Επιτήρηση και στο Προσφυγικό επέβαλαν οι δανειστές – Λάστιχο το χρονοδιάγραμμα της πρώτης αξιολόγησης – Η ΤτΕ επιμένει στα σενάρια οικουμενικής κυβέρνησης που ξορκίζει η κυβέρνηση
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο; Μη βιαστείτε να απαντήσετε «η τρόικα» -ή κουαρτέτο πλέον-, γιατί υπάρχουν κι άλλοι συγκυβερνήτες του προτεκτοράτου. Όπως η Frontex. Το χοντρό παιχνίδι που παίχτηκε με το ενδεχόμενο αποβολής της Ελλάδας από τη Συνθήκη Σένγκεν, αποκάλυψε ότι η «κατάληψη» της χώρας από τους δανειστές δεν έχει αφήσει καμιά πτυχή της κυριαρχίας της ανεπηρέαστη. Σαν να έχει μετατραπεί όλη η χώρα σε ένα «hotspot» επιτήρησης της κοινωνίας, της οικονομίας, του κράτους, των συνόρων της.
Επί μια εβδομάδα αιωρείτο η δημόσια απειλή Ντάισελμπλουμ ότι ένα «μίνι Σένγκεν» είναι αναπόφευκτο, αν η Ελλάδα δεν αποδεχθεί την ευρωπαϊκή επιτήρηση των χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων της. Βροχή οι διαρροές στο διεθνή Τύπο ότι επίκειται αποκλεισμός της Ελλάδας από τη Σένγκεν. Κι όμως, η κυβέρνηση επέμενε μέχρι την περασμένη Πέμπτη ότι ουδείς και ουδέποτε έθεσε τέτοιο θέμα. Χρειάστηκε να αποκαλυφθεί το επίσημο έγγραφο της λουξεμβουργιανής προεδρίας, που περιέγραφε ακριβώς ένα σχέδιο έμμεσου αποκλεισμού της Ελλάδας από τη Σένγκεν, να επιστρατευτούν ο φιλελεύθερος Φέρχοσταντ, ο ακροδεξιός Όρμπαν της Ουγγαρίας, η Κομισιόν που υπενθύμισε «δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση», ακόμη και η κυβέρνηση των Σκοπίων, που με τις ευλογίες της Ε.Ε. έστησε φράχτη 21 χιλιομέτρων στα σύνορα με την Ελλάδα, ώστε η κυβέρνηση όχι απλώς να αποδεχθεί τελικά ότι «υπάρχει θέμα», αλλά και για να υπογράψει την υποταγή της στο σχεδιασμό.
Με επίσημο αίτημά της, η Frontex και η Rabit (ευρωπαϊκή ομάδα άμεσης επέμβασης) αναλαμβάνουν την επιτήρηση τόσο των χερσαίων συνόρων με τη Fyrom, όσο και των νησιών. Η τύχη των προσφύγων και των μεταναστών ανατίθεται στην Τουρκία από τη μια πλευρά, και στην Frontex από την άλλη, ένα μηχανισμό συνένοχο για τον θάνατο χιλιάδων προσφύγων στα νερά της Μεσογείου, τα προηγούμενα χρόνια.
Ο Στουρνάρας θέλει συναίνεση
Τον τόπο συγκυβερνά επίσης ο εντολοδόχος της ΕΚΤ στην Αθήνα, ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας. Υπενθύμισε την παρουσία του με την ενδιάμεση έκθεση της ΤτΕ, που δόθηκε την Παρασκευή στη δημοσιότητα. Στην έκθεση υποδεικνύει όχι μόνο τις δημοσιονομικές και «μεταρρυθμιστικές» υποχρεώσεις της κυβέρνησης που απορρέουν από το Μνημόνιο, αλλά και την πολιτική της υποχρέωση να αναζητήσει λύσεις ευρείας συναίνεσης. Μια εβδομάδα μετά το ναυάγιο του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών κι ενώ η κυβέρνηση προσπαθεί να εξουδετερώσει σενάρια «οικουμενικής» κυβέρνησης και διεύρυνσης -σενάρια που η ίδια τροφοδότησε με την πρωτοβουλία της για συμβούλιο αρχηγών-, ο Γ. Στουρνάρας απαιτεί πολιτική σταθερότητα και διακομματική συναίνεση στην τήρηση του Μνημονίου. Οι αποστροφές της ενδιάμεσης έκθεσης της ΤτΕ είναι χαρακτηριστικές και αρκετά προκλητικές: «Είναι βάσιμο να εκτιμηθεί ότι η παρούσα κυβέρνηση έχει πλέον επιλέξει το δρόμο της συνεργασίας και της συνεννόησης με τους εταίρους και έχει απορρίψει την εκδοχή της ρήξης (sic!). Η βασική αυτή επιλογή στηρίζεται και από τη συντριπτική πλειοψηφία της αντιπολίτευσης, η οποία παραμένει προσηλωμένη στην ευρωπαϊκή προοπτική. Διαμορφώνεται έτσι, εκ των πραγμάτων, μια ισχυρή διακομματική βάση με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, η οποία είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να εγγυηθεί τη συνέχεια στην εφαρμογή της συμφωνίας και να συμβάλει στην πολιτική σταθερότητα, που είναι αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχία του προγράμματος». Μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές η κυβέρνηση είχε αφήσει ασχολίαστη την έκθεση, ενώ συνέχισε ακάθεκτη να σκιαμαχεί με τα «κέντρα της διαπλοκής που απεργάζονται σενάρια παρένθεσης και οικουμενικής».
Το Eurogroup της Δευτέρας
Η κυβέρνηση είναι με πολλούς τρόπους παγιδευμένη και τα περιθώρια επικοινωνιακής διαχείρισης των υποχωρήσεων, σε κάθε πίεση που της ασκούν οι δανειστές, έχουν πλέον εξαντληθεί. Πολύ περισσότερο που οι τελευταίοι έχουν καταφέρει να αντιστρέψουν την προσφυγική κρίση από ευρωπαϊκό σε ελληνικό πρόβλημα και σε ένα επιπλέον, άτυπο, μνημονιακό προαπαιτούμενο. Αυτό κατέστη σαφές στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Παρασκευής, που προπαρασκευάζει τη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε., στις 17/12, και πιθανότατα θα καταστεί ακόμη σαφέστερο στο Eurogroup που συνεδριάζει τη Δευτέρα, με πρώτο θέμα ημερησίας διατάξεως την Ελλάδα. Το Eurogroup θα επιβεβαιώσει το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής των 13 προαπαιτουμένων που αντιστοιχούν στην υποδόση του 1 δισ.- μαζί με 4 κρίσιμες εκκρεμότητες των 48 προαπαιτουμένων της προηγούμενης υποδόσης-, με στόχο αυτά να έχουν συμφωνηθεί μέχρι το ερχόμενο Σάββατο με τους εκπροσώπους των θεσμών και να έχουν νομοθετηθεί το αργότερο μέχρι 18 του μηνός. Η τήρηση του χρονοδιαγράμματος είναι απαραίτητη και γιατί εντός του μηνός πρέπει να πληρωθούν δανεικά ύψους 1,4 δισ., αλλά και γιατί η δόση του 1 δισ. έχει «ημερομηνία λήξης» μέχρι το τέλος του έτους, που αν παρέλθει θα χρειαστεί νέα απόφαση από τον ESM.
Η λίστα παρουσιάζεται από την κυβέρνηση ως πολιτικά εύπεπτη, αν και περιέχει ακανθώδη ζητήματα όπως η διαχείριση των κόκκινων δανείων μέσω της διάθεσής τους σε distress funds (μια δεκάδα τουλάχιστον από αυτά, στην πλειοψηφία τους αμερικανικά, επιθυμούν διακαώς να συνδιαχειριστούν με τις τράπεζες τη λεία των 110 δισ. μη εξυπηρετούμενων δανείων, πίσω από τα οποία υπάρχει πακτωλός πολύτιμων περιουσιακών στοιχείων, ιδιαίτερα επιχειρηματικών), η ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ για την οποία δεν έχει παρουσιαστεί κανένα κυβερνητικό «ισοδύναμο», το νέο ΤΑΙΠΕΔ, το νέο μισθολόγιο στο Δημόσιο ή τα μέτρα απεμπλοκής των μεγάλων έργων του ΕΣΠΑ, όπως οι αυτοκινητόδρομοι. Η ηγεσία της κυβέρνησης υποθέτει ότι η επίκληση των «σεναρίων των κέντρων της διαπλοκής» είναι επαρκές επιχείρημα για να κάνουν πάλι την καρδιά τους πέτρα οι 153 της κυβερνητικής πλειοψηφίας και να ψηφίσουν αβλεπτεί ό,τι έρθει στη Βουλή.
Η συνάρτηση της αξιολόγησης
Το Ασφαλιστικό, που πολιτικά είναι πιο επικίνδυνο, έχει αυτονομηθεί από το χρονοδιάγραμμα αυτό και προωθείται προς ψήφιση τον Ιανουάριο. Ωστόσο, μέχρι το τέλος της ερχόμενης εβδομάδας μια τελική εκδοχή του κυβερνητικού σχεδίου θα έχει περάσει από το υπουργικό για να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση και σε δοκιμασία πολιτικής αντοχής.
Θεωρητικά, το Ασφαλιστικό και η ψήφισή του τον Γενάρη είναι κάτι σαν ιντερμέδιο για να αρχίσει αμέσως η πρώτη αξιολόγηση του Μνημονίου, από την οποία εξαρτώνται πολλά:
Πρώτον, η εκταμίευση δανειακών δόσεων περίπου 10 δισ. – ένα μέρος τους κανονικά θα έπρεπε να δοθεί μέχρι τον Νοέμβριο, κι ένα άλλο είναι προγραμματισμένο για το πρώτο τρίμηνο του 2016.
Δεύτερον, η έναρξη της συζήτησης για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, που η κυβέρνηση αισιοδοξούσε ότι θα ξεκινούσε τον Νοέμβρη.
Τρίτον, η απόφαση του ΔΝΤ αν θα συμμετάσχει και ως χρηματοδότης στο νέο πρόγραμμα, αναλαμβάνοντας ένα μέρος από τα 70 δισ. που τελικά θα χρειαστεί η Ελλάδα από το δάνειο των 86 δισ., εκτίμηση που διατύπωσε και επίσημα ο Ντάισελμπλουμ. Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Τζέρι Ράις, ξεκαθάρισε προ ημερών ότι το Ταμείο θα αποφασίσει αν θα αναλάβει μέρος του δανεισμού, αφού τελειώσει η πρώτη αξιολόγηση και αφού ληφθεί απόφαση της Ε.Ε. για το ελληνικό χρέος.
Τέταρτον, το αν η Ελλάδα θα πάψει να είναι η μοναδική εξαίρεση στο -αποτυχημένο, βάσει των ισχνών του αποτελεσμάτων- πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, το οποίο επεκτείνεται ακόμη περισσότερο, περιλαμβάνοντας ακόμη και ομόλογα δήμων και περιφερειών. Ο Β. Κοστάντσιο, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της, δήλωσε ότι η ΕΚΤ θα εξετάσει την επαναφορά του λεγόμενου waiver, δηλαδή την κατ’ εξαίρεση αποδοχή ομολόγων χαμηλής αξιολόγησης χωρών σε πρόγραμμα, αφού ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση.
Πότε, λοιπόν, θα ξεκινήσει η πολυπόθητη πρώτη αξιολόγηση; Όχι πριν από τον Φεβρουάριο, καθιστούν σαφές αξιωματούχοι της Ευρωζώνης, σε πείσμα του αισιόδοξου χρονοδιαγράμματος της κυβέρνησης που εκτιμούσε ότι θα έκανε ποδαρικό στο 2016, με μια θετική αξιολόγηση και με μια συμφωνία για το χρέος. Κατά τα φαινόμενα οι δανειστές θα διατηρήσουν το συνεχές «πρεσάρισμα» στην κυβέρνηση, χρησιμοποιώντας εις βάρος της και τον χρόνο και το χρήμα, κάτι που αποδεικνύεται εξαιρετικά αποτελεσματικό. Έτσι κι αλλιώς στο τέλος περνάει το δικό τους κι αφήνουν στην κυβέρνηση τη δουλειά της επικοινωνιακής συσκευασίας των μέτρων. Αλλά, ακόμη κι αυτή έχει γίνει πια βαριά και ανθυγιεινή υπόθεση.