Του Θεόδωρου Τσελεπή

 

Και να, λοιπόν, που η διαπραγμάτευση ξεκίνησε. Για πρώτη φορά σε τούτο τον τόπο, μια κυβέρνηση και μάλιστα Αριστερή, λέει στην Ευρώπη «Mνημόνιο και λιτότητα τέλος».

Για πρώτη φορά ο ελληνικός λαός στηρίζει μια κυβέρνηση, έχοντας την ελπίδα πως θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Πως δεν θα κάνει πίσω. Πως θα προσπαθήσει να πετύχει όσα περισσότερα μπορεί. Μετά από πολύ καιρό, ο ελληνικός λαός νιώθει περήφανος. Τα προηγούμενα χρόνια είχε ακούσει τα πάντα. Πως όλοι φταίμε. Πως όλοι μαζί τα φάγαμε. Πως είμαστε λαός διεφθαρμένος. Πως όλοι τα παίρναμε. Πως δημόσιος υπάλληλος ίσον κηφήνας, τεμπέλης και χαραμοφάης. Το αίσθημα της συνενοχής και ο κοινωνικός αυτοματισμός πέρασαν. Ο λαός τσακισμένος έσκυβε το κεφάλι και δέχονταν απανωτά χαστούκια. Τώρα βλέπει πως υπάρχει ελπίδα. Και ανασαίνει. Κι ελπίζει. Και η αποδοχή και η συμπάθεια προς την κυβέρνηση έχει εκτοξευτεί στα ύψη. Πολλαπλάσια η δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα από τα ποσοστά του των τελευταίων εκλογών. Και το ξέρουν αυτό και η κυβέρνηση και οι δανειστές μας. Πού θα οδηγήσει όμως αυτή η διαπραγμάτευση; Μέχρι πού θα το φτάσει η κυβέρνηση; Μέχρι πού θέλει ο ελληνικός λαός να μην κάνει πίσω η κυβέρνηση;

Τα συναισθήματα ποικίλλουν. Σαν ασανσέρ ανεβοκατεβαίνουν. Τη μια στιγμή ανεβαίνουν στον έβδομο, όταν βλέπουν τον Βαρουφάκη να «σκοτώνει» την τρόικα και να στέλνει τον Ντάισεμπλουμ στην ευχή του Θεού. Και αμέσως μετά, κατεβαίνει στο ισόγειο ακούγοντας την απόφαση της ΕΚΤ να μη δέχεται ως ενέχυρο τα ελληνικά ομόλογα. Και κάπως έτσι θα πορευτούμε μέχρι το τέλος.

Τι θα θεωρήσουμε όμως επιτυχία σε μια διαπραγμάτευση που μόλις ξεκίνησε; Έχω την αίσθηση πως ο καθένας από εμάς, θα κρίνει την κατάληξη των διαπραγματεύσεων, με βάση τις προσδοκίες του και τις συνέπειες που θα έχει στη ζωή του το αποτέλεσμα. Με βάση τις συνέπειες που θα έχει ή φαντάζεται πως θα έχει ο καθένας στη ζωή του, στηρίζει και την προσπάθεια της κυβέρνησης.

Είμαι ο τελευταίος που έχει δικαίωμα να φωνάζει «μέχρι το τέλος». «Μην κάνετε πίσω, μη φοβηθείτε». Είμαι ο τελευταίος που έχει δικαίωμα να λέει στο διπλανό του «είναι η ευκαιρία ν’ αλλάξουν όλα αρκεί να μη φοβηθούμε». Όχι γιατί φοβάμαι. Αλλά γιατί δεν έχω τίποτε να χάσω. Γιατί δεν έχω σπίτι να χάσω, δεν έχω δουλειά να χάσω, δεν έχω καταθέσεις να χάσω. Έτσι, από θέση ισχύος, αυτή του ανθρώπου που δεν φοβάται να μη χάσει τίποτε, γιατί δεν του έμεινε τίποτε να χάσει, μου είναι «εύκολο» να ζητώ από την κυβέρνηση να μην κάνει πίσω. Οι υπόλοιποι όμως; Μέχρι πού είναι διατεθειμένοι να φτάσουν; Όσοι φοβούνται να μη χάσουν μια δουλειά έστω των 500 ευρώ; Μια σύνταξη της μαμάς των 700 ευρώ που προσφέρει και στον ίδιο ένα πιάτο φαΐ; Την απάντηση μου την έδωσε ο κολλητός μου: «Ρισκάρω περισσότερα από εσένα. Για ένα και μόνο λόγο. Για να μπορούμε να πηγαίνουμε παρέα για ψάρεμα. Γιατί μπορώ να πηγαίνω μόνος μου. Πήγα κάνα δυο φορές τότε που δεν είχες για βενζίνη και δόλωμα. Δεν είναι το ίδιο. Θέλω να μπορείς να έρχεσαι μαζί μου. Γι’ αυτό δεν πρέπει να κάνουν πίσω».

 

[email protected]

www.facebook.com/TheodorosTselepis

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!