ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στην Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

 

«Η χώρα πέθανε. Να πάει στον αγύριστο. Μας έβγαλε τα συκώτια. Θεός ’σχωρέστη. Πάει, πέθανε. Ζήτω η νέα χώρα! Ζήτω». Το άπαιχτο στην Ελλάδα έργο του βραβευμένου δραματουργού Ανδρέα Φλουράκη, το οποίο -τι ειρωνεία!- πρωτοπαρουσιάστηκε πριν από τρία χρόνια στο Royal Court του Λονδίνου εκπροσωπώντας μια «χώρα σε κρίση», ένα θεατρικό που μιλάει για τα «θέλω» μια χώρας που αργοπεθαίνει, ήρθε η ώρα να συναντηθεί και με το ελληνικό κοινό.

Το ιστορικό Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν, στις 30 και 31 του μήνα, θα το παρουσιάσει, με την αρωγή ενός πλήθους νέων Ελλήνων σπουδαστών ή αποφοίτων της σχολής του Θ. Τέχνης στο Φεστιβάλ Αθηνών (Πειραιώς 260), σε σκηνοθεσία της νέας διευθύντριάς του Μαριάννας Κάμπαρη και με πρωταγωνίστρια τη Ρένη Πιττακή. Η μεγάλη, ωστόσο, είδηση είναι ότι ανάμεσα στο πλήθος, που λειτουργεί ως ένας σύγχρονος Χορός, βρίσκονται και άνθρωποι από χώρες της Ευρώπης, της Αφρικής και της Ασίας, οι οποίοι βρέθηκαν ή επέλεξαν να ζουν και να εργάζονται στην Ελλάδα (ανάμεσά τους αποφάσισε να είναι και ο τέως διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδας Olivier Descotes).

Ο Φλουράκης, με σπουδές σκηνοθεσίας κινηματογράφου στην Αθήνα και θεατρικής γραφής στην Αγγλία, το 2003 διακρίθηκε στο διαγωνισμό μονόπρακτων του Θεάτρου Τέχνης. Το 2006 το έργο του Αντιλόπες επιλέχθηκε ως ένα από τα δεκαέξι καλύτερα θεατρικά της Ευρώπης στο πρόγραμμα JANUS και βραβεύτηκε στο διεθνή Διαγωνισμό Μονοδράματος 2006-2008 των UNESCO-Ι.Τ.Ι.

Έργα του έχουν παρουσιαστεί ή αναγνωστεί, στο Royal Court Theatre, στο Gate Theatre, στο West Yorkshire Playhouse και Tristan Bates της Μ. Βρετανίας, όπως επίσης στα φεστιβάλ του Ελσίνκι, Comparative Drama Conference, GI60 στις ΗΠΑ και Oyun Yaz στην Κωνσταντινούπολη κ.ά.

 

Θέλω μια χώρα. Τι είδους χώρα και με ποιες προϋποθέσεις, κύριε Φλουράκη;

Μια χώρα καθορίζεται από αυτούς που τη φτιάξανε, τη ζούνε και την οραματίζονται. Η χώρα του έργου είναι αποτέλεσμα μνήμης, ατομικών και συλλογικών βιωμάτων και μελλοντικών ελπίδων. Η επιθυμία μιας χώρας είναι νομίζω από τις μεγαλύτερες και πιο φιλόδοξες επιθυμίες που μπορεί κάποιοι να έχουν, ειδικά όταν τα βιώματα τους είναι από μια χώρα τόσο παλιά όσο η δική μας. Απαραίτητη προϋπόθεση νομίζω για μια νέα χώρα είναι να μην υπάρχει χωρίς τα «θέλω» αυτών που τη ζουν και αυτών που θα τη ζήσουν στο μέλλον.

 

Τι αποτέλεσε το εφαλτήριο για τη συγγραφή του έργου; Η νεοελληνική κατάσταση, η νεοελληνική παθογένεια;

Νομίζω το γεγονός πως είμαι Νεοέλληνας, καταρχήν. Επιπλέον, το έργο γράφτηκε πριν από τρία χρόνια για να ακουστούν τα θέλω μιας χώρας σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, κυρίως τα «θέλω» των νέων της ανθρώπων αλλά και των μεγαλύτερων που την ξέρουν καλά και κινούνται από την γνώση των παγίδων του παρελθόντος. Θεματικοί πυρήνες είναι το ταξίδι, η αλλαγή, η ουτοπία, ο νόστος και η επιστροφή.

 

Το έργο είναι γραμμένο εδώ και 3 χρόνια. Δεν αισθανθήκατε την ανάγκη να το ξανακοιτάξετε, να το επικαιροποιήσετε; Τα «θέλω» της χώρας στο μεσοδιάστημα, ειδικά μετά τις πολύ πρόσφατες εξελίξεις, δεν άλλαξαν;

Κάθε εποχή νομίζω πως έχει τη δική της επιθυμία για μία χώρα, συνεπώς -αν δεν έχει μεσολαβήσει ένας πόλεμος ή ένα καθοριστικό γεγονός αλλαγής της πορείας του κόσμου- τρία χρόνια είναι λίγος χρόνος για να αλλάξουν δραστικά αυτά τα «θέλω». Το έργο γράφτηκε για μια συνθήκη που δεν αφορά την επικαιρότητα αλλά μάλλον ένα πολιτικό και κοινωνικό αίτημα της εποχής μας, την επιθυμία, το όραμα, τη λαχτάρα για μία καλύτερη χώρα.

 

Αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα; 

Μπορεί να παραδειγματίζεται από τη χώρα μας αλλά θεωρώ πως δεν αφορά μόνο τους Έλληνες.

 

Τι χώρα είναι η Ελλάδα; 

Για περίπλοκους και συχνά αντικρουόμενους λόγους η Ελλάδα είναι μια προνομιούχα χώρα που δεν κατόρθωσε στη μικρή της ζωή, ως νεότερη χώρα δηλαδή, να αυτοδυναμωθεί. Δύο αιώνες δεν είναι πολλοί και ίσως τώρα πλέον αρχίζει να ενηλικιώνεται. Αυτή είναι η πρόκληση της εποχής μας και είμαστε τυχεροί που τη βιώνουμε. Ζούμε στην εποχή της ενηλικίωσης της χώρας μας.

 

Στην παράσταση του έργου σας συμμετέχουν μετανάστες που είτε έχουν είτε περιμένουν -υποθέτω- την ελληνική ιθαγένεια. Έχει αλλάξει η στάση μας απέναντί τους ή παραμένουμε λαός ρατσιστών;

Δεν είμαστε λαός ρατσιστής, είμαστε ένας λαός που λόγω της ιδιάζουσας πολιτικής και κοινωνικής Ιστορίας του έχουμε αναπτύξει τη δική μας εκδοχή για τον «άλλον», που δεν μπαίνει εύκολα σε ταμπέλες κι ούτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί εύκολα για ευκαιριακή προπαγάνδα.

 

Γράφετε ορμώμενος από την ελληνική πραγματικότητα. Το θέατρο πρέπει να έχει ρόλο αφυπνιστικό;

Το θέατρο σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει μόνο για να διασκεδάσει. Δεν βλέπουμε θέατρο μόνο για να ξεχαστούμε, ούτε για να περάσει η ώρα μας, σ’ αυτά είναι πολύ πιο αποτελεσματική η τηλεόραση. Μέσα στην ουσία της θεατρικής πράξης βρίσκεται η δύναμη τού θεάτρου να υπενθυμίζει, να κριτικάρει, να αναδεικνύει, να προκαλεί, να δίνει παρά να παίρνει. Η αφύπνιση είναι κι αυτή ένα από τα πολλά πράγματα που κάνει το θέατρο.

 

Η χώρα μετά από εκβιασμούς, δημοψηφίσματα, «ναι» και «όχι», που αλλοιώθηκαν, νέα μνημόνια, νέους αλληλλοσπαραγμούς, εντός κι εκτός παρατάξεων, εντός κι εκτός Βουλής, έχει μπει σε μεγαλύτερες περιπέτειες ή έχει διαφύγει τον… κίνδυνο;

Ο λόγος περί κινδύνου και σωτηρίας, ήττας και νίκης και ούτω καθεξής, νομίζω πως κάνει τον ιστορικό του μέλλοντος να χαμογελά. Είναι πολύ δύσκολο, ζώντας στο τώρα, βιώνοντας την κατάσταση επικαιρικά να πούμε αν η χώρα θα πάει καλύτερα ή χειρότερα. Αυτό μπορούμε να το κάνουμε για λόγους ρητορικούς ή πολιτικούς, όμως πάντοτε διαπιστώνουμε πως μας λείπουν πολλά από τα δεδομένα που θα καθορίσουν τελικά την κατάσταση. Το μέλλον, σε μεγάλο βαθμό, καθορίζεται κι από παράγοντες απρόβλεπτους ή εν υπνώσει.

 

Συνεχίζουμε να έχουμε κυβέρνηση Αριστεράς ή αυτοαναιρέθηκε;

Ακριβώς επειδή είναι κυβέρνηση Αριστεράς έπαθε αυτά που έπαθε. Αλλά είναι νωρίς ακόμα να πούμε αν αυτοαναιρείται ή όχι.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!