Η προσεκτική ανάγνωση των θεωρητικών (αλλά και ιστορικών) προσεγγίσεων για την έννοια της δημοκρατίας καταδεικνύει το εμμενές συγκρουσιακό της περιεχόμενο. Είναι πασίδηλο ότι η δημοκρατία δεν είναι απλώς ένα «συμβολικό πράγμα», ένα σύνολο σταθερών αξιών και νομικών κανόνων, ένα άθροισμα δικαιωμάτων που μοιράζονται ισομερώς σε όσους τα επιζητούν ή τα επικαλούνται, αλλά ένα διακύβευμα αγώνων και συγκρούσεων που οικοδομείται, αμφισβητείται, εμπλουτίζεται ή ανατρέπεται απ’ όσους μπορούν να την οικοδομήσουν, να την αμφισβητήσουν, να την εμπλουτίσουν και να την ανατρέψουν ή να την υπερασπιστούν, αν με άλλα λόγια η δημοκρατία ως αίτημα και ως διαδικασία είναι δημιουργός Ιστορίας και πολιτικών παραδόσεων κάποιων κοινωνικών ομάδων ενάντια πιθανότατα σε άλλες ιστορικές πράξεις, προσδοκίες και παραδόσεις άλλων ομάδων, και αν συγκροτείται ως πάντα ασταθές συνειδησιακά οικοδόμημα του λαϊκού πολιτισμού, τότε αναγκαστικά και εξ ορισμού η δημοκρατία ως έννοια συστηματοποιεί, συνεπώς εμπεριέχει εν δυνάμει «διακρίσεις» και αποκλεισμούς… Η δημοκρατία, ως σχέση και ιστορική διαδικασία, συλλογικά οργανωμένων, κοινωνικών συμφερόντων που προσπαθούν να ρυθμίσουν, να απορρυθμίσουν, να αναδιοργανώσουν τις σχέσεις τους ως προς την κυριαρχία, δηλαδή ως προς τη δυνατότητα εξάσκησης της εξουσίας, της προνομιακής εκμετάλλευσης και ιδιοποίησης από τις κυρίαρχες ομάδες του χώρου, του χρόνου, των μέσων παραγωγής, των συνθηκών εργασίας και των προϊόντων της.

Με άλλα λόγια η δημοκρατία είναι προϊόν κοινωνικών υποκειμένων που παράγουν εκτός από προϊόντα και ηθικές, γνωστικές και πολιτικές σημασίες μέσω των οποίων νοηματοδοτούν (και νοηματοδοτούνται από) τις σχέσεις κυριαρχίας του ατόμου με την εκάστοτε εξουσία.

 *  *  * *

Οφείλουμε, επομένως, να επιχειρήσουμε να κατανοήσουμε πως η δημοκρατία (στις χώρες της Δύσης) μετά από μια μακρά πορεία με σκληρούς ανταγωνισμούς και μεγάλες δοκιμασίες που οδήγησαν στην αναγνώριση των τυπικών δικαιωμάτων και ελευθεριών και τη στιγμή που έδινε την εντύπωση ότι θριάμβευε οριστικά, εξουδετερώνοντας τους αντιπάλους της, αποδείχτηκε ανίκανη να διαφυλάξει τις κατακτήσεις της από μια οδυνηρή συντριβή. « Η παρακμή της νεωτερικής δημοκρατίας και η προοδευτική σύγκλισή της με τα ολοκληρωτικά κράτη στις μεταδημοκρατικές κοινωνίες του θεάματος (που άρχισαν να γίνονται εμφανείς ήδη με τον Tocqueville και βρήκαν στις αναλύσεις του Debord την οριστική επικύρωσή τους)…» (1) πρέπει να μας οδηγήσει σε μια πειστική απάντηση γιατί συνέβησαν όλα αυτά.

Το φαινόμενο αυτό έχει ονομασθεί δρόμος προς την εγκαθίδρυση του Καισαρισμού. Ως Καισαρισμό ονομάζουμε την προδιάθεση των δημοκρατικών καθεστώτων να επιδεικνύουν αυταρχικές τάσεις, και όχι μόνο, σε καιρούς κρίσης.

Προκειμένου να κατανοήσουμε αυτή την αντιδημοκρατική δυναμική δεν θα ήταν ανώφελο να στραφούμε, σ’ έναν διορατικό παρατηρητή της κρίσης του πολιτισμού στη δεκαετία του 1930: τον Αντόνιο Γκράμσι.

Σύμφωνα με τον Ιταλό διανοούμενο, κατά τη διάρκεια των μεγάλων κρίσεων του καπιταλιστικού συστήματος , οι θεσμοί που εξαρτώνται από την καθολική ψηφοφορία, όπως τα κοινοβούλια, περνούν σε δεύτερο πλάνο. Αντιθέτως, οι περιστάσεις ενισχύουν «τη σχετική θέση της εξουσίας της γραφειοκρατίας (πολιτικής και στρατιωτικής), των υψηλών χρηματοπιστωτικών κύκλων, της Εκκλησίας και εν γένει όλων των οργανισμών που είναι σχετικά ανεξάρτητοι από τις διακυμάνσεις της κοινής γνώμης». Σε κατάσταση κρίσης: από τη μία, οξύνονται οι εγγενείς αντιφάσεις των θεσμών που νομιμοποιούνται σε εκλογικό επίπεδο, ελαττώνοντας την ικανότητά τους να λαμβάνουν τις αποφάσεις που απαιτεί η επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων· από την άλλη, η κοινή γνώμη έχει σημαντικότατες διακυμάνσεις, απειλώντας να στραφεί προς τις πιο ριζοσπαστικές λύσεις. Σήμερα, δυστυχώς, ο ριζοσπαστισμός φαίνεται να εκφράζεται από τις δυνάμεις τις άκρας δεξιάς!

Υπήρξε εποχή κατά την οποία εκείνο που θεωρούνταν απειλή για την κοινωνική τάξη και τις εκπολιτιστικές παραδόσεις του δυτικού πολιτισμού ήταν η «εξέγερση των μαζών». Στην περίοδο των τελευταίων τριών δεκαετιών (εποχή της παγκοσμιοποίησης) όμως, φαίνεται πως η πρωταρχική απειλή δεν προέρχεται από τις μάζες αλλά από εκείνους που βρίσκονται στην κορυφή της πυραμίδας. Βαθιά ριζωμένες στην πλανητική οικονομία και τις εξεζητημένες τεχνολογίες της, πολιτιστικά φιλελεύθερες, δηλαδή «μοντέρνες», «ανοιχτόμυαλες», θα λέγαμε «αριστερές», οι νέες ελίτ του αναπτυγμένου καπιταλισμού –αυτές που ελέγχουν τις διεθνείς ροές του χρήματος και της πληροφορίας– στον βαθμό που η εξουσία τους ενισχύεται και παγκοσμιοποιείται, εκδηλώνουν μια αυξανόμενη περιφρόνηση για τις αξίες και τις αρετές που, κάποτε, θεμελίωναν το δημοκρατικό ιδεώδες. Έγκλειστες μέσα στα πολλαπλά τους «δίκτυα», στους κόλπους των οποίων ζουν μονίμως «νομαδικά», βιώνουν τον εγκλεισμό τους, μέσα στον ανθρώπινα συρρικνωμένο κόσμο της Οικονομίας, σαν μια ευγενή, «κοσμοπολίτικη» περιπέτεια, ενώ καθημερινά, γίνεται όλο και πιο έκδηλη η δραματική ανικανότητά τους να κατανοήσουν αυτούς που δεν τους μοιάζουν: και πρώτα απ’ όλους τους καθημερινούς ανθρώπους της ίδιας της χώρας τους.

Όμως η μετάβαση προς τον Καισαρισμό σημαίνει ότι η Ιστορία επιστρέφει, με μια ριζική αλλά και άμορφη αποσυμπύκνωση του Πολιτικού, στη βιολογική εξέλιξη, ζωοποιείται, αφού μοιάζει να έχουν εξαφανισθεί τα πολιτικά προβλήματα και να προέχουν οι καθαρώς οικονομικοί, ήτοι ζωώδεις ανταγωνισμοί, η επικυριαρχία των οποίων όμως, στην εποχή της Παγκοσμιοποίησης, θα οδηγήσει πιθανότατα σε μια νέα έξαρση και πύκνωση του Πολιτικού, με πρωταγωνιστές τις δυνάμεις του «αίματος» – δηλαδή τους πένητες και τους αποκλεισμένους.

Διακρίνονται πλέον καθαρά αυτές οι εξελίξεις στην αναπτυγμένη Δύση.

Η σημερινή αυτή πολιτική ολιγαρχία του δυτικού κόσμου φαίνεται να χάνει προοδευτικά τον έλεγχο της μηχανής του συστήματος. Διαπιστώνεται η αποσύνθεση της κλασικής πολιτικής ολιγαρχίας, των παραδοσιακών κομμάτων – Δημοκρατικού, Ρεπουμπλικανικού, Σοσιαλιστικού κ.λπ.

Απέναντί της, έχουμε την ανάδυση νέων μορφών ακτιβισμού, νέα υποστήριξη της βίαιης και χυδαίας δημαγωγίας, μιας νέας μορφής πολιτικής χυδαιότητας και μιας υποκειμενικής βιαιότητας στην πολιτική πρόταση.

Αρκετοί αναζητούν μια μορφή ταξικότητας στις νέες εξελίξεις. Βεβαίως υπάρχει in senso lato. Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε όχι με τάξεις αλλά με τον μαζικό άνθρωπο που έχει δημιουργήσει η εξέλιξη της Παγκοσμιοποίησης. Οι μορφές της κοινωνικής διαπάλης που συγκροτούν το πολιτικό αντιπαρατίθενται άμεσα, ευθέως. Η αναγκαία διαμεσολάβηση σήμερα πραγματοποιείται κυριαρχικά από τα ακροδεξιά κόμματα και κινήματα. Αυτό είναι περισσότερο από εμφανές.

 *  *  *  *

Για να έχουμε πειστικές απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα είναι βέβαιον ότι χρειάζεται ενδελεχής και συστηματική μελέτη των όρων και των προϋποθέσεων κάτω από τους οποίους ασκήθηκε η πολιτική την εποχή της νεωτερικότητας και της ανάπτυξης του καπιταλισμού.

Οι δύο αιώνες που προηγούνται του 21ου, δηλαδή ο 19ος και ο 20ός, αποτελούν ίσως τους πρώτους αιώνες της ιστορίας που μπορούν να χαρακτηριστούν ως πολιτικοί αιώνες. Η περίοδος που αρχίζει με την αμερικανική και γαλλική επανάσταση συνεχίζεται με το δημοκρατικό και εργατικό κίνημα και φαίνεται να κλείνει με την κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων και με ότι αυτά για, εβδομήντα χρόνια, αντιπροσώπευσαν. Η περίοδος αυτή περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στην ανθρώπινη ιστορία επιφόρτισε την πολιτική με τον σημαντικότερο ρόλο για την επίλυση των ανθρωπίνων προβλημάτων και προκάλεσε, επί τα βελτίω αλλά και ενίοτε και επί τα χείρω, τη μαζική συμμετοχή των λαών στις πολιτικές δραστηριότητες.

Υπάρχουν δύο βασικές συνιστώσες που οδήγησαν στην πλήρη απαξίωση και τον ίδιο ακόμα τον όρο πολιτική.

Η πρώτη αφορά στην παταγώδη αποτυχία του όποιου «σοσιαλιστικού» πειράματος, προεξαρχούσης της απόλυτης χρεοκοπίας του σοβιετικού υποδείγματος και συμπεριλαμβανομένων των πειραμάτων στις αραβικές χώρες, στην Κίνα, την Κούβα, ακόμα και στην Ευρώπη όπου η σοσιαλδημοκρατία παρότι κατάφερε αρκετά πράγματα τελικά υποτάχθηκε πολύ εύκολα. Ο συγκλονισμός που υπέστη τεράστιος αριθμός ατόμων ανά την υφήλιο ήταν κάτι το πρωτόγνωρο.

Η δεύτερη αφορά στην αυξανόμενη απογοήτευση του κόσμου μπροστά στην έκδηλη ανικανότητα του συντηρητικού φιλελευθερισμού να ανταποκριθεί στοιχειωδώς στις υποσχέσεις του. Δημιούργημά του είναι η εξαφάνιση του πολιτικού, κοινωνικού, συλλογικού ορίζοντα, η εγκατάλειψη της ιστορίας, επιβεβαίωση του ταυτού.

Δημιούργημά του είναι η παγίδα της συναίνεσης ή η Δημοκρατία του Κέντρου (2) η οποία μετέθεσε τη λύση των πιεστικών προβλημάτων και ταυτόχρονα οδήγησε στην κρίση των ριζοσπαστικών προταγμάτων, στο φιλελεύθερο τέλος της ιστορίας, στη λοιδορία της συμμετοχής και στο έντονο δημοκρατικό έλλειμμα.

Δημιούργημά του είναι η σταδιακή κατάργηση του κοινωνικού κράτους, η επαναφορά του άγριου καπιταλισμού της παγκοσμιοποίησης, η απαξίωση της πολιτικής, η αδιαφορία και η απορία των ψηφοφόρων εμπρός στην κάλπη είναι τα αναμενόμενα συμπτώματα της απουσίας των συγκρούσεων.

Δημιούργημά του είναι επίσης η παγίδα της απώθησης των ρήξεων, μεταξύ άλλων, που προκάλεσε τη μετάλλαξη της ταυτότητας της αριστεράς, κόμματα και στελέχη της οποίας σύρθηκαν στη φαντασίωση της πραγμάτωσης μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας και πολιτικών «τρίτου δρόμου».

Το «Τέλος της Ιστορίας» ήταν και το τέλος του Πολιτικού με την έννοια του τέλους της δυνατότητας παρέμβασης του ενός Πόλου της Υποκειμενικότητας (λόγω της ήττας του εργατικού κινήματος) στα συμβαίνοντα στην σύγχρονη μαζικοδημοκρατία.

Επομένως το βασικό ερώτημα, πέρα από τις εύκολες αναλύσεις της υπάρχουσας κατάστασης, είναι το πως μπορεί να δημιουργηθεί εκ νέου ο πόλος της λαϊκής υποκειμενικότητας.

Παραπομπές

1) G.Agamben: Homo Sacer. Scripta 2005. Σελίδα 30.
2) Εκτενέστερα βλέπε: Κ .Μελάς: Ελλάδα 1990-2005: η πολιτική ως κυβερνητικό φαινόμενο. ΜR Σεπτέμβριος 2006.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!