Η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο σε βαρύτητα σε σχέση με το ΑΕΠ δημόσιο χρέος στην Ε.Ε. (182,1% τέλος Ιουνίου 2022) και το δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο μετά την Ιαπωνία. Οι εξελίξεις της τελευταίας περιόδου οδηγούν σε ανησυχία και προβληματισμό για το τι θα ακολουθήσει καθώς το «όφελος» από τον αυξημένο πληθωρισμό εξανεμίζεται. Σημειώνουμε εδώ ότι η υψηλός πληθωρισμός στην Ελλάδα οδηγεί σε μείωση του ποσοστού του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ, αφού λόγω της μεγάλης ανόδου των τιμών το ΑΕΠ αυξάνεται ανάλογα και αυτή η αύξηση είναι μεγαλύτερη από εκείνη του χρέους σε απόλυτο ύψος.
Οι αρνητικές εξελίξεις στον ορίζοντα είναι:
1) Η ραγδαία άνοδος των επιτοκίων ιδιαίτερα το τελευταίο δεκάμηνο. Ήδη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει προχωρήσει σε 3 αυξήσεις επιτοκίων από των Ιούλιο συνολικά κατά 2% και εκτιμάται πολύ πιθανά μία ακόμα της τάξης του 0,50% ή 0,75%. Η αύξηση των κεντρικών επιτοκίων ΕΚΤ σε συνδυασμό με τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα λόγω της συγκυρίας (συνέπειες οικονομικής διάστασης πολέμου Ουκρανίας κυρίως λόγω των μέτρων και αντίμετρων), την πορεία προς την ύφεση στην Ε.Ε. και τις επιπτώσεις της στην Ελλάδα αλλά και το μέγεθος του ελληνικού δημοσίου χρέους, έχουν σαν συνέπεια τη δραματική άνοδο των αντίστοιχων επιτοκίων. Το επιτόκιο του 10ετούς ελληνικού ομολόγου ήταν την 10/11/2022 στο 4,390% ενώ ξεπέρασε ακόμα και το 5% μέσα στον Οκτώβριο από 1,314% που ήταν την 31/12/2021. Το τρέχον επιτόκιο λειτουργεί απαγορευτικά για την έκδοση νέων ομολόγων καθώς θα αυξήσουν με δραματικό τρόπο το ποσό που θα πληρώνει η χώρα σε τόκους. Έτσι αξιοποιούνται επί του παρόντος τα υπάρχοντα ταμειακά διαθέσιμα για την πληρωμή των τοκοχρεωλυσίων του δημοσίου χρέους. Το ερώτημα είναι πόσο θα κρατήσει ακόμα αυτή η κατάσταση και από πλευράς επιτοκίων αλλά και από πλευράς ταμειακών διαθεσίμων χωρίς άμεσες συνέπειες στην ελληνική οικονομία.
2) Η κυβέρνηση με το πρόγραμμα Ηρακλής για τη μείωση των κόκκινων δανείων έχει εγγυηθεί ομόλογα που εξέδωσαν οι τέεσερις συστημικές τράπεζες ύψους 18,7 δισ. ευρώ τα οποία θα φτάσουν τα 23 δισ. Πέρα από το γεγονός ότι για μία ακόμα φορά ο ελληνικός λαός χρηματοδοτεί τις τράπεζες και μάλιστα για μια διαδικασία που οδηγεί σε μαζικούς πλειστηριασμούς της περιουσίας του, δημιουργείται ένα ακόμα μεγάλο πρόβλημα. Αν και ο σχεδιασμός της κυβέρνησης στηριζόταν στην εκτίμηση, αλλά όχι στον έλεγχο, ότι αυτές οι εγγυήσεις δεν θα εγγραφούν στο δημόσιο χρέος από την Eurostat τελικά φαίνεται ότι αυτό θα συμβεί σύντομα. Αυτό σημαίνει ότι, ανάλογα με το πως θα γίνει η εγγραφή (όλο το ποσό ή μερικώς σταδιακά), το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ τουλάχιστον κατά 5-6% γεγονός που θα επιδεινώσει τη θέση της χώρας και θα έχει δυσμενή επίπτωση στο επιτόκιο.
3) Δημοσιοποιήθηκε η πρόταση προς συζήτηση της Κομισιόν για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες. Τα βασικά της στοιχεία α) Διατηρούνται οι υπάρχοντες κανόνες (δημοσιονομικό έλλειμμα έως 3% του ΑΕΠ, ετήσια μείωση 1/20 για το τμήμα του δημοσίου χρέους που ξεπερνά το 60%). β) Ισχυροποιείται ο υπάρχον δείκτης δημόσιων δαπανών στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι τόκοι και κάποιες παρεμβάσεις για την ανεργία κ.ά. γ) Δεσμευτικές συμφωνίες 4ετίας ανά κράτος για τη μείωση του χρέους πάνω από 60%. δ) Ελλάδα και Ιταλία λόγω του μεγάλου χρέους μπαίνουν σε ειδική κατηγορία, για στενότερη παρακολούθηση και ενδεχόμενες κυρώσεις. ε) Θεσμοθετούνται οι κυρώσεις μαζί με ένα πολλαπλό μηχανισμό ελέγχου των οικονομιών με υψηλό χρέος ή/και ελλείμματα. στ) Αυστηροποίηση των ελέγχων από πλευράς Ε.Ε. (εποπτεία) κατά την εφαρμογή των προγραμμάτων προσαρμογής και στη συνέχεια για την πραγματοποίηση των συμφωνημένων στόχων. Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι όχι μόνο δεν διαφαίνεται προοπτική βελτίωσης-ελάφρυνσης του πλαισίου των δημοσιονομικών κανόνων, όπως μας ενημέρωναν κάποιοι μέχρι τώρα αλλά αντίθετα μπαίνουμε σε ένα πιο ασφυκτικό πλαίσιο και μας «χρυσώνουν το χάπι» με την ενίσχυση του δείκτη των δαπανών χωρίς τόκους κ.λπ.
Συνεπώς γύρω από το θέμα του δημοσίου χρέους διαμορφώνεται ένα πλαίσιο που μπορεί με μεγάλη πλέον ευκολία σε νέες σκληρές «περιπέτειες» τον ελληνικό λαό. Οι εποχές που ξεκίνησαν τα μνημόνια είναι πολύ πρόσφατες και η εμπειρία είναι οδυνηρή από πάσης απόψεως. Σήμερα μάλιστα σύσσωμο το πολιτικό σύστημα εκφράζει απόλυτα την εθελοδουλία του στις εντολές των Βρυξελλών… και όχι μόνο λαμβάνοντας υπόψη και τις εξελίξεις στο «Ουκρανικό».