Του Φώτη Τερζάκη

 

To μάθημα του Ταγίπ Ερντογάν στους δυτικούς του συμμάχους, για το πώς πρέπει μια κυβέρνηση να χειρίζεται τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, θα μείνει αξέχαστο: χτυπάς στο ψαχνό τους πολιτικούς σου αντιπάλους αν διανοηθούν να ψηφίσουν αντίθετα από τις υποδείξεις· επαναλαμβάνεις τη διαδικασία όσες φορές χρειάζεται μέχρι να πάρεις το επιθυμητό αποτέλεσμα, και ύστερα ισοπεδώνεις τις περιοχές που δεν σε ψήφισαν. Είναι απλό, και έχει το πλεονέκτημα ότι αποφεύγει τις πολλές προσποιήσεις.

Στην Ευρώπη αυτά τα γνωρίζουν καλύτερα, με τη διαφορά ότι απεχθάνονται το υπερβολικό αίμα. Οι μηχανισμοί κατάργησης του κοινοβουλευτισμού είναι αρκετά πιο πολύπλοκοι, και αντικείμενο συνεχούς πειραματισμού και βελτίωσης. Το 2015 ήταν από αυτή την άποψη μια χρονιά ορόσημο – στη μετάλλαξη της ευρωπαϊκής εκδοχής τού χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού σ’ εκείνο το είδος δικτατορικής διακυβέρνησης που κάποιοι καταγγέλλουμε εδώ και χρόνια (εισπράττοντας λοιδωρίες για τις ρητορικές μας υπερβολές, ή τουλάχιστον τον σκεπτικισμό των αόριστα ακριβολόγων). Μια άτολμη, αρχόμενη και ταλαντευόμενη πρόθεση αποσκίρτησης από τον ρημαγμένο ευρωπαϊκό Νότο εξουδετερώθηκε ακαριαία με δεξιοτεχνικά coup d’état εκ μέρους τού ευρωπαϊκού διοικητηρίου – και προκαλώ οιονδήποτε αμφισβητεί τον χαρακτηρισμό να συζητήσουμε τον ακριβή χαρακτήρα των διαδικασιών που θα περιγράψω.

* * * * * * *

Τον Ιούνιο αυτής της χρονιάς, με έναν συνδυασμό προσωπικών ψυχολογικών πιέσεων στην εθνική αντιπροσωπεία που εγγίζει τα όρια του βασανισμού και υπαινικτικών γεωπολιτικών απειλών, τελικά όμως με την αποφασιστικά επιβεβλημένη τραπεζική ασφυξία, εξουδετερώθηκε η ελληνική «ανταρσία». Η δημοκρατική εκλογή μια αριστερής κυβέρνησης –και δεν θα κρίνω αυτή τη στιγμή το ποιόν τής εν λόγω κυβέρνησης, διότι είναι άλλη συζήτηση– βιώθηκε ως συστημικός κίνδυνος από τους πολιτικούς εκπροσώπους τού ευρωπαϊκού κεφαλαίου ο οποίος έπρεπε να κατασταλεί εν τη γενέσει του. Το χειρότερο απ’ όλα ήταν η διενέργεια ενός δημοψηφίσματος, που εξελήφθη ως άμεσα επιθετική πράξη δεδομένης της δηλωμένης απέχθειας του ευρωμηχανισμού σε τέτοιες διαδικασίες. Την κάμψη της κεντρικής κυβέρνησης, από τη στιγμή που επιτεύχθηκε, ακολούθησαν κλιμακούμενες τιμωρητικές ενέργειες προς την ίδια και τον λαό που την εξέλεξε. Όχι μόνο το δημοψήφισμα έπρεπε να κουρελιαστεί επιδεικτικά και προς γενικό παραδειγματισμό, αλλά και η ίδια να ταπεινωθεί στο έπακρον αναστρέφοντας σημείο προς σημείο το κυβερνητικό της πρόγραμμα, να υπογράψει «συμφωνίες» δομικώς ανάλογες με τη μετεκλογική κατεδάφιση των κουρδικών πόλεων από τον τουρκικό στρατό, και να οδηγείται σταθερά με ατσάλινο χέρι, μέχρις αυτή τη στιγμή που μιλάμε, στις θλιβερές εσχατιές της γελοιοποίησης θυμίζοντας «ανανήψαντες» αντιφρονούντες μετά από αλληλουχία ηλεκτροσόκ.

Στην Πορτογαλία, τον Οκτώβριο της ίδια χρονιάς, χρησιμοποιήθηκε μια άλλη απροσδόκητη τακτική. Όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα, με μια διορατική κίνηση που έλυνε το μετεκλογικό αδιέξοδο, πρότεινε σχηματισμό συμμαχίας των αντιμνημονιακών δυνάμεων ενόψει της αδυναμίας του πλειοψηφικού δεξιού κόμματος να σχηματίσει κυβέρνηση, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απλώς… αρνήθηκε να δώσει εντολή! Η κίνηση αυτή του Ανώτατου Άρχοντα έχει όλα τα χαρακτηριστικά της δικτατορικής άρσης των κοινοβουλευτικών διαδικασιών και, θα έλεγα, ενσαρκώνει ιδεοτυπικά τη «θεωρία του κυριάρχου» τού Carl Schmitt – την προνομία της εκτελεστικής εξουσίας να αίρει τη συνταγματική νομιμότητα σε συνθήκες «εκτάκτου ανάγκης». Και αν ο συσχετισμός δυνάμεων παρέπλευσε τελικά το εμπόδιο επιτρέποντας τον σχηματισμό της «επικίνδυνης» κυβερνητικής συμμαχίας, οι δεσμεύσεις που αναγκάστηκε προγραμματικά να υπογράψει –ως μη ώφειλε– ο μείζων κυβερνητικός εταίρος, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, καθιστούν σχεδόν βέβαιο τον πολιτικό της αφοπλισμό, την ευθυγράμμιση δηλαδή με τις πολιτικές που υπαγορεύει ο άνωθεν ευρωπαϊκός παράγων.

* * * * * * *

Είναι ανεντιμότητα πλέον να φοβόμαστε τις λέξεις: η Ευρωπαϊκή Ένωση μετασχηματίζεται ραγδαία μπροστά στα μάτια μας σε αποτρόπαιο δικτατορικό μηχανισμό, επιδεικνύοντας όλο και πιο απροσχημάτιστα το είδος της ωμότητας και κτηνωδίας που μέχρι πρότινος συνδέαμε με τον Ατλαντικό άξονα και τις ΗΠΑ – και που συνεχίζει, βεβαίως, να είναι η ιστορική υπογραφή του τελευταίου. Αν πρέπει να καταφύγω σε έναν ακόμα ιστορικό παραλληλισμό, ποιο θα ήταν το ακριβέστερο δομικό ισοδύναμο αυτού που συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη, αν όχι η Χιλή τού Αλιέντε (πλην το ζεστό αίμα); Εκείνο που θα έπρεπε να είναι σε όλους σαφές είναι ότι, αν η γεωπολιτική τού ανατέλλοντος χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού –στην οποία θα χρειαστεί να αφιερώσουμε μια λεπτομερέστερη ματιά– προαναγγέλθηκε παραδειγματικά στο χιλιανό πείραμα καταστολής, στον ίδιο βαθμό προαναγγέλθηκαν οι «εσωτερικές» πολιτικές εξελίξεις στις δυτικές συνταγματικές δημοκρατίες, οι οποίες συνδέονται εγγενώς και αναπόδραστα με το νέο αυτό μοντέλο κυριαρχίας. Σήμερα, που όπως φαίνεται έχει φτάσει στην ωρίμανσή του, μπορούμε να μιλάμε για άρση της πολιτικής σφαίρας εν γένει, υπέρ μιας τεχνοεπιστημονικού, τεχνοοικονομικού και/ή στρατιωτικού τύπου διακυβέρνησης (αυτό του οποίου, θα το ξαναπώ, οι ολοκληρωτισμοί του Μεσοπολέμου ήταν μια χονδροειδής και αδέξια prova genarale).

Αν όντως βρισκόμαστε μπροστά στην ανέκκλητη άρση του πολιτικού (του μοντέλου πόλις, όπως έλεγε ο Agamben), αν έχουν περισταλεί και τα λιγοστά εκείνα περιθώρια έκφρασης που άφηναν στη λαϊκή βούληση οι φιλελεύθερες συνταγματικές ολιγαρχίες του παρελθόντος, αν οι άνθρωποι γίνονται αντιληπτοί πλέον όχι ως, ιζηματικές έστω, βουλόμενες υποκειμενικότητες αλλά ως απόλυτα αντικείμενα μεθοδευμένης πειθάρχησης και βιοπολιτικού προγραμματισμού, ποιο μέσον δημόσιας έκφρασης των αναγκών και των επιθυμιών τους –που είναι ασφαλώς απερίσταλτες όσο οι καταιγίδες και οι τυφώνες– έχει απομείνει έξω από την τυφλή, μανιασμένη, ανεξέλεγκτη και σαρωτική βία; Και μέχρι πότε οι οχυρωμένες στα αδιανόητα προνόμιά τους ελίτ θα μπορούν να τη διαχειρίζονται μεταστρέφοντάς την σε πρόσθετο εργαλείο για την εξυπηρέτηση των σκοπών τους – τί τους εξασφαλίζει, για να το πω απερίφραστα, ότι δεν θα κρεουργηθούν και οι ίδιες στο κατακλυσμιαίο της πέρασμα, αργά ή γρήγορα, όπως αναμφίβολα τους αξίζει;

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!