Ο Ιταλός φιλόσοφος Κονστάντζο Πρέβε (1943-2013), ίσως είναι κάπως γνώριμος στους αναγνώστες του Δρόμου. Το έργο του είναι ιδιαίτερο και σημαντικό. Όχι μόνο για τις αιρετικές και τολμηρές φιλοσοφικές του ιδέες στον χώρο της αριστεράς, αλλά και γιατί προέρχεται από έναν άνθρωπο που έζησε «από μέσα», συμμετείχε και παρακολούθησε την πραγματική πορεία αγώνων, κινημάτων, πολιτικών εγχειρημάτων αλλά και ανθρώπων για πάρα πολλά χρόνια.
Στο απόσπασμα που δημοσιεύουμε σήμερα, ο Πρέβε καταπιάνεται με ένα ενδιαφέρον θέμα. Μελετώντας την κρίση του μαρξισμού στην εποχή μας και θεωρώντας ότι ο εκ νέου προσδιορισμός του είναι μια προσπάθεια χωρίς απαραίτητα εχέγγυα επιτυχίας, είναι εντούτοις κατηγορηματικός στο εξής: Η όποια ανασυγκρότηση του μαρξισμού είναι αδύνατον να βασιστεί σε τρεις κοινωνικές ομάδες που αναφέρονται σε αυτόν. Στις πολιτικές ηγεσίες των κομμάτων της αριστεράς, στα μέλη των διαφόρων σεχταριστικών –όπως ο ίδιος τις χαρακτηρίζει– οργανώσεων και στους εκπροσώπους αυτού που ονομάζει «πανεπιστημιακό μαρξισμό». Η εμπειρία του, τον οδηγεί να μιλά με έναν τρόπο που ίσως μοιάζει απαξιωτικός, υπερβολικός και τραβηγμένος. Είναι όμως στην κρίση μας να σκεφτούμε αν όλα αυτά όχι μόνο στέκουν αλλά και περιγράφουν με γόνιμο και δημιουργικό τρόπο κάποια από όσα ζούμε.
Αυτός είναι και ο λόγος που επιλέξαμε να δημοσιεύσουμε το απόσπασμα αυτό μια μέρα πριν τις εκλογές, και μάλιστα στις πρώτες σελίδες της επικαιρότητας, αντί κάποιου πιο «τρέχοντος» σχολιασμού. Γιατί, στις μέρες μας, δεν επιβεβαιώνεται καθημερινά μόνο η παρακμή του πολιτικού συστήματος γενικώς, αλλά και το αδιέξοδο και η αφοπλιστική αμηχανία όσων –θεωρητικά τουλάχιστον– αμφισβητούν την κυρίαρχη τάξη. Το φαινόμενο είναι πιο δυσάρεστο όταν όχι απλώς δεν συνειδητοποιείται, αλλά καλύπτεται με καταστάσεις σαν αυτήν που γλαφυρά περιγράφει ο Πρέβε: «Η κατηχητική γνώση που εκδηλώνεται στην κωμική μορφή της αυτοαναφοράς, όπως οι μεθυσμένοι οι οποίοι μιλούν μόνοι τους χτυπώντας το στήθος τους»…

Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο του Πρέβε Κριτική ιστορία του Μαρξισμού. Από τη γέννηση του Κ. Μαρξ μέχρι την κατάρρευση του ιστορικού κομμουνισμού του 20ού αιώνα, που έγραψε το 2007 και κυκλοφόρησε στην Ελλάδα από τις εκδόσεις ΚΨΜ σε μετάφραση του Διονύση Κουνάδη. Οι τίτλοι είναι της σύνταξης.

Εκλογικά σλόγκαν και εξορκισμός της συνθετότητας

Ένα «προκλητικό» και απολαυστικό κείμενο του Κονστάντζο Πρέβε, αντί άλλου σχολιασμού της επικαιρότητας

Δεν θέλω να χαθώ εδώ σε μία εύκολη πολεμική ενάντια στους πολιτικούς ηγέτες οι οποίοι δηλώνουν ότι θέλουν να διατηρήσουν, να συντηρήσουν και να επανιδρύσουν τον κομμουνισμό. Από αυτούς υπάρχουν καλοί, μέτριοι και χείριστοι. Εξαιρετικούς δεν γνωρίζω, αλλά μπορεί να οφείλεται σε δική μου έλλειψη πληροφόρησης. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των πολιτικών ηγετών είναι ερασιτέχνες σε επίπεδο κουλτούρας, καθ’ όσον ο φρενήρης και χειραγωγικός χαρακτήρας της σημερινής πολιτικής ζωής, δευτερεύουσα αντανάκλαση της επιτάχυνσης των ρυθμών ζωής με τους οποίους ο σύγχρονος καπιταλισμός αντιμετωπίζει το ζήτημα της αξιολόγησης, δεν τους αφήνει τον παραμικρό χρόνο για να διαβάσουν, να μελετήσουν και να σκεφτούν σε βάθος, και αυτό ακριβώς εξ’ αιτίας μιας δομικά εξοργιστικής επιτάχυνσης του ρυθμού ζωής. Σε ένα φρενήρες ανακάτεμα χρηματιστηρίων, κινητών τηλεφώνων, φθηνών καθημερινών πολεμικών, έμμονων τηλεοπτικών εμφανίσεων και τα λοιπά, αυτοί οι κακόμοιροι είναι υποχρεωμένοι να «τσιμπολογάνε» εδώ και εκεί ερεθίσματα και υποδείξεις σε άρθρα εφημερίδων βιαστικών σχολιαστών ή σε ελάχιστα σοβαρά βιβλία τρίμηνης προγραμματισμένης ημερομηνίας λήξης, προωθούμενα από τις πολιτιστικές σελίδες των ημερησίων εφημερίδων. Αυτοί σίγουρα είναι περισσότερο άξιοι συμπόνιας παρά περιφρόνησης. Καθότι λειτουργοί μιας πολιτικής η οποία πλέον έχει πλήρως κοινοβουλευτικοποιηθεί, αυτοί οφείλουν να διαχειρίζονται «εκλογικά κυκλώματα», τα οποία συγκροτούνται και διαλύονται βάσει πολιτιστικών ροών που χειραγωγούνται ευρέως από τα ΜΜΕ, και συνεπώς διαφεύγουν από τον έλεγχό τους. Η διαχείριση αυτών των εκλογικών κυκλωμάτων είναι εκ των πραγμάτων ασύμβατη με μια αληθινή επανεξέταση των σχολών της μαρξιστικής σκέψης, και αυτό ακόμη και αν μπορούσαν να διαθέσουν τέσσερις ώρες την ημέρα κατά κεφαλή για να ασχοληθούν. Παραφράζοντας έναν αφορισμό του Καρλ Κράους, θα πούμε ότι η σχέση τους με τα προβλήματα των αρχέτυπων της μαρξιστικής θεωρίας είναι η ίδια με αυτή που διατηρούν οι χαρτορίχτρες με τη μεταφυσική.

Αδυναμία πολιτικής δράσης

Οι ηγέτες των πολιτικών κομμάτων της αριστεράς, στην εποχή του θανάτου της πολιτικής, βρίσκονται αντιμέτωποι με το να πρέπει να λογαριαστούν με ασφυκτικούς περιορισμούς του συστήματος, στους οποίους πρέπει να υποτάξουν όλες τις ιδεολογικές τους περιηγήσεις που αποσκοπούν στο να περιορίσουν τα λάθη (turn-over) των στρατευμένων αγωνιστών τους. Οι στρατευμένοι της πρωτο-μαρξιστικής και μεσο-μαρξιστικής εποχής ήταν στρατευμένοι «μακράς διαδρομής», οι οποίοι έκαναν οριστικές επιλογές ζωής και καλλιεργούσαν πάθη διαρκείας. Την υστερο-μαρξιστική εποχή της διάλυσης, οι στρατευμένοι μετέβαιναν γενικώς από το κομμουνιστικό εσχατολογικό όνειρο στον ριζοσπαστικό εκσυγχρονισμό των απελευθερωμένων ηθών, χωρίς να το αντιλαμβάνονται καν. Σήμερα οι στρατευμένοι αγγίζουν από κοντά την απίστευτη αδυναμία της πολιτικής δράσης και δεν διαχωρίζονται πλέον σε ρεφορμιστές και επαναστάτες, αλλά σε αυτούς οι οποίοι επιστρέφουν σπίτι μετά από περίπου πέντε χρόνια και σε αυτούς, αντιθέτως, οι οποίοι γίνονται μικροεπαγγελματίες μιας πολιτικής που έχει καταντήσει βοηθητικό δεκανίκι μιας επιστήμης της διαχείρισης δημόσιων οργανισμών.

Οι ηγέτες κόμματος δεν ενδιαφέρονται για γνώση, αλλά μόνο για τα ιδεολογικά εφόδια. Αυτοί απευθύνονται στους αποκαλούμενους «διανοούμενους» για να έχουν ρητορικές και δημοσιογραφικές εκ των υστέρων δικαιώσεις των «διαφημιστικών τους ευρημάτων». Το γνωστικό περιεχόμενο μιας θεωρίας είναι η τελευταία των ανησυχιών τους. Με τρόπο συχνά αυτόματο, εξαλείφουν κάθε τι το οποίο έρχεται σε αντίθεση με τα εκλογικά και ταυτοποιητικά σλόγκαν τους

Οι ηγέτες κόμματος δεν ενδιαφέρονται για γνώση, αλλά μόνο για τα ιδεολογικά εφόδια. Αυτοί απευθύνονται στους αποκαλούμενους «διανοούμενους» για να έχουν ρητορικές και δημοσιογραφικές εκ των υστέρων δικαιώσεις των «διαφημιστικών τους ευρημάτων». Το γνωστικό περιεχόμενο μιας θεωρίας είναι η τελευταία των ανησυχιών τους. Με τρόπο συχνά αυτόματο, εξαλείφουν κάθε τι το οποίο έρχεται σε αντίθεση με τα εκλογικά και ταυτοποιητικά σλόγκαν τους.

Όπως φαίνεται, αυτοί δεν είναι μόνο άχρηστοι για κάθε πραγματική καινοτομία, αλλά είναι και από κάθε άποψη εμπόδιό της. Δεν χρειάζεται όμως ούτε να είμαστε πεσιμιστές και να υπερτιμάμε τον ρόλο τους. Την εποχή ενός Στάλιν και ενός Τολιάτι, χαρισματικών και αδιαφιλονίκητων ηγετών και αυθεντιών, ο ρόλος τους στο «μπλοκάρισμα» των θεωρητικών καινοτομιών ήταν αδιαφιλονίκητος. Σήμερα όχι πια. Τα ίδια τα φρενήρη τηλεοπτικά περάσματα τους έκαναν κοινότοπους. Όποιος με talk-show χτυπά, από talk-show πεθαίνει. Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι οι σημερινοί πολιτικοί ηγέτες κομμάτων, κομματιδίων, κινημάτων και τα λοιπά, είναι αμελητέοι παράγοντες, τόσο για τη συντήρηση όσο και για την ανανέωση. Με άλλα λόγια, είναι η τελευταία ανησυχία για αυτούς οι οποίοι ασχολούνται με το αντικείμενο της μελέτης μας με βαθύτερη σκέψη.

Κατηχητική γνώση

Όλοι αυτοί οι οποίοι σπρώχνονται από την ακατανίκητη νοσηρή περιέργεια του πολιτικού ηδονοβλεψία, μόλις μπουν σε ένα βιβλιοπωλείο της «αριστεράς» ή του «κινήματος», θα προσελκυσθούν από εκείνα τα ράφια όπου είναι τοποθετημένα πολιτικά περιοδικά των μικρών φονταμενταλιστικών μαρξιστικών ομάδων διαφόρων πεποιθήσεων (νεο-μπορντιγκιστές, νεο-τροτσκιστές σε μία από τις πέντε χιλιάδες παραλλαγές του, παλαιο-σταλινικοί, νεο-σταλινικοί, αναρχοκομμουνιστές, ακατέργαστοι χειρώνακτες εργατιστές, εκλεπτυσμένοι εργατιστές της πληροφορικής και τα λοιπά). Παραδέχομαι ότι πάντα ήμουν ένας από αυτούς τους ηδονοβλεψίες. Το γνωστικό περιεχόμενο αυτών των περιοδικών είναι ελάχιστο, και ταυτόχρονα χωρίς να γνωρίζουν την ύπαρξή της «έμειναν έξω» από μια σημαντικότατη διάσταση της πιθανής φύσης της μαρξιστικής σκέψης, τη γνωστική και κατηχητική. Ας δούμε καλύτερα, γιατί αξίζει πραγματικά τον κόπο. Οι μικρές μαρξιστικές φονταμενταλιστικές ομάδες ακολουθούν τον βιολογικό νόμο της αναπαραγωγής με αυτοαναφορά, όμοια σε αυτό με εκείνα τα είδη του ζωικού βασιλείου τα οποία αναπαράγονται με διχοτόμηση και εκβλάστηση, χωρίς να υπάρχει ανάγκη εξωτερικής γονιμοποίησης. Κάθε μία από αυτές τις ομάδες διαθέτει μία δική της κατηχητική γνώση, η οποία τους επιτρέπει να επιδιώκουν μία ψυχολογική εξασφάλιση που εξορκίζει την ανησυχητική συνθετότητα του κόσμου, σύμφωνα με το μοντέλο ψυχολογικής γένεσης της επιστήμης του Έσσεν, στον οποίο έχω αναφερθεί στο πρώτο κεφάλαιο. Στη βάση αυτής της κατηχητικής γνώσης ο κόσμος φαίνεται απλός και καθολικά κατανοητός. (…)

Η κατηχητική γνώση που εκδηλώνεται στην κωμική μορφή της αυτοαναφοράς, όπως οι μεθυσμένοι οι οποίοι μιλούν μόνοι τους χτυπώντας το στήθος τους, εκφράζει στην πραγματικότητα μία τραγική κατάσταση, δηλαδή τον παντελή διαχωρισμό ανάμεσα στο στοχασμό ο οποίος εμπνέεται από τον Μαρξ και την άμεση ή έμμεση παραγγελία του από κοινωνικές ομάδες οι οποίες αναφέρονται σε αυτόν. Το μόνο πράγμα λοιπόν που δεν μπορούμε να περιμένουμε από την κατηχητική γνώση αυτοαναφερόμενης αναπαραγωγής είναι ότι αυτή θα μπορέσει να απαντήσει στην τέταρτη κρίση του μαρξισμού. Θα έφθανε πράγματι να αγοράσουμε την εφημεριδούλα τους και η κρίση θα εξαφανιζόταν ως δια μαγείας. Εεοπ!

Θεματικός κατακερματισμός

Η τρίτη και τελευταία κατηγορία από την οποία δεν μπορούμε να περιμένουμε εύλογα καμία βοήθεια είναι αυτή του επιβιώσαντος πανεπιστημιακού μαρξισμού, και αυτό λόγω μιας ευνόητης αιτίας. Εγώ δεν έχω καμία πρόθεση να αντηχήσω τους εξάψαλμους αλά Σοπενχάουερ ή αλά Νίτσε ενάντια στην πανεπιστημιακή γνώση. Πρόκειται για ένα κοινότατο φιλολογικό είδος, το οποίο βασίζεται στη μάντρα «Πανεπιστήμιο = Σκατά». Αυτό το φιλολογικό είδος πρέπει να οδηγήσει σε μια κάποια υποψία, διότι οι πλέον ενθουσιώδεις λάτρεις του είναι εν γένει άτομα αποκλεισμένα σε κάποια φάση από την πανεπιστημιακή καριέρα, και κατά συνέπεια μπορεί κανείς να υποπτευθεί ότι ανυψώνουν μόνο την απογοήτευσή τους των αποκλεισμένων, με γραφικούς εξάψαλμους ενάντια στο Θεσμό. Πέρα από αυτή την ανεκδοτική πλευρά, μου φαίνεται σωστό να αναγνωρίσω ότι το πανεπιστημιακό κατεστημένο, παρά τους γελοίους συντεχνιασμούς του, προσφέρει συνεχώς πραγματικές γνώσεις και ικανοποιητικά γνωστικά περιεχόμενα.

Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού: ο μαρξιστικός κανόνας είναι κάτι το πλατιά ενωτικό, διαθεματικός και πολυθεματικός, και για αυτό, λόγω της ίδιας του της φύσης, δεν μπορεί να υποβληθεί στον «θεματικό κατακερματισμό» του πανεπιστημιακού καταμερισμού εργασίας, όπου η φιλοσοφία και η οικονομία, η ιστορία και η κοινωνιολογία, η ανθρωπολογία και το δίκαιο, και τα λοιπά, δεν είναι συνεργά και φιλικά υποκείμενα, αλλά είναι υποκείμενα αντίπαλα και ζηλόφθονα της μεθοδολογικής τους κυριαρχίας και της ολοκληρωτικής έμφασης στο περιεχόμενό τους. Η κύρια οργανωτική εκδήλωση του πανεπιστημιακού μαρξισμού είναι το πομπώδες διεθνές συνέδριο, κατακερματισμένο σε εκατοντάδες μη επικοινωνούντα workshops. Ο κάθε ειδικός, πέρα από το να έχει τα πέντε λεπτά του διασημότητας και την περίληψη στα αγγλικά της αθάνατης συνεισφοράς του στην επανάσταση, μπορεί να συναντήσει εκεί τους συναδέλφους του στο γνωστικό αντικείμενο, με τη μεγαλύτερη και πλέον επιδεικτική αδιαφορία για τα υπόλοιπα. Οι φιλόσοφοι θα μιλήσουν για την αιώνια και ανεξάντλητη σχέση ανάμεσα στον Μαρξ και τον Χέγκελ, για τη σχέση ανάμεσα στον μαρξισμό και τους τελευταίους πιο μοδάτους φιλοσόφους (Ρόρτυ, Χάμπερμας, Ρόουλς) και τα λοιπά. Οι οικονομολόγοι για τη φύση της παρούσας καπιταλιστικής κρίσης (Ύφεση; Πληθωρισμός; Αποπληθωρισμός; Υποκατανάλωση; Υπερπαραγωγή; Αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου;).  Οι κοινωνιολόγοι θα μιλήσουν για τις νέες ταξικές δομές στις ανεπτυγμένες κοινωνίες, για την κοινωνία των δύο τρίτων, των τριών τετάρτων, των εβδομήντα πέντε ογδοηκοστών πέμπτων, και τα λοιπά. Και ο καθένας θα παράξει αθάνατες επιστημονικές ανακοινώσεις και πονήματα. (…)

Όποιος αναμένει την ανανέωση του μαρξισμού από τους πολιτικούς ηγέτες, από τις φονταμενταλιστικές ομάδες και τέλος από τους νέους αγγλόφωνους ειδικούς, ανήκει στη μεγάλη ομάδα όσων διηγούνται (στον εαυτό τους) παραμύθια.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!