Το δόγμα του νεοοθωμανισμού, που εισήγαγε στην τουρκική εξωτερική πολιτική το δίδυμο Ερντογάν-Νταβούτογλου, συνδέθηκε απ’ την πρώτη στιγμή με μια σταθερή και πολυεπίπεδη προσπάθεια διείσδυσης της Τουρκίας στον χώρο της Βαλκανικής. Σύμφωνα με τη γνωστή δήλωση του Ερντογάν το 2017, «τα σύνορα της καρδιάς του εκτείνονται μέχρι την Βιέννη», περνώντας απ’ τη Θράκη, το Κόσσοβο και το Σεράγεβο, καταλαμβάνοντας όλη την έκταση που κάποτε καταλάμβανε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ποιοι, όμως, είναι οι βασικοί μοχλοί της πολιτικής αυτής;
Σεράγεβο: πύλη προς τη Δύση
Η Βοσνία, μια περιοχή με έντονο το μουσουλμανικό στοιχείο, θέατρο εθνοθρησκευτικών συγκρούσεων καθόλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αναδεικνύεται στον ισχυρότερο πυλώνα της τουρκικής διείσδυσης στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη. Η Τουρκία εμφανίζεται ως προστάτης της Βοσνίας στη σύγκρουσή της με τη Σερβία (με την οποία έχει αρχίσει επίσης να οικοδομεί σημαντικές οικονομικές σχέσεις) και διεκδικεί ρόλο διαμεσολαβητή στις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις, έχοντας μάλιστα πετύχει να της αναγνωριστεί ο ρόλος αυτός και απ’ τα δύο μέρη, με την πλειοψηφία των διμερών συνομιλιών τα τελευταία χρόνια να πραγματοποιούνται στην Κωνσταντινούπολη. Η ύπαρξη εκατοντάδων χιλιάδων βοσνιακής καταγωγής Τούρκων πολιτών και η συνεπαγόμενη οικονομική αλληλεπίδραση, τα θρησκευτικά δίκτυα που στήθηκαν κατά την δεκαετία του ‘90 στη Βοσνία –την περίοδο που η Δυση χρηματοδοτούσε την τοπική Αλ Κάιντα–, η συμμετοχή χιλιάδων Βόσνιων στις τζιχαντιστικές οργανώσεις στον συριακό εμφύλιο, είναι μερικά μόνο απ’ τα θεμέλια αυτής της σχέσης. Δεν είναι τυχαίο που ο Ερντογάν διάλεξε το Σεράγεβο για να πραγματοποιήσει τη μοναδική προεκλογική του συγκέντρωση σε πρωτεύουσα του εξωτερικού, σπάζοντας τον αποκλεισμό που του επεφύλαξαν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, κάνοντας επίδειξη δύναμης, μιλώντας μπροστά σε 20.000 υποστηρικτές του απ’ όλη την Ευρώπη.
Αλβανία-Κόσσοβο-ΠΓΔΜ
Αλβανία, Κόσοβο και ΠΓΔΜ είναι οι πιο φιλικές προς την τουρκική πολιτική χώρες. Και στις τρεις χώρες η Τουρκία συγκαταλέγεται στους πρώτους οικονομικούς εταίρους, έχοντας στην πραγματικότητα συμβάλει στην «ανοικοδόμηση» των χωρών αυτών μετά την δεκαετία του ’90. Έργα υποδομών, σχολεία, τζαμιά, πανεπιστήμια, αλλά και ένα θρησκευτικό και πολιτικό δίκτυο υποστήριξης είναι τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής. Προφανώς απ’ το κάδρο δεν θα μπορούσε να λείπει η στρατιωτική συνεργασία με την Τουρκία, τόσο ανεξάρτητα, όσο και ως μέλη του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία έχει «στηρίξει» τόσο με στρατιωτικό εξοπλισμό, όσο και με εκπαίδευση τις χώρες αυτές, με πρόσθετο όφελος την απόκτηση μιας ναυτικής βάσης στην Αδριατική που χρησιμοποιεί από κοινού ο στόλος Αλβανίας και Τουρκίας.
Η τουρκική επεκτατική πολιτική στα Βαλκάνια παρουσιάζει κάποια κοινά μοτίβα. Υιοθέτηση και ενίσχυση του μουσουλμανικού στοιχείου, χρηματοδότηση σε επιχειρηματικά και πολιτικά δίκτυα, ενίσχυση της πολιτικής παρουσίας των τουρκογενών μειονοτήτων, διεκδίκηση ρόλου προστάτη σε προβλήματα μεταξύ βαλκανικών χωρών / εθνοτήτων ή και μεσάζοντα απέναντι σε τρίτους(Ε.Ε., ΝΑΤΟ, Ρωσία), επενδύσεις σε υποδομές, στρατιωτική συνεργασία κ.λπ.
Η σχέση αυτή περνάει και κρίσεις αντανακλώντας τη γενική ψύχρανση των σχέσεων ΝΑΤΟ-Τουρκίας, αλλά και τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις των πολιτικών δυνάμεων στις χώρες αυτές, με πρόσφατα παραδείγματα που σχετίζονται με την απαίτηση της Τουρκίας να διωχθούν στις χώρες αυτές οι συνεργάτες του δικτύου του Γκιουλέν, φτάνοντας μέχρι και την απαγωγή Κοσσοβάρων γκιουλενιστών απ’ τη MIT, προκαλώντας έτσι την αντίδραση της κυβέρνησης του Κοσσόβου. Όμως οι ρίζες της Τουρκίας στην περιοχή είναι βαθιές, όπως φαίνεται και απ’ τις θετικές απαντήσεις σε παμβαλκανική δημοσκόπηση στο ερώτημα «θεωρείτε την Τουρκία φίλη χώρα;», όπου τα ποσοστά φτάνουν στην Αλβανία το 73%, στο Κόσσοβο το 85% και στην ΠΓΔΜ το 80%.
Βουλγαρία-Θράκη
Διαχρονική είναι και η επιδίωξη της Τουρκίας να ασκήσει επιρροή στις δύο γειτονικές βαλκανικές της χώρες, την Ελλάδα και την Βουλγαρία. Βασικός τρόπος για να το πετύχει αυτό, και στις δύο χώρες, είναι η αξιοποίηση της επιρροής που ασκεί σε κομμάτια της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης και της τουρκικής μειονότητας στη Βουλγαρία. Η επιδίωξή της είναι να εμφανιστεί ως προστάτιδα δύναμη των πληθυσμών αυτών και, μέσω επενδύσεων(άμεσων ή σε συνεργασία με μειονοτικούς επιχειρηματίες), υποτροφιών για σπουδές των νέων στα πανεπιστήμια της Τουρκίας, φθηνής δανειοδότησης και θρησκευτικών δικτύων, να τους θέσει υπό την κηδεμονία της. Στη Βουλγαρία αυτή η πολιτική έχει αρκετές φορές οδηγήσει σε κρίση των σχέσεων, με πρόσφατο παράδειγμα την προσπάθεια εμπλοκής του Ερντογάν στις εκλογές της χώρας, όπου έδωσε γραμμή απ’ την Άγκυρα να στηριχθεί το ένα απ’ τα δύο μειονοτικά κόμματα που δρουν στη χώρα.
Συμπεράσματα
Όπως βλέπουμε η τουρκική επεκτατική πολιτική στα Βαλκάνια παρουσιάζει κάποια κοινά μοτίβα. Υιοθέτηση και ενίσχυση του μουσουλμανικού στοιχείου, χρηματοδότηση σε επιχειρηματικά και πολιτικά δίκτυα, ενίσχυση της πολιτικής παρουσίας των τουρκογενών μειονοτήτων, διεκδίκηση ρόλου προστάτη σε προβλήματα μεταξύ βαλκανικών χωρών/εθνοτήτων ή και μεσάζοντα απέναντι σε τρίτους(Ε.Ε., ΝΑΤΟ, Ρωσία), επενδύσεις σε υποδομές, στρατιωτική συνεργασία κ.λπ.
Βέβαια η Τουρκία δεν παίζει μόνη της στον χώρο αυτό. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση των Βαλκανίων και οι επιδιώξεις της Γερμανίας, η απομόνωση της Σερβίας απ’ το ΝΑΤΟ με την ένταξη σ’ αυτό των Δυτικών Βαλκανίων, η παραδοσιακή σχέση της Ρωσίας με δυνάμεις σε Σερβία και Βουλγαρία, είναι κάποιες μόνο απ’ τις τάσεις που επίσης λειτουργούν στα Βαλκάνια. Ο τούρκικος σχεδιασμός άλλοτε συμπλέει, και άλλοτε έρχεται σε σύγκρουση με αυτές, έχει όμως βαθιές ρίζες και δεσμούς αίματος στην περιοχή, γεγονός που του προσδίδει μια μεγάλη ανθεκτικότητα και ικανότητα να πετυχαίνει τους στόχους του σε βάθος χρόνου ανεξάρτητα από πιθανές τρέχουσες αντιπαραθέσεις.