Στις 7 Δεκεμβρίου, σε λιγότερο από έναν μήνα αναμένεται να επισκεφθεί τη Θεσσαλονίκη ο Τούρκος πρόεδρος Ρ. Ερντογάν για να συμμετάσχει στις εργασίες του Ανώτατου Συμβούλιου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας, όπως αποφάσισαν Μητσοτάκης και Ερντογάν στη συνάντησή τους στην Ν. Υόρκη. Ο ΝΑΤΟϊκής κοπής οδικός χάρτης για τα ελληνοτουρκικά προχωρά με γοργούς ρυθμούς παρά τις πλανητικές αναταράξεις που έφερε η νέα ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή.

Γεραπετρίτης και Φιντάν είχαν την περασμένη Τετάρτη, τηλεφωνική επικοινωνία στην οποία συζήτησαν λεπτομέρειες της συνάντησης, επιβεβαιώνοντας το θετικό κλίμα μεταξύ των δύο χωρών. Σύμφωνα με όσα γίνονται γνωστά, στη σύνοδο θα παρευρίσκονται οι υπουργοί Υποδομών, Μεταφορών, Ναυτιλία, Τουρισμού, Μετανάστευσης δείχνοντας και τα θέματα που θα συζητηθούν και για τα οποία αναμένεται να υπογραφούν και διμερείς συμφωνίες συνεργασίας. Παράλληλα τη Δευτέρα 13 Νοεμβρίου θα διεξαχθεί στην Άγκυρα ο τέταρτος γύρος των συζητήσεων για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.

Η επιμονή στη λεγόμενη «θετική ατζέντα», όσο η Τουρκία δεν αποσύρει από το τραπέζι τις παράλογες απαιτήσεις από τη χώρα μας, αποτελεί επιλογή κανονικοποίησης και νομιμοποίησης της επεκτατικής της πολιτικής. Η Άγκυρα πετυχαίνει να δημιουργήσει τετελεσμένα μέσω του διαλόγου, με ορίζοντα τη Χάγη. Η συνεργασία μάλιστα σε μια σειρά τομείς (μετανάστευση, εμπόριο, τουρισμός, ενεργειακά), ενισχύει τις τάσεις δορυφοροποίησης της Ελλάδας από την ολοένα και ενισχυόμενη, ως πρωτεύουσα περιφερειακή δύναμη, Τουρκία.

Μιλώντας πριν μερικές μέρες στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών του Ευάγγελου Βενιζέλου (όχι τυχαία, ένας από τους εισηγητές της στρατηγικής της Χάγης), η υφυπουργός Εξωτερικών και επικεφαλής των πολιτικών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία Αλ. Παπαδοπούλου, ανάφερε μεταξύ άλλων, κατά λέξη, τα εξής: «Διαβάζω πολλές αναλύσεις στις εφημερίδες ότι η κρίση στη Μέση Ανατολή θα επηρεάσει αρνητικά τον ελληνοτουρκικό διάλογο. Εγώ είμαι της αντίθετης άποψης, ότι θα τον επηρεάσει θετικά. Διότι και η Τουρκία και η Ελλάδα ανεξάρτητα από τις διαφορετικές προσεγγίσεις, τους διαφορετικούς στόχους, τις διαφορετικές κοσμοθεωρίες που μπορεί να έχουν, έχουν ένα κοινό συμφέρον: Δεν μπορούν να ζουν σε μια περιοχή η οποία εκρήγνυται και η έκρηξη αυτή τη στιγμή στη Μέση Ανατολή αφορά και τους δυο μας». Ευκαιρία λοιπόν η γεωπολιτική ένταση για την κ. υφυπουργό. Αφέλεια ή μασάζ προς την κοινή γνώμη εν όψει προαποφασισμένων υποχωρήσεων από διαχρονικές κόκκινες γραμμές σε Αιγαίο-Κύπρο-Θράκη που πρέπει να παρουσιαστούν ως συμβατές με τα εθνικά μας συμφέροντα; Προφανώς η ερώτηση είναι ρητορική.

Η Ελλάδα επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά τον χαρακτηρισμό του «γεωπολιτικού μεντεσέ» για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Οι εγχώριες ελίτ εφαρμόζουν απαρέγκλιτα ό,τι τους ζητηθεί από τις πρεσβείες. Το είδαμε στο μεταναστευτικό και τη μετατροπή της χώρας σε φράχτη/αποθήκη ψυχών της Ε.Ε., το είδαμε στην εγκατάσταση νέων βάσεων σε όλη την επικράτεια, το είδαμε στη στήριξη στην Ουκρανία και τη μεταφορά οπλικών συστημάτων από τα νησιά του Αιγαίου προς το Κίεβο, το βλέπουμε σήμερα με τη στήριξη στο «δικαίωμα αυτοάμυνας» του Ισραήλ και την εμπλοκή στα σχέδια εκτοπισμού των Παλαιστινίων από τη γη τους. Έτσι και στα ελληνοτουρκικά, η Ελλάδα καλείται να αποδεχθεί επώδυνες υποχωρήσεις, ως αντάλλαγμα για τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο, λειτουργώντας ως μοχλός συγκράτησης της Άγκυρας στο δυτικό στρατόπεδο.

Την ίδια στιγμή η Τουρκία επιμένει στην αναβάθμιση του γεωπολιτικού της ρόλου με στόχο να καταστεί ισχυρή περιφερειακή δύναμη. Συνεχίζει την προκλητική πολιτική εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου, διεκδικώντας πατήματα σε Αιγαίο, Θράκη, Αν. Μεσόγειο. Παίζει ενεργό ρόλο σε μια σειρά περιφερειακές συγκρούσεις (Καύκασος, Λιβύη, Συρία). Διεκδικεί διπλωματικό ρόλο ρυθμιστή μετά την Ουκρανία και στη Γάζα, αξιοποιώντας τους διαύλους επικοινωνίας που διατηρεί τόσο με τις δυτικές όσο και με τις ευρασιατικές δυνάμεις και παίζοντας με την ενεργοποίηση των πολυπλόκαμων δικτύων της στον πολυπληθή μουσουλμανικό κόσμο.

Με βάση τα παραπάνω είναι άμεση εθνική και δημοκρατική ανάγκη:

  • Να υπάρξει ενημέρωση για όσα συζητούνται πίσω από κλειστές πόρτες με την Τουρκία. Δεν γίνεται ο ελληνικός λαός να ενημερώνεται μέσω διαρροών, με μισόλογα για «απομείωση εθνικής κυριαρχίας» ή μέσω δημοσιευμάτων σε ξένα ΜΜΕ. Καμιά κυβέρνηση δεν εκλέχθηκε και δεν έχει λευκή επιταγή για να διαπραγματεύεται στα παζάρια με την Τουρκία την κυριαρχία της χώρας.
  • Να σταματήσει η δια της ολισθήσεως αποδυνάμωση της εθνικής άμυνας της χώρας μέσω της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου, άλλοτε στο όνομα του εκσυγχρονισμού/εξορθολογισμού των ενόπλων δυνάμεων άλλοτε με την κατά παραγγελία του ΝΑΤΟ μεταφορά οπλισμού/πυρομαχικών σε άλλες χώρες, όπως η Ουκρανία, το Ισραήλ, η Σ. Αραβία – πέρασε στα ψιλά πως την Πέμπτη ο Ν. Δένδιας ανακοίνωσε την παράταση της παρουσίας μιας –ακριβοπληρωμένης– συστοιχίας Patriot στο βασίλειο του Κόλπου.
  • Ο όποιος διάλογος με την Τουρκία θα πρέπει να έχει ως προαπαιτούμενο την εγκατάλειψη από μέρους της Άγκυρας της επεκτατικής πολιτικής σε όλα τα μέτωπα. Δεν μπορούμε να συζητάμε για θετική ατζέντα στο Αιγαίο την ίδια ώρα που η Τουρκία συνεχίζει τον εποικισμό και την τουρκοποίηση της Κύπρου, επιβάλλοντας την παγίωση της κατοχής και της διχοτόμησης του νησιού.
  • Να ματαιωθεί η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στη Θεσσαλονίκη. Και μόνο οι εμπρηστικές του αναφορές για την «τουρκικό παρελθόν της Θεσσαλονίκης» σε πρόσφατη ομιλία του, που ξαναζεσταίνουν τις θεωρίες περί «γαλάζιας πατρίδας», θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μια κυβέρνηση (η δική μας δεν άκουσε, δεν είδε) με στοιχειώδη αίσθηση των κινδύνων. Να μην δώσουμε στον Ερντογάν την ευκαιρία για το «άλμα» που έχει υποσχεθεί στις σχέσεις με την Ελλάδα, γιατί αυτό το άλμα θα σημαίνει απώλεια βαθμών κυριαρχίας και θα ανοίξει την όρεξη της Τουρκίας για νέες απαιτήσεις.
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!