Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στο τρίτο τεύχος –Φεβρουάριος 2021– του τοπικού εντύπου «Σημειώσεις Αίγινας» που κυκλοφορεί στο νησί του Αργοσαρωνικού. Πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα προσπάθεια που εκτός από το παρόν κείμενο περιέχει ακόμα δύο αξιόλογα κείμενα: «Έρευνα για τις παραγωγικές ικανότητες και δυνατότητες στην Αίγινα» και «Τι τρώμε, πώς σκεφτόμαστε;».

Το 1821 έγινε μια εθνική επανάσταση παρ’ όλες τις κοινωνικές, πολιτικές, ιδεολογικές και οικονομικές αντιθέσεις που είχαν οι Έλληνες στο εσωτερικό τους. Αυτές οι αντιθέσεις δεν επισκίασαν τη βασική αντίθεση Χριστιανισμού και Ισλάμ –που αργότερα απόκτησε εθνική διάσταση– και παραμερίστηκαν κατά τη διάρκεια της επαναστατικής έκρηξης.

– Ο ελληνισμός από την πρώτη στιγμή του 1821 οργάνωσε ή υποστήριξε τις εξεγέρσεις σε όλο το μήκος και εύρος του: Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη, Κρήτη, Κύπρος, Μικρασία και ο ελληνισμός της διασποράς. Τη σημασία αυτής της πάνδημης προετοιμασίας τη συναντούμε στις παραδειγματικές επιδρομές, εκστρατείες, σφαγές και καταστροφές από τους Τούρκους μέχρι και την ανακήρυξη του ελληνικού κράτους το 1830, τόσο στις σκλαβωμένες περιοχές όσο και στην απελευθερωμένη χώρα. Το ελληνικό κράτος βρίσκεται σε μόνιμη αναντιστοιχία με το ελληνικό έθνος. Σήμερα, από την Κύπρο μέχρι τη Βόρειο Ήπειρο. Από τους Ρωμιούς της Πόλης μέχρι και τους απογόνους των κρυπτοχριστιανών.

– Ο νέος ελληνισμός ξεκινά να συγκροτείται, συμβολικά, το 1204 όταν η συρρικνωμένη Ρωμανία δεχόταν επιθέσεις από τη δυτική αποικιοκρατία αλλά και από την τουρκική Ανατολή (1071 Μαντζικέρτ). Ο ανταγωνισμός ή αργότερα και η συνεργασία μεταξύ των δυο πόλων για τη διεκδίκηση του ίδιου ιστορικού χώρου συνιστούσε και τις αντιστάσεις που ξεκίνησαν να ενοποιούν τις κάποτε διαχωρισμένες ταυτότητες των Ελλήνων, των Ρωμιών ή των Γραικών. Το έθνος προϋπάρχει του ελλαδικού κρατιδίου.

– Από τη Φραγκοκρατία και την Τουρκοκρατία μέχρι και την επανάσταση του 1821, ο ελληνισμός ελίσσεται μεταξύ προσαρμογής και αντίστασης. Τόσο η συμμετοχή του στους οθωμανικούς θεσμούς όσο η εκδήλωση εκατοντάδων τοπικών εξεγέρσεων που είχαν εθνικό χαρακτήρα εναντίον και των δυο κατακτητών με επικεφαλής κυρίως ιεράρχες, μέχρι και το 1821, δείχνει το αμείωτο πάθος για απελευθέρωση και αποκατάστασή του στο ένδοξο βυζαντινό παρελθόν.

– Το ελληνικό έθνος οφείλει την εξέλιξη και τη συνέχειά του στην ορθόδοξη πίστη και στη γλώσσα μέσα σε συνθήκες κατάκτησης. Οι νεομάρτυρες, οι προφητείες και το κρυφό σχολειό από την πλευρά του λαϊκού στοιχείου, οι προσπάθειες μιας ελληνικής αναγέννησης-παιδείας από πατέρες της Εκκλησίας και η διαφύλαξη της ενότητας και της γλώσσας από το Πατριαρχείο σηματοδοτούν σε αλληλοσυγκρουόμενες πορείες τη βασική αντίθεση με την τουρκοκρατία και τον μουσουλμανισμό. Από την άλλη, η κλεφτουριά, το δημοτικό τραγούδι, οι κοινότητες αλλά και οι νέες ευρωπαϊκές, επαναστατικές προσλήψεις από τη διασπορά των Ελλήνων βοήθησαν στη σύνθεση για το απελευθερωτικό αίτημα.

– Οι επιδράσεις από τις επαναστάσεις που σχηματίζουν τα πρώτα εθνικά κράτη στη Δύση επηρεάζουν και συνθέτουν στο ελληνικό αίτημα για ελευθερία, αλλά δεν είναι καθοριστικές. Αντίθετα με τις δυτικές συγκροτήσεις, η ελληνική αναγέννηση και ο ελληνικός διαφωτισμός δεν έρχονται σε σύγκρουση με την θρησκεία αλλά ξεκινούν μέσω αυτής. Οι αντιθέσεις των λογίων-διαφωτιστών της διασποράς με το Πατριαρχείο δεν ξεπερνούν την βασική αντίθεση με το τουρκικό-ισλαμικό στοιχείο.

– Ο φιλελληνισμός είναι ένα μοναδικό ρεύμα. Διεθνοποίησε την ελληνική επανάσταση του 1821 και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις και μετά την επανάσταση. Οφείλουμε να αναζητήσουμε τις επιδράσεις του αλλά και τα όριά του.

– Οι ξένες δυνάμεις μέσα στον ανταγωνισμό τους για την αποδοτικότερη χρήση του χώρου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας –προς όφελός τους– έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ημι-ανεξαρτησία των Ελλήνων. Θετικές όσον αφορά σε εγγυήσεις για την πολιτική υπόσταση των Ελλήνων αλλά και αρνητικές για των περιορισμό του ελληνικού κρατιδίου στις σχέσεις τους με την Τουρκία, τον «μεγάλο ασθενή». Στόχος τους ήταν η επέκτασή τους στη Μεσόγειο, στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή.

– Οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν στη ημι-ανεξάρτητη Ελλάδα ήταν αντιγραφές ευρωπαϊκών αντιλήψεων για το έθνος-κράτος και δεν είχαν οργανική σχέση με την ελληνική ιδιαιτερότητα και τον πόθο των Ελλήνων για κοινωνική απελευθέρωση σε όλες τις ελληνικές περιοχές.

– Η απουσία μιας οργάνωσης αγροτών-ναυτών-βιοτεχνών είναι χαρακτηριστική για την αδυναμία ενοποίησης του κατακερματισμένου ελληνικού χώρου αλλά και της έλλειψης σχεδίου μιας εθνικής πολιτικής που να είναι ανεξάρτητη και δημοκρατική.

– Το συνονθύλευμα των ομάδων που άσκησαν εξουσία και αποτέλεσαν την άρχουσα τάξη, πλην περιπτώσεων, ήταν βασικός μοχλός εξυπηρέτησης των ξένων συμφερόντων όσον αφορά στη σχέση τους με τον τουρκικό παράγοντα. Από εκεί προκύπτουν οι εξωτερικές επεμβάσεις αλλά και η συστηματική υπονόμευση κάθε ενδογενούς συνεκτικού στοιχείου στην οικονομία και στην πολιτική.

– Οι διχασμοί, τα δίπολα, η διασπορά των δυνάμεων, η αδυναμία της προβολής ενός σχεδίου διοίκησης και διεκδικήσεων έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη συρρίκνωση: στο κράτος του Σπερχειού, της Μελούνας, των «νέων χωρών» μέχρι και την καταστροφή του 1922 όπου κλείνει οριστικά ο ιστορικός αυτός κύκλος που κράτησε μια 100ετία. Μέσα σε αυτόν πραγματοποιείται και ο αγώνας για την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου. Η απόκρουση των Ιταλών και η εθνική αντίσταση 1941-44 είναι η συνέχεια του 1821. Ο εθνικός αγώνας για την αυτοδιάθεση-ένωση στην Κύπρο το 1955-59 δε θα ευοδωθεί και η τραγική κατάληξη των διχασμών θα παίξει σημαντικό ρόλο για την τουρκική εισβολή-εθνοκάθαρση-κατοχή το 1974. Σήμερα, ο νέο-οθωμανισμός της Τουρκίας με τις επεκτατικές της διαθέσεις και απειλές αντιστρέφουν το Ανατολικό Ζήτημα.

Η Αίγινα και η συμβολή της στον αγώνα

– Η Αίγινα, όπως και όλες οι ελληνικές περιοχές, είχε τη δική της συμβολή στην επανάσταση του 1821. Εκατοντάδες Αιγινήτες διέθεσαν την ίδια τους τη ζωή, την περιουσία τους, τα πλοία τους, συμμετείχαν σε μάχες και ναυμαχίες, σε διάφορα μέτωπα, ενώ για αρκετό χρονικό διάστημα το νησί μας ήταν το κέντρο σχεδιασμού και εφοδιασμού. Η Αίγινα φιλοξένησε ένα μεγάλο πλήθος προσφύγων από τις καταστροφές στα Ψαρά και στη Χίο. Αργότερα, στο Ορφανοτροφείο και στο Διδασκαλείο, περιέθαλψε ορφανά που μάθαιναν γράμματα και τέχνες αλλά και νέους που θα στελέχωναν τα σχολεία της απελευθερωμένης Ελλάδας. Η Αίγινα δεν είναι η πρώτη πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους όπως διατείνονται οι επίσημες αρχές του τόπου μας διότι προκύπτει ως μια λύση ανάγκης. Η πρώτη πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους είναι το Ναύπλιο σύμφωνα με τις αποφάσεις της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης. Η Αθήνα, ως πρωτεύουσα, αργότερα προκύπτει ως η επιλογή διαχείρισης της ελληνικότητας από πλευράς του ξένου παράγοντα αλλά και αποθάρρυνσης για την απελευθέρωση ελληνικών περιοχών. Η Κωνσταντινούπολη είναι η πρωτεύουσα των σκλαβωμένων Ελλήνων, η διαχρονική πρωτεύουσα.

– Μέσα στην προσπάθεια να τιμήσουμε το ‘21 στην Αίγινα, ξεχωριστή σημασία αποκτά και η διεκδίκηση της επιστροφής των κλεμμένων αρχαίων μνημείων και θησαυρών που βρίσκονται σε μουσεία του εξωτερικού.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!