Το πολιτικό σύστημα αφουγκράζεται την αστάθειά του και αναζητά τρόπους θωράκισης και αναπαραγωγής. Μπορεί να μη ζούμε τη στιγμή μιας έντονης αμφισβήτησής του, εντούτοις ο κίνδυνος παραμένει διαρκής. Γιατί αν αναλογιστούμε τις εξελίξεις σε όλα τα πεδία και σε βάθος χρόνου, μάλλον οι θύελλες θα χαρακτηρίσουν την κατάσταση και όχι η κοινωνική νηνεμία. Το αφήγημα της κανονικότητας θα φάει τα ψωμιά του και η δυσφορία –τώρα σιωπηλή– θα ξετρυπώσει και θα δημιουργήσει περιπλοκές. Οι τελευταίες κινητοποιήσεις στα νησιά με αφορμή το μεταναστευτικό δείχνουν ότι οι συναινέσεις δεν είναι δεδομένες. Η ομιλία Μητσοτάκη αξίζει λοιπόν να διαβαστεί ως μια πολιτική στρατηγική για τη διαχείριση αυτού του μπερδεμένου τοπίου.

ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΗΤΟ «τέλος της μεταπολίτευσης» επιδιώκεται να καταγραφεί τελεσίδικα ως το κλείσιμο ενός κύκλου όπου η αμφισβήτηση ξεπέρασε όρια και συμβόλαια, ανέτρεψε ισορροπίες, βραχυκύκλωσε το καθεστώς διαχείρισης με την άμεση και ενεργητική εισβολή της κοινωνίας στο πολιτικό πεδίο. Εν προκειμένω, μέσα από την ταύτιση τρομοκρατίας και ριζοσπαστισμού επιχειρείται να περιφρουρηθεί το «δημοκρατικό παιχνίδι» από τέτοιες παρεμβολές και εντάσεις. Να τις ενοχοποιήσει ως «προθάλαμους» και «μήτρες» μεγάλων κακών. Όμως ο ριζοσπαστισμός δεν ήταν και δεν είναι απλά κάποια μαζικά «παρών» της κοινωνίας. Είναι όταν προτάγματα βαθύτερα και ανταγωνιστικότερα ξεπερνούν τις συνηθισμένες οικονομικές διεκδικήσεις, ενώνουν και δημιουργούν μεγάλα κοινωνικά μπλοκ. Το αντιμνημονιακό κίνημα της προηγούμενης περιόδου ήταν μια τέτοια πρόσφατη περίπτωση. Γι’ αυτό και ο Μητσοτάκης, αναφερόμενος στο σήμερα, δεν ξεχνά «το δηλητήριο του λαϊκισμού» ή όσους «θεωρούν ότι οι υπαρκτές αδυναμίες του πολιτικού συστήματος θα λυθούν, τελικά, έξω από το πλαίσιο λειτουργίας του». Γι’ αυτό και κάθε αντίδραση τσουβαλιάζεται χονδροειδώς ως τρισκατάρατη βία, ενώ με ένα ταχυδακτυλουργικό τρόπο μεταλλάσσεται έως τις ακραίες και κολάσιμες εκδοχές: «Η γροθιά έγινε ρόπαλο, το ρόπαλο μολότοφ και η μολότοφ καλάσνικοφ… Η παράνομη διαμαρτυρία σε μία σχολή μετατράπηκε εύκολα σε μία κατάληψη ενός ξένου κτιρίου. Και ύστερα –πολύ εύκολα– σε γιάφκα παρανομίας, συχνά σε συνεργασία με το κοινό ποινικό έγκλημα.» Πρέπει λοιπόν οι συνειδήσεις και η κοινή γνώμη, στην οποία συχνά αναφέρεται, να πειστούν για το βέβαιο αυτών των μετατροπών, να απομονώσουν καθετί που δεν είναι «εκλογές-κομματικό παιχνίδι-μεταδημοκρατία» και βασικά να κάτσουν στ’ αυγά τους.

Κάθε αντίδραση τσουβαλιάζεται χονδροειδώς ως τρισκατάρατη βία και με ένα ταχυδακτυλουργικό τρόπο μεταλλάσσεται έως τις ακραίες και κολάσιμες εκδοχές: «Η γροθιά έγινε ρόπαλο, το ρόπαλο μολότοφ και η μολότοφ καλάσνικοφ»

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα που συνήθως δεν αναδεικνύεται. Το «σχήμα Μητσοτάκη» δεν επιβιώνει μόνο του, ούτε λειτουργεί αυτόνομο ως νουθεσία, κήρυγμα και προειδοποίηση στην κοινωνία. Η πολιτική στρατηγική υπολογίζει και τους υπόλοιπους παίκτες του πολιτικού συστήματος. Έτσι, από τη μια διαμορφώνεται ένας δεξιός πόλος που προβάλει με κάθε ευκαιρία τον «κίνδυνο της τρομοκρατίας» και από την άλλη ένας αριστερός (ΣΥΡΙΖικός αλλά όχι μόνο) που τροφοδοτεί διαρκώς τη συζήτηση για τον «κίνδυνο του φασισμού», πολύ συχνά με περιφρονητικό τόνο απέναντι στην κοινωνία που συντηρητικοποιείται. Πρόκειται για έναν διαφορετικό τρόπο που όμως κι αυτός βάλλει συμπληρωματικά κατά της δυνατότητας της κοινωνίας να αντιστέκεται. Γιατί δεν έχει περάσει και πολύς καιρός απ’ όταν ο Τσίπρας μίλησε για τον «ετερόκλητο όχλο». Όχι μόνο η δεξιά αλλά και η αριστερά θέλει τα πράγματα πιο νοικοκυρεμένα.

ΤΙ ΘΑ ΒΡΕΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ η προσπάθεια επιβολής «τάξης και ασφάλειας» που οραματίζεται ο Μητσοτάκης; Γιατί όταν δημιουργούνται ειδικά επιτελεία γι’ αυτό («Η χώρα θα αποκτήσει Εθνική Στρατηγική για την Καταπολέμηση της Τρομοκρατίας και του Βίαιου Εξτρεμισμού. Στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ιδρύεται Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας… με αιχμή του ενδιαφέροντός του τη ριζοσπαστικοποίηση που τροφοδοτεί την τρομοκρατία»), τότε η σύγκρουση θα χοντρύνει. Δεν είναι καθόλου παράξενο, η αγωνιώδης αναζήτηση μιας ριζοσπαστικής διεξόδου σε ένα περιβάλλον πολιτικής αδυναμίας και πραγματικής δυσκολίας να ανοιχτούν ελπιδοφόροι δρόμοι, να δημιουργήσει μια νέα γενιά τρομοκρατίας. Άλλωστε η διαρκής επίκλησή της από διάφορους κύκλους –αυτοεκλπηρούμενη προφητεία;– που έχουν κάθε συμφέρον από μια τέτοια όξυνση  προσφέρει χώρο σε διάφορους υποψήφιους. Τελικά η «ασφάλεια» –σαν αφήγημα και σαν πρακτική– δημιουργεί γόνιμο έδαφος για την αποσταθεροποίηση. Γιατί δεν είναι λίγες οι φορές όπου ένας εξτρεμιστικός μηδενισμός (κομμάτι κι αυτός ενός ευρύτερου και χρόνια καλλιεργούμενου ατομικιστικού κυνισμού τού «όλα επιτρέπονται») προβάλλεται με χρώμα αυτονομίας και αντιεξουσιαστικότητας. Έτσι, με τη συνέργεια και των δύο πόλων του πολιτικού συστήματος φτάνουμε σε ένα δίπολο ανάμεσα στην «τάξη» από τη μια μεριά και σε αντιδράσεις αυτοαναφορικές και περιφρονητικές προς την κοινωνία από την άλλη. Δεν μοιάζει μέσα από αυτό να μπορούν να αναζητηθούν προχωρήματα. Υπάρχουν όμως και άλλα σενάρια.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!