Έχω την εντύπωση πως για μια ακόμα φορά βρισκόμαστε, ως χώρα, μπροστά σε μια παγκόσμια πρωτοτυπία: Συγκεντρώνουμε υπογραφές για… το αυτονόητο. Γι’ αυτό που δεν θα έπρεπε καν να το συζητάμε. Συγκεντρώνουμε υπογραφές για να μην υπάρχει ασυλία σε όσους θα έπρεπε να μην κατέχουν δημόσιο αξίωμα καν.
Κι εδώ είναι που υπάρχει το ανείπωτο, το παράδοξο, το απαράδεκτο. Ζώντας ένα χρόνο τώρα κάτω από ένα μαύρο σύννεφο που μας πλακώνει και δεν αφήνει τη σκέψη μας να ξεφύγει, που ο καθένας από μας μπαίνει στη θέση των γονιών, των συγγενών όσων χάθηκαν, την ίδια στιγμή έχουμε να αντιμετωπίσουμε και τους θύτες που μοστράρουν για θύματα. Αυτούς τους άθλιους τύπους που προσπαθούν με νύχια και με δόντια να κρατηθούν στις θέσεις τους και να αποποιηθούν κάθε ευθύνη. Κρύβονται τα ανθρωπάκια πίσω από το ακαταδίωκτο που τους παρέχει η ιδιότητά τους. Δεν φοβούνται τη Δικαιοσύνη, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά πως η Δικαιοσύνη δεν τους αγγίζει. Φοβούνται το λαό, φοβούνται την οργή του…
Οικογένειες πολιτικών που θεωρούν κεκτημένο δικαίωμά τους να κυβερνούν – πάση θυσία. Να εκλέγονται και να επανεκλέγονται (με κάθε μέσο και σκοπό) και να συγκροτούν συμμορία, γιατί όπως έλεγε ο Λασκαράτος «Οι παλιάνθρωποι ενώνονται σαν τις σάπιες σταφίδες».
Όλοι αυτοί λοιπόν που μας κουνάν το δάχτυλο με κάθε ευκαιρία, που μας ζητούν να κάνουμε υπομονή, να βάλουμε πλάτη, να τους στηρίξουμε, να εκτιμήσουμε τις προσπάθειές τους, όλοι αυτοί τώρα όχι μόνο δεν έχουν την εντιμότητα να παραδεχτούν το αυταπόδεικτο, δεν έχουν την ελάχιστη αξιοπρέπεια να κοιτάξουν στα μάτια εκείνη τη μάνα που τους είπε: «Συγγνώμη λες σε κάποιον όταν τον σκουντάς στο διάδρομο, όχι όταν σκοτώνεις το παιδί του».
Δεν μπορώ να προβλέψω πόσες υπογραφές τελικά θα μαζευτούν, εκείνο όμως που εύχομαι είναι να μην πάνε χαμένες…