Κανείς τους δεν είχε δει, δεν είχε ακούσει, δεν είχε διαβάσει τίποτα μέχρι σήμερα. Του Λεωνίδα Σακλαμπάνη

Θεαματική «πτώση από τα σύννεφα και προσγείωση στη σκληρή πραγματικότητα» παρατηρούμε τις τελευταίες ημέρες από υπουργούς, βουλευτές της συγκυβέρνησης, ΜΜΕ και μεγαλοδημοσιογράφους, οι οποίοι ανακάλυψαν ξαφνικά την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής.
Δυστυχώς, έπρεπε να θρηνήσουμε ακόμη ένα θύμα, αυτήν τη φορά ενός νέου αντιφασίστα, Έλληνα, για να «ανοίξει» ο φάκελος της ναζιστικής οργάνωσης, για να δοθεί η εντολή για έρευνα, για να δούμε τον αρμόδιο υπουργό, Νίκο Δένδια, να στέλνει στον Άρειο Πάγο 32(!) περιστατικά (13 στην Αττική και 19 στην υπόλοιπη Ελλάδα) που καταδεικνύουν τη δολοφονική δράση του φασιστικού μορφώματος. Ούτε οι απειλές από τα ΜΜΕ, ούτε τα χαστούκια του Κασιδιάρη, ούτε οι δημόσιες αναφορές του Μιχαλολιάκου για τα τάγματα εφόδου της Χ.Α., ούτε οι εκατοντάδες επιθέσεις εναντίον μεταναστών και Ελλήνων δεν ήταν αρκετά να κινητοποιήσουν τον πολιτικό και νομικό κόσμο της χώρας πριν από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Κανείς τους δεν είχε δει, δεν είχε ακούσει, δεν είχε διαβάσει τίποτα μέχρι σήμερα. Η υποκρισία της «νομιμότητας» και η εξίσωση των «δύο άκρων» κυριάρχησαν από τις πρώτες ημέρες του μνημονίου και γιγαντώθηκαν, έγιναν κεντρικό πολιτικό δόγμα και σύνθημα από τη συγκυβέρνηση του Σαμαρά, αν και κάποιες εφημερίδες, sites και blogs ανέφεραν καθημερινά τις επιθέσεις και τη δράση του στρατικοποιημένου μορφώματος του Μιχαλολιάκου.
Δεν χρειάζεται να υπενθυμίσουμε ότι και ο Δρόμος της Αριστεράς, από το πρώτο του φύλλο, είχε αναφερθεί ενδελεχώς, τόσο με ρεπορτάζ όσο και με αναλύσεις στην άνοδο της Χρυσής Αυγής, στον τρόπο δράσης και διείσδυσης στα σχολεία, στη νεολαία, στο στρατό και ευρύτερα στα εργατικά στρώματα. Αλλά μάλλον για τα ΜΜΕ και την πολιτεία τα όσα ανησυχητικά αναφέραμε τότε ήταν «ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ ακραίων»…
Και όπως η υποκρισία της ηγεσίας του υπουργείου Δημόσιας Τάξης για την εγκληματική δράση μελών της Χρυσής Αυγής ξεχειλίζει, έτσι, αντίστοιχα, ξεχειλίζει και η υποκρισία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας για τη διείσδυση των νεοναζί στο στρατό. Πόσο μάλλον όταν από το 2011 η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έκλεισε το μάτι στη δημιουργία -με πρόσχημα τη μετανάστευση αλλά στην πραγματικότητα για τις ανάγκες πάταξης του «εσωτερικού εχθρού»- τις ελληνικές πολιτοφυλακές, οι οποίες αλληλοτροφοδοτήθηκαν από τις λέσχες εφέδρων και τον στρατό και αυτές με τη σειρά τους από τη Χρυσή Αυγή.
Μερικά μόνο παραδείγματα από το πρόσφατο παρελθόν:
-Τις κοινές ασκήσεις στρατού-αστυνομίας για την επέμβαση σε περίπτωση κοινωνικής έκρηξης.
-Τα εμετικά ρατσιστικά συνθήματα κατά τη διάρκεια της παρέλασης από τους ΟΥΚάδες και τη στήριξή τους από τις λέσχες εφέδρων έξω από το Ναυτοδικείο με τη συμμετοχή μάλιστα του πρώην Α/ΓΕΣ και ΥΕΘΑ Φράγκου Φραγκούλη.
-Τους… ύμνους για τη χούντα του Παπαδόπουλου ανήμερα της επετείου του Πολυτεχνείου από τον αρχηγό της Σχολής στην Ευελπίδων και τη δημόσια στήριξή του από τον επικεφαλής της Ελληνικής Πολιτοφυλακής και του Ελληνικού Κέντρου Ελέγχου Όπλων, Θεόδωρο Λιόλιο, καθηγητή στη Σχολή Ευελπίδων.
-Τη συμμετοχή του Δημήτρη Πιπίκιου, προέδρου του Στρατιωτικού Συνδέσμου Ελλήνων Εφέδρων, στην επίθεση κατά του Αλέκου Αλαβάνου με γιαούρτια στον Άγιο Παντελεήμονα, αλλά και τη συμμετοχή του ίδιου σε προεκλογικό σποτ της Χρυσής Αυγής.
-Το μήνυμα της Πατριωτικής Πολιτοφυλακής περί εκπαίδευσης των μελών της, με αεροβόλα όπλα μεν αλλά για έναν στόχο: Βαθύτερο, πιο ειδικό, πιο φωτεινό και πιο περίπλοκο. Εκπαιδευόμαστε και οργανώνουμε την ομάδα για τη δύσκολη ώρα (…), όπως οι ίδιοι αναφέρουν στο επίσημη ιστοσελίδα τους.
-Το πολύ πρόσφατο μήνυμα της οργάνωση Εφέδρων Καταδρομέων (ΚΕΕΔ), που απείλησε με πραξικόπημα.
-Τις εκατοντάδες φωτογραφίες και τα δεκάδες βίντεο που υπάρχουν ελεύθερα στο Διαδίκτυο από τις ασκήσεις των συγκεκριμένων ομάδων με στολές παραλλαγής και οπλισμό, σε ορεινές περιοχές της χώρας.
Και, προφανώς, μερικά μόνο από τα παραδείγματα που αναφέρονται παραπάνω δεν ήταν άγνωστα στις ηγεσίες του υπουργείου ή του στρατού. Και πώς θα μπορούσαν να είναι, όταν με την ανοχή -αν όχι τη συμβολή- του κράτους παραστρατιωτικές ομάδες μετατράπηκαν από ημιπαράνομες ομάδες κρούσεις σε θεσμικούς συνομιλητές τής εκάστοτε εξουσίας. Η επιβολή του φόβου, ώστε να περιοριστούν οι κοινωνικοί αγώνες, παράλληλα με το κέρδος μέσω της «εκποίησης» κομματικών της αστυνομίας και του στρατού και της παραχώρησής τους στους ήδη δομημένους ιδιωτικούς στρατούς, προσέφερε πλεονεκτήματα και για τις δύο πλευρές: Απολύσεις στο Δημόσιο για τους μεν, ένα άτυπο γραφείο ευρέσεως εργασίας για τους «πατριώτες» των πολιτοφυλακών.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!