Με αφορμή την έκδοση των δύο τελευταίων βιβλίων του, στα οποία προσεγγίζονται κρίσιμα προβλήματα του Τόπου μας, το ένα υπό τον τίτλο: «Οι αξιακές συντεταγμένες του Ελληνισμού: αντίδοτο στην παρακμή» (εκδ. Ταξιδευτής), το άλλο υπό τον τίτλο: «Ανοιχτή συζήτηση – Ιοκάστη/Πατρίδα – Το Εμφύλιο και το Μετεμφύλιο άγος» (εκδ. Gutenberg), ο Λαοκράτης Βάσσης απάντησε σε ερωτήσεις του Δρόμου, που έχουν στο επίκεντρό τους τη ζητούμενη στρατηγική του Ελληνισμού στους δύσκολους, όπως γράφει ο ίδιος, νεοταξικούς καιρούς μας:

Στην εισαγωγή του βιβλίου σας «Οι αξιακές συντεταγμένες του Ελληνισμού: αντίδοτο στην παρακμή» κάνετε λόγο για «κίβδηλη κανονικότητα». Διαβάζουμε εκεί: «Η κανονικότητά τους δεν είναι ένα συγκυριακό επικοινωνιακό πέπλο, πίσω απ’ το οποίο θέλουν να κρύψουν (παλιός δικομματισμός) την ενοχή τους για τη Χρεοκοπία και τη συνενοχή τους (νέος δικομματισμός) για την άγονη διαχείρισή της. Αλλά ένα πολύ μονιμότερο ιδεολογικό υπόδειγμα υποτέλειας, στο οποίο προσπαθούν να μας εθίσουν». Μπορείτε να μας αναλύσετε περισσότερο αυτή σας τη θεώρηση;

Για τον «ιδεολογικό νεο/ραγιαδισμό» του καιρού μας, η πραγματικότητα που προέκυψε απ’ τη Χρεοκοπία (2010), με συνακόλουθή της τη μετανεωτερική αποικιοποίησή μας, είναι η νέα εθνική… κανονικότητά μας. Όπως την ορίζουν οι μακροχρόνιες, έως και ενός αιώνα, υπερσυνταγματικές ρήτρες των Μνημονίων, δικής μας «ιδιοκτησίας». Κι όπως τη χαρακτηρίζουν οι ξεπουλημένες στους επικυρίαρχους του ευρωδυτικού κεφαλαίου «επενδυτές» κερδοφόρες υποδομές του Τόπου μας (Λιμάνια, Αεροδρόμια, Σιδηρόδρομος), όλες χρυσοπληρωμένες απ’ το υστέρημα του λαού μας. Αλλά και άλλες πλουτοφόρες πηγές μας, όπως οι «Υδρογονάνθρακες» για παράδειγμα, ή τα τεράστιας αξίας «Φιλέτα γης», ακόμα και σε προστατευόμενες περιοχές (Natura). Όπου, μάλιστα, κάποιες «ιδιωτικοποιήσεις», όπως ψευδωνύμως αποκαλούνται, είναι ξεδιάντροπα ξεπουλήματα κατευθείαν σε κρατικούς Οργανισμούς των Ευρω/εταίρων μας.

Αυτή, λοιπόν, η «κανονικότητα» της νεο/αποικιακής υποτέλειάς μας είναι μια «κίβδηλη κανονικότητα», στην οποία προσπαθούν να μας εθίσουν, επικαλύπτοντας με περισσεύουσα επικοινωνιακή χρυσόσκονη τα όσα επί της ουσίας την ορίζουν και τη χαρακτηρίζουν. Με προέχουσα, πάντοτε, στόχευση τη νομιμοποίησή της, με όρους απενοχοποιητικής αποκατάστασής της στη συνείδηση του κόσμου, μαζί, προπαντός, με την απενοχοποιητική αποκατάσταση, ως και… υμνητική, του ένοχου (μεταπολιτευτικός δικομματισμός) και συνένοχου (τριτομνημονιακή Συριζική Αριστερά) Πολιτικού μας Συστήματος.

Ποια η εκτίμησή σας για την πορεία αυτής της νομιμοποιητικής προσπάθειας, αλλά και για το μέλλον της «κίβδηλης», όπως την αποκαλείτε, «κανονικότητάς» μας;

Μετά τη στρατηγική αναδίπλωση του ΣΥΡΙΖΑ (ανατροπή Δημοψηφίσματος, τρίτο Μνημόνιο, διαχειριστική συμμετοχή στο Σύστημα Διακυβέρνησης), δεν έχει ακόμη υπάρξει, «εδώθε» του ΚΚΕ, σοβαρός αριστερός αντιπολιτευτικός πόλος, με εθνικής εμβέλειας εναλλακτικό λόγο: πολιτικής, ιδεολογικής και πολιτιστικής ηγεμονίας. Υπάρχουν μόνο διάσπαρτες και ασυντόνιστες «εστίες αντίστασης», που είναι εκφραστικές και σηματοδοτικές του πολύ ανθεκτικού (ακόμη!) ανεξαρτησιακού αξιακού υπόβαθρου της συνείδησης του λαού μας.

Παρά ταύτα, χωρίς δηλαδή σπονδυλωμένη εναλλακτικότητα, ούτε η νομιμοποίηση επιτυγχάνεται, ούτε οι διαχειριστές της «κίβδηλης κανονικότητας», αυτουργοί και συναυτουργοί της Χρεοκοπίας και των συνεπαγόμενών της, μπορούν, ενώ… βοούν τα ξεπουλήματα και οι μακροχρόνιες «ρήτρες», να διεκδικούν άλλο ρόλο – ό,τι κι αν «παριστάνουν», πέραν του… διαχειριστή και του διαμεσολαβητή ανάμεσα στον λαό και στους «επικυρίαρχούς» μας. Γιατί ο λαός μας, με εγχαράξεις από ματωμένες μνήμες αιώνων στο πολιτιστικό του κύτταρο, ξέρει καλά πως η χανάκα (Βάρναλης: «λευτεριά της χανάκας και του ξύλου»), που του πέρασαν στο λαιμό με τα Μνημόνια της νεο/αποικιοποίησής μας (και που έκτοτε δεν έχει… βγει, ούτε επί Τσίπρα, με το τέλος των «Μνημονιακών Προγραμμάτων», ούτε επί Μητσοτάκη, με το τέλος της «Ενισχυμένης Εποπτείας»!), δεν είναι… χαϊμαλί, όπως το βλέπουν οι «Αδώνηδες», για να το φοράει και να καμαρώνει.

Με τον άλλο ρόλο να προϋποθέτει εθνική στρατηγική ρήξης με τη «λογική» που έφερε «τη μετανεωτερική υποτέλειά μας, εντός, μάλιστα, Ευρωζώνης – τη ληστεία μισθών και συντάξεων – τα ξεπουλήματα σε Ευρω/εταίρους- τις «ρήτρες» υποθήκευσης ως και ενός αιώνα…». Κι όσο, εννοείται, αργεί αυτή η «άλλη στρατηγική», τόσο και παγιώνεται η «κίβδηλη κανονικότητα» των νεο/ιστορικών απο/ταυτοποιήσεων και της απο/εθνοποιητικής ευρω/προσαρτηματικότητας, με ό,τι αυτό σημαίνει για το εθνικό μας μέλλον.

Μόνο αν αναγνώσουμε τη Χρεοκοπία ως έχει, με όλα της δηλαδή τα επαχθή φορτία των νεο/αποικιακών εφαρμογών στο εθνικό μας κορμί, αλλά και την Παρακμή όπως επελαύνει, θα μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε την οριακότητα στην οποία έχουμε περιέλθει ως Ελλαδική οντότητα και ως Ελληνισμός

Στις επίμονες αναζητήσεις αυτής της «άλλης στρατηγικής», στα δοκίμιά σας, όπως προϊδεάζουν και οι τίτλοι τους, προτάσσετε την πολιτιστική της διάσταση και την πολιτιστική της θεμελίωση. Μπορείτε να μας μιλήσετε γι’ αυτήν την «πρόταξη»;

Η ιστορία του Ελληνισμού, που τη διαπερνά διαχρονικά η αντίθεση «Ανατολή-Δύση», είναι γεμάτη από μεγάλες πνευματικές διαμάχες. Όπως, πολύ ενδεικτικά, οι σχετικές, παλαιόθεν, με τον «αττικισμό» ή με την «ασυνεχή συνέχεια» της μετάβασης στον Χριστιανισμό. Αλλά κι αυτές της Βυζαντινής περιόδου: «εικονομάχοι-εικονολάτρες», ή «ενωτικοί-ανθενωτικοί», ως τις Νεοελληνικές: «καθαρευουσιάνοι-δημοτικιστές». Όπου, ανεξαρτήτως επιφαινομένων, οι κυριότερες έχουν στο βάθος τους «ιδεολογικό» και «ταυτοτικό» περιεχόμενο.

Είναι, μάλιστα, ιδιαιτέρως χαρακτηριστική, για να έρθουμε στα πολύ… δικά μας, η πολιτιστική αμηχανία της Μεταπολίτευσης, με τις συγκαλύψεις και τις επικαλύψεις της. Όπως, πολύ ενδεικτικά και πάλι, αναγιγνώσκεται: στις βαθύτερες αμφισημίες του Ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας, με σύγχυση, το λιγότερο, ανάμεσα στην ευρωπαϊκότητα και στην ευρω/προσαρτηματικότητα. Αλλά και η μετέωρη φιλοσοφία των «Εκπαιδευτικών Μεταρρυθμίσεων», απ’ την πρώτη, επί Ράλλη, ως την τελευταία, επί Κεραμέως, που προωθεί, υπό εκσυγχρονιστικό μανδύα, τον βαθύτερο ιδεολογικό εκδυτικισμό της εθνικής μας παιδείας. Κι όπως, ακόμη χαρακτηριστικότερα, αναγιγνώσκεται στην έρπουσα και παγιδευτική διπολική αντιπαράθεση ανάμεσα στον «νοσηρό ελληνο/κεντρισμό», με όλα τα ανορθολογικά ρεύματα της εθνοκεντρικής ομφαλοσκοπίας, εν οίς και τα τοξικο/φυλετικά, και τον «νοσηρό αντι/ελληνοκεντρισμό», με όλα τα απο/εθνοποιητικά ρεύματα της νεοταξικής α-τοπίας. Τα οποία, με έμβολο τον επιστημονικοφανή νεοϊστορικό αναθεωρητισμό και τις ιδεολογηματικές παραναγνώσεις του –όπως, επί παραδείγματι, αυτές: της άρνησης της ιστορικής συνέχειας του ελληνικού έθνους και του εθνο/γενετικού (αντί, προφανώς, εθνο/αναγεννητικού!) χαρακτήρα της Ελληνικής Επανάστασης του ’21– επιχειρούν, εκμεταλλευόμενοι και τις γνωστές προβληματικότητες της εθνικής ιδεολογίας, αν όχι τις κακές «μνήμες» της περισσότερο, να «ανακατασκευάσουν» κατά το ευρωπαϊκό πρότυπο το εθνικό μας «πρόσωπο» (να γίνουμε Ευρωπαίοι!).

Οπότε, τούτων όλων δοθέντων, προπαντός των τελευταίων, που, απ’ τη Σημιτική κυρίως περίοδο και εντεύθεν, άρχισαν να προωθούνται, αδήλως πάντοτε, ως υποκατάστατα «εθνικής ιδεολογίας», καθίσταται προφανής ο λόγος πρόταξης, στις δοκιμιακές αναζητήσεις μου, της πολιτιστικής διάστασης και της πολιτιστικής θεμελίωσης της «άλλης στρατηγικής» του Ελληνισμού σε τούτη τη δύσκολη ανηφοριά του αιώνα μας. Μια πρόταξη, όμως, κριτική/διεμβολιστική, τόσο της αντίθεσης «Παλιά εθνική ιδεολογία – Υποκατάστατη εθνική ιδεολογία», όσο, πολύ περισσότερο, του παγιδευτικού δίπολου «νοσηρός ελληνοκεντρισμός-νοσηρός αντι/ελληνοκεντρισμός», που είναι, ως έρπουσα και ακραία εκδοχή, η κατευθείαν προέκτασή της.

Με τη σωστή «επανανάγνωση» από όλο τον διανοούμενο κόσμο, ιδίως απ’ την Αριστερά, της σχέσης με το «εθνικό/λαϊκό» και το «πολιτιστικό/ταυτοτικό», υπό, μάλιστα, τον ισοπεδωτισμό της νεο/ταξικής παγκοσμιοποίησης, αλλά και τις προκαλούμενες εθνικές «αντιδράσεις» και εθνικιστικές «αναδιπλώσεις», να ανήκει στα πολύ κρίσιμα ζητούμενά μας. Κι όπου, οι «αριστερές επαναναγνώσεις», άλλο μεγάλο ζητούμενο κι αυτό, προφανώς και δεν μπορεί να νοηθούν χωρίς κοινωνική «οπτική» και κοινωνική «σήμανση».

Πριν περάσουμε, για μια πρώτη προσέγγιση, στο άλλο σας βιβλίο, την «Ιοκάστη/Πατρίδα», θα θέλαμε να αναφερθείτε στη συσχέτιση «Χρεοκοπίας – Παρακμής – Αξιακών Συντεταγμένων – Πολιτιστικού Αντίδοτου», που είναι δεσπόζουσα στις αναλύσεις των πολιτιστικών δοκιμίων σας. 

Η Χρεοκοπία και η Παρακμή είναι κρίσιμα κλειδιά για τη σωστή ανάγνωση της εθνικής μας πραγματικότητας, οπότε και τη σωστή θεώρηση της δύσκολης προοπτικής του Ελληνισμού. Μακριά από Ιησουίτικες ωραιοποιήσεις και μεταβαπτίσεις, αριστερότροπης ή δεξιάς κοπής, της μετανεωτερικής αποικιοποίησής μας, όπως οι σχετικές με το τέλος των «Μνημονιακών Προγραμμάτων» και της «Ενισχυμένης Εποπτείας», κι ακόμη πιο μακριά απ’ το κλείσιμο των ματιών μπροστά στους τεράστιους κινδύνους του παρακμιακού μας κατήφορου.

Που σημαίνει πως μόνο αν αναγνώσουμε τη Χρεοκοπία ως έχει, με όλα της δηλαδή τα επαχθή φορτία των νεο/αποικιακών εφαρμογών στο εθνικό μας κορμί, αλλά και την Παρακμή όπως επελαύνει, με την αδυσώπητη «πλοκή»: «Δημογραφικής κατάρρευσης, ως της μείζονος πλέον υπαρξιακής μας απειλής – Πολιτιστικής κρίσης, που κι αυτή έχει αγγίξει το πολιτιστικό και ταυτοτικό μας κύττταρο – Αλλά και Χρεοκοπίας, που τα “φορτία” της έχουν πλήξει καίρια, όσο κι αν αυτό συγκαλύπτεται, την εθνική μας ανεξαρτησία (με χαρακτηριστική, επ’ αυτού, τη δήλωση του καθηγητή Γιώργου Κασιμάτη, πως απ’ την ασυλία της εθνικής κυριαρχίας δεν παραιτείσαι, όπως η κυβέρνηση “Γιωργάκη” Παπανδρέου: ούτε με το περίστροφο στον κρόταφο!)», θα μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε την οριακότητα στην οποία έχουμε περιέλθει ως Ελλαδική οντότητα και ως Ελληνισμός.

Οπότε, συνακολούθως, θα μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε και την κατεπείγουσα αναγκαιότητα χάραξης μακρόπνοης «εθνικής στρατηγικής»: Αφενός ανεξαρτησιακής, που θα αναμετρηθεί με τα βαθύτερα αίτια και τα επαχθή φορτία της μετανεωτερικής αποικιοποίησής μας. Αφετέρου ανασχετικής της Παρακμής, προφανώς με πολύ ουσιαστικές και αποφασιστικές παρεμβάσεις μακράς πνοής. Καθώς, όπως πλέκονται αδυσώπητα στον λαιμό του Τόπου μας το δημογραφικό, το πολιτιστικό και το ανεξαρτησιακό μας πρόβλημα, εξελίσσονται σε εφιαλτική απειλή εθνικού αφανισμού μας. Κι όπου οι αξιακές συντεταγμένες του Ελληνισμού στη διαχρονία του, είναι ο «μίτος», που θα μας βγάλει απ’ τον λαβύρινθο των «δίσεκτων καιρών» μας.

Το πώς θα φτάσουμε στις συνυφαινόμενες με την εθνική μας ανάσα «μεγάλες κοινές εννοήσεις», ως στέρεη βάση της εθνικής μας στρατηγικής, συνακολούθως και στην εμπέδωση της θεώρησής της ως υπέρτατο και αμάχητο κριτήριο όλων μας των ιεραρχήσεων, είναι το μέγα υπαρξιακό μας ζητούμενο

Αδικώντας την «Ιοκάστη/Πατρίδα», με τα πολλά ανοιχτά και επίμαχα ερωτήματα για τον Εμφύλιο και τη Μετεμφύλια τραγωδία μας, όπως και για «εμφύλια αιτιότητα» στην ελληνική Ιστορία, θα περιοριστούμε να σας ρωτήσουμε μόνο για το «μήνυμα» που κομίζει το δοκίμιό σας αυτό, μεταθέτοντας σε μελλοντική μας συνάντηση τον ευρύτερο σχολιασμό του.

Η «Ιοκάστη/Πατρίδα», δύσκολο σε όλα του δοκίμιο, δεν γράφτηκε για να «ξύσω πληγές», ανα/κυκλώνοντας τις εμφύλιες «λογικές» των δικαιώσεων και αντι/δικαιώσεων. Όπως δεν γράφτηκε και με πνεύμα «αγαπησιάρικου συμφιλιωτισμού», με στρογγυλέματα των πολύ πικρών Εμφύλιων και Μετεμφύλιων «αληθειών» μας. Με βασανιστικό του επίκεντρο μια «δίκαιη», όσο γίνεται, ερμηνευτική ανάγνωση αυτής της πολύ μεγάλης εθνικής μας τραγωδίας, είναι μια απόπειρα: Αφενός φωτισμού της βαθύτερης ρίζας της εμφύλιας αιτιότητας στη διαχρονία του Ελληνισμού, απ’ τη μυθολογική προϊστορία του Ετεοκλή και του Πολυνείκη ως τους «Ετεοκλήδες» και τους «Πολυνείκηδες» του δικού μας καιρού. Αφετέρου αναζήτησης των όρων ουσιαστικής υπέρβασης της εμφύλιας «λογικής», αν μπορούν να εκλείψουν οι… Εμφύλιοι – που αυτό είναι, εξ αντικειμένου, και το μήνυμά του. Με τον φωτισμό να είναι, υπό τη σκιά πάντοτε της Ιοκάστης ως συμβολικής «μάνας του Εμφυλίου», μια περιαγωγή: απ’ το «μήνιν άοιδε θεά» της Ιλιάδας και το «έως αν η αυτή φύσις ανθρώπου ή» του Θουκυδίδη ως την πολιτιστική διάσταση της «δημοκρατικής φύτρας» μας, τον εγγενή «επαμφοτερισμό», τη «μεθοριακότητα» και την «πλουραλιστική ενότητα» του Ελληνισμού απ’ την προϊστορική του ακόμη αφετηρία. Αλλά και ως το αυτοκαταστροφικό αναποδογύρισμα, δια των υπερβολών τους, όλων των θετικών μας γνωρισμάτων και αρετών, όπως συμβαίνει με τη Διχόνοια.

Με την αναζήτηση, επίσης να οδηγεί σε «10+1 κοινές εννοήσεις», που αυτές, ως μείζονες κοινές παραδοχές, είναι η θεμέλια πολιτιστική προϋπόθεση της ουσιαστικής εθνικής μας συνεννόησης και της ουσιαστικής εθνικής μας συμφιλίωσης. Οπότε και της εθνικής μας στρατηγικής, που, ως το αμάχητο κοινό και ενοποιό κριτήριο όλων μας των ιεραρχήσεων, προφανώς με γνώμονα τη μοίρα της Ελλάδας και του Ελληνισμού, θα μας βγάλει απ’ την πολύ δύσκολη «στενωπό» που έχουμε στριμωχτεί. Με το πώς, όμως, θα φτάσουμε στις συνυφαινόμενες με την εθνική μας ανάσα «μεγάλες κοινές εννοήσεις», ως στέρεη βάση της εθνικής μας στρατηγικής, συνακολούθως και στην εμπέδωση της θεώρησής της ως υπέρτατο και αμάχητο κριτήριο όλων μας των ιεραρχήσεων (όπως και στην εκκρεμούσα ακόμη, υπό την έννοια της συνειδητής εθνικής επιλογής, «κοινή εννόηση του Εμφυλίου», με όρους ουσιαστικής υπέρβασης της έρπουσας… λογικής του, έτσι που να πάψουμε να βλέπουμε με το δεξί μάτι τον «Ετεοκλή» και με το αριστερό τον «Πολυνείκη»), να είναι το μέγα υπαρξιακό μας ζητούμενο. Υπό τα αδυσώπητα πάντοτε παρεπόμενα της Χρεοκοπίας και της Παρακμής, που απωθούνται συστηματικά από το πολιτικό λεξιλόγιο των ενόχων και των συνενόχων του Πολιτικού μας Συστήματος!

Σας ευχαριστούμε για όσα μοιραστήκατε μαζί μας. Θα θέλατε, ίσως, να κάνετε μια τελευταία επισήμανση;

Θα μου επιτρέψετε, το υποβάλλει και το πολιτικό κλίμα της εφημερίδας σας, επιστρέφοντας στο τέλος της τρίτης απάντησης και στα περί «αριστερών επαναναγνώσεων», να προσθέσω επιλογικά, πως: Το «αριστερό έλλειμμα», ως πολύ κρίσιμη διάσταση του «εθνικού στρατηγικού ελλείμματος», δεν γίνεται να αντιμετωπιστεί χωρίς γείωση της ελληνικής αριστερής σκέψης, όπως διδάσκει και το παράδειγμα της Εαμικής Αριστεράς, στο αξιακό μαντέμι της ψυχής του λαού μας και της ιστορικής διαχρονίας του Ελληνισμού. Προφανώς διεμβολίζοντας τις «εθνοκεντρικές ομφαλοσκοπίες» και τις «νεοταξικές α-τοπίες». Με τον Εαμικό πατριωτισμό, ως συναίρεση πολιτιστικής ιθαγένειας – δημοκρατίας – ουμανισμού και διεθνισμού, να είναι πάντοτε επίκαιρος και οδηγητικός. Ιδίως τούτους τους πολύ γκρίζους… τριτο/παγκοσμιοπολεμικούς καιρούς της ακραίας αμερικανο/νατοϊκής προτεκτορατοποίησης της χώρας μας, με «τριαδική» πολιτικο/συστημική συνενοχή και με όλους τους κινδύνους που ελλοχεύουν.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!