Η ελληνική διπλωματία έσπευσε να υποτιμήσει την ανάρτηση των χαρτών που απορρέουν από το τουρκολυβικό σύμφωνο χαρακτηρίζοντας την ως «τυπική διαδικασία». Ο ίδιος ο υπουργός εξωτερικών Ν. Δένδιας δήλωσε μάλιστα ότι δεν έχει νόημα η ανακήρυξη μονομερώς των ορίων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας καθώς κάτι τέτοιο δεν αλλάζει τα δεδομένα. Πρόκειται τουλάχιστον για ομολογία αδυναμίας, αν όχι παράδοσης. Γιατί η ελληνική «αντεπίθεση», με την ένταση των διπλωματικών επαφών με χώρες της Μ. Ανατολής, αλλά και την Αίγυπτο και Ιταλία για ανακήρυξη κοινών συντεταγμένων ορίων της ΑΟΖ μεταξύ τους, όχι μόνο δεν έχει παράξει αποτελέσματα αλλά αντιθέτως έχουν αναδειχθεί ανεπίλυτα μέχρι στιγμής προβλήματα. Στην πραγματικότητα, η ελληνική διπλωματία παρακολουθεί τις εξελίξεις γύρω από κρίσιμα ζητήματα εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας της χώρας χωρίς ουσιαστικό σχέδιο αντίδρασης, ελπίζοντας ότι η Τουρκία δε θα τραβήξει ακραία το σχοινί.

 

Τυπική διαδικασία με ουσιαστικό περιεχόμενο

Η κυβερνητική θέση περί «τυπικής διαδικασίας» αποτελεί τη μισή αλήθεια. Πρώτα απ’ όλα γιατί η συμφωνία ενισχύει και νομιμοποιεί τουρκικές διεκδικήσεις στην Κεντρική Μεσόγειο. Μέχρι τώρα η Ελλάδα βρισκόταν υπό καθεστώς απειλών και αμφισβητήσεων της κυριαρχίας της. Ο τουρκικός επεκτατισμός, αναμφισβήτητα σοβαρός, παρέμενε αυθαίρετος και αποκλειστικά στα πλαίσια μιας αντίθεσης ανάμεσα στις δύο χώρες. Τώρα, με το μνημόνιο συνεργασίας Τουρκίας–Λιβύης και την ανάρτηση των χαρτών από τον ΟΗΕ, μια «ελληνοτουρκική διαφορά» μετατρέπεται σε διεθνή. Καθόλου τυχαία δεν είναι η σπουδή της Τουρκίας να αναρτηθούν οι χάρτες στην επίσημη ιστοσελίδα του ΟΗΕ, ούτε βέβαια η δήλωση Ερντογάν ότι διαμορφώνεται ένα διαφορετικό τοπίο στην Κεντρική Μεσόγειο που και «η Ελλάδα αναγκάζεται να αποδεχθεί».

Το μνημόνιο συνεργασίας ανάμεσα σε Τουρκία και Λιβύη καθώς η ανάρτηση των χαρτών από τον ΟΗΕ μετέτρεψε μια «ελληνοτουρκική διαφορά» σε διεθνή. Με αυτή την έννοια είναι έωλος ο ισχυρισμός της ελληνικής κυβέρνησης περί «τυπικής διαδικασίας»

Έτσι η συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης δημιουργεί τετελεσμένα και παραμένει σε ισχύ μέχρι να ανακληθεί. Σύμφωνα μάλιστα με τις προβλέψεις του διεθνούς δικαίου δεν υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής μιας χώρας σε βάρος διμερούς συμφωνίας που θεωρείται «έγκυρη».

Κατά συνέπεια η Ελλάδα βρίσκεται πια αντιμέτωπη με μια διμερή διακρατική συμφωνία που δημιουργεί νέα δεδομένα. Οι γειτονικές χώρες όπως για παράδειγμα η Αίγυπτος θα τα συνυπολογίσουν στις συνομιλίες με την ελληνική πλευρά πολύ περισσότερο. Άλλωστε από τις προβλέψεις του μνημονίου Τουρκίας-Λιβύης φαίνεται να βγαίνει και η ίδια κερδισμένη.

Μοναδική ελπίδα της ελληνικής πλευράς παραμένει η κατάρρευση του καθεστώτος Σάρατζ και η κατίσχυση των δυνάμεων Χαφτάρ στην περιοχή. Αποτελεί όμως μια νέα ψευδαίσθηση ότι ο Χαφτάρ είναι σε θέση να «τελειώσει το παιχνίδι» προς όφελος της χώρας. Πρώτα γιατί και ο ίδιος βρίσκεται υπό καθεστώς ασφυκτικών πιέσεων για το πώς θα ξαναμοιρασθεί η Λιβύη, κυρίως οι πετρελαιοπηγές της, σε ζώνες επιρροής από τους ισχυρούς. (δες σελ. 18). Αλλά και ακόμα γιατί η ελληνική πλευρά, παρότι θα μπορούσε, δεν κρατά μια αποφασιστική στάση υπέρ των δυνάμεων του Χαφτάρ ικανή να διαμορφώσει ή να συμβάλλει στην οριστική επικράτηση του.

Εγκατάλειψη στα σχέδια ΗΠΑ-Ε.Ε.

Όσο η χώρα έχει προβλέψιμες και «ακίνδυνες» αντιδράσεις, ακόμα και ενώπιον εξελίξεων που προοιωνίζουν τον ακρωτηριασμό της, είναι αδύνατο να αναμένει φιλική συμπεριφορά και ανώδυνες εξελίξεις.

Όχι τυχαία, στην πρόσφατη συνεδρίαση των Κοινοβουλευτικών αντιπρόσωπων του ΝΑΤΟ, η διακομματική –πλην ΚΚΕ– ελληνική αποστολή εμποδίστηκε από τον προεδρεύοντα να εκφράσει γνώμη κατά του τουρκολυβικού συμφώνου. Η ελληνική αντιπροσωπεία εξαναγκάστηκε σε αποχώρηση από τη συνεδρίαση για να επανέλθει αργότερα χωρίς όμως να ακολουθήσει, με κυβερνητική παρέμβαση, καμιά αναβαθμισμένη αντίδραση. Την επόμενη μέρα η χώρα συνυπέγραψε ψήφισμα συμπαράστασης «στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας» που διεξάγει η Τουρκία στη Συρία αλλά και καταδίκης Συρίας και Ρωσίας ως δυνάμεων που υποδαυλίζουν την «ανθρωπιστική κρίση» στην επαρχία του Ιντίλμπ. Δε βρέθηκε ούτε μια κουβέντα να ειπωθεί για την επιβεβαιωμένη στήριξη της Τουρκίας στους τζιχαντιστές που έχουν απομείνει και ανασυγκροτούνται στην περιοχή. Ούτε για την παράνομη εισβολή  στρατιωτικών δυνάμεων στο έδαφος της Συρίας, τη χρήση βίας κατά των κυβερνητικών δυνάμεων και τις απειλές ότι θα παρατείνει την κατάληψη της περιοχής για πάντα. Ούτε κουβέντα για το ότι προϋπόθεση επίλυσης της ανθρωπιστικής κρίσης και ανάσχεσης των προσφυγικών ροών είναι η ειρήνευση στη Συρία την οποία η Τουρκία επιβουλεύεται κατάφωρα.

Στην πραγματικότητα το εγχώριο πολιτικό προσωπικό εφαρμόζει την οδηγία Ερντογάν «μη μας ενοχλείτε και δε θα σας πειράξουμε». Η κυβέρνηση δεν ενοχλεί τον Ερντογάν ελπίζοντας ότι οι διεκδικήσεις του δεν θα απειλήσουν, όχι τη χώρα, αλλά τη σταθερότητα και τη διαιώνιση του σημερινού πολιτικού προσωπικού. Δεν ενοχλεί ούτε τους «συμμάχους» στο σχέδιο περικύκλωσης και απομόνωσης της Ρωσίας, ευελπιστώντας πως θα εγγυηθούν ότι το «πείραγμα» Ερντογάν θα είναι εντός ανεκτών ορίων. Όταν η τουρκική πλευρά επιμένει στο «συμβιβαστείτε και μάθετε να μοιράζεστε», ο πολιτικός κόσμος της χώρας βρίσκει καταφύγιο στο ΕΛΙΑΜΕ και στις συζητήσεις για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!