Όλο και πιο μακριά από την πραγματικότητα η πολιτική γραμμή του κόμματος
Του Γιώργου Παπαϊωάννου
Θα έπρεπε κανείς να έχει συνηθίσει ίσως, αλλά εξακολουθεί να προκαλεί εντύπωση. Ο λόγος για τον τρόπο με τον οποίον το ΚΚΕ αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα στη χώρα. Παρακολουθώντας κανείς τις ανακοινώσεις του κόμματος, αλλά και τη βασική αρθρογραφία ή έστω τους πρωτοσέλιδους τίτλους του Ριζοσπάστη, μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Εάν, όμως, δεν ζούσε κανείς στην Ελλάδα και ενημερωνόταν μόνο από τον κομματικό Τύπο, θα είχε μια τουλάχιστον στρεβλή εικόνα για τον ελληνικό σχηματισμό και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Για το ΚΚΕ, δεν υπάρχει κάποιο ειδικό καθεστώς στο οποίο η χώρα έχει περιέλθει τα τελευταία χρόνια. Το καθεστώς των μνημονίων, η ημιαποικιακή κατάσταση, απλώς δεν υπάρχουν ή δεν σηματοδοτούν μια ιδιαίτερη ποιότητα. Η Ελλάδα δεν είναι καν μια εξαρτημένη χώρα, ούτε και αντιμετωπίζει σημαντικές απειλές ή κινδύνους από την επιθετικότητα άλλων δυνάμεων στην περιοχή, απλά συμμετέχει σε ένα μπρα ντε φερ των κυρίαρχων τάξεων για επικράτηση σε αυτή τη γωνιά του πλανήτη.
Μια ματιά μόνο στην αρθρογραφία του Ριζοσπάστη των τελευταίων βδομάδων αρκεί. Η εικόνα που παρουσιάζεται είναι περίπου η εξής: Η αστική τάξη της Ελλάδας επιδιώκει την στρατηγική της αναβάθμιση στην περιοχή, προσπαθεί σαν ισότιμος εταίρος με τους άλλους ιμπεριαλιστές να πλασαριστεί στις εξελίξεις, συμμετέχει στη χάραξη της ευρωενωσιακής και ΝΑΤΟϊκής πολιτικής και παίρνει μια σειρά μέτρα στο εσωτερικό για να αυξήσει την κερδοφορία της. Στα ειδικότερα θέματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο τουρκικός επεκτατισμός δεν υφίσταται ως βασικός παράγοντας εξελίξεων, απλά «οι δύο αστικές τάξεις» ανταγωνίζονται για την επικράτηση στα ανοιχτά μέτωπα της περιοχής.
Εξαφανίσεις με αιτία
Η εικόνα που παρουσιάζεται είναι σαν να μιλάμε δηλαδή, τηρουμένων των αναλογιών, για μια Ελλάδα περίπου στην ίδια γραμμή με τη Γερμανία ή έστω την Ιταλία, άντε τη Δανία ή το Λουξεμβούργο. Τα μέτρα που παίρνονται εδώ, συχνά υπενθυμίζεται ότι είναι παρόμοια με μέτρα λιτότητας που αποφασίζονται και για τους εργαζόμενους στις κεντρικές ευρωπαϊκές χώρες, άρα και πάλι τίποτα το ιδιαίτερο. Ούτε φυσικά αξιολογείται ως κάτι ιδιαίτερης σημασίας το πολιτικό εποικοδόμημα όπως διαμορφώνεται στη χώρα. Κατάργηση ουσιαστική της Βουλής, νομοθέτηση με μετάφραση οδηγιών, υπερταμείο για 99 χρόνια, κυβέρνηση Χίλτον, όλα αυτά μοιάζουν να μην έχουν καμιά σημασία. Ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, συσκοτίζουν, υποτίθεται, την πραγματικότητα μιας ντόπιας αστικής τάξης που κυβερνά για να υπηρετήσει αποκλειστικά τα δικά της συμφέροντα, παίρνοντας αυτοβούλως μέρος σε κάποιες «λυκοσυμμαχίες».
Δεν είναι μια καινούρια λογική. Στο παρελθόν, ομαδοποιήσεις κυρίως από τον ευρύτερο τροτσκιστικό χώρο, κινήθηκαν με παρόμοιες αντιλήψεις θεωρώντας ότι κάθε αναφορά στην εξάρτηση από ιμπεριαλιστικές δυνάμεις «αθώωνε» δήθεν την εγχώρια ελίτ. Χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι καθόλου δεν απαλλάσσεται από ευθύνες το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο επειδή υποτάσσεται και μεσολαβεί, λόγω της μεταπρατικής, υπεργολαβικής του φύσης, τα συμφέροντα διεθνών μεγαπαικτών.
Αν, όμως, τέτοιες στρεβλές αναγνώσεις ήταν προβληματικές για να κατανοήσει κανείς την πραγματικότητα λίγες δεκαετίες πριν, αν ακόμα αναζωπυρώθηκαν την περίοδο της Ολυμπιάδας, του σημιτικού εκσυγχρονισμού και των εξορμήσεων στο βαλκανικό «Ελντοράντο», σήμερα που όλα αυτά έχουν ξεφουσκώσει και η Ελλάδα έχει περιέλθει στη γνωστή θέση, ακούγονται εντελώς ξένα από την πραγματικότητα. Και αν, τέλος πάντων, αυτές οι αναγνώσεις εξηγούνται πιο εύκολα στην περίπτωση μικρών ομάδων που είναι δύσκολο να αποφύγουν τον υποκειμενισμό και τις μονοσήμαντες αναλύσεις, προξενεί έκπληξη όταν αυτά λέγονται από ένα κόμμα αρκετά μαζικό με προσβάσεις στην κοινωνία, αλλά και με επιστήμονες, ερευνητές κ.λπ.
Όλα βέβαια έχουν την εξήγησή τους. Κάνοντας το ΚΚΕ αυτές τις αναλύσεις, δημιουργεί το κατάλληλο υπόστρωμα ώστε να έχει και συγκεκριμένες επιλογές και αντίστοιχη τακτική. Αφού λοιπόν στην Ελλάδα κυριαρχεί μια ρωμαλέα αστική τάξη που επιχειρεί να αυξήσει τα υπερκέρδη της και να αναβαθμιστεί γεωστρατηγικά, αφού δεν υφίσταται θέμα αποτίναξης ευρύτερων «ζυγών», ούτε και αντιμετώπισης ιδιαίτερων κινδύνων και εχθρικών καταστάσεων, αφού δεν υπάρχει κανένα ειδικό ζήτημα κατάργησης της δημοκρατίας ή της ανεξαρτησίας, τι μένει; Η εργατική τάξη που πρέπει να πάρει την εξουσία και τα μέσα παραγωγής στα χέρια της. Άρα σε πολιτικό επίπεδο, το κόμμα της, το πρωτοπόρο ΚΚΕ που πρέπει να ενισχυθεί με κάθε τρόπο και κυρίως εκλογικά. Έτσι εξηγείται η σχεδόν ανεξήγητη, εκ πρώτης όψεως, επιμονή του ΚΚΕ σε μια πολιτική γραμμή που εμφανώς δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Βεβαίως, δεν πρόκειται μόνο για αυτό. Ας μην φανταστούμε ότι τα πολιτικά σχήματα της ηγεσίας του ΚΚΕ, την οδηγούν σε κάποιο, έστω και «αριστερίστικο», επαναστατικό άλμα για την κατάληψη της εξουσίας… Ούτε λόγος. Στην πραγματικότητα, με αυτό τον τρόπο λειαίνει κάθε αιχμή που θα μπορούσε να συνιστά μια αντικαθεστωτική στάση. Γιατί, αντίθετα από ό,τι συχνά νομίζουν αρκετοί, εξαφανίζοντας τα ειδικά και πιο «πλατιά» καθήκοντα που συνδέονται με τη δημοκρατία και την ανεξαρτησία της χώρας και ανάγοντάς τα όλα στον «γενικώς» κακό καπιταλισμό, αφαιρείται κάθε περιεχόμενο πραγματικής πολιτικής σύγκρουσης. Εξαφανίζοντας το ειδικό πολιτικό ζήτημα στη χώρα και τις ιδιαίτερες πλευρές του κοινωνικού ζητήματος, όπως μάλιστα αυτά διαπλέκονται με το εθνικό θέμα στις σύγχρονες συνθήκες, δεν μένουν και πολλά πεδία πολιτικής. Παρά μόνο ένας «οικονομισμός» που όλοι καταλαβαίνουν ότι είναι σήμερα αδιέξοδος (ας μην γίνουν εδώ λαθροχειρίες, δεν εννοούμε ότι «ο εργάτης πρέπει να ζει με 400 ευρώ») και η μακάρια κοινοβουλευτική επιβίωση. Μην κοροϊδευόμαστε, αυτό έχουν στο μυαλό τους οι βουλευτές των άλλων κομμάτων που εξαίρουν το ΚΚΕ συχνά-πυκνά για τη σοβαρή και υπεύθυνη στάση του, ειδικά σε περιόδους όξυνσης (αγροτικό πέρσι, δημοψήφισμα, Δεκέμβριος του 2008 παλιότερα κ.λπ.).
Παρέμβαση και στην Ιστορία
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το ΚΚΕ έχει προσαρμόσει όχι μόνο την πραγματικότητα αλλά και την Ιστορία στις στρατηγικές του προτιμήσεις. Έτσι, η μεταπολεμική ιστορία και κυρίως τα συνταρακτικά γεγονότα της δεκαετίας του 1940 έχουν προσαρμοστεί και αυτά από τη σημερινή ηγεσία που συχνά-πυκνά επεμβαίνει στα ιστορικά γεγονότα και την εμπειρία του κομμουνιστικού κινήματος προσπαθώντας να τα χωρέσει κι αυτά στις σημερινές επιλογές. Έτσι, στην περίπτωση του ΔΣΕ ανακαλύπτεται κάποιος αντι-ιστορικά καθαρόαιμος «ταξικός αγώνας», εξαφανίζεται σχεδόν η ξενική επέμβαση ως βασικός αντίπαλος του λαϊκού κινήματος, αλλά και ως τροφοδότης ενός ευρύτερου κοινωνικού ριζοσπαστισμού στην Ελλάδα, ο δε αγώνας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ γίνεται αντικείμενο μιας δογματικής και ρηχής κριτικής, αφού τα σχήματα του Περισσού δυσκολεύονται να χωρέσουν το εθνικοαπελευθερωτικό του περιεχόμενο.
Στη δημοσιότητα οι θέσεις για το 20ο συνέδριο
Το «20ο συνέδριο» σίγουρα ακούγεται «περίεργα»… Έχει μείνει στην ιστορία από το 1956, όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης καταδίκασε την «προσωπολατρία» του Στάλιν αλλά κυρίως έδωσε το έναυσμα για την αλλαγή πλεύσης σε μια σειρά ζητήματα προκαλώντας τότε έκπληξη, αλλά και διφορούμενες αντιδράσεις. Στην Ελλάδα του 2016 και στην περίπτωση του ΚΚΕ, δεν αναμένονται μεγάλες εκπλήξεις. Η λέξη «επιβεβαίωση» είναι ίσως από τις πιο συχνά αναφερόμενες στο κείμενο των θέσεων που η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος έδωσε την περασμένη Κυριακή στη δημοσιότητα εν όψει του 20ου συνεδρίου. Η ηγεσία του ΚΚΕ θεωρεί ότι επιβεβαιώθηκαν οι θέσεις της σε μια σειρά ζητήματα και προτείνει στο σώμα του κόμματος να κινηθεί χοντρικά στη γραμμή που χάραξαν και οι προηγούμενες συνεδριακές διαδικασίες. Οι Θέσεις αποτελούνται από 4 κεφάλαια. Το πρώτο αφορά στις εξελίξεις στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, το δεύτερο αναφέρεται στη θέση της Ελλάδας σε αυτό, το τρίτο ασχολείται με τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, ενώ το τέταρτο αναφέρεται στον απολογισμό δράσης του κόμματος. Τις Θέσεις για το συνέδριο του ΚΚΕ μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα του Ριζοσπάστη. Ο Δρόμος θα αναφερθεί με αρθρογραφία του, πιο ειδικά στις θέσεις για το συνέδριο του ΚΚΕ.