Θα ήταν υποκριτικό να ισχυριστεί κανείς ότι η είδηση ήταν αιφνιδιαστική. Η Άγκυρα είχε κάνει από καιρό γνωστές τις προθέσεις με λόγια και έργα. Κατ’ αρχή ήταν οι στρατιωτικοί κύκλοι που διακινούσαν χάρτες με τις διεκδικήσεις της Τουρκίας σε Αιγαίο και Ν.Α Μεσόγειο. Ακολούθησαν δηλώσεις των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας μέχρι που ο ίδιος ο Τ. Ερντογάν φωτογραφήθηκε με φόντο το χάρτη της «Γαλάζιας Πατρίδας» για να επισημοποιήσει τις «φήμες». Άλλωστε τουρκικά μαχητικά αεροπλάνα, φρεγάτες και γεωτρύπανα δεν άφηναν περιθώρια για ψευδαισθήσεις.

Η πρόσφατη, από 13/11/19, ρηματική διακοίνωση της Άγκυρας στον ΟΗΕ, με βάση την οποία καθορίζει μονομερώς τα θαλάσσια όρια της τουρκικής ΑΟΖ σε Αιγαίο και Ν.Α. Μεσόγειο, δεν ήταν λοιπόν «κεραυνός εν αιθρία». Ήταν το επιστέγασμα μιας πολιτικής που δοκιμάζεται επί δεκαετίες. Η διπλωματία της Άγκυρας «εφευρίσκει» μια αυθαίρετη ερμηνεία Διεθνών Συμβάσεων ή του Διεθνούς δικαίου που επαναλαμβάνεται σε όλους τους τόνους και με όλα τα μέσα σε διεθνείς οργανισμούς και στις διπλωματικές της σχέσεις με τρίτες χώρες ώστε να αποκτήσει «βάρος και κύρος». Συνοδεύεται από προκλητικές στρατιωτικές κινήσεις και απειλές πολέμου για να καταγραφεί η αποφασιστική θέληση της χώρας να «προασπίσει» τα όσα θεωρεί «νόμιμα» για τα συμφέροντα. Κάθε αδράνεια, αδιαφορία ή και πολιτική εξευμενισμού, ηθελημένη ή υπαγορευμένη από τρίτους (διάβαζε ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ε.Ε.), αξιοποιείται ως αφετηρία εκκίνησης μια νέας διεκδίκησης. Και όταν κρίνεται ότι υπάρχουν παράθυρα ευκαιρίας στη διεθνή συγκυρία τότε οι προηγούμενες επιτεύξεις μετασχηματίζονται σε κινήσεις που δημιουργούν νομικά διπλωματικά ή και στρατιωτικά τετελεσμένα. Οι κανονιοφόροι παρίστανται ως εγγυητές και υπέρμαχοι όσων η διπλωματία της Άγκυρας έχει καταφέρει να καταστήσει διεθνώς δεδομένα. Η πολιτική αυτή καταγράφει επιτυχίες, όχι τόσο γιατί είναι «σοφή». Κυρίως γιατί η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι πρόθυμη να την αποδεχθεί εξασφαλίζοντας αποκλειστικά και μόνο για τα αναγκαία «φύλλα συκής» ενός επώδυνου εξευτελισμού. Αλλά και αυτά τα «φύλλα συκής» εναποτίθενται στα χέρια της ευρωατλαντικής συμμαχίας να εξασφαλιστούν παρά τα πολλαπλά μηνύματα της αναγνώρισης του «δικαίου» και στήριξης των επεκτατικών επιδιώξεων της Άγκυρας.

Μπαίνουμε σε μια περίοδο έμπρακτης, νομικής και στρατιωτικής, αμφισβήτησης ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων που οδηγεί αναπόφευκτα σε μια επικίνδυνη κλιμάκωση της ήδη υπάρχουσας έντασης

Προκλητική αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων

Η ρηματική διακοίνωση της Άγκυρας στον ΟΗΕ αποτελεί μια επικίνδυνη κλιμάκωση των τουρκικών διεκδικήσεων που φέρνει ένα θερμό επεισόδιο πολύ πιο κοντά. Η Τουρκία, με το κείμενο του εκπροσώπου της στον ΟΗΕ και τους συνοδευτικούς χάρτες, καταργεί την επίδραση στην ελληνική ΑΟΖ όχι μόνο του συμπλέγματος του Καστελόριζου αλλά και της Ρόδου, της Καρπάθου ακόμα και της Κρήτης. Η Άγκυρα, επιμένοντας στον αβάσιμο ισχυρισμό της ότι τα νησιωτικά συμπλέγματα δεν διαθέτουν ΑΟΖ αποδέχεται χωρικά ύδατα έξι (6) μιλίων για τα νησιά του Αιγαίου και δώδεκα (12) μιλίων για την Κύπρο. Έτσι καθορίζει ως αποκλειστική ζώνη εκμετάλλευσης της την μέση γραμμή που την χωρίζει με την Ελλάδα δυτικά και την Αίγυπτο και την Λιβύη νότια. Διεκδικεί πλήρη δικαιώματα στο μισό Αιγαίο, μέχρι τον 25ο μεσημβρινό, ενώ στη Ν.Α. Μεσόγειο διεκδικεί μια περιοχή που ορίζεται από 32ο μεσημβρινό, 12 μίλια δυτικά της Κύπρου, ως τον 28ο, που διχοτομεί τη Ρόδο. Το «σβήσιμο» των Δωδεκανήσων από το χάρτη επιτρέπει στην Τουρκία να διεκδικεί ως δική της ΑΟΖ και περιοχές στα Ν.Α. της Κρήτης και μέχρι τα 6 μίλια από τις ακτές του νησιού. Ταυτόχρονα η Τουρκία δηλώνει ότι η όποια συμφωνία με την Κύπρο, σχετικά με τις παραπάνω βλέψεις της, προϋποθέτει την «επίλυση» του Κυπριακού με διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας ενώ παραπέμπει στο μέλλον την αναγκαία συμφωνία με τις άλλες χώρες της περιοχής.

Παράλληλα με την κίνηση αυτή ο Ερντογάν προσκάλεσε στην Άγκυρα τον χωρίς εσωτερική νομιμοποίηση πρωθυπουργό της Λιβύης και συνυπέγραψε μαζί του 2 «μνημόνια κατανόησης», για στρατιωτική συνεργασία και το δίκαιο της θάλασσας, που αναιρεί προηγούμενες συμφωνίες Λιβύης-Ελλάδας.

Η πρωτοβουλία της Άγκυρας, υποστηρίζουν νομικοί κύκλοι, δεν δημιουργεί νομικά τετελεσμένα σε Αιγαίο και Κύπρο. Αναμφισβήτητα όμως δημιουργεί ένα πολύ επικίνδυνο κλίμα στην περιοχή καθώς τα τουρκικά γεωτρύπανα συνεχίζουν τις παράνομες δραστηριότητες τους στην κυπριακή ΑΟΖ και το Αιγαίο καθημερινά αποτελεί πεδίο εικονικών πολεμικών συγκρούσεων. Μπαίνουμε έτσι σε μια περίοδο έμπρακτης, νομικής και στρατιωτικής, αμφισβήτησης ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων που οδηγεί αναπόφευκτα σε μια επικίνδυνη κλιμάκωση της ήδη υπάρχουσας έντασης.

«Αντιδράσεις», εφησυχασμοί και στο βάθος συνεκμετάλλευση

Η ελληνική πλευρά αντέδρασε μια διάβημα προς τον πρέσβη της Τουρκίας στην Αθήνα και χαρακτηρίζοντας «αβάσιμους» τους ισχυρισμούς της Άγκυρας διαφυλάχθηκε να απαντήσει στη ρηματική διακοίνωση της Τουρκίας στο άμεσο μέλλον. Αντίστοιχα η Αίγυπτος απέρριψε τις τουρκικές διεκδικήσεις στην Ν.Α. Μεσόγειο αν και η ίδια θα ήταν ωφελημένη από την πρόταση της Τουρκίας καθώς θα αύξανε σημαντικά τα όρια της αιγυπτιακής ΑΟΖ. Ταυτόχρονα όμως το Κάιρο, παρά την στενή τριμερή συνεργασία με Ελλάδα και Κύπρο, δεν έχει προχωρήσει στην αναγνώριση των ορίων των θαλάσσιων ζωνών εκμετάλλευσης με την ελληνική πλευρά. Άλλωστε και η ελληνική πλευρά διστάζει να ξεκινήσει κάθε σχετική συζήτηση.

Αντίθετα ο κατευνασμός της Άγκυρας και η, κατόπιν υποδείξεων, συνεχής υπαναχώρηση στις επεκτατικές βλέψεις της Άγκυρας αποτελεί την κυρίαρχη γραμμή στην εξωτερική πολιτική. Η πολιτική αυτή έχει αποδεχθεί και αναποτελεσματική και επικίνδυνη. Πρακτικά, από την μόνη διαφορά που αναγνώριζε η ελληνική πλευρά, τον κοινό δηλαδή ορισμό της υφαλοκρηπίδας των νησιών του Αιγαίου, έχουμε σταδιακά κυλίσει στη ντε φάκτο αναγνώριση «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο, στην αδράνεια μπροστά στην αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης και τελευταία, στη σιωπή μπροστά στην αμφισβήτηση της κυριότητας σε δεκάδες κατοικημένα και μη νησιά του Αιγαίου. Μέσα σε αυτό το κλίμα το ελληνικό πολιτικό προσωπικό αναζητά διέξοδο στην αναζήτηση όρων συνεκμετάλλευσης των πόρων του Αιγαίου και της Ν.Α. Μεσογείου. Από τους «μοναχοφάηδες» του Κοτζιά και την αναγνώριση «της σημασίας του μεγέθους της τουρκικής ακτογραμμής στα θαλάσσια δικαιώματα της» του Κατρούγκαλου περάσαμε στη συνέχιση της ίδιας πολιτικής από τον Ν. Δένδια και τον αναπληρωτή Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Θ. Ντόκου (δείτε σχετικό άρθρο στη σελ. 6).

Η πολιτική ελίτ προβάλλει την «ιδέα» ότι μια πρόταση συνεκμετάλλευσης θα αποκλιμάκωνε την ένταση και θα παρέπεμπε στο μέλλον την επίλυση των διαφορών σε καλύτερο κλίμα. Ξεχνιέται όμως ότι η Άγκυρα δεν εκβιάζει απλά και μόνο για να πάρει μέρος σε μια οικονομική συνεργασία. Στοχεύει στον πλήρη έλεγχο της Κύπρου, διεκδικεί το μισό Αιγαίο, παρεμβαίνει ανοικτά στη Θράκη, δεν αναγνωρίζει τα σημερινά σύνορα ούτε την κυριότητα ελληνικών νησιών. Αυτό δηλώνει με την πρωτοβουλία της στον ΟΗΕ. Η Τουρκία δεν έχει όριο στις διεκδικήσεις της και αξιοποιεί σε αυτή την κατεύθυνση κάθε υποχώρηση της ελληνικής πλευράς. Το ίδιο άλλωστε κάνει στο σύνολο των διεθνών της σχέσεων, Συρία, Λιβύη, Ε.Ε., Β. Αφρική, Βαλκάνια, εκμεταλλευόμενη τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στις ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες, θέλοντας να αναδειχθεί σε ισότιμο εταίρο. Όλο και πιο μεθοδικά, αναδεικνύεται σε χώρα εμπρηστή της ειρήνης, επικίνδυνη για τους λαούς της περιοχής.

Προϋπόθεση υπεράσπισης της ειρήνης αποτελεί το τέλος των ψευδαισθήσεων πρώτα και κύρια από τους πολίτες και τους λαούς της περιοχής.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!