του Τάσου Βαρούνη*

 

Κάθε εποχή -μαζί και οι άνθρωποί της- έχει τον δικό της τρόπο να καταγράφει, να ερμηνεύει, να ανασκευάζει, να αξιολογεί έννοιες και φαινόμενα. Η συζήτηση για την αλλοτρίωση έχει μια πλούσια ιστορία. Τόσο όσο το εύρος και οι άκρες των διαφόρων προσδιορισμών της αλλά και η «χρήση» της μέσα στην πραγματική ιστορία. Γιατί ως προς τι είναι ίδιος και διαφορετικός με σήμερα ο κόσμος του 1807, όταν ο Χέγκελ έγραψε τη «Φαινομενολογία του Νου», ή ο κόσμος των «Παρισινών Χειρόγραφων» του Μαρξ το 1844. Τι κρίνονταν το 1932 όταν αυτά δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά και σε ποιο πλαίσιο διεξάχθηκε η αντιπαράθεση των μαρξισμών τη δεκαετία του 1960. Με τι αναμετρήθηκαν οι προσπάθειες για τον κομμουνισμό και την άρση της αλλοτρίωσης τον 20ο αιώνα, τι διδάγματα προκύπτουν από τις καταρρεύσεις και τις ήττες τους. Και τόσα ακόμα για να φτάσουμε στο 2017. Κόσμος της παγκοσμιοποίησης και των αγορών, κόσμος ακραία βάρβαρος και πρωτόγνωρα εικονικός, κόσμος της πιο άυλης οικονομίας και του πιο πραγματικού πόνου της παιδικής εργασίας, κόσμος μηδενισμών, φασισμών, εξωτερικών και εσωτερικών καταπιέσεων και πειθαρχιών. Κόσμος όπου η επιστήμη μοιάζει καταστροφική και η υπερβατικότητα παράγει τέρατα. Κεφάλαιο, παραγωγή, εργασία, φύση, τάξεις, συνέργειες και πεδία ανταγωνισμών, γεννούν αλλά και καθορίζονται από ανθρώπους και κοινωνίες πολλαπλά διαφορετικές, στις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά, τις δράσεις, τις γλώσσες, τα νοήματά τους. Μόνο μέσα σε όλο το «περιβάλλον» μπορεί να βρει σύγχρονη και μάχιμη θέση η συζήτηση περί αλλοτρίωσης. Μερικές σκέψεις:

Είναι κυρίως η συνείδηση που γεννιέται μέσα στην πράξη και τη δραστηριότητα των ανθρώπων που αποτελεί την προωθητική δύναμη των όποιων χειραφετητικών αλλαγών. Δεν υπάρχουν σχέσεις και δομές ανεξάρτητες από τα υποκείμενα που τις πραγματοποιούν. Οι φορείς αυτών των σχέσεων είναι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι των εκάστοτε ιστορικών κοινωνιών και συνθηκών. Σε αυτούς εγγράφονται δυνατότητες, χαρακτηριστικά, φυσιογνωμίες που μοιάζει μάλιστα να έχουν αντοχή και διάρκεια στον χρόνο και τις αλλαγές. Αυτή η οπτική είναι σημαντική και για έναν πιο σύγχρονο λόγο. Δεν αφήνει στα υποκείμενα μόνο τη δυνατότητα να διαμορφώσουν το ιστορικό γίγνεσθαι –ελευθερία- αλλά πολύ περισσότερο την ευθύνη γι’ αυτό. Ο άνθρωπος είναι εδώ όχι μόνο κοινωνικό και ιστορικό ον αλλά και δραστήριο, έλλογο, που θέτει, κατακτά και αναπροσαρμόζει συνειδητούς στόχους.

Η αλλοτρίωση δεν σημαίνει την απώλεια κάποιας πρότερης κατάστασης ή αρχής. Και μάλλον δεν αποτελεί ούτε μια μόνιμη και αναπόδραστη μοίρα του ανθρώπινου είδους. Κατ’ αναλογία η άρση της δεν απαιτεί την επιστροφή σε μια αγνή ή δεδομένη και σταθερή, ανθρώπινη φύση. Ο Μαρξ θεωρούσε ότι το «γενικό φυσικό ον» ήταν αλλοτριωμένο, όχι τόσο σε σχέση με μια δική του αρχή, όσο σε σχέση με τις δικές του οντολογικές και ανθρωπολογικές δυνατότητες. Κανένας χαμένος παράδεισος, ούτε όμως και κάποιο πρότυπο που καλεί για προσαρμογή. Η συζήτηση για τη σχέση ανάμεσα στον ιδεαλισμό, τον υλισμό και την ουτοπική σκέψη, ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο δεν σταματά. Πώς στον σημερινό κόσμο θα ξεπεράσουμε την κυρίαρχη σκέψη του «μόνου εφικτού κόσμου», του «τέλους της ιστορίας», της «προσαρμογής στις εξελίξεις» και του δόγματος ΤΙΝΑ, δουλεύοντας εντός του πραγματικού κόσμου και των ανοιχτών του διαδρομών; Αυτό είναι σίγουρα ένα μεγάλο στοίχημα. Κυρίως γιατί προσδιορίζει τη μετάβαση στο πλαίσιο των διαδικασιών υποκειμενοποίησης και όχι ως ένα επιστημονικό ή τεχνικό ζήτημα.

Αν η εργασία βρίσκεται στον πυρήνα της αλλοτρίωσης αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εξεταστεί στη διπλή αλλά και αδιαχώριστη διάστασή της. Ως σχέση μετασχηματισμού της φύσης αλλά και ως κοινωνική σχέση ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο τρόπος, τα μέσα, η γνώση, οι ικανότητες, οι κατακερματισμοί που σήμερα συγκροτούν την εργασιακή διαδικασία έχουν αλλάξει κατά πολύ σε σχέση με το παρελθόν. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα: Μπορεί να νοηθεί η ανθρώπινη δραστηριότητα και εργασία πέρα κι έξω από τα όρια της αποκλειστικής της αξιοποίησης εντός της καπιταλιστικής σχέσης, ως κάτι διαφορετικό από μονάδα μέτρησης της αξίας εντός της καπιταλιστικής παραγωγής; Το ερώτημα δεν μπορεί να παρακαμφθεί από τις όποιες απόπειρες και εγχειρήματα για μια κοινωνία που θα «λειτουργεί» πέρα από τη σχέση-κεφάλαιο.

Ο καπιταλισμός είναι κάτι πολύ παραπάνω από ένα οικονομικό σύστημα. Το κεφάλαιο αγκαλιάζει τα πάντα, το σύνολο των σχέσεων της κοινωνικής ζωής, της παραγωγής και της αναπαραγωγής της. Ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ αναφέρεται σε δεκαεπτά αντιφάσεις που διατρέχουν σήμερα το καπιταλιστικό σύστημα. Και επιπλέον θεωρεί αναγκαία για μια αντικαπιταλιστική στρατηγική την αντιμετώπισή τους ως ένα οργανικό σύνολο. Έτσι, τα πεδία αντιπαράθεσης έχουν διευρυνθεί και νέες μορφές αλλοτρίωσης απειλούν, κλέβουν, αποδυναμώνουν τη δυνατότητα των ανθρώπων να ελέγχουν τη ζωή τους ή πολύ περισσότερο να αναπτύσσονται ποικιλοτρόπως. Πολλά οφείλουν να εξεταστούν εδώ. Η τεχνολογία, η γλώσσα, το θέαμα, το ίδιο το νόημα της ζωής είναι ενεργές και διεκδικούμενες συνιστώσες από δυνάμεις αντίπαλες και ανταγωνιστικές. Μοιάζει σαν να έχουν σήμερα προστεθεί δίπλα στον «φετιχισμό του εμπορεύματος» μια σειρά καταστάσεις που απομακρύνουν και εμποδίζουν την προσπέλαση στην πραγματικότητα υπό την κυριαρχία διαφόρων μορφών του φανταστικού.

Έχει σημασία να αποκωδικοποιήσουμε το τι γεννά σήμερα η καπιταλιστική ανάπτυξη και κρίση σε επίπεδο κοινωνικών μορφών και δεσμών. Για μια περίοδο το σοσιαλιστικό πρόταγμα επεδίωκε την κατάργηση των κοινωνικών δεσμών που βασίζονταν στην εκμετάλλευση και την καταπίεση του ανθρώπου από άνθρωπο και τη συλλογική διεύθυνση της παραγωγικής διαδικασίας. Σήμερα, μοιάζει σαν ο κοινωνικός δεσμός να αποτελεί αυτός καθαυτός αντίπαλο και στόχο. Αυτό ίσως να διαφοροποιεί τα πράγματα. Αν ο ατομισμός έχει προχωρήσει τόσο, οφείλουμε να σκεφτούμε περαιτέρω και βαθύτερα πάνω στο ποια είναι η συγκεκριμένη κοινή ζωή, ο κοινός τόπος, οι δεσμοί εκείνοι που λυτρώνουν και απελευθερώνουν το άτομο και τις ανθρώπινες κοινωνίες.

 

* Ο Τάσος Βαρούνης είναι μέλος της συντακτικής ομάδας του Δρόμου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!