Σαράντα χρόνια πέρασαν κι όλα άλλαξαν προς το χειρότερο. Τα κείμενα υπογραφών υπενθυμίζουν το προφανές. Η αποτυχία είναι παταγώδης. Κανένα σχέδιο τύπου Ανάν δεν θα επιλύσει δίκαια το Κυπριακό. Από τη δοσμένη και αναμφισβήτητη εμπειρία, τόσο την τοπική όσο και τη διεθνή, έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε σοβαρά, πολύ σοβαρά, για κάθε «νέο» σχέδιο που θα διαφέρει από το «παλιό» μόνο ως προς το ότι θα είναι σίγουρα χειρότερο.

Η κατάσταση στην περιοχή της Μεσογείου και των πέριξ έχει χειροτερεύσει δραματικά. Εάν, πριν από δέκα χρόνια, οι επιχειρήσεις των Αμερικανών περιορίζονταν στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, σήμερα υπάρχει σε εξέλιξη μια τρομακτική επιδρομή/αναταραχή από το Γιβραλτάρ μέχρι το Πακιστάν με προεκτάσεις στην Υεμένη, το Σουδάν, τη Σομαλία, το Τσαντ, το Μάλι και άλλες αφρικανικές χώρες, με τάση επέκτασης ακόμα και σε πιο απομακρυσμένες περιοχές, π.χ. Γεωργία χτες, Ουκρανία σήμερα. Χώρες ολόκληρες, που αποτελούσαν εστίες σταθερότητας, όπως η Λιβύη και η Συρία, έχουν διαλυθεί· νέες χώρες εκκολάπτονται αιματηρά, όπως το Ιρακινό Κουρδιστάν ή το Χαλιφάτο της Μεσοποταμίας· χώρες απειλούνται και συμπιέζονται ποικιλοτρόπως, π.χ. το Ιράν και ο Λίβανος, και άλλες στενάζουν κάτω από καθεστώτα δολοφονικά που ευθέως παραπέμπουν στην εποχή της αποικιοκρατίας, όπως η Αίγυπτος και η Αλγερία. Στην κυριολεξία, τα πάντα ρέουν γύρω από τη Μεσόγειο ως τον Περσικό Κόλπο και τη Μαύρη Θάλασσα υπό την πίεση μιας αναβαθμισμένης για τα μεταπολεμικά δεδομένα επιθετικότητας των ΗΠΑ, με το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία, δύο σκληρά θεοκρατικά καθεστώτα, υπερεξοπλισμένα από τις ΗΠΑ, να λειτουργούν σαν προχωρημένα οχυρά της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας. Είναι φανερό ότι οι Αμερικάνοι, με τη συνδρομή των συμμάχων τους, δεν αφήνουν ελεύθερο κουνούπι να πετάει στην περιοχή, όπου είναι συγκεντρωμένο ένα σημαντικό μέρος των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου. Από τη στιγμή που αποφάσισαν οριστικώς και αμετακλήτως ότι πρέπει να αντιταχθούν με κάθε μέσο στις αναδυόμενες δυνάμεις, κυρίως την Κίνα και τη Ρωσία, επεμβαίνουν δυναμικά, παντού, με όποια καταστροφή, διάλυση ή γενοκτονία συνεπάγεται αυτό.

 

Ζοφερή κατάσταση

Α. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ακολουθούν, με λίγες διαφοροποιήσεις, την πολιτική που καθορίζεται από τους Αμερικανούς, ακόμα κι αν τα ειδικά συμφέροντά τους δεν εξυπηρετούνται πάντα. Η Αμερική προσφέρει, μεταξύ άλλων, τη στρατιωτική της ομπρέλα στους Ευρωπαίους εξασφαλίζοντας την απρόσκοπτη πρόσβασή τους στις διεθνείς αγορές. Επίσης, είναι σημαντικές οι μεταξύ τους εμπορικές σχέσεις και οι όλο και μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές διαπλοκές τους.

Β. Οι βαλκανικές χώρες βρίσκονται σε μακρόχρονη περίοδο παρακμής. Διοικούνται από διεφθαρμένους πολιτικούς, με υποτελή και αυταρχικά καθεστώτα. Προοδευτικές δυνάμεις ικανές να αλλάξουν την κατάσταση δεν διαφαίνονται. Οι σχέσεις της Ελλάδας με τις βαλκανικές χώρες παραμένουν από κακές μέχρι εύθραυστα φιλικές.

Γ. Η Τουρκία εγκαταλείποντας με σοβαρές εσωτερικές τριβές ό,τι είχε απομείνει από τον Κεμαλισμό, προσπαθεί να επεκτείνει την επιρροή της από την κεντρική Ασία μέχρι τα Βαλκάνια και τη βόρεια Αφρική, αλλά με κατώτερα των επιδιωκομένων αποτελέσματα, ενώ εντείνεται ο κατακερματισμός της κοινωνίας και η διαπάλη των μεγάλων ομάδων συμφερόντων.

Δ. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, οι άπληστες κυπριακές ελίτ πίστεψαν ότι μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα λιμάνι για περιφερόμενα κεφάλαια γκρίζας προέλευσης, υπερεκτιμώντας τις δυνατότητές τους και υποτιμώντας βασικούς κανόνες που διέπουν τους φορολογικούς παραδείσους. Τα νησιά Κεϊμάν, τα νησιά Φίτζι και άλλα παρόμοια καταφύγια κεφαλαίων, ανήκουν –στην κυριολεξία– στις μητροπόλεις και τελούν υπό την απόλυτη προστασία τους. Όπως και οι τράπεζες του Σίτι στο Λονδίνο, της Φρανκφούρτης στη Γερμανία, της Ελβετίας ή του Λουξεμβούργου. Είναι φανερό ότι η Κύπρος έκανε μία επιλογή που ευνοήθηκε από την προσφορά μη-δυτικών κεφαλαίων, π.χ. ρωσικών, που θεώρησαν την Κύπρο σαν ένα εναλλακτικό θησαυροφυλάκιο. Αλλά, γι’ αυτή τους την άκριτη επιλογή, οι κυπριακές ελίτ τιμωρήθηκαν, μεταφέροντας, βεβαίως, το μεγαλύτερο και διαρκέστερο κόστος του φιάσκου στις πλάτες του λαού.

Οι κυπριακές ελίτ, από την Εκκλησία ώς την Αριστερά, κάνοντας κακή εκτίμηση της διεθνούς πραγματικότητας και των δυνατοτήτων του κυπριακού κράτους, έριξαν το νησί στην ξέρα και μείωσαν παραπέρα τη διαπραγματευτική του δύναμη. Και μάλιστα, σε μια στιγμή που η επικρατούσα τουρκική ελίτ δεχόταν σοβαρά πολιτικά πλήγματα από πολλές πλευρές, εσωτερικά και εξωτερικά. Αδύνατη όσο ποτέ άλλοτε η κυπριακή άρχουσα τάξη που, με το στενόμυαλο συμφέρον της νόμισε ότι, μετά την ένταξη στην Ε.Ε., τα ολιγοπώλια της ενέργειας θα της χάριζαν εύκολα και άμεσα πλούτο και μακροβιότητα, αγνόησε την πραγματικότητα, συγκάλυψε τους κινδύνους των επιλογών της και συνέχισε την πολιτική αδιαφορίας για το διαχρονικά κεντρικό ζήτημα της ακεραιότητας της Δημοκρατίας και της ειρηνικής επανένωσης του νησιού. Νεοπλουτίστικη αλαζονεία, εφησυχασμός της κοινωνίας και απεριόριστη μετάθεση των χρόνιων προβλημάτων, υπονόμευσαν ό,τι αποτελούσε την κυπριακή οντότητα. Η γενική αίσθηση τώρα είναι ότι η Κύπρος βρίσκεται όχι μόνο οικονομικά και πολιτικά, αλλά και ηθικά και κοινωνικά, σε πολύ χαμηλό επίπεδο, με τις λιγότερες αντιστάσεις σε όποια σχέδια μαγειρεύονται στα κέντρα λήψης των αποφάσεων.

Ε. Η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να βοηθήσει ούτε τον εαυτό της. Και, βεβαίως, κανένας δεν νοιάζεται για την Κύπρο, εκτός από κάποιους που είχαν μεταφέρει κεφάλαια στο νησί προσδοκώντας μεγαλύτερη ασφάλεια και καλύτερες αποδόσεις. Οι ξεφτιλισμένες ελληνικές ελίτ προσπαθούν να διασώσουν το τομάρι τους όχι μόνο φτωχαίνοντας τους εργαζόμενους, αλλά ξεπουλώντας ολόκληρη την Ελλάδα. Διαλύοντας όλες τις υποδομές που συγκροτούν ένα κράτος, πλην του κατασταλτικού μηχανισμού, καταστρέφοντας τα παραγωγικά δίκτυα (βιομηχανίες, βιοτεχνίες, λιανικό εμπόριο κ.λπ.), συρρικνώνοντας τον κοινωνικό τομέα (ασφαλιστικά ταμεία, νοσοκομεία κ.ά.), υποβαθμίζοντας την παιδεία και εκποιώντας όλους τους νευραλγικούς οργανισμούς/τομείς της χώρας (ΔΕΗ, ΟΤΕ, λιμάνια, αεροδρόμια, τράπεζες κ.λπ.) και αυξάνοντας το εξωτερικό χρέος της χώρας σε ύψη που, όντας δυσθεώρητα, παραδίδουν ολόκληρη την Ελλάδα στους τοκογλύφους με τίτλους ιδιοκτησίας που θα ισχύουν στο διηνεκές.

Αυτή η Ελλάδα, αυτό το κράτος, αυτό το πολιτικό καθεστώς, κούφιο πλέον, δεν έχει κανένα βάρος και καμία ισχύ για να ασκήσει, εάν θεωρήσουμε ότι είχε τη βούληση, εθνική πολιτική. Πόσο μάλλον να βοηθήσει την Κύπρο. Εδώ, για την παραμικρή ανάσχεση, χρειάζεται εκ βάθρων αλλαγή του καθεστώτος.

ΣΤ. Απόψεις που θεωρούν ότι νέες συμμαχίες μπορούν να συναφθούν εύκολα και ανέξοδα με τη Ρωσία ή την Κίνα απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Χωρίς να μειώνει κανείς τη σημασία των ανοιγμάτων, θα ήταν λάθος να εκτιμήσει ότι αρκεί η επιθυμία για την έξοδο από το Δυτικό στρατόπεδο. Η Ελλάδα, και πολύ περισσότερο η Κύπρος, δεν είναι Αργεντινή ή Βενεζουέλα. Οι χώρες αυτές έχουν αναπτυγμένες πλουτοπαραγωγικές δυνάμεις, έχουν πολιτικές ελίτ και κοινωνικά κινήματα με ισχυρή εθνική και αντιιμπεριαλιστική συνείδηση και δεν είναι απομονωμένες μέσα σε μια εχθρική θάλασσα όπως η Ελλάδα και η Κύπρος. Αν και αυτές ακόμη οι λατινοαμερικάνικες χώρες δεν έχουν καταφέρει να ξεφύγουν από την ασφυκτική πίεση του ιμπεριαλισμού.

 

Πανευρωπαϊκή ανάταξη

Αυτό δεν σημαίνει ότι εμείς πρέπει να καθόμαστε με σταυρωμένα χέρια. Ό,τι φαίνεται ακατόρθωτο σήμερα, μπορεί να είναι κατορθωτό αύριο, αρκεί να δουλεύεις στη σωστή κατεύθυνση.

Για να γίνει πιο ευνοϊκή η κατάσταση χρειάζεται να αναπτυχθεί ένα πολύ ισχυρό κίνημα και να υπάρξει μια αληθινή αναβίωση της δημοκρατικής και αντιαποικιακής κουλτούρας στην Ευρώπη. Επιπλέον, χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα μέτωπο του Νότου, που θα συμπεριλαμβάνει τις χώρες που πληρώνουν ακριβότερα την αναδιάταξη των μεριδίων του πλούτου, από την Ελλάδα, την Κύπρο και την Πορτογαλία ως την Ιρλανδία και την Ισλανδία και τις χώρες που είναι καταδικασμένες στη διαρκή φτώχεια ή βρίσκονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, όπως η Βουλγαρία, το Κόσοβο, η Αλβανία, η ΠΓΔΜ, η Ρουμανία, η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Μολδαβία κ.λπ. Γιατί το πραγματικό γεγονός είναι ότι πάνω από 15 χώρες της Ευρώπης είναι σε κακή κατάσταση χωρίς άμεση προοπτική αισθητής βελτίωσης. Το δυσάρεστο είναι ότι οι κοινωνίες των χωρών αυτών εμφανίζονται εξαντλημένες και παθητικές, ενώ τα πολιτικά κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία είναι κατά κανόνα διεφθαρμένα και εξαρτημένα.

Βέβαια, όσο δυσμενές κι αν είναι το κλίμα, δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Χρειάζεται μια πιο δραστήρια κίνηση, πανευρωπαϊκών και παμβαλκανικών διαστάσεων, ακόμα κι αν είναι κανείς αναγκασμένος να ξεκινήσει με μικρούς πυρήνες που θα αναλάβουν τη σύνθεση όλων των διαθέσιμων δυνάμεων. Εάν οι λαοί της Ευρώπης εκδηλώσουν την τάση να διασωθούν και να ανακάμψουν ανοίγοντας νέους δρόμους, υπάρχει ελπίδα, αλλιώς τα πράγματα για την κάθε χώρα ξεχωριστά είναι εξαιρετικά δύσκολα.

Με αυτή τη λογική, η προσέγγιση με την Τουρκία αποκτά ξεχωριστή σημασία. Η Τουρκία δεν είναι εύκολος γείτονας, αλλά είναι ο εγγύτερος. Με τσαμπουκάδες προκοπή δεν γίνεται. Ούτε με υποχωρήσεις που δεν έχουν αντίκρισμα. Χρειάζεται επίμονη, συστηματική και καλοσχεδιασμένη πολιτική διαλόγου και αναζήτησης κοινών συμφερόντων. Η Τουρκία είναι ισχυρή χώρα, αλλά έχει πολλά μπόσικα σημεία. Η Ελλάδα είναι αποδυναμωμένη, αλλά διαθέτει αρκετά πλεονεκτήματα. Οι σχέσεις με την Τουρκία απαιτούν πολιτική μαεστρία. Ειδικά σε σχέση με την Κύπρο, όλες οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν από τη μεριά της Ελλάδας αποδείχτηκαν, μέσα σε σαράντα ολόκληρα χρόνια, κενές περιεχομένου.

Κι όταν αναφέρομαι σε σχέσεις, με την Τουρκία, τη Σερβία ή την Ιρλανδία, δεν εννοώ μόνο τις διακρατικές ή τις διακομματικές, ή μόνο τις πολιτικές. Εννοώ και τις σχέσεις των κινημάτων, των φορέων και των ατόμων, στα μέτωπα του πολιτισμού, του περιβάλλοντος, της παιδείας, των δικαιωμάτων, της ειρήνης, των κοινωνικών οργανώσεων και των συνεταιρισμών, του αθλητισμού κ.λπ.

Σε όλα αυτά έχουμε μείνει αδικαιολόγητα πίσω. Και μόνο η ανάμειξη του Αλέξη Τσίπρα στα χωράφια της ευρωπαϊκής Αριστεράς προξένησε μια μικρή, αλλά αισθητή ανατάραξη. Εάν εξαπολύαμε μία καλοσχεδιασμένη επίθεση φιλίας, σύγκλισης, προβληματισμού, γνωριμίας και αλληλοκατανόησης, συνεργασιών και κοινών δράσεων σε πανευρωπαϊκό και παμβαλκανικό επίπεδο, μπορεί να διευκολύναμε την απελευθέρωση των δυνάμεων που ελπίζουμε ότι υπάρχουν, αλλά δεν είναι επαρκώς ενεργές ώστε να εκκινήσει η διαδικασία αλλαγής της τρέχουσας αρνητικής πραγματικότητας.

 

Ρεαλισμός και οργάνωση

Με πλήρη επίγνωση των δυσκολιών και με ρεαλιστικούς στόχους πρέπει να προχωρήσουμε την αυτοοργάνωσή μας. Ούτε αγριάδες, ούτε ηττοπάθειες. Τα πράγματα είναι ζόρικα, γιατί οι κοινωνίες μας, στην Ελλάδα και την Κύπρο, μετά από αρκετές δεκαετίες ευημερίας και ταυτόχρονα φθοράς και διαφθοράς, παρουσιάζουν εικόνες αποσύνθεσης, απογοήτευσης και άρνησης. Δεν εκπέμπουν θετική ενέργεια, είναι σε φάση ύφεσης και πτώσης, χωρίς μπούσουλα, καθώς ο πολιτικός κόσμος που τις διοικεί ανέκαθεν, έχει απαξιωθεί εκ θεμελίων.

Πολλοί άνθρωποι, απ’ όλα τα στρώματα, αντιλαμβάνονται την πολυπλοκότητα και αναζητούν λύσεις και εξόδους, συχνά στα τυφλά. Άλλοι θεωρούν τις δυσκολίες ανυπέρβλητες, οπότε εξακολουθούν να πηγαίνουν προς την καταστροφή σαν κάτι αναπόφευκτο εκτός κι αν συμβεί κάποιο θαύμα, και άλλοι τζογάρουν μπας και βγει κάτι απρόβλεπτο, στο ΛΑΟΣ αντιπροχτές, τη ΔΗΜΑΡ προχτές, την Ελιά χτες, το Ποτάμι σήμερα κ.ο.κ.

Η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι κάτι υπεράνω, άγιο, απομονωμένο από τα στοιχεία που την συναποτελούν και την καθορίζουν. Είναι πολιτικό σύστημα, έχει άρχουσα τάξη, έχει θεσμούς, κόμματα και κυβέρνηση που μετέτρεψαν τη χώρα σε παρασιτικό φορολογικό παράδεισο και την οδήγησαν σε χρεοκοπία και διεθνή διασυρμό, μεγάλωσαν την εξάρτηση από τους κηδεμόνες, μείωσαν τη διαπραγματευτική της ισχύ και φτώχυναν το λαό της. Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι ο εξωραϊσμός του τρέχοντος μοντέλου «Κυπριακή Δημοκρατία» απαλλάσσει τους υπεύθυνους των καταστροφικών πολιτικών και δεν υπηρετεί τους αγαθούς σκοπούς των συλλεκτών υπογραφών για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, της ανεξαρτησίας, της ευημερίας και της ακεραιότητας της Κύπρου.

Ειδικά τώρα, με την τρομαχτική αναταραχή που επικρατεί στη Μεσόγειο, με την πολύμορφη επίθεση που δέχονται οι λαοί από τις δυτικές μητροπόλεις και τους δορυφόρους τους, η όποια «συμμαχία» δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά ελληνοκεντρική, γιατί αυτό δεν επαρκεί σαν άμυνα. Ούτε να στοχοποιείται ως μοναδικός εχθρός η «τουρκική πλευρά», γιατί ούτε το ΔΝΤ είναι τούρκικο, ούτε οι «επενδυτές», ούτε οι πολυεθνικές του πετρελαίου, ούτε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Σ’ αυτή την κρίσιμη για όλα τα μικρά κράτη και τους ανυπεράσπιστους λαούς φάση, η Αριστερά πρέπει αφενός να βλέπει σε μεγαλύτερο εύρος το γεωπολιτικό τοπίο και αφετέρου να μην χαρίζεται στους ομοεθνείς μας που πλασάρουν την Ελλάδα ή την Κύπρο σαν προτεκτοράτο ή εμπόρευμα στους ξένους δυνάστες. Όσον αφορά τον εξωτερικό κίνδυνο, η Ελλάδα και η Κύπρος δεν κινδυνεύουν μόνο από την Τουρκία. Και για να είμαι πιο ακριβής, κινδυνεύουν περισσότερο και καταστρέφονται ήδη από τους συμμάχους μας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ζούμε! Επιπλέον, για να μην ξεχνιόμαστε, στην Κύπρο δεν υπάρχουν μόνο τουρκικά στρατεύματα κατοχής, υπάρχουν και βρετανικά.

Για τα υπόλοιπα, εν καιρώ…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!