Χωρίς τιμόνι, χωρίς πανιά, με σπασμένο κατάρτι, με πλήρωμα τρελαμένο από το χωρίς πυξίδα ταξίδι… Το πολύ-πολύ να πέσει σε καμιά ξέρα και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Who cares, μωρέ…

Δεν θα χάσει η Βενετιά βελόνι, βρε αδελφέ. Άσε που, εκτός των άλλων, έμπαζε και νερά τελευταία. Και να τα βουλώματα, και να τα μπαλώματα και να μικροεπισκευές, κόλλες, στουπιά, αλλά και κουβάδες για άντληση των υδάτων. Μπάζει από δω, μπάζει από κει, κουρελιάστηκε και το πανί, σαν πτώμα εντόμου αιωρείτο εδώ και καιρό στον αέρα.
Είχε κι άλλα κουσούρια κληρονομικά, όπως τους πολλούς καπετάνιους, έναν δύο μούτσους πρόθυμους για όλα, έναν θερμαστή χωρίς μηχανή, έναν ναύτη χωρίς τιμόνι, ένα μάγειρα, έτσι από συνήθεια. Οι καημένοι… Με όλα τούτα πού να πάει; Τη μια τη στέλναν για ψάρεμα κολιών, την άλλη να ανακαλύψει τη χαμένη Ατλαντίδα.
Και μπρατσέρα να ήταν, θα τα είχε φτύσει. Όχι μια βαρκούλα σακατεμένη από τα μπάρκα και τον (κακό της) καιρό. Το καλό(;) είναι, γιατί κάθε ιστορία έχει πολλές όψεις, πως από στραπάτσο σε στραπάτσο, το πλήρωμα ξύνοντας τα εξανθήματα από το σκορβούτο, φιλοσοφούσε άνευ μαλακίας και καθώς δεν ίσχυε ούτε το primum vivere ante philosophare (πρώτα πρέπει να έχεις να φας και μετά φιλοσοφείς – ελεύθερη μετάφραση εκ των λατινικών), τρελές ιδέες κατέβαζε η κούτρα τους, ενώ έβλεπαν κατά καιρούς οράματα, ο καθένας το δικό του. Μέσα σε καπνούς (είχαν τσιγάρα τουλάχιστον) και σε βρισιές (με την καλή έννοια) εξηγούσε ο καθένας τα φαντάσματά του φωναχτά δημιουργώντας μια απίστευτη βαβέλ στη μέση του ωκεανού κι ούτε διανοήθηκε κανείς να σκάσει για να ακούσουν όλοι τη βουή της ρουφήχτρας που αντάριαζε να τους καταπιεί.
Στα ταξίδια (ο Θεός να τα κάνει) συναντούσε περήφανα καράβια με τα όλα τους τα οποία το πλήρωμα καταριόταν και μούντζωνε ακατάπαυτα, μέχρις εξαντλήσεως των χειρών.
Με διαφορετικές βρισιές, αλλά το μούντζωμα κοινό. Αναγνώριζαν έτσι, πως ο εχθρός ήταν κοινός. Τα γρήγορα καράβια κατάφορτα με όλα τα καλά, χωρίς κινδύνους και στραπάτσα. Και με όλο το προσωπικό στη θέση του.
Μια μέρα ξύπνησαν με διαφορετική μιλιά ο καθένας από το πλήρωμα. Αλαμπουρνέζικα, κορακίστικα κι άλλες λαλιές γέμισαν τον αέρα. Ακόμη και το μεγάλο καράβι δεν το μούντζωναν πια ταυτοχρόνως και μέχρις εξαντλήσεως των χειρών, αλλά εκ περιτροπής κι όποτε του ‘ρχόταν του καθενού.
Περιέργως, η βαρκούλα, παρά τα νερά, τα ξεσκισμένα πανιά, το τρελαμένο πλήρωμα, τα αλαμπουρνέζικα, είχε μεγάλη αντοχή, άσε που πήγαινε και μόνη της πια χωρίς να ρωτάει κανέναν. Και σιγά μην έπαιρνε και απάντηση.
Οι καπεταναίοι έξυναν το κεφάλι τους για να κατεβάσουν ιδέες, οι μούτσοι βγάζαν τη δουλειά (ο Θεός να την κάνει) αλλά η βαρκούλα του κεφαλιού της.
Δεν έδινε δυάρα για κανέναν πια. Τραβούσε όπως- όπως με τη δική της πυξίδα, με τη φαντασία της έφτιαχνε το πανί, έβαζε το τιμόνι και τη μηχανή στη θέση τους, έκλεινε τις τρύπες αφήνοντας απέξω τα νερά, ονειρευόταν ένα ολοκαίνουργιο σκαρί. Και έτρεχε μ’ όλα της τα κουρέλια -άψυχα και έμψυχα- κι ακόμη τρέχει.
Όχι για κολιούς, ούτε για τη χαμένη Ατλαντίδα…

Μόνο για να βγει στη στεριά και να αρχίσεινέα μπάρκα. Τέτοιο πείσμα…

www.pentanostimi.blogspot.com

«Θα ερθει σύντομα και η σειρά μας»
Let’s twist again
https://kkmoiris.yooblog.gr/

Με μια φράση-κλειδί «να μη σε κοιτάξουν τα παιδιά σου με βλέμμα που δείχνει φόβο» ο blogger kkmoiris, στην ανάρτησή του με τίτλο Let’s twist again εκφράζει την αγωνία εργαζομένων που κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους, ανέργων που ήδη γεύτηκαν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους τις επιπτώσεις.
…Και ξέρω, είμαι σίγουρος δηλαδή, πως για πολλούς από τους «κανονικούς» ανθρώπους, αυτούς που ένας ψωνισμένος θα αποκαλούσε και «μετριότητες», εκείνο που η αξιοπρέπεια και η ποιότητας ζωής αντιπροσωπεύει είναι κάτι πάρα πολύ απλό και χειροπιαστό: να μη σε κοιτάξουν τα παιδιά σου με βλέμμα που δείχνει φόβο.
Πολλοί δεν το κατάφεραν. Βρέθηκαν φάτσα με τέτοια μάτια. Θα ΄ρθει σύντομα και η σειρά μας; Το πιο πιθανό.
Και τότε, κάποια θα τα σπάσουν όλα, θα κάψουν καρέκλες, οθόνη, μηχανή προβολής, κυλικείο, αφίσες, κριτικούς του κώλου, όλα.
Ζητώντας επιτέλους «τα λεφτά μας πίσω» και δείχνοντάς μας πώς είναι να «είσαι» και όχι να υποδύεσαι. Ίσως τότε πάψουμε να φοβόμαστε κι εμείς αυτούς που κυβερνούν και αρχίσουν αυτοί να φοβούνται εμάς.
Μόνον τότε θα μας σεβαστούν, αν μπει μέσα τους ξανά ο φόβος. Έχουμε τόσο μαζεμένο μέσα μας που είναι γαϊδουριά ολκής και έλλειμμα αλτρουισμού να τον διαχειριστούμε μόνοι.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!