Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Υπουργών Άμυνας της 19ης Νοέμβρη αποφάσισε να εγκρίνει μια σειρά έργων στα πλαίσια της Μόνιμης Διευρυμένης Συνεργασίας (PESCO) που προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισσαβόνας. Αξίζει να σημειωθεί πως για τη λειτουργία της PESCO δεν προβλέπεται ελάχιστος αριθμός κρατών-μελών που συμμετέχουν, ενώ οι αποφάσεις δε λαμβάνονται με ομοφωνία, αλλά με ενισχυμένη πλειοψηφία. Έτσι το σύνολο των σχετικών έργων που αφορούν στην Κοινή Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας ανέρχεται πλέον στα 34, σε 14 από τα οποία εμπλέκεται και η Ελλάδα.

Ανάμεσα στα νέα έργα που συμφωνήθηκε να προωθηθούν είναι και η ίδρυση Κοινής Ευρωπαϊκής Σχολής Πληροφοριών, έργο το οποίο πρότεινε και ανέλαβε να υλοποιήσει η Ελλάδα, σε συνεργασία με την Κύπρο.

Το βάθεμα της κρίσης της Ε.Ε. σε συνδυασμό με τις εμπειρίες της Ένωσης από το προσφυγικό, την κρίση των σχέσεων με τη Ρωσία, τις πολεμικές συρράξεις, τα τρομοκρατικά χτυπήματα, αναγκάζουν την Ένωση να προωθήσει την ολοκλήρωση της δίνοντας βαρύτητα στην άμυνα, την ασφάλεια και κατ’ επέκταση και στην αντικατασκοπία. Ειδικά σε ότι αφορά το τελευταίο, δεν μπόρεσαν να γίνουν βήματα μέχρι στιγμής λόγω των πιέσεων που ασκούσε η Βρετανία, η οποία συμμετέχει στη συμμαχία πληροφοριών «Five Eyes» μαζί με τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Τα αντιπαραθετικά σχέδια σε ότι αφορά τον τομέα των πληροφοριών είναι αυτό που οδήγησε στο να γίνει δεκτή –σε αρχικό στάδιο– η δημιουργία μιας τέτοια σχολής, με τη συνεργασία-επίβλεψη του ΝΑΤΟ. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως το πολιτικό περιοδικό Politico που μετέδωσε την είδηση για την ίδρυση της σχετικής σχολής, ανέφερε πως η ανάθεση του συγκεκριμένου έργου σε δυο χώρες που έχουν τόσο καλές σχέσεις με τη Ρωσία, είναι εξαρχής προβληματική και πιθανόν να μη προχωρήσει.

Εγχώρια, η είδηση έγινε δεκτή με σειρά δημοσιευμάτων και τοποθετήσεων τα οποία έκαναν λόγο για σχολή κατασκόπων τύπου ΘουΒου, τις οποίες ακολούθησαν «ψύχραιμες» τοποθετήσεις για απλή αναβάθμιση του υπάρχοντος σχολείου πληροφοριών των Ενόπλων Δυνάμεων. Και οι δύο απόψεις, η πρώτη μέσω γραφικότητας και φαιδρότητας, η δεύτερη μέσω της «άνεσης και της ψυχραιμίας» οδηγούν στην υποβάθμιση του ζητήματος. Και το ερώτημα δεν μπορεί να είναι άλλο από το εξής: Σε μια χώρα στην οποία οι ξένες υπηρεσίες λειτουργούν ανενόχλητες και ο Αμερικανός πρέσβης αλωνίζει, που εφαρμόζονται μεγάλοι γεωστρατηγικοί ανταγωνισμοί, που δέχεται προκλήσεις και πιέσεις από γειτονικές χώρες, η παρούσα εξέλιξη είναι θετική ή είναι ένα ακόμη εργαλείο στα χέρια των μεγάλων παιχτών;

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!