“Καλύτερα να μην ταξιδεύεις παρέα με έναν νεκρό” – Henri Michaux.

Του Μάκη Μαλαφέκα

 

Τα μέρη στα οποία τους συναντάς συνωστισμένους μοιάζουν με σικ νεκροταφεία ή μάλλον νεκροτομεία, καθώς μόνον εκεί μπορεί κανείς να δει τα πτώματα σε όλον τους τον παγερό ρεαλισμό, έξω από μνήματα και ανθοστόλιστες κλίνες. Λευκά καλώδια ακουστικών κρέμονται κάποιες φορές από τ’ αφτιά τους ή απ’ το ένα τους αφτί, σαν ξεχασμένες γάζες μιας μούμιας που σηκώθηκε, αλλά που ποτέ δεν μπόρεσε να απελευθερωθεί (να αποσυνδεθεί!) απ’ τη φριχτή της μοίρα.

Αυτοματοποιημένα ανδρείκελα, επιμελή ομοιώματα «καλλιτεχνικών φυσιογνωμιών», κινούνται άψυχα στον χώρο σαν ρομπότ με αποφορτισμένες μπαταρίες, σαν περιφερόμενες μορφές καταραμένων που αδυνατούν να εκφράσουν το παραμικρό αυθεντικό συναίσθημα μπροστά στην όποια απτή, μη θεαματική πραγματικότητα.

Στα σημαντικά «ιβέντς», συγκεντρώνονται κατά κοόρτεις σε χώρους κλειστούς και αποκλειστικούς, προστατευόμενοι από εξίσου ανέκφραστους σεκιουριτάδες των οποίων θα έλεγες ότι έχουν αφαιρεθεί όχι μόνον οι τρίχες του κρανίου, αλλά και οι βολβοί των ματιών.

Χοροί βρικολάκων και συνεστιάσεις ζωντανών-νεκρών (δικαίως έχουν υιοθετήσει τον συμβολισμό της νεκροκεφαλής και την αρέσκεια των ταριχευμένων ζώων), υποτιθέμενων μποέμ και ελευθεριακών, που φορούν στρατιωτικά ρούχα ως «πολιτικά», αλλοτινό σύμβολο λιποταξίας, μα πάνω στα δικά τους ψυχρά σώματα κυνική δήλωση μιας νέας στοίχισης, ενός νέου μιλιταρισμού, μιας νέας μακάβριας παρέλασης. Θαρρούν πως κρατούν στα τρεμάμενα χέρια τους τα ινία κάποιου «χώρου», κάποιας «σκηνής», κάποιας «πρωτοπορίας», και ότι καταναλώνουν ουσίες για να ξεχνούν ότι υποφέρουν.

Η αλήθεια είναι πως κρατούν διαρρηγμένους ιστούς αράχνης ενός ανυπόστατου χώρου και μιας κενής πασαρέλας, ότι ο βηματισμός τους αρμόζει σε επιτάφια ακολουθία, κι ότι οι ανούσιες αυτές ουσίες μόνο τους βοηθάνε να ξεχνούν ότι διόλου δεν υποφέρουν, όπως ίσως θα όφειλαν αν ήταν όντως καλλιτέχνες. Ότι τους διευκολύνουν να συγχωρούν στους εαυτούς τους, να παραβλέπουν και γλυκά να λησμονούν την παντελή ανυπαρξία ουσιαστικών αναφορών, το δραματικό έλλειμμα καλλιτεχνικού ήθους, την αποκρουστική απουσία οποιασδήποτε ζωτικής ενέργειας και ζωοδότριας δύναμης.

Γνώστες του τίποτα και αποτιμητές του καθόλου, αποστεωμένοι τεχνοκριτικοί του ανάλαφρου τσουλουφιού, μονότονοι παπαγάλοι του «concept» και του «project», μπλουζάκια με αγιογραφίες φαντασμαγορικών μανεκέν που άδεια κινείστε στον χώρο, μην νομίζετε, και μην γελιέστε… Η τέχνη πάντοτε επιζεί, και πάντοτε συμβαίνει. Η τέχνη είναι πάντοτε αλλού, να κατοικεί στους αδυσώπητους και αβέβαιους κόσμους των ζωντανών.

 

 

Εικόνα: Ranxerox, η επιστροφή. Liberatore/Tamburini, 1982.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!