του Σπύρου Παναγιώτου

Την περασμένη βδομάδα, η ισπανική εφημερίδα El Pais έδωσε στη δημοσιότητα τις επίσημες απαντήσεις των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ στους όρους που έθεσε η Ρωσία για το ξεπέρασμα της ουκρανικής κρίσης. Αν και δεν αποκαλύφθηκε κάτι περισσότερο από όσα είχαν δηλώσει αξιωματούχοι της Δύσης, στα δύο έγγραφα απορρίπτεται το αίτημα της Ρωσίας για μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, δίνονται όμως υποσχέσεις για προτάσεις αμοιβαίου αφοπλισμού. Πιο συγκεκριμένα, για υπογραφή νέας συμφωνίας σχετικά με την ανάπτυξη πυραύλων μικρού και μέσου βεληνεκούς και επικαιροποίηση της συμφωνίας για τους διηπειρωτικούς πυραύλους. Η Ουάσιγκτον δεσμεύεται επιπρόσθετα για μη εγκατάσταση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς σε Βουλγαρία και Ρουμανία και για καθιέρωση μηχανισμών επαφών και διαφάνειας σε επίπεδο ΟΑΣΕ και Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας.

Και ενώ η Ρωσία δεν έχει δώσει ακόμα την επίσημη απάντησή της στις προτάσεις ΗΠΑ-ΝΑΤΟ, και αμέσως μετά από μια άκαρπη τηλεδιάσκεψη μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών ΗΠΑ-Ρωσίας, ο πρόεδρος Μπάϊντεν ανακοίνωσε την ανάπτυξη 3.000 Αμερικάνων στρατιωτών στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα 2.000 Αμερικανοί στρατιώτες μεταφέρονται από τις ΗΠΑ στην Πολωνία και τη Γερμανία, ενώ άλλοι 1.000 μετακινούνται από τη Γερμανία στη Ρουμανία στα πλαίσια της περικύκλωσης της Ρωσίας από ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις. Νωρίτερα, στα τέλη Γενάρη, οι ΗΠΑ είχαν στείλει στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία, ανεβάζοντας σε πάνω από τα 2,4 δισ. δολάρια τις στρατιωτικές «επενδύσεις» στην Ουκρανία.

Η συνέχιση των προκλητικών δηλώσεων και ενεργειών της δυτικής συμμαχίας ήταν αναμενόμενο να προκαλέσει αντιδράσεις από τη Ρωσία. Ο μόνιμος Ρώσος αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ, Β.Νεμπένζια, απευθυνόμενος στις ΗΠΑ, δήλωσε ότι συμπεριφέρονται σαν να θέλουν να προκαλέσουν πόλεμο: «Δείχνετε σαν να απευθύνετε έκκληση για κάτι τέτοιο, το θέλετε και περιμένετε, ότι αυτό θα συμβεί, σαν να θέλετε να κάνετε τις εικασίες σας πραγματικότητα». Από την πλευρά του ο Λαβρόφ τόνισε ότι «αν το ενδεχόμενο πολέμου στην Ουκρανία εξαρτάται από τη Ρωσία, δεν θα υπάρξει πόλεμος». Με τη δήλωση αυτή αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο μιας κλιμάκωσης αν η δυτική συμμαχία δεν πάρει σοβαρά τις προειδοποιήσεις της Ρωσίας.

Ένα κομμάτι του αμερικάνικου πολιτικού κατεστημένου ιεραρχεί ως προτεραιότητα την απομόνωση της Ρωσίας και έτσι τη διαμόρφωση μιας νέας αρχιτεκτονικής δομής απόλυτου ελέγχου της ίδιας της Ε.Ε.

Διαβουλεύσεις ενώ μέσω αντιθέσεων στη δυτική συμμαχία

Και ενώ η κατάσταση παραμένει τεταμένη στα σύνορα της Ουκρανίας, σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται αλλεπάλληλες συσκέψεις μεταξύ των ηγετών των ΗΠΑ και των ισχυρών της Ε.Ε.

Τηλεδιάσκεψη πραγματοποιήθηκε μεταξύ Μπάιντεν και Μακρόν όπου ανακοινώθηκε πως συμφώνησαν ότι οι χώρες τους «θα παραμείνουν σε στενή επαφή και θα συνεχίσουν τις διαβουλεύσεις με τους συμμάχους στο NATO και τους εταίρους στην Ε.Ε.». Οι σκόπιμα ασαφείς δηλώσεις των δύο ηγετών συμπληρώθηκαν με εκείνες του Γάλλου υπουργού Εξωτερικών Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν στη γαλλική τηλεόραση, όπου σημείωσε «ότι δεν υπάρχουν, μέχρι στιγμής, ενδείξεις για επικείμενη στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας στη γειτονική της χώρα». Οι δηλώσεις αυτές είναι σε πλήρη αντίθεση με τη βεβαιότητα του Μπάιντεν και των αξιωματούχων του ότι «επίκειται ρωσική εισβολή».

Παράλληλα, έχει προγραμματιστεί για τις 7 Φλεβάρη συνάντηση μεταξύ του Μπάιντεν και του Γερμανού καγκελάριου Σολτς ο οποίος όμως προηγουμένως έχει προγραμματίσει συνάντηση με τον Πούτιν. Είναι ενδεικτικό του κλίματος που υπάρχει στην Ουάσιγκτον για την γερμανική ηγεσία, δημοσίευμα της Wall Street Journal που κατηγορεί το Βερολίνο ότι δεν αποτελεί πια αξιόπιστο σύμμαχο για τις ΗΠΑ. «Οι φθηνές εισαγωγές φυσικού αερίου και η εξαγωγή αυτοκινήτων στην Κίνα αποδείχθηκαν πιο σημαντικές για τη Γερμανία από τη δημοκρατική αλληλεγγύη των συμμάχων» σημειώνει η εφημερίδα και συνεχίζει με ένα δριμύ κατηγορώ σε βάρος της Γερμανίας που «δεν εξοπλίζει με όπλα την Ουκρανία και αποτρέπει αντίστοιχα την Εσθονία». Ειδική αναφορά κάνει η εφημερίδα και στον αγωγό Nord Stream 2, όπου διαπιστώνει ότι αποκλίνουν οι θέσεις των δύο χωρών και εγκαλεί τον καγκελάριο Σολτς που επιμένει σε «διαφοροποίηση μεταξύ πολιτικών παιχνιδιών και οικονομικών στόχων».

Ανεξάρτητα από το εάν οι αντιθέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας αναδειχθούν στις επίσημες ανακοινώσεις, αναδεικνύεται πολύμορφα ότι η δυτική συμμαχία διαπερνιέται από μια πολυδιάσπαση απόψεων στρατηγικού χαρακτήρα με αφορμή την υπόθεση της Ουκρανίας. Ένα κομμάτι του αμερικάνικου πολιτικού κατεστημένου ιεραρχεί ως απόλυτη προτεραιότητα την απομόνωση της Ρωσίας και δια αυτού του τρόπου τη διαμόρφωση μιας νέας αρχιτεκτονικής δομής απόλυτου ελέγχου της ίδιας της Ε.Ε. Η Ουκρανία αποτελεί το πρόσχημα και ταυτόχρονα την ευκαιρία δρομολόγησης ενός τέτοιου σχεδίου.

Με αυτή την έννοια, η εξώθηση της Ρωσίας στα άκρα και η αξιοποίηση μια μικρής κλίμακας εισβολής –που όχι εκ παραδρομής ομολόγησε ο Μπάιντεν- ως αφορμής για την επιβολή «πρωτοφανών» κυρώσεων κατά της Ρωσίας μοιάζει να είναι η κύρια επιλογή των ΗΠΑ. Μια τέτοια επιλογή όμως θα σημάνει τεράστια οικονομικά και ενεργειακά προβλήματα για τους ισχυρούς της Ε.Ε.

Πάνω σε αυτό το έδαφος αναπτύσσονται αγεφύρωτες προς το παρόν αντιθέσεις και ρωγμές, ενώ παραμένει άγνωστη η διατύπωση ενός εναλλακτικού σχεδίου από την Ε.Ε. για την υπόστασή της. Όχι τυχαία, καθώς ο γαλλογερμανικός άξονας δεν λειτουργεί πια αποτελεσματικά ενώ δεν έχουν υπάρξει διευθετήσεις κατανομής ισχύος και στο εσωτερικό της Ε.Ε.

Υπό αυτούς τους όρους, αντιτιθέμενες δυνάμεις με βαθιά ρήγματα οδηγούν τις εξελίξεις στην περιοχή μας προσδίδοντας μεγαλύτερους βαθμούς επικινδυνότητας.


Επικίνδυνη εμπλοκή της Ελλάδας

Η έντονη αντίδραση της ρωσικής πρεσβείας στην Ελλάδα με αφορμή δηλώσεις του απερχόμενου Αμερικανού πρέσβη Πάιτ και με την υποσημείωση ότι «κάποιοι θέλουν να εμπλέξουν την Ελλάδα σε περιπέτειες, που εξυπηρετούν τα σχέδιά τους για τον περιορισμό της Ρωσίας μέσω της δημιουργίας κρίσεων στα ρωσικά σύνορα», έφερε στο προσκήνιο την επικίνδυνη εμπλοκή της Ελλάδας στα παιχνίδια πολέμου των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ.

Τη στιγμή που η Τουρκία παρουσιάζεται ως αυτόκλητος μεσολαβητής της αποκλιμάκωσης της ουκρανικής κρίσης και ο Ερντογάν επισκέπτεται το Κίεβο έτοιμος να υπογράψει σημαντικές οικονομικές συμφωνίες, η Ελλάδα είναι έτοιμη όχι μόνο να συναινέσει στην πολεμική υστερία της Δύσης και να προσυπογράψει τις νέες κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, αλλά να καταστεί και κρίσιμη πύλη περικύκλωσης και μεταφοράς στρατιωτικού υλικού στην αυλή της Ρωσίας.

Η βάση της Σούδας αποτελεί το επίκεντρο επιχειρήσεων συλλογής πληροφοριών και  στήριξης αεροπορικών στρατιωτικών αποστολών, ενώ το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης κρίσιμο πυλώνα διακίνησης δυνάμεων και υλικού που παρακάμπτουν τα στενά των Δαρδανελίων. Να θυμίσουμε ότι στο όχι πολύ μακρινό 2008, κατά τη διάρκεια της κρίσης στη Ν.Οσετία και Αμπχαζία, η Τουρκία αρνήθηκε να άρει τους περιορισμούς και να επιτρέψει την απρόσκοπτη διέλευση αμερικανικών πολεμικών στη Μαύρη Θάλασσα. Σήμερα η Ελλάδα είναι πρόθυμη να παράσχει τις αναγκαίες εξυπηρετήσεις στις ΗΠΑ με βάση τη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας που υπογράφτηκε. Και έτσι να αποτελέσει στόχο σε μια γεωπολιτική αντιπαράθεση μεγάλης κλίμακας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!