με πτώση 2% από πέρυσι). Βλ. Πίνακα 1.
Ακόμα πιο χαμηλά είναι τα ποσοστά όσων εκτιμούν ότι τα πράγματα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση στην ΕΕ. Αυτό δεν το πιστεύει παρά μόνο το 11% των Ελλήνων, το 14% των Γάλλων, 16% των Βρετανών, 20% των Ισπανών, 23% των Ιταλών και των Πορτογάλων, ενώ η Κύπρος είναι στο 25%, μαζί με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Βλ. Πίνακα 2.
Σημ. Την έρευνα διεξήγαγε η Kantar Public (πρώην TNS opinion) από 24/9/2016 έως 3/10/2016 σε τυχαίο δείγμα 27.768 Ευρωπαίων άνω των 15 ετών στα 28 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αναδημοσιεύουμε παρακάτω αποσπάσματα ενός κειμένου από την ιστοσελίδα της Κάπα Research με τίτλο: «7 επίμονες τάσεις υπονομεύουν τις αντοχές της χώρας» και έχει γραφτεί από τον Αλέξη Ρουτζούνη, υπεύθυνος Πολιτικών Ερευνών της εταιρείας. Το θεωρήσαμε ενδιαφέρον γιατί με έναν συνοπτικό τρόπο παρουσιάζει σημαντικές αλλαγές που έχουν συμβεί στην ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Ολόκληρο το κείμενο μπορείτε να το βρείτε στην ιστοσελίδα της Κάπα Research.
7 επίμονες τάσεις υπονομεύουν τις αντοχές της χώρας
1 Η «οδύσσεια» των νέων: Από την αρχή της κρίσης παρατηρείται ένα νέο κύμα μετανάστευσης. Τα πρώτα ευρήματα έρευνας σε Έλληνες του εξωτερικού που πραγματοποιεί η Κάπα Research σε συνεργασία με το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard καταδεικνύουν ότι η έννοια «ξενιτιά» έχει αποδραματοποιηθεί. Η μετανάστευση αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία και όχι ως τραύμα: πατρίδα είναι εκεί που μπορούν να εργαστούν και να ζήσουν αξιοπρεπώς, εκεί θέλουν να φορολογούνται, εκεί να ψηφίζουν. Η παγκοσμιοποίηση είναι η αιτία της φυγής τους αλλά και οι ίδιοι είναι η γενιά της παγκοσμιοποίησης.
2 Η «οδύσσεια» των συνταξιούχων: Η συνταξιοδότηση έπαψε να είναι μία ασφαλής κατάσταση όπου ο πιο ηλικιωμένος μπορούσε να απολαύσει τα οφέλη των κόπων του και μεταβλήθηκε σε μια επισφαλή φάση ζωής όπου η τακτοποίηση εκκρεμοτήτων (χρέη, υποστήριξη ανέργων μελών, ΕΝΦΙΑ) τείνει να λάβει μόνιμο χαρακτήρα.
3 Η υποβάθμιση των θεσμών: Ο βαθμός εμπιστοσύνης στους θεσμούς που συνθέτουν μια σύγχρονη δημοκρατία έχει κυριολεκτικά καταρρεύσει. Σήμερα, ο πολίτης αντιλαμβάνεται το ελληνικό κράτος ως «μη-κράτος»·επισημαίνει σοβαρό έλλειμμα αντιπροσώπευσης (κόμματα, κοινοβούλιο, κυβέρνηση), αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα, διαφθορά, και απώλεια προοπτικής στην οικονομία.
4 Οι κυβερνήσεις χωρίς περίοδο χάριτος: Τα κυβερνητικά κόμματα της κρίσης εκκινούν από χαμηλά. Τα άλλοτε υψηλά ποσοστά του 45% είναι απρόσιτα, ενώ και το 35% του ΣΥΡΙΖΑ επιτεύχθηκε σε συνθήκες αποχής-ρεκόρ. Ο πολιτικός χρόνος πυκνώνει, η κομματική ταύτιση απομειώνεται, η υπερψήφιση ενός κόμματος είναι περισσότερο προϊόν τιμωρίας της προηγούμενης κυβέρνησης, συνθήκες που ελαχιστοποιούν την ανοχή.
5 Ο αντιευρωπαϊσμός – ευρωσκεπτικισμός: Το αίτημα του εξευρωπαϊσμού της χώρας έπαψε να είναι κυρίαρχο στα μεσαία και κατώτερα στρώματα. Η προσλαμβάνουσα στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην ελληνική κρίση ανέκοψε την έλξη που ασκούσε η Ευρώπη στους πολίτες ως πόλος δημοκρατίας και ευημερίας. Η χώρα ακολουθεί το ευρύτερο ρεύμα αντίθεσης στην παγκοσμιοποίηση και στροφής στον συντηρητισμό που εμφανίζεται στις περισσότερες δυτικές κοινωνίες. Η ελληνική κοινωνία κλίνει σταθερά προς την περιχαράκωση και τον απομονωτισμό.
6 Η διαίρεση «60-40»: Οι 6 στους 10 πιστεύουν ακόμη και σήμερα ότι μία διαφορετική λύση από το μνημόνιο είναι εφικτή, ενώ οι 4 στους 10 πιστεύουν ότι δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή. Το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 ανέδειξε και επισημοποίησε αυτόν τον διαχωρισμό (61,3% – 38,7%).
7 Η αποχή: Οι εκλογές του 2012 είχαν καταγράψει το πρώτο κύμα αύξησης της αποχής. Ωστόσο, η υπερψήφιση του τρίτου μνημονίου το καλοκαίρι του 2015 – και από την φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση – κατεδάφισε τις ψευδαισθήσεις για επιστροφή της χώρας στον «χαμένο παράδεισο». Οι σημαίες των δύο αντίπαλων στρατοπέδων – «αντιμνημόνιο» και «μένουμε Ευρώπη» – ξεθώριασαν, το διακύβευμα υποβαθμίστηκε και η συμμετοχή στις εκλογές του Σεπτεμβρίου μειώθηκε στο 56%. Για πολλούς η πεποίθηση ότι η ψήφος δεν καθορίζει την οικονομική πολιτική της χώρας καθιστά τη συμμετοχή μια διαδικασία χωρίς αντίκρισμα.
Επίλογος
Η επιφανειακή κομματική διαμάχη της περιόδου, πλούσια σε διχαστικές αναφορές στο παρελθόν, υποδηλώνει αμηχανία και δεν συγκινεί. Η κοινωνία βυθίζεται στα αδιέξοδα και τρομάζει μπροστά στο κενό. Το πολιτικό σύστημα, για να αναγεννηθεί, χρειάζεται περισσότερο αύριο και λιγότερο χθες. Ένα πρώτο βήμα θα ήταν να σταματούσε ο αυτό-θαυμασμός: πώς θα συγκινηθεί μια κοινωνία ηττημένων από την κρίση όταν οι ηγεσίες κομπορρημονούν διαρκώς για την πρωτιά τους στους αγώνες ή στις δημοσκοπήσεις;
Η κοινωνία ζει παγιδευμένη στον μικρόκοσμο της δύσκολης οικογενειακής πραγματικότητας και οι ηγεσίες κατοικούν στον μικρόκοσμο της διάχυτης ψευδαίσθησης μεγαλείου. Το υπάρχον κενό προκαλεί άλλου τύπου δυνάμεις – όχι κατ’ ανάγκην πολιτικές – να καταλάβουν τον δημόσιο χώρο.