Της Αιμιλίας Βουλβούλη*

 

Γεγονός 1: Το BREXIT

Πριν από μερικές εβδομάδες είχα παρευρεθεί σ’ ένα διεθνές συνέδριο το οποίο διοργανώνεται κάθε χρόνο από μία ευρωπαϊκή ένωση κριτικής εγκληματολογίας. Για τους μη γνωρίζοντες το χώρο, η κριτική εγκληματολογία αποτελεί μία ριζοσπαστική οπτική που αφενός μεν αμφισβητεί τις κυρίαρχες θετικιστικές οπτικές του εγκλήματος μέσω ταξικής ανάλυσης του επίσημου κοινωνικού ελέγχου και αφετέρου δε αναδεικνύει κοινωνικές βλάβες από συμπεριφορές και πράξεις ατόμων υψηλών κοινωνικών στρωμάτων. Ήταν δηλαδή ένα συνέδριο, οι σύνεδροι του οποίου ήταν συνάδελφοι με κριτική προοδευτική και αριστερή σκέψη. Σε ένα από τα πηγαδάκια που συνήθως δημιουργούνται στα διαλείμματα των συνεδρίων, η κουβέντα πήγε στο θέμα που απασχόλησε διεθνώς το δημόσιο λόγο, αρκετά, τους προηγούμενους μήνες και συνεχίζει να απασχολεί: Το βρετανικό δημοψήφισμα του Ιουνίου για την παραμονή ή έξοδο της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ. Σε μία αποστροφή του λόγου της, μία από της συνομιλήτριές μου, η οποία ήταν εμφανώς απογοητευμένη από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, ανέφερε με σθένος ότι για ζητήματα όπως αυτό που τέθηκε στο βρετανικό δημοψήφισμα δεν θα πρέπει να αποφασίζουν οι πολίτες, διότι κατά την άποψή της στην πλειοψηφία τους είναι αμόρφωτοι και αδαείς. Επαναλαμβάνω πως αυτός ο ισχυρισμός προήλθε από χείλη ανθρώπου που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερός και φορέας κριτικής επιστημονικής σκέψης.

 

Γεγονός 2: Η απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία

Όταν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία ρώτησα μια φίλη Τουρκάλα, αριστερή, γιατί πιστεύει πως ο κόσμος άκουσε την έκκληση του Ερντογάν να βγει στις πλατείες και να εμποδίσει τους πραξικοπηματίες, η απάντηση που μου έδωσε ήταν πως αυτοί που βγήκαν στο δρόμο αποτελούν τον δικό του στρατό. Μία μάζα από αμόρφωτους, φανατισμένους θρησκευτικά και εθνικά ανθρώπους που εξαιτίας αυτών των χαρακτηριστικών τους ο Ερντογάν μπορεί να τους ελέγξει. «Μία του λέξη αρκεί», μου είπε η φίλη μου και συνέχισε «δεν είναι ικανοί να σκεφτούν αυτοί οι άνθρωποι. Ό,τι τους λέει κάνουν»

 

Γεγονός 3: Οι αμερικανικές εκλογές

Αμέσως μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος των αμερικανικών εκλογών, πλήθος αναρτήσεων από προοδευτικούς και αριστερούς ανθρώπους που είχαν ψηφίσει Κλίντον κατέκλυσαν τα κοινωνικά δίκτυα. «Είμαι τρομοκρατημένη» ανήρτησε μία διαδικτυακή φίλη, «Η Αμερική προτίμησε, τον σεξισμό, τον ρατσισμό και την ξενοφοβία, από τη μετριοπάθεια», ένας άλλος φίλος, «Η αμορφωσιά θριάμβευσε» έγραψε ένας αριστερός Έλληνας φίλος.

 

Αντιλαμβάνεται κανείς πως αν αυτές οι ερμηνείες της ψήφου των Βρετανών και Αμερικανών ψηφοφόρων στη μία περίπτωση και της στήριξης του Ερντογάν από την άλλη προέρχονται από ανθρώπους που αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί, τότε τα πράγματα είναι σοβαρά. Αν η Αριστερά και η αριστερή διανόηση αδυνατεί να αντιληφθεί πως το να ψηφίζει κανείς έξοδο από την ΕΕ και Ντόναλντ Τραμπ δεν σημαίνει πως είναι a priori φασίστας και ρατσιστής, πως αυτός ο κόσμος που βγήκε στο δρόμο το βράδυ της 15ης Ιουλίου για να εναντιωθεί στην επιβολή στρατιωτικού πραξικοπήματος στην Τουρκία δεν είναι βλάκας, τότε αυτό αποτελεί πρόβλημα της Αριστεράς της ίδιας. Μιας ελιτίστικης Αριστεράς (όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό), που θεωρεί πως δικαίωμα στη δημοκρατία έχουν μόνο οι «πιστοποιημένοι» με πτυχία πολίτες και πως η απουσία αυτής της πιστοποίησης αποτελεί ένα είδος ιδιώνυμο, το οποίο είτε θα πρέπει να τιμωρείται με αποκλεισμό από τη δημόσια ζωή (όπως υποστήριξε η συνάδελφος για την περίπτωση του βρετανικού δημοψηφίσματος), είτε στην καλύτερη περίπτωση θα πρέπει να στηλιτεύεται όπως στην περίπτωση των υποστηρικτών του Ερντογάν και των ψηφοφόρων του Τραμπ.

Και μετά τι; Πού οδηγεί αυτή η κριτική; Αυτή η υπεροψία των «μορφωμένων» απέναντι στους «αμόρφωτους»; Μα ακριβώς σε αποτελέσματα σαν αυτό του βρετανικού δημοψηφίσματος, των αμερικανικών εκλογών και των πιστών στρατιωτών του Ερντογάν. Όσο η Αριστερά απομακρύνεται από το οπλοστάσιο της μαρξιστικής ανάλυσης και τη σημασία που αυτή αποδίδει σε δομικές και όχι σε προσωπικές αποτυχίες και υιοθετεί φιλελεύθερα επιχειρήματα τύπου «αριστείας», τόσο θα οδηγείται όχι μόνο σ’ ένα θεωρητικό αδιέξοδο, το οποίο βλάπτει την ίδια την ιδεολογική της υπόσταση, αλλά και σ’ έναν κοινωνικό απομονωτισμό. Αυτός βλάπτει εν τέλει την ίδια την κοινωνία, η οποία φαίνεται να βρίσκει διέξοδα σ’ εκείνους που είναι πρόθυμοι να μιλήσουν έστω και δημαγωγικά για αυτά που απασχολούν τους «αμόρφωτους», τους περιθωριοποιημένους.

Μπορεί αυτοί να ενσαρκώνονται στα πρόσωπα του Τραμπ, του Ερντογάν και του Φάρατζ, που βέβαια πολύ λίγο – αν όχι καθόλου – νοιάζονται για «της γης τους κολασμένους», έχουν όμως την ικανότητα να συνομιλούν μαζί τους και εν τέλει να τους εκμεταλλεύονται. Όχι γιατί είναι αμόρφωτοι και βλάκες, αλλά γιατί έστω για ένα μικρό χρονικό διάστημα, όσο διαρκεί η προεκλογική περίοδος για παράδειγμα, κάποιος ασχολείται μαζί τους. Ξέρουν πως αυτό δε θα κρατήσει και μετά τις εκλογές, είναι όμως σίγουροι πως απ’ την άλλη πλευρά για να βρουν ώτα ευήκοα θα πρέπει πρώτα να πάρουν πτυχίο.

 

* Η Αιμιλία Βουλβούλη είναι Κοινωνική Ανθρωπολόγος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!