της Αφροδίτης Κατσαδούρη*

Απείθαρχη, σκερτσόζα μπαλαρίνα, χαρούμενη και χαρωπή στις πρώτες Απόκριές σου. Θα ήταν και σένα μάλλον η πρώτη σου στολή πριν δοκιμάσεις τις ραφές και τα αυστηρά κουστούμια της ενήλικης και σοβαρής ζωής. Απείθαρχη, σκερτσόζα μπαλαρίνα, χαρούμενη και χαρωπή, μοιράζεις τη χαρά σου στη γειτονιά σου, δηλώνοντας την ένδοξη αντίσταση κατά της όποιας βαρετής και ενήλικης αρχής αλλά και πένθιμης, πολύ πένθιμης εξωσχολικής τάξης. Τι τόσο δύσκολο να έχει η ζωή σου; Τα όνειρά σου είναι όλα τακτοποιημένα στις λαστιχένιες θήκες της κασετίνας σου και τα πάσης φύσεως αυτοκόλλητά σου λάμπουν –μικρές σελήνες στο σκοτάδι– θαρρετά κι υπόσχονται χωρίς καμία απολύτως ζαβολιά παντοτινή χαρά και ζάλη.

Χαμογελάς, όλο χαμογελάς, με κάτι αντάρτικα τσαλίμια και κραυγές, χορεύεις στο ρυθμό παιδικών τραγουδιών και όλο σβούρες μας κερνάς από την ανείπωτη χαρά σου. Πού να ‘ξερες, όσα βιβλία και αν καταβρόχθιζες από παιδί, πως όλοι σκόπιμα σου κρύβουν τις ιστορίες των ποδιών της. Αυτά είναι άλλωστε πράγματα που δεν τα διδασκόμαστε στα σχολεία και τα βάζουμε στο πιο ψηλό ράφι για να μην τα βρούνε και τα ανοίξουνε τα παιδιά. Χρόνια μετά στα αποδυτήρια της μοναξιάς της ένα αποκαρδιωμένο βράδυ, μια μέρα από αυτές που έχεις κουραστεί να ξεφυσάς με τις αυτοκόλλητες στο δέρμα ενήλικες στολές σου την πετυχαίνεις με τις πληγές της ανοιχτές. Τι σύμπτωση! Τώρα οι φουσκάλες στα πόδια σου την αναγνωρίζουν χωρίς δεύτερο σημάδι και εύλογα σκέφτεσαι πως, ίσως, αυτό που απέφευγαν να σου πουν μικρή θρεφόταν και δυνάμωνε συνωμοτικά στις πληγιασμένες μύτες των ποδιών της. Η ενηλικίωση είναι μια ανοιχτή πληγή και μια ασθενοφόρα συνειδητοποίηση που σου χτυπάει με λύπη την πόρτα του παιδικού σου δωματίου φορώντας την αγαπημένη σου στολή ένα ανύποπτο βράδυ. Οι συγγραφείς σκαρφίζονται πως κρύβεται υποχθόνια και στωικά στην ασυνείδητη επιλογή της πρώτης μας στολής και δεν λέει να ανοίξει το στόμα της πριν τα τριάντα. Κι όταν πια έχει πειστεί πως έχεις κουραστεί να επιμένεις, να προσπαθείς, να πνίγεσαι και ρημαγμένη να ξαναβουτάς, άοκνη να λικνίζεσαι στα ίδια πάθη, αψηφώντας, όπως παλιά, τις δοκιμασίες της καινούργιας αυταπάτης, τότε παίρνει φόρα από ψηλά και αρχίζει ρυθμικά να ξετυλίγει τον μίτο ενός παραμυθιού που αυτή τη φορά απευθύνεται αυστηρά μόνο σε μεγάλους.

Σβούρες, όλο σβούρες, μέχρι να κουραστείς και να γλιστρήσεις ξεθεωμένη –χωρίς καμιά υποψία για ανεύρεση θεού– στο κρεβάτι. Με χέρια ιδιαζόντως αδειανά, να αγκαλιάζουν με ανυπομονησία και στοργή όσα ακόμα περιμένεις, και σακατεμένα δάχτυλα, αφού ακόμα έχεις το θράσος να σηκώνεσαι στις μύτες των ποδιών σου να δεις τι και ποιος σε περιμένει.

* Η Αφροδίτη Κατσαδούρη είναι φιλόλογος και συγγραφέας. Η τελευταία της ποιητική συλλογή έχει τον τίτλο «Η σάρκα στάζει στο μπαλκόνι», εκδόσεις Έναστρον, και μπορείτε να τη βρείτε σε κεντρικά βιβλιοπωλεία.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!