Της Βάννας Σφακιανάκη
Το 2017, ο στρατός των ΗΠΑ αγόραζε περίπου 269.230 βαρέλια πετρελαίου τη μέρα και εξέπεμπε περισσότερους από 25.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα, καίγοντας αυτά τα καύσιμα. Όμως το μέγεθος αυτών των εκπομπών δεν περιλαμβάνεται στις μελέτες για την κλιματική αλλαγή, εξ αιτίας της άρνησης των ΗΠΑ να δώσουν στοιχεία, αλλά και να συμμετέχουν στο Πρωτόκολλο του Κιότο.
Η Αγγλική Βασιλική Γεωγραφική Εταιρεία (Royal Geographical Society) απέκτησε τα στοιχεία μετά από συνεχή αιτήματα στο υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ, βάσει του Νόμου για την Ελευθερία της Πληροφόρησης (FOIA) και απέδειξε ότι το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του στρατού των ΗΠΑ ξεπερνά συνολικά το αποτύπωμα 140 χωρών μαζί! Αν ο στρατός των ΗΠΑ ήταν κράτος, η χρήση ορυκτών καυσίμων θα τον κατέτασσε στον αριθμό 47 των χωρών που εκπέμπουν τα περισσότερα αέρια του θερμοκηπίου στον κόσμο – ανάμεσα στο Περού και τη Πορτογαλία.
Ανεξάρτητα όμως από το αν μετρήθηκε σε ρύπους η πολεμική μηχανή τους, αυτό δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα πάψουν να προβάλλουν το «δικαίωμά» τους να διατηρούν τόσο τις ισορροπίες ισχύος που τις ευνοούν, όσο και την επιλεκτική συμμετοχή τους σε διεθνείς οργανισμούς.
Ο «παραλογισμός» του διεθνούς εμπορίου
Οι ρύποι που παράγονται από το διεθνές εμπόριο δεν εμφανίζονται στη λογιστική του συστήματος εμπορίου ρύπων οποιουδήποτε κράτους. Το 90% του παγκόσμιου εμπορίου διενεργείται μέσω θαλάσσης, γεγονός που αναδεικνύει τη σημασία των επιπτώσεων στο περιβάλλον από τη λειτουργία του.
Οι διαπραγματεύσεις γα το ποιος θα έπρεπε να χρεωθεί τις εκπομπές της διεθνούς ναυτιλίας ξεκίνησαν από τη δεκαετία του ’90 και μέχρι σήμερα έχουν καταλήξει μόνο σε τεχνικά και διαχειριστικά μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης των πλοίων, ενώ και η Συμφωνία του Παρισιού δεν αναφέρεται στις εκπομπές από τη διεθνή ναυτιλία.
Καλά είναι τα κέρδη από το εμπόριο ρύπων, καλές και οι διακηρύξεις για δημοκρατία, αλλά πάνω απ’ όλα είναι ο έλεγχος και τα κέρδη που εξασφαλίζονται με τους πολέμους και με το εμπόριο της παγκοσμιοποίησης
Οι συμφωνίες του «ελεύθερου εμπορίου» δίνουν τη δυνατότητα στους πολυεθνικούς ομίλους να έχουν πρόσβαση σε εργασία και πόρους σχεδόν οπουδήποτε, επιτρέποντάς τους να επωφεληθούν από τις εθνικές διαφορές στη φορολογία και στην εργασιακή και περιβαλλοντική νομοθεσία. Ενσωματώνουν το κόστος των μεταφορών στις τελικές τιμές, ενώ συχνά αυτό δεν αφορά μόνο μία αλλά πολλαπλές μεταφορές. Έτσι εξάγονται προϊόντα από κάποιες χώρες σε άλλες, προκειμένου να γίνει κάποια επεξεργασία και στη συνέχεια να επανεισαχθούν στις ίδιες χώρες.
Για παράδειγμα, οι αγελάδες από το Μεξικό που τρέφονται με καλαμπόκι που εισάγεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, εξάγονται στη συνέχεια προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για σφαγή και το κρέας τους μεταφέρεται πίσω στο Μεξικό όπου τελικά, πωλείται. Οι μπακαλιάροι που ψαρεύονται στη Νορβηγία αποστέλλονται στην Κίνα για να γίνουν φιλέτα και επιστρέφουν στα σουπερμάρκετ της Σκανδιναβίας. Τα περισσότερα από τα μισά αλιεύματα της Αλάσκας μεταποιούνται στην Κίνα και πολλά στέλνονται στη συνέχεια στα ράφια των αμερικανικών σουπερμάρκετ.
Ο «παραλογισμός» επεκτείνεται και σε εισαγωγές και εξαγωγές όμοιων προϊόντων από την ίδια χώρα. Η Βρετανία το 2007 εισήγαγε 15.000 τόνους σοκολάτας ενώ παράλληλα εξήγαγε 14.000 τόνους. Το 2016 εισήγαγε 213.000 τόνους γάλακτος αλλά κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους 545.000 τόνοι γάλακτος έφυγαν από τη χώρα. Το 2017 οι ΗΠΑ εισήγαγαν και εξήγαγαν περίπου 1,5 εκατομμύριο τόνους βοδινού και σχεδόν μισό εκατομμύριο τόνους πατάτας.
Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι μόνο περιβαλλοντικό. Το διεθνές εμπόριο αναγκάζει τους αγρότες να εξάγουν τα τρόφιμά τους αντί να τα πουλούν τοπικά και τις κοινωνίες να τρέφονται με εισαγόμενα τρόφιμα που οι τιμές τους καθορίζονται στα διεθνή χρηματιστήρια, ενώ τα κράτη εμποδίζονται να ασκήσουν επισιτιστική πολιτική.
Τον Απρίλιο του 2008, μετά από έκθεση της Διεθνούς Αξιολόγησης της Γεωργικής Επιστήμης και Τεχνολογίας για την Ανάπτυξη (IAASTD), μια διακυβερνητική επιτροπή υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών και της Παγκόσμιας Τράπεζας, έδωσε τον ορισμό: «Ως επισιτιστική κυριαρχία ορίζεται το δικαίωμα των λαών και κυρίαρχων κρατών να καθορίσουν με δημοκρατικές διαδικασίες τη δική τους γεωργική και επισιτιστική πολιτική.»
Καλά είναι βέβαια τα κέρδη από το εμπόριο ρύπων, καλές και οι διακηρύξεις για δημοκρατία, αλλά πάνω απ’ όλα είναι ο έλεγχος και τα κέρδη που εξασφαλίζονται με τους πολέμους και με το εμπόριο της παγκοσμιοποίησης.
Με στοιχεία από: info-war.gr και efsyn.gr