Ο κατακτητής δεν έχει δικαίωμα αυτοάμυνας
Εκπροσωπώντας τον Σύνδεσμο Αραβικών Κρατών στην ακροαματική διαδικασία κατά την εκδίκαση της προσφυγής 50 χωρών και τριών παγκόσμιων οργανισμών ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Δικαιοσύνης του ΟΗΕ στη Χάγη με αίτημα την καταδίκη του Ισραήλ για την κατοχή της Παλαιστίνης και την εφαρμογή του απαρτχάιντ σε βάρος του παλαιστινιακού λαού, η ομιλία του Ralph Wilde χαρακτηρίστηκε ως «masterpiece» και απέσπασε τίτλους του τύπου «Ο Αραβικός Σύνδεσμος σοκάρει τη Δύση, ταπεινώνει το Ισραήλ στο Διεθνές Δικαστήριο της Δικαιοσύνης»! Γεγονός καθόλου συνηθισμένο στα παγκόσμια φόρουμ, αυθόρμητα εκδηλώθηκε ομόφωνη επιδοκιμασία για την πληρότητα, αρτιότητα, εγκυρότητα και ευστοχία της ανάλυσης του Wilde σε νομικό επίπεδο της κατάστασης στην Παλαιστίνη, παρ’ όλο που είχαν προηγηθεί πάνω από σαράντα καταθέσεις κατά κανόνα υψηλού επιπέδου από τους υπουργούς, κρατικούς αξιωματούχους, διπλωμάτες, δικηγόρους, πανεπιστημιακούς και ειδικούς αναλυτές που είχαν αναλάβει να εκπροσωπήσουν τα κράτη που συμμετέχουν στην προσφυγή.
Ο Ralph Wilde, συγγραφέας και καθηγητής του University College of London, δεν άφησε περιθώριο στους 17 δικαστές του ΔΔΔ για εκτροπή σε παρερμηνείες του διεθνούς δικαίου. Σε 27 λεπτά, με συνοπτικό τρόπο και 37 ντοκουμέντα συνοδευτικά της αγόρευσης του, απέδειξε ότι απ’ όποια πλευρά κι αν εξεταστεί, το Ισραήλ είναι βουτηγμένο στην παρανομία. Καμία του πράξη δεν νομιμοποιείται και κάθε δικαίωμα που επικαλείται είτε δεν υφίσταται σύμφωνα με το δίκαιο είτε έπεται, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων στην αυτοδιάθεση και την ελευθερία. Ο Wilde ανέδειξε κι ένα άλλο πολύ σοβαρό ζήτημα που έχει σκόπιμα υπερπηδηθεί στη δημόσια σφαίρα, ότι το κράτος του Ισραήλ είναι παράνομο από τον τρόπο με τον οποίο στήθηκε τόσο γιατί παραβίαζε τα μη επιδεχόμενα διαπραγμάτευση δικαιώματα των γηγενών όσο και γιατί παραβίαζε και τους όρους της έτσι κι αλλιώς προβληματικής Εντολής της Κοινότητας των Εθνών.
Πάρα πολύ σημαντική ήταν και η τοποθέτηση του Μα Σινμίν, που μεταξύ άλλων έθεσε ενώπιον του δικαστηρίου, των κρατών και της παγκόσμιας κοινής γνώμης, την επίσημη θέση της κινέζικης κυβέρνησης ότι και η ένοπλη αντίσταση του παλαιστινιακού λαού κατά των καταπιεστών του είναι νόμιμη ενέργεια και όχι τρομοκρατία.
Ουσιαστικά, από το σύνολο σχεδόν των τοποθετήσεων, προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια η καταδίκη του Ισραήλ για τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, η κατηγορηματική απαίτηση να σταματήσει η ισραηλινή επιδρομή σε βάρος των Παλαιστινίων και να προχωρήσει η πλήρης σύσταση του παλαιστινιακού κράτους.
Επίσης, πολύ σημαντικό είναι το γεγονός ότι το επιχείρημα του Ισραήλ και των υποστηρικτών του, Αμερικάνων, Άγγλων, Γερμανών κ.ά., ότι προβαίνει σε όλες τις δολοφονικές ενέργειες για αυτοάμυνα, καταρρίφθηκε και απορρίφθηκε πανηγυρικά. Κανένα δικαίωμα για αυτοάμυνα δεν μπορεί να επικαλείται ο αποικιοκράτης, ο καταπατητής, ο βιαστής των δικαιωμάτων των υποτελών. Δικαίωμα εκ του δικαίου και της ηθικής στην αυτοάμυνα έχουν μόνο τα θύματα και ποτέ οι θύτες. Όπως δεν μπορούσαν οι Ισπανοί να επικαλούνται το δικαίωμα της αυτοάμυνας έναντι της αντίστασης των ιθαγενών στο Περού ή το Μεξικό, οι Γάλλοι στην Αλγερία, οι Άγγλοι στην Κένυα, οι Ιταλοί στην Αιθιοπία, οι Αμερικάνοι στο Βιετνάμ ή το Ιράκ και οι Γερμανοί στη Ναμίμπια ή την Ελλάδα, έτσι δεν μπορούν σε καμία περίπτωση και δεν νομιμοποιούνται οι Ισραηλινοί να επικαλούνται το δικαίωμα της αυτοάμυνας στην Παλαιστίνη! Κατακτητής και καταπιεστής με δικαίωμα στην αυτοάμυνα έναντι των θυμάτων του είναι συνδυασμός νομικά ανυπόστατος, πολιτικά απαράδεκτος και ηθικά ανώμαλος!
Συμπερασματικά, η προσφυγή της Νότιας Αφρικής κατά του Ισραήλ για εθνοκάθαρση και γενοκτονία και των 50 χωρών, συν των τριών μεγάλων οργανισμών (Αραβικός Σύνδεσμος – 22 μέλη-κράτη, Οργανισμός Ισλαμικής Συνεργασίας – 57 μέλη-κράτη και Αφρικανική Ένωση – 55 μέλη-κράτη), για παράνομη κατοχή και απαρτχάιντ, έχουν ήδη τσαλακώσει, αν μη τι άλλο, την τόσο καλά ωραιοποιημένη και προστατευμένη εικόνα του Ισραήλ παγκόσμια. Κουρέλιασαν τις μάσκες, ξεγύμνωσαν τους δράστες, ακύρωσαν το προνόμιο του ανέγγιχτου και απομυθοποίησαν το στάτους του «δικαιούχου». Κι επειδή η αλήθεια είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του σιωνισμού, η γενοκτονία που μεταδίδεται τηλεοπτικά και οι πολλές δεκάδες καταθέσεις στο ΔΔΔ αποκάλυψαν την πραγματική φύση του ισραηλινού καθεστώτος.
Στέλιος Ελληνιάδης
Ralph Wilde: Η παράνομη βία του Ισραήλ δεν γίνεται νόμιμη λόγω της αντίστασης σ’ αυτήν!
1. Η επί ένα αιώνα άρνηση της αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού λαού και ο πόλεμος εναντίον του στη βάση του ρατσισμού
Ο Παλαιστινιακός λαός έχει υποστεί την άρνηση της άσκησης του νόμιμου δικαιώματός του στην αυτοδιάθεση μέσω της βίαιης, αποικιοκρατικής, ρατσιστικής προσπάθειας που διαρκεί περισσότερο από έναν αιώνα για τη δημιουργία ενός εθνικού κράτους αποκλειστικά για τον εβραϊκό λαό στη γη της Παλαιστίνης της Εντολής.
Όταν αυτό ξεκίνησε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο εβραϊκός πληθυσμός της γης αυτής ήταν 11%. Η βίαιη εφαρμογή του Σιωνισμού σε αυτό το δημογραφικό πλαίσιο περιλάμβανε αναγκαστικά την εξόντωση ή τον βίαιο εκτοπισμό μέρους του μη εβραϊκού παλαιστινιακού πληθυσμού∙ την άσκηση κυριαρχίας και την υποταγή, την απαλλοτρίωση και τον εξανδραποδισμό των εναπομεινάντων μη εβραίων Παλαιστινίων∙ τη μετανάστευση σε αυτή τη γη Εβραίων, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άμεση προσωπική σχέση∙ και την άρνηση στους Παλαιστίνιους πρόσφυγες του δικαιώματος επιστροφής. Όλα να υλοποιούνται μέσω μιας ρατσιστικής διάκρισης που προκρίνει τους Εβραίους έναντι των μη Εβραίων Παλαιστινίων.
Αυτό χρειαζόταν τις σοβαρές παραβιάσεις όλων των θεμελιωδών, jus cogens και erga omnes (αναγκαστικού δικαίου και έναντι όλων) κανόνων του διεθνούς δικαίου – του δικαιώματος αυτοδιάθεσης, των απαγορεύσεων της επίθεσης, της γενοκτονίας, των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, των φυλετικών διακρίσεων, του απαρτχάιντ και των βασανιστηρίων ⎯ και των βασικών προστασιών του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.
Σήμερα θα αναφερθώ, πρώτον, στις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου που απορρέουν από το καθεστώς φυλετικής κυριαρχίας – απαρτχάιντ – που διαπράττεται εναντίον του παλαιστινιακού λαού σε ολόκληρη τη γη της ιστορικής Παλαιστίνης, και, δεύτερον, στην υπαρξιακή παρανομία της κατοχής από το Ισραήλ της παλαιστινιακής Λωρίδας της Γάζας και της Δυτικής Όχθης, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, από το 1967.
2. Η αυτοδιάθεση των Παλαιστινίων σύμφωνα με το άρθρο 22 του Συμφώνου της Κοινωνίας των Εθνών
Το νόμιμο δικαίωμα αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού λαού πηγάζει από τις υποχρεώσεις «ιεράς εμπιστοσύνης» του άρθρου 22 του Συμφώνου της Κοινωνίας των Εθνών, μέρος της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Η Παλαιστίνη ⎯ μια Εντολή κατηγορίας «Α» υπό την βρετανική αποικιοκρατία ⎯ υποτίθεται ότι, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, θα υφίστατο ως ανεξάρτητο κράτος «αναγνωρισμένο προσωρινά»: ένα sui generis δικαίωμα αυτοδιάθεσης. Το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλα μέλη του Συμβουλίου του Συνδέσμου επιχείρησαν να το παρακάμψουν αυτό, ενσωματώνοντας τη δέσμευση της Διακήρυξης Μπάλφουρ του 1917 για την ίδρυση εθνικής εστίας για τον εβραϊκό λαό στην Παλαιστίνη στην πράξη που όριζε τον τρόπο λειτουργίας της Εντολής. Ωστόσο, το Συμβούλιο δεν είχε νομική εξουσία να παρακάμψει το Σύμφωνο με αυτό τον τρόπο. Ενεργούσε υπεράνω εξουσίας (ultra vires) και οι σχετικές διατάξεις ήταν, νομικά, άκυρες. Δεν υπήρχε και δεν υπάρχει καμία νομική βάση στην εν λόγω πράξη Εντολής ούτε για ένα ειδικά εβραϊκό κράτος στην Παλαιστίνη ούτε για την αποτυχία του Ηνωμένου Βασιλείου να εκπληρώσει την υποχρέωση της “ιερής εμπιστοσύνης” για την υλοποίηση της παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης.
3. Η αυτοδιάθεση στο διεθνές δίκαιο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αποκρυσταλλώθηκε γενικά στο διεθνές δίκαιο ένα δικαίωμα αυτοδιάθεσης εφαρμοστέο για τους αποικιακούς λαούς.
Για τον παλαιστινιακό λαό, αυτό ουσιαστικά αντιστοιχούσε και συμπλήρωνε το προϋπάρχον δικαίωμα του Συμφώνου, όσον αφορά το ίδιο ενιαίο έδαφος. Η πρόταση του 1947 για διχοτόμηση της Παλαιστίνης ήταν αντίθετη προς αυτό – η αραβική απόρριψη αποτελούσε επιβεβαίωση του νομικού καθεστώτος.
Το 1948, η Παλαιστίνη ήταν, νομικά, ένα ενιαίο έδαφος με έναν ενιαίο πληθυσμό που απολάμβανε το δικαίωμα αυτοδιάθεσης σε ενιαία βάση.
4. Nakba 1948 – Παραβίαση της αυτοδιάθεσης, φυλετικές διακρίσεις, απαρτχάιντ και άρνηση του δικαιώματος επιστροφής
Παρά ταύτα, το 1948 ανακηρύχθηκε ένα κράτος του Ισραήλ, ειδικά για τον εβραϊκό λαό, από εκείνους που έλεγχαν το 78% – περισσότερα από τα τρία τέταρτα – της Παλαιστίνης, συνοδευόμενο από τον αναγκαστικό εκτοπισμό ενός σημαντικού αριθμού του μη εβραϊκού παλαιστινιακού πληθυσμού – τη Νάκμπα, την καταστροφή. Αυτή η παράνομη απόσχιση ήταν μια κατάφωρη παραβίαση της παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης. Η κρατική υπόσταση του Ισραήλ αναγνωρίστηκε και το Ισραήλ έγινε δεκτό ως μέλος των Ηνωμένων Εθνών, παρά την παρανομία αυτή. Το Ισραήλ δεν είναι η νόμιμη συνέχεια ή διάδοχος της Εντολής.
Αυτή η παραβίαση της παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης συνεχίζεται και δεν έχει επιλυθεί. Δύο βασικά στοιχεία είναι:
Πρώτον, οι Παλαιστίνιοι που δεν εκτοπίστηκαν από τα εδάφη που ανακηρύχθηκαν ως εδάφη του Ισραήλ το 1948, και οι απόγονοί τους, έχουν αναγκαστεί να ζουν ως πολίτες -σήμερα αποτελούν το 17,2%- ενός κράτους που σχεδιάστηκε να είναι από και για μια άλλη φυλετική ομάδα, υπό την κυριαρχία αυτής της ομάδας, και αντιμετωπίζονται αναγκαστικά ως δεύτερης κατηγορίας, λόγω της φυλής τους.
Δεύτερον, οι Παλαιστίνιοι που εκτοπίστηκαν από τη γη αυτή, και οι απόγονοί τους, δεν μπορούν να επιστρέψουν.
Πρόκειται για σοβαρές παραβιάσεις του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, των απαγορεύσεων των φυλετικών διακρίσεων και του απαρτχάιντ και του δικαιώματος επιστροφής. Πρέπει να τερματιστούν, αμέσως.
5. 1967 – Ισραηλινή κατάληψη της παλαιστινιακής Λωρίδας της Γάζας και της Δυτικής Όχθης
Σαν να μην ήταν αρκετά καταστροφική αυτή η συνεχιζόμενη Νάκμπα (Καταστροφή), το 1967 το Ισραήλ κατέλαβε το υπόλοιπο 22% της ιστορικής Παλαιστίνης – τη Λωρίδα της Γάζας και τη Δυτική Όχθη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ – τη Νάκσα. Διατήρησε τη χρήση βίας για να παραμείνει η Παλαιστίνη υπό τον έλεγχό του για την περίοδο των 57 χρόνων από τότε.
6. Παράνομη φυλετική κυριαρχία – Απαρτχάιντ – Από τον Ιορδάνη ποταμό μέχρι τη Μεσόγειο Θάλασσα
Για περισσότερο από μισό αιώνα, ένα κράτος που ορίστηκε ότι είναι αποκλειστικά για τον εβραϊκό λαό κυβερνά ολόκληρη τη γη της ιστορικής Παλαιστίνης και τον παλαιστινιακό λαό εκεί. Και το καθεστώς της φυλετικής κυριαρχίας – απαρτχάιντ – και της άρνησης της επιστροφής, έχει επεκταθεί παντού. Στην περίπτωση των Παλαιστινίων που ζουν στα κατεχόμενα εδάφη, αυτό έχει περιλάβει τις ίδιες σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, συμπληρωμένες από σοβαρές παραβιάσεις των κανόνων που ισχύουν σε κατεχόμενα εδάφη.
Πράγματι, οι άνθρωποι αυτοί υπόκεινται σε μια ακόμη πιο ακραία μορφή ρατσιστικής κυριαρχίας, καθώς δεν είναι καν πολίτες του κράτους που ασκεί εξουσία πάνω τους. Ακόμη και στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, την οποία το Ισραήλ φέρεται ότι έχει προσαρτήσει, η πλειοψηφία των μη εβραίων Παλαιστινίων κατοίκων δεν έχει ιθαγένεια, ενώ οι Εβραίοι κάτοικοι, συμπεριλαμβανομένων των παράνομων εποίκων, είναι πολίτες.
Όπως και στο εδαφικό Ισραήλ, έτσι και στα κατεχόμενα εδάφη, αυτές οι σοβαρές παραβιάσεις που αφορούν τον τρόπο με τον οποίο το Ισραήλ ασκεί εξουσία επί του παλαιστινιακού λαού πρέπει να τερματιστούν άμεσα.
Ωστόσο, εδώ, πρέπει να αντιμετωπιστεί και ένα πιο θεμελιώδες ζήτημα. Ο παράνομος χαρακτήρας της ίδιας της άσκησης της εξουσίας.
7. Η φερόμενη προσάρτηση και η απόπειρα εποικισμού του Ισραήλ είναι παράνομες
Το διαρκές παλαιστινιακό δικαίωμα αυτοδιάθεσης σημαίνει ότι ο παλαιστινιακός λαός, και το κράτος της Παλαιστίνης, όχι το Ισραήλ, είναι κυρίαρχοι στο έδαφος που κατέλαβε το Ισραήλ το 1967. Για το Ισραήλ, η γη αυτή είναι εξωεδαφική, και, δεδομένων όσων είπα για την Εντολή, έδαφος επί του οποίου δεν έχει κανένα νόμιμο κυριαρχικό δικαίωμα.
Παρά ταύτα, το Ισραήλ φέρεται ότι προσάρτησε την Ανατολική Ιερουσαλήμ και προέβη σε διάφορες ενέργειες εκεί και στην υπόλοιπη Δυτική Όχθη που συνιστούν de jure και de facto υποτιθέμενη προσάρτηση, συμπεριλαμβανομένης της εγκατάστασης οικισμών. Είναι ισραηλινή πολιτική ότι το Ισραήλ πρέπει να είναι όχι μόνο η αποκλειστική εξουσία σε ολόκληρη τη γη μεταξύ του ποταμού και της θάλασσας, αλλά και η αποκλειστική κυρίαρχη εξουσία εκεί.
Αυτό συνιστά πλήρη απόρριψη της παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης ως νομικό δικαίωμα, αφού αδειάζει το δικαίωμα εντελώς από κάθε εδαφικό περιεχόμενο.
Η πραγμάτωσή του μέσω της de facto και de jure δήθεν προσάρτησης αποτελεί, πρώτον, σοβαρή παραβίαση της παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης και, δεύτερον, επειδή καθίσταται δυνατή με τη χρήση βίας, παραβίαση της απαγόρευσης της φερόμενης απόκτησης εδάφους με τη χρήση βίας του νόμου περί χρήσης βίας, και άρα επίθεση. Διαπράττονται επίσης σοβαρές παραβιάσεις περαιτέρω πεδίων του δικαίου που ρυθμίζουν τους κανόνες διεξαγωγής της κατοχής, ιδίως των απαγορεύσεων για την εγκατάσταση οικισμών και τη μεταβολή, εκτός αν αυτό εμποδίζεται απολύτως, του νομικού, πολιτικού, κοινωνικού και θρησκευτικού καθεστώτος.
Η κατοχή είναι, επομένως, από την ύπαρξή της παράνομη λόγω της χρήσης της για την πραγματοποίηση της φερόμενης προσάρτησης. Για να παύσει αυτή η σοβαρή παρανομία, πρέπει να τερματιστεί: το Ισραήλ πρέπει να παραιτηθεί από όλες τις αξιώσεις κυριαρχίας και όλοι οι οικισμοί πρέπει να απομακρυνθούν. Αμέσως.
Ωστόσο, αυτή δεν είναι η μόνη βάση στην οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί η υπαρξιακή νομιμότητα της κατοχής. Πρέπει να εμβαθύνουμε περισσότερο τόσο στο δίκαιο της αυτοδιάθεσης όσο και στο δίκαιο για τη χρήση βίας.
8. Η αυτοδιάθεση ως δικαίωμα για αυτοδιοίκηση απαιτεί τον άμεσο τερματισμό της κατοχής
Ξεκινώντας με την αυτοδιάθεση: το δικαίωμα αυτό, όταν εφαρμόζεται στον παλαιστινιακό λαό στο έδαφος που κατέλαβε το Ισραήλ το 1967, είναι το δικαίωμα να είναι πλήρως αυτοδιοικούμενος, απαλλαγμένος από την ισραηλινή κυριαρχία.
Κατά συνέπεια, ο παλαιστινιακός λαός έχει το νομικό δικαίωμα για τον άμεσο τερματισμό της κατοχής. Και το Ισραήλ έχει συνακόλουθη νομική υποχρέωση να τερματίσει αμέσως την κατοχή.
Το δικαίωμα αυτό υπάρχει και λειτουργεί απλά και αποκλειστικά επειδή ο παλαιστινιακός λαός το δικαιούται. Δεν εξαρτάται από το αν άλλοι συμφωνούν στην πραγματοποίησή του. Είναι δικαίωμα.
Αποτελεί απόρριψη της «κηδεμονίας», σύμφωνα με την οποία στους αποικιακούς λαούς θα παραχωρείτο δήθεν η ελευθερία μόνο εάν και εφόσον θεωρούνταν «έτοιμοι» λόγω του σταδίου «ανάπτυξής» τους που καθοριζόταν από το ρατσιστικό πρότυπο πολιτισμού. Ο κανόνας της αντιαποικιακής αυτοδιάθεσης αντικατέστησε αυτό το δικαίωμα με ένα δικαίωμα που βασίζεται στο αυτόματο, άμεσο δικαίωμα όλων των ανθρώπων στην ελευθερία, χωρίς προϋποθέσεις. Σύμφωνα με τα λόγια του ψηφίσματος 1514 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, «η ανεπάρκεια της… ετοιμότητας δεν πρέπει ποτέ να χρησιμεύει ως πρόσχημα για την καθυστέρηση της ανεξαρτησίας».
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι στον παλαιστινιακό λαό προσφέρθηκαν και απορρίφθηκαν συμφωνίες που θα μπορούσαν να τερματίσουν την κατοχή. Και, ως εκ τούτου, το Ισραήλ μπορεί να τη διατηρήσει εν αναμονή μιας διευθέτησης. Ακόμη και αν δεχτούμε, για τις ανάγκες του διαλόγου, την αληθοφάνεια αυτής της άποψης, οι «συμφωνίες» συνεπάγονται περαιτέρω απώλεια του κυρίαρχου εδάφους του παλαιστινιακού λαού.
Το Ισραήλ δεν μπορεί νομίμως να απαιτήσει παραχωρήσεις στα δικαιώματα των Παλαιστινίων ως τίμημα για τον τερματισμό της παρεμπόδισης της ελευθερίας των Παλαιστινίων. Αυτό θα σήμαινε ότι το Ισραήλ θα χρησιμοποιούσε βία για να εξαναγκάσει τον παλαιστινιακό λαό να παραιτηθεί από ορισμένα από τα επιτακτικά νόμιμα δικαιώματά του: παράνομο κατά το νόμο περί χρήσης βίας και, αναγκαστικά, ακυρώνοντας τους σχετικούς όρους οποιασδήποτε επιτευχθείσας συμφωνίας. Ο παλαιστινιακός λαός έχει το νόμιμο δικαίωμα να απορρίψει την περαιτέρω απώλεια γης επί της οποίας έχει αποκλειστικό, νόμιμο, αναγκαστικό δικαίωμα. Οποιαδήποτε τέτοια απόρριψη δεν επηρεάζει την άμεση νομική υποχρέωση του Ισραήλ να τερματίσει την κατοχή.
9. Η κατοχή ως παράνομη χρήση βίας στο δίκαιο που ρυθμίζει το πλαίσιο της προσφυγής σε πόλεμο
Επιστρέφοντας στο δίκαιο για τη χρήση βίας: Ο έλεγχος του Ισραήλ επί των παλαιστινιακών εδαφών από το 1967, ως στρατιωτική κατοχή, αποτελεί συνεχή χρήση βίας. Ως εκ τούτου, η υπαρξιακή νομιμότητά της καθορίζεται από το δίκαιο περί χρήσης βίας, ως γενικό θέμα, πέρα από το συγκεκριμένο ζήτημα της προσάρτησης.
Το Ισραήλ κατέλαβε τη Λωρίδα της Γάζας και τη Δυτική Όχθη από την Αίγυπτο και την Ιορδανία στον πόλεμο που εξαπέλυσε εναντίον τους και της Συρίας. Ισχυρίστηκε ότι ενήργησε σε αυτοάμυνα, προβλέποντας μια μη άμεσα επικείμενη επίθεση. Ο πόλεμος τελείωσε μετά από έξι ημέρες. Στη συνέχεια υιοθετήθηκαν συνθήκες ειρήνης μεταξύ του Ισραήλ και της Αιγύπτου και της Ιορδανίας.
Παρά ταύτα, το Ισραήλ διατήρησε τον έλεγχο του εδάφους – συνεχίζοντας τη χρήση βίας που επέτρεπε την κατάληψή του.
Ο πόλεμος του Ισραήλ το 1967 ήταν παράνομος στο πλαίσιο του δικαίου για την καταφυγή σε πόλεμο (jus ad bellum)∙ ακόμη και αν λάβουμε υπόψη, υποθετικά, τον ισχυρισμό του περί φοβούμενης επίθεσης, τα κράτη δεν μπορούν νομίμως να χρησιμοποιήσουν βία σε μη άμεσα επικείμενη προληπτική αυτοάμυνα.
Εναλλακτικά, δεχόμενοι ⎯ και πάλι υποθετικά ⎯ ότι ο πόλεμος ήταν νόμιμος, η δικαιολόγηση έληξε μετά από έξι ημέρες. Ωστόσο, οι όροι του jus ad bellum συνέχισαν να ισχύουν για την κατοχή που αποτελεί μια συνεχιζόμενη χρήση βίας. Το 1967, με την αυτοδιάθεση να έχει σταθερά εδραιωθεί στο διεθνές δίκαιο, τα κράτη δεν μπορούσαν νομίμως να χρησιμοποιήσουν βία για να διατηρήσουν τον έλεγχο μιας μονάδας αυτοδιάθεσης που καταλήφθηκε σε πόλεμο, εκτός εάν η νομική επιδοκιμασία που δικαιολογούσε την αρχική χρήση βίας δικαιολογούσε επίσης, στην ίδια βάση, τη χρήση βίας για τη διατήρηση του ελέγχου. Επιπλέον, η αιτιολόγηση αυτή θα έπρεπε να συνεχιστεί, όχι μόνο αμέσως μετά, αλλά για περισσότερο από μισό αιώνα. Προφανώς, αυτή η νομική επιδοκιμασία δεν έχει εκπληρωθεί.
Η άσκηση του ελέγχου της Λωρίδας της Γάζας και της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ με τη χρήση βίας είναι παράνομη κατά το jus ad bellum από την κατάληψη του εδάφους, ή, τουλάχιστον, πολύ σύντομα μετά.
Η κατοχή είναι, επομένως, και πάλι υπαρξιακά παράνομη στο δίκαιο για τη χρήση βίας – για μια επίθεση – αυτή τη φορά, ως γενικό ζήτημα, πέρα από την παρανομία που αφορά ειδικά την προσάρτηση. Για να τερματιστεί αυτή η σοβαρή παραβίαση, η κατοχή πρέπει, ομοίως, να τερματιστεί αμέσως.
10.Η παράνομη βία δεν γίνεται νόμιμη λόγω αντίστασης σ’ αυτήν
Τι γίνεται με την τρέχουσα στρατιωτική δράση του Ισραήλ στη Γάζα; Δεν πρόκειται για έναν πόλεμο που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2023. Είναι μια δραστική κλιμάκωση της βίας που ασκείται εκεί, και στη Δυτική Όχθη, σε συνεχή βάση, από το 1967. Μια δικαιολογία για μια νέα φάση σε μια συνεχιζόμενη παράνομη χρήση βίας δεν μπορεί να κατασκευαστεί μόνο από τις συνέπειες της βίαιης αντίστασης σε αυτή την παράνομη χρήση βίας. Διαφορετικά, μια παράνομη χρήση βίας θα γινόταν νόμιμη επειδή οι υποκείμενοι σε αυτήν αντιστάθηκαν βίαια – κυκλική λογική, με στρεβλό αποτέλεσμα.
11. Το Ισραήλ δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει νόμιμα βία για να ελέγξει το παλαιστινιακό έδαφος
Γενικότερα, το Ισραήλ δεν μπορεί νομίμως να χρησιμοποιήσει βία για να ελέγξει το παλαιστινιακό έδαφος για λόγους ασφαλείας εν αναμονή μιας συμφωνίας που θα παρέχει εγγυήσεις ασφαλείας. Τα κράτη μπορούν νομίμως να χρησιμοποιήσουν βία εκτός των συνόρων τους μόνο σε εξαιρετικά περιορισμένες περιπτώσεις. Πέραν αυτού, πρέπει να αντιμετωπίζουν τη μέριμνα για ασφάλεια χωρίς βία.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ζάμπια πρότειναν εδώ ότι υπάρχει ένα sui generis εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο, μια ισραηλινο-παλαιστινιακή lex specialis. Αυτό αντικαθιστά κατά κάποιον τρόπο τους κανόνες του διεθνούς δικαίου που καθορίζουν αν η κατοχή είναι υπαρξιακά νόμιμη.
Αντ’ αυτού, έχουμε έναν νέο κανόνα, που δικαιολογεί την κατοχή μέχρι να υπάρξει μια ειρηνευτική συμφωνία που να ικανοποιεί τις ισραηλινές ανάγκες ασφαλείας. Αυτός είναι ο νόμος όπως θα ήθελαν να είναι αυτά τα κράτη, όχι ο νόμος όπως είναι. Δεν έχει καμία βάση στο Ψήφισμα 242, στο Όσλο ή σε οποιαδήποτε άλλα ψηφίσματα ή συμφωνίες. Στην πραγματικότητα, καλείστε να καταργήσετε την ίδια τη λειτουργία ορισμένων από τους θεμελιώδεις, επιτακτικούς κανόνες του ίδιου του διεθνούς δικαίου. Κατά συνέπεια, τα θέματα που οι κανόνες αυτοί αντιλαμβάνονται ως δικαιώματα που έχουν περιέλθει στον παλαιστινιακό λαό θα υλοποιηθούν μόνο αν επιτευχθεί συμφωνία, και μόνο στη βάση μιας τέτοιας συμφωνίας. Στην καλύτερη περίπτωση, αν υπάρξει συμφωνία, αυτό σημαίνει ότι αυτή δεν χρειάζεται να είναι συμβατή με τα επιτακτικά νομικά δικαιώματα των Παλαιστινίων, τα οποία καθορίζονται μόνο από την έντονη ανισορροπία ισχύος υπέρ του Ισραήλ. Στη χειρότερη περίπτωση, αν δεν υπάρξει συμφωνία, αυτό σημαίνει ότι η επ’ αόριστον συνέχιση της ισραηλινής κυριαρχίας επί του παλαιστινιακού λαού στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, στη βάση της ρατσιστικής υπεροχής και της αξίωσης κυριαρχίας, θα ήταν νόμιμη.
Αυτό αποτελεί προσβολή για το διεθνές κράτος δικαίου, για την επιταγή του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών να διευθετούνται οι διαφορές σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και για τη δικαστική σας λειτουργία ως θεματοφύλακες του διεθνούς νομικού συστήματος.
Θα πρέπει να εξεταστεί μια τελευταία πιθανή βάση που μερικές φορές επικαλούνται για να δικαιολογήσουν τη συνέχιση της κατοχής. Το δίκαιο της κατοχής και το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων – που ισχύει τόσο για την παράνομη όσο και για τη νόμιμη κατοχή – υποχρεώνουν το Ισραήλ να αντιμετωπίσει τις απειλές για την ασφάλεια στα κατεχόμενα εδάφη. Ωστόσο, ρυθμίζουν μόνο τη συμπεριφορά μιας κατοχής όταν αυτή υφίσταται. Δεν παρέχουν όμως νομική βάση για την ίδια την ύπαρξη της κατοχής.
Η υπαρξιακή νομιμότητα καθορίζεται μόνο από το δίκαιο της αυτοδιάθεσης και το jus ad bellum. Δεν υπάρχει καμία νομική βάση «από την πίσω πόρτα» για το Ισραήλ να διατηρήσει την κατοχή μέσω των επιταγών του κατοχικού δικαίου και του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
12. Υπαρξιακή παρανομία της ισραηλινής κατοχής
Συνοψίζοντας: η κατοχή της Παλαιστινιακής Λωρίδας της Γάζας και της Δυτικής Όχθης, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, είναι υπαρξιακά παράνομη σε δύο αλληλοενισχυόμενες βάσεις.
Πρώτον, ο νόμος για τη χρήση βίας. Εδώ, η κατοχή είναι παράνομη τόσο ως χρήση βίας χωρίς έγκυρη αιτιολόγηση, όσο και επειδή επιτρέπει μια παράνομη δήθεν προσάρτηση. Ως εκ τούτου, πρόκειται για επίθεση.
Δεύτερον, το δίκαιο της αυτοδιάθεσης. Εδώ, είναι παράνομη και πάλι λόγω της σύνδεσης με την παράνομη δήθεν προσάρτηση, και επίσης, γενικότερα, επειδή είναι, πολύ απλά, μια άσκηση εξουσίας επί του παλαιστινιακού λαού που, από τη φύση της, παραβιάζει το δικαίωμά του στην ελευθερία.
Αυτή η πολύπλευρη υπαρξιακή παρανομία – που περιλαμβάνει σοβαρές παραβιάσεις αναγκαστικών κανόνων – έχει δύο βασικές συνέπειες.
Πρώτον: η κατοχή πρέπει να τερματιστεί. Το Ισραήλ πρέπει να παραιτηθεί από την αξίωσή του για κυριαρχία επί του παλαιστινιακού εδάφους∙ όλοι οι έποικοι πρέπει να απομακρυνθούν. Αμέσως. Αυτό απαιτείται για να τερματιστεί η παρανομία, για να εκπληρωθεί η θετική υποχρέωση να καταστεί δυνατή η άμεση παλαιστινιακή αυτοδιοίκηση και επειδή το Ισραήλ δεν έχει κανένα νομικό δικαίωμα να ασκεί εξουσία.
Δεύτερον, εν τη απουσία του τέλους της κατοχής, αναγκαστικά, ό,τι κάνει το Ισραήλ στο παλαιστινιακό έδαφος στερείται έγκυρης διεθνούς νομικής βάσης και είναι, επομένως, άκυρα, όχι μόνο όσα παραβιάζουν το δίκαιο που ρυθμίζει τη διεξαγωγή της κατοχής.
Αυτοί οι κανόνες δίνουν το δικαίωμα και απαιτούν από το Ισραήλ να κάνει ορισμένα πράγματα. Αλλά αυτό δεν αλλάζει τη θεμελιωδέστερη θέση, από το δίκαιο για τη χρήση βίας και το δίκαιο της αυτοδιάθεσης, ότι το Ισραήλ δεν έχει καμία έγκυρη εξουσιοδότηση να κάνει οτιδήποτε, και ό,τι κάνει είναι παράνομο, ακόμη και αν είναι σύμφωνο με τους ρυθμιστικούς της διεξαγωγής κανόνες.
13. Τα λόγια του Refaat Alareer
Θα κλείσω παραθέτοντας τα λόγια του Παλαιστίνιου ακαδημαϊκού και ποιητή Refaat Alareer, από το τελευταίο του ποίημα που δημοσιεύτηκε 36 ημέρες πριν σκοτωθεί από το Ισραήλ στη Γάζα στις 6 Δεκεμβρίου 2023:
Αν πρέπει να πεθάνω,
εσύ πρέπει να ζήσεις
για να πεις την ιστορία μου.
[…]
Αν πρέπει να πεθάνω,
ας φέρει ελπίδα,
ας είναι μια ιστορία.
(Χάγη, 26 Φεβρουαρίου 2024)