Ανησύχησαν, λέει, οι «αγορές» από την απότομη άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά λίγο.

Ανησύχησαν, όμως, περισσότερο με την ανάδειξη του κινήματος των «5 αστέρων» στην Ιταλία. Και τώρα, ανησυχούν επίσης με την εμφάνιση του νέου κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» που τάσσεται κατηγορηματικά κατά του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, προωθώντας χωρίς υπεκφυγές τη «διάλυση του ευρώ προς όφελος εθνικών νομισμάτων ή μικρότερων νομισματικών ενώσεων» με κεντρικό σύνθημα «να τελειώνουμε με το ευρώ». 27% στην Ελλάδα, 25,6% στην Ιταλία, 26% (από μετρήσεις) στη Γερμανία και με ισχυρές τάσεις ανόδου το «Κόμμα Ανεξαρτησίας» στη Βρετανία. Ακόμα και το κόμμα του Μπερλουσκόνι βάζει θέματα για την ευρωζώνη, ενώ ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, Ντέιβιντ Κάμερον, εξήγγειλε, στο Νταβός, δημοψήφισμα για την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό ονομάζεται στην οικονομία «νευρικότητα» και στην πολιτική «ευρωσκεπτικισμός». Σχετική είναι και η ένταση των ζυμώσεων στην Ισπανία για την απόσχιση της Καταλωνίας και της χώρας των Βάσκων. Από την Ιβηρική χερσόνησο έως τη Βαλτική θάλασσα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα, βλέπουν αρνητικά την Ευρώπη που ελέγχουν οι τράπεζες και οι τζογαδόροι. Ούτε λίγο ούτε πολύ, η ιδέα της Ένωσης με όλα τα συμπαρομαρτούντα, έχει υποστεί σοβαρή φθορά, ίσως και ανεπανόρθωτη.
Είναι δυνατόν φτωχοί, άνεργοι, μεσαίοι και πλούσιοι να βρίσκονται σε κοινή ή παραπλήσια κατεύθυνση; Εξαθλιωμένοι και εύποροι ομονοούντες; Ο πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γερμανικών Βιομηχανιών Χανς-Όλαφ Χένκελ και ο κωμικός Μπέπε Γκρίλο στην ίδια πλευρά; Περίεργα, εκ πρώτης όψεως, πράγματα. Και μέσα σ’ αυτό το ανακάτεμα, προς τα πού βαδίζει η Ελλάδα, προς τα μέσα ή προς τα έξω;
Με βάση τις δημοσκοπήσεις, η ελληνική κοινωνία παραμένει συμφιλιωμένη με τη σημερινή μορφή της Ένωσης. Το ίδιο και ο μεγαλύτερος φορέας της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τις επίσημες διακηρύξεις του, αφού όχι μόνο δεν βάζει θέμα εξόδου από την ευρωζώνη ή την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά επιμένει στην Ε.Ε. αποσκοπώντας, βεβαίως, στη μετεξέλιξή της. Όμως, είναι στο ίδιο μήκος κύματος και οι απανταχού Συριζαίοι ή κάποιοι το συζητούν και άλλοι επιθυμούν την απαγκίστρωση; Μέχρι στιγμής, αυτό που διαισθάνεται κανείς είναι ότι η πλειοψηφία του προσκείμενου στον ΣΥΡΙΖΑ κόσμου συμφωνεί -έστω κρύα- με την παραμονή στην Ε.Ε. ή έχει πειστεί σε κάποιο βαθμό ότι δεν είναι η ώρα για να τεθεί το ζήτημα στην ημερήσια διάταξη. Είναι, όμως, σωστό, να μην συζητείται σοβαρά και πλατιά το θέμα παρά μόνο σε επίπεδο οργανωμένων τάσεων και αντίπαλων παρατάξεων και, μάλιστα, με τη μορφή καταγγελίας ή απόρριψης του άλλου;
Στο σύνολό της, η Αριστερά δεν είναι καθόλου ενιαιοποιημένη πάνω σ’ αυτό το καίριο ζήτημα. ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.λπ. είναι κατά της Ε.Ε., ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ υπέρ της Ε.Ε., αλλά με στελέχη, μέλη, υποστηριχτές, ψηφοφόρους, συνιστώσες και τάσεις από «σκεπτικιστές» έως αντίθετους στην επίσημη θέση του κόμματος.
Αυτό σημαίνει ότι ο -φοβισμένος από την επίθεση που δέχτηκε προεκλογικά με τις κατηγορίες «για επιστροφή στη δραχμή» και «έξοδο από την Ευρώπη»- ΣΥΡΙΖΑ θα δυσκολεύεται όλο και περισσότερο με την πιθανότερη τροπή των πραγμάτων, που δείχνει να είναι αντιευρωπαϊκή. Εάν οι τάσεις απομάκρυνσης από την ευρωζώνη και την Ε.Ε. ενισχύονται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, οι πιέσεις πάνω στην τρέχουσα γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ θα αυξάνονται αναλόγως. Μην ξεχνάμε ότι στην Ευρώπη προϋπάρχει ένας ισχυρός ευρωσκεπτικισμός που στο παρελθόν είχε εκδηλωθεί με διάφορους τρόπους, όπως με τα «όχι» στα δημοψηφίσματα για το ευρωσύνταγμα, στη Γαλλία κι αλλού. Και μάλιστα, σε καλύτερες εποχές για την Ευρώπη. Είναι, λοιπόν, έτοιμος ο ΣΥΡΙΖΑ να ξαναδεί τις θέσεις του για το ευρώ και την ένωση πριν ξεπεραστεί από τις εξελίξεις και χωρίς να ξεπέσει στις ευκολίες της ενσωμάτωσης ή της αβαθούς άρνησης;
Στην Ιταλία, με πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος, ο εκλεκτός των αγορών Μάριο Μόντι, διορισμένος πρωθυπουργός για τη διαχείριση της κρίσης, καταποντίστηκε εκλογικά. Το μήνυμα του ιταλικού λαού είναι σαφέστατο, αλλά πώς εκλαμβάνεται έξω από την Ιταλία; Αυτομάτως, άστραψαν οι πένες των δημοσιογράφων και οι γλώσσες των πολιτικών για να μειώσουν ή να αλλοιώσουν τη σημασία του μηνύματος. Ο Γκρίλο είναι τρελός, αστείος, γελοίος, φάρσα, περαστικός…
Και τι άλλο μπορεί να είναι για τους απανταχού μανδραβέληδες και κασιμάτηδες ένας πολιτικός που αρνείται να συμμετάσχει σε κυβέρνηση συνασπισμού, αρνείται να δώσει συνεντεύξεις στα ιταλικά ΜΜΕ, καταγγέλει τους διεφθαρμένους καθωσπρέπει πολιτικούς, μιλάει για άμεση δημοκρατία, βγάζει μόνο ανακοινώσεις μέσα από το διαδίκτυο, και δεν ήταν καν υποψήφιος ο ίδιος στις εκλογές, αλλά μόνο το κόμμα του;
Ο έμπειρος Beppe Severgnini της Corriere della Sera, κλείνει το μουντό άρθρο του στο περιοδικό Time (11 Μαρτίου 2013) με την πρόβλεψη ότι «εάν η χώρα ξαναπάει στις κάλπες, να περιμένετε ότι ο Γκρίλο θα κερδίσει καθαρά…».
Ο Γκρίλο, όποιος κι αν είναι, ψηφίστηκε για θέσεις και στάσεις που είναι έξω και μπροστά από το πολιτικό κατεστημένο της χώρας του και όχι μόνο. Είναι δε ενδιαφέρον ότι στην Ιταλία, με σημαντική παράδοση φασιστικής κουλτούρας, η κοινωνία δεν στράφηκε σε νεοφασιστικά κόμματα και κινήματα. Κι έτσι μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η στροφή στο νεοφασισμό δεν είναι σώνει και καλά φυσική συνέπεια της κρίσης.
Στην Ελλάδα, χωρίς να πέσουμε στην ευκολία των παρομοιώσεων, καλό είναι να ερμηνεύσουμε σωστά τις εξελίξεις στον περίγυρό μας και την Ευρώπη ολόκληρη και να δούμε και να βρούμε δρόμους εναλλακτικούς στις καθιερωμένες «συμπεριφορές» που περιορίζουν την εμβέλεια της Αριστεράς.

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!