Περί Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας και άλλων δεινών
Δύσκολο να κρίνεις το έργο μιας επιτροπής που, θεωρητικά, πρέπει να διαβάσει ένα πολύ μεγάλο τμήμα της ελληνικής βιβλιοπαραγωγής ώστε να καταλήξει σε κάποιες βραχείες λίστες κι από εκεί στα βραβεία.
Αν σε αυτό προσθέσουμε πως η Ελλάδα είναι στην ουσία ένα μικρό χωριό, τα όρια μεταξύ κριτών και κρινομένων είναι συχνά δυσδιάκριτα.
Φιλικές σχέσεις, αντιπάθειες, αντιπαλότητες, γνωστές σε όσους έχουν μια σχέση και επαφή με τον χώρο, παίζουν σίγουρα τον ρόλο τους σε επιλογές αλλά και σε αποκλεισμούς.
Κορυφαίοι Έλληνες συγγραφείς λάμπουν δια της απουσίας τους, χρόνια τώρα από τις βραχείες λίστες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις κριτές και κρινόμενοι εκδίδουν τα βιβλία τους στον ίδιο εκδότη – πόση απόσταση μπορεί να πάρει ένας άνθρωπος από αυτή τη σχέση;
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι όλες οι Επιτροπές για τα διάφορα κρατικά βραβεία λογοτεχνίας, ορίζονται από τον υπουργό Πολιτισμού – με ποια άραγε αντικειμενικά κριτήρια;
Βάσει ποιας λογικής πρόεδρος για τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας ορίζεται μια καθηγήτρια Βυζαντινών Σπουδών και αντιπρόεδρος μια αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία; Αν πρέπει αν είναι σε αυτές τις θέσεις κάποιοι πανεπιστημιακοί δεν θα έπρεπε να έχουν μια πιο στενή σχέση με το αντικείμενο; Ποια η σχέση του Βυζαντίου και της Προσχολικής Αγωγής με το σύγχρονο μυθιστόρημα ή το διήγημα; Όλα αυτά είναι ερωτήματα που κάποτε θα έπρεπε να απαντηθούν.
Ωστόσο λέω να κρίνω εκ του αποτελέσματος, εστιάζοντας σε δυο αποφάσεις της επιτροπής:
Η πρώτη έχει να κάνει με την απόφαση να μη δοθεί βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα τη στιγμή που είχε ανακοινωθεί βραχεία λίστα!
Αυτό δείχνει έπαρση, απαξίωση, αλλά και αγένεια προς τους συγγραφείς. Άραγε οι ομότεχνοι τους που μετέχουν στην επιτροπή θεωρούν τους εαυτούς τους καλύτερους; Ελπίζω πραγματικά να μειοψήφησαν…
Προσωπική μου άποψη είναι ότι το 2017 εμφανίστηκαν πολύ ενδιαφέροντα έργα νέων Ελλήνων συγγραφέων, μερικά από τα οποία υπήρχαν και στην περίφημη «βραχεία λίστα». Η επίκληση των ορίων ηλικίας που θέτει ο νόμος είναι εν μέρει σωστή. Προβλέπει οι πρωτοεμφανιζόμενοι συγγραφείς να είναι έως 35 ετών, κάτι που σίγουρα δυσκολεύει το έργο της επιτροπής και πρέπει να αλλάξει, αλλά δεν δικαιολογεί την απόφαση.
Η δεύτερη κριτική μου εστιάζει στο βραβείο μυθιστορήματος που δόθηκε στην κυρία Σώτη Τριανταφύλλου.
Από τη συγκεκριμένη βραχεία λίστα απουσίαζαν μυθιστορήματα όπως: Ισίδωρος Ζουργός, Λίγες και μια νύχτες (Πατάκης), Ευτυχία Γιαννάκη, Αλκυονίδες μέρες (Ίκαρος), Σοφία Νικολαΐδου, Στο τέλος νικάω εγώ (Μεταίχμιο), Χρήστος Αγγελάκος, Ψεύτικοι δίδυμοι (Μεταίχμιο), Βαγγέλης Μπέκας, Μαύρο φυλαχτό (Ψυχογιός), Δημήτρης Σωτάκης, Ο κανίβαλος που έφαγε έναν Ρουμάνο (Κέδρος)
Φαντάζομαι πως κρίθηκε ως κορυφαίο το έργο της κυρίας Τριανταφύλλου και καλύτερο από όσα παραθέτω αλλά και τα υπόλοιπα που περιέχονταν στη βραχεία λίστα. Υποθέτω ασχέτως των ακραίων απόψεων που εκφράζει… Ελπίζω να μην έχει η βράβευση αυτή την έννοια γενικότερης στήριξης.
Θα είχα πολλά να πω και για τις άλλες κατηγορίες. Ίσως θα άξιζε να βρεθούν οι διάφορες ενώσεις λογοτεχνών και συγγραφέων και να συζητήσουν πάνω στον θεσμό και στο τι θα έπρεπε να αλλάξει.
Εκτός αν βολευόμαστε όλοι με αυτή την κατάσταση…
Η Ρώμη και η κλιματική αλλαγή
Σε ένα ταξίδι στη Ρώμη και –τουρίστας κι εγώ –βρίσκομαι ξαφνικά μέσα σε ένα πολύχρωμο και δυναμικό πλήθος νέων παιδιών που διαδήλωναν για την κλιματική αλλαγή. Με τα λίγα ιταλικά μου καταλάβαινα ότι μάλλον εκεί υπερισχύουν οι πιο ριζοσπαστικές φωνές.
Χιλιάδες τα παιδιά, πολύχρωμα τα πανό και τα συνθήματα και οι όποιες –και σοβαρές– επιφυλάξεις μου για το σόου που γίνεται αξιοποιώντας τη 16χρονη Σουηδή, έγιναν… καπνός!
Ο κινητοποιημένος κόσμος, η διάθεση της νεολαίας για αγώνα δεν ξέρω πού θα οδηγήσει, αλλά αναιρεί τα όσα λέμε εμείς οι «Κασσάνδρες» γι’ αυτή τη γενιά που ζει κάτω από τη γοητεία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Ελπίζω πάντα να διαψεύδομαι και να έχω λόγους να χαμογελώ!