Του Ζαχαρία Ρουστάνη
Ο Ανδρέας Οικονόμου είναι ένας από τους επιβάτες του Norman Atlantic που διασώθηκαν ως εκ θαύματος μετά το ξέσπασμα της φωτιάς και την τριήμερη αγωνιώδη προσπάθεια εκκένωσης του πλοίου και εντοπισμού επιζώντων στα παγωμένα νερά της Αδριατικής. Ταξίδευε με τη γυναίκα του και την κόρη του, βρέθηκε από τύχη στη σωσίβια λέμβο και έζησε τον προσωπικό του «τιτανικό». Ένα άνευ προηγουμένου αλαλούμ επικράτησε στα ελληνικά και τα ιταλικά ΜΜΕ, τόσο ως προς τα αίτια του δυστυχήματος, όσο και ως προς τον ακριβή αριθμό των θυμάτων, «11 νεκρών και 18 αγνοουμένων», κι ύστερα έπεσε σιωπή. Σήμερα, δέκα μήνες μετά, και με έρεισμα επικαιρότητας τις αποκαλύψεις από την απομαγνητοφώνηση του μαύρου κουτιού του πλοίου, μιλάει στον Δρόμο για την οργή του που δεν έχει κοπάσει, για την εγκληματική αμέλεια που δεν έχει αντιμετωπιστεί ακόμη από τη Δικαιοσύνη, αλλά και για τη βαθύτερη ανθρώπινη σκοπιά.
Στην ερώτηση αν υπήρξαν ενέργειες που θα μπορούσαν να αποτρέψουν ή να λιγοστέψουν την τραγωδία, η απάντηση του Ανδρέα Οικονόμου ήταν χειμαρρώδης:
«Τα εισιτήριά μας ήταν για το Hellenic Spirit και όταν φτάσαμε στην Ηγουμενίτσα είδαμε το Norman Atlantic. Προσωπικά, όταν το είδα δεν ήθελα να μπω. Ένιωθα ένα σφίξιμο και με όσους έχω μιλήσει, όλοι μου λένε το ίδιο πράγμα. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Επί πολλά χρόνια το χρησιμοποιούσε η Fiat για τη μεταφορά των αυτοκινήτων της σε διάφορες χώρες και τώρα το είχε νοικιάσει η ΑΝΕΚ από την ιταλική πλοιοκτήτρια εταιρία, μαζί με το προσωπικό.
»Λάθος μπορείς να πεις αυτό που προκάλεσε τη φωτιά. Όλα τα υπόλοιπα ήταν υπολογισμένες ενέργειες. Ήμασταν σε απόσταση 25 λεπτών από τις αλβανικές ακτές. Μια ώρα από την Κέρκυρα. Θα μπορούσαν όλοι να είχαν σωθεί. Τι δουλειά είχε ο πλοίαρχος να συνεχίσει το ταξίδι του στην Αδριατική προς την Ιταλία, που απείχε 14 ώρες; Μαθαίνουμε τώρα ότι επικοινώνησε με την πλοιοκτήτρια εταιρία στην Ιταλία και του είπαν “έλα εδώ”. Τα σχοινιά των αλβανικών ρυμουλκών κόβονταν όλα ανεξήγητα στις πρώτες προσπάθειες ρυμούλκησης που έγιναν… Είμαι σίγουρος ότι όταν η φωτιά θέριεψε, οι υπεύθυνοι άρχισαν να μετράνε λεφτά, να σκέφτονται το λιγότερο κόστος, να σκέφτονται τα ασφάλιστρα και τα σωστικά. Πολλοί Ιταλοί ναύτες το εγκατέλειψαν από την πρώτη ώρα. Ξεκάθαρη εγκληματική ενέργεια.
»Το πλοίο είχε γενικό μπλακάουτ από την πρώτη ώρα. Αυτό πώς έγινε, είναι ένα ακόμα ερωτηματικό, αφού η φωτιά δεν έφτασε ποτέ κάτω στο μηχανοστάσιο. Ποιος αποφάσισε το γενικό μπλακάουτ και γιατί, είναι κάτι που δεν δικαιολογείται, και αυτό μου το έχουν επιβεβαιώσει αρκετοί ναυτικοί. Κάποιος κατέβασε το διακόπτη και είπε “τώρα φεύγουμε”».
«Κανόνες ασφαλείας; Τι είναι αυτό;»
«Ένα πράγμα που θα μπορούσε να αποτρέψει το τραγικό αυτό συμβάν είναι η τήρηση των κανόνων ασφαλείας», συνεχίζει ο Ανδρέας Οικονόμου. «Στο πλοίο είχαν φορτωθεί 23 νταλίκες παραπάνω από αυτές που προέβλεπε ο κανονισμός του πλοίου. Εκ των υστέρων μαθαίνουμε πολλές ακόμα παραλείψεις. Επέτρεψαν να έχει συνεχώς αναμμένη τη μηχανή του ένα φορτηγό ψυγείο, λόγω της ανεπάρκειας του πλοίου στην τροφοδοσία του ρεύματος. Πριν αναχωρήσει το καράβι, είχε παρατήρηση-επισήμανση από τον νηογνώμονα ότι έχει κάποιο πρόβλημα στην πυρασφάλεια, αλλά υποτιμήθηκε. Υπάρχει στο μαύρο κουτί η απάντηση ότι βγαίνει καπνός αντί για νερό. Όλα αυτά συνέβαλαν ώστε ένα αρχικά μικρό πρόβλημα να εξελιχθεί σε καταστροφή. “Βλέπαμε την εστία της φωτιάς, αλλά δεν μπορούσαμε να φτάσουμε ώς εκεί”, μας έλεγε αργότερα ο μηχανικός. Μα πώς να φτάσεις αφού δεν άφησες τα απαραίτητα κενά και τους διαδρόμους ανάμεσα στα αυτοκίνητα; Προφανώς την ευθύνη την έχουν αυτοί που οφείλουν να τηρούν τους κανόνες. Όλα δυστυχώς έχουν έναν κοινό παρονομαστή, το κέρδος.
»Όταν άρχισε να καίγεται και να λιώνει το κατάστρωμα, έτυχε να βρεθούμε κοντά στη βάρκα. Μέσα στο σκοτάδι. Δεν υπήρχε κανένας υπεύθυνος για να μας δώσει οδηγίες. Χωρούσε άλλους 90, αλλά ήταν όλοι μπλοκαρισμένοι και στοιβαγμένοι στον πρώτο μικρό διάδρομο. Κανονικά η βάρκα έπρεπε να κάνει το γύρο του καραβιού και να μαζέψει κόσμο που είχε πέσει στη θάλασσα και μετά να φύγει. Με επτά μέλη του πληρώματος και με τον πρώτο μηχανικό στο τιμόνι, σαφώς και δεν δικαιολογείται η τόσο βιαστική αναχώρησή της. Ο πρώτος μηχανικός διώκεται, γιατί έπρεπε να παραμείνει στη θέση του. Προσωπικά του χρωστάω ευγνωμοσύνη γιατί βοήθησε την κόρη μου, τη σήκωσε με το σωσίβιό της και την έριξε μέσα στη λέμβο, αλλά δεν μπορώ να μη σκέφτομαι την ευθύνη του γι’ αυτό που άφηνε πίσω του και για τις ζωές που χάθηκαν χωρίς να δοθεί η μάχη μέχρι τέλους».
Από το ναυάγιο στο Μνημόνιο
Πώς συνεχίστηκε η ζωή σας;
«Όταν μετά από λίγο καιρό συνειδητοποίησα τι έγινε, άρχισα να έχω εφιάλτες, απίστευτα νεύρα, η κόρη μου φοβόταν να κοιμηθεί μόνη της… Υπάρχουν χαμένοι άνθρωποι και ντρέπομαι και να μιλήσω για τις προσωπικές μου απώλειες, για τον υπολογιστή με τα αρχεία και τα προγράμματα της δουλειάς μου, το αυτοκίνητο, τα πράγματά μου. Νιώθω ακόμα πολύ θυμό μέσα μου. Μας έκαψαν και μας εγκατέλειψαν. Σαν να μην έχω διασωθεί. Δεν μου έχει ζητηθεί κατάθεση από καμιά ελληνική Αρχή. Δεν πήρε η ΑΝΕΚ ένα τηλέφωνο, έστω να πει ότι λυπάται γι’ αυτό που πάθαμε.
»Τώρα ο διαρκής φόβος για το κυνηγητό που υφιστάμεθα ως κοινωνία, για το ζοφερό μέλλον που περιμένει τα παιδιά μας. Όταν το συζητάω αυτό, μου λένε “έλα μωρέ Ανδρέα, εσύ βρέθηκες σε αυτήν την κόλαση, αυτά θα φοβηθείς;” Ναι, θα φοβηθώ, γιατί κρατάει πάρα πολύ και είναι για όλη μας τη ζωή. Και είμαι με αυτή την έννοια και εδώ ναυαγός.
»Έμαθα να ευγνωμονώ ορισμένους ανθρώπους που έτυχε να βρεθώ μαζί τους για τις σωστές τους επιλογές. Και ένα σωτήριο κυματάκι που μας τράβηξε μακριά λίγο πριν πέσει με ορμή η θηριώδης πλώρη ενός πλοίου που ανεβοκατέβαινε μέσα στη φουρτούνα. Να ευγνωμονώ τον ναύτη που άρπαξε ένα σχοινί που κρεμόταν από τη λέμβο μας, λίγο πριν πλησιάσει στην προπέλα του καραβιού και μας αρπάξει στο βυθό…».
Norman Atlantic, 10 μήνες μετά
Εγκληματική αμέλεια και δόλο αποκαλύπτει το μαύρο κουτί του πλοίου
Νέο φως στην υπόθεση του Norman Atlantic, που συγκλόνισε την Ελλάδα και την Ιταλία, στις 28 Δεκεμβρίου του 2014, έρχονται να ρίξουν τα ηχητικά ντοκουμέντα που κατέγραψε το μαύρο κουτί του πλοίου και κατάφεραν να απομαγνητοφωνήσουν ώς τώρα οι Ιταλοί τεχνικοί. Όπως προκύπτει από τις συνομιλίες γέφυρας και πληρώματος, η πυρανίχνευση είχε πιθανότατα απενεργοποιηθεί. Η γέφυρα γνώριζε εκ των προτέρων ότι μεταφέρονται φορτηγά για τα οποία δεν επαρκεί η ηλεκτρική ενέργεια του πλοίου και ότι θα άναβαν τις μηχανές ακυρώνοντας την πυρανίχνευση. Εάν αυτό επιβεβαιωθεί, πρόκειται για εγκληματική αμέλεια, αν όχι για ενδεχόμενο δόλο.
Από τις απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες προκύπτει ακόμη ότι από τους σωλήνες τις κρίσιμες στιγμές για την αντιμετώπιση του κινδύνου εξάπλωσης της φωτιάς, αντί για νερό έβγαινε… καπνός. Επιπλέον προκύπτει ότι ο Ιταλός κυβερνήτης, ενώ το πλοίο βρισκόταν πολύ κοντά στις αλβανικές ακτές, δεν τις προτίμησε, πιθανότατα για να περιορισθεί το κόστος των ρυμουλκών. Στο δε σήμα κινδύνου του έκανε λόγο για 411 επιβάτες, επειδή με περισσότερους από 500 θα ήταν και υποχρεωμένος να έχει γιατρό.