Οι καταληκτικές ημερομηνίες για την πρόσκληση της ΠΓΔΜ στη σύνοδο του ΝΑΤΟ και την έναρξη των ενταξιακών διαδικασιών πλησιάζουν στο τέλος. Γεγονός που αυξάνει τις πιέσεις προς όλες τις πλευρές για γρήγορη διευθέτηση των εκκρεμοτήτων που εμποδίζουν τους νατοϊκούς σχεδιασμούς στην Βαλκανική.
Η ελληνική πλευρά έχει επίσημα δηλώσει ότι είναι έτοιμη να υπογράψει το κείμενο συμφωνίας που έχουν επεξεργαστεί οι υπουργοί Εξωτερικών Κοτζιάς – Δημητρώφ, σύμφωνα με τις υποδείξεις Νίμιτς. Ο Έλληνας πρωθυπουργός, περιμένοντας στωικά για μέρες το τηλεφώνημα του Ζάεφ, διαμηνύει προς κάθε κατεύθυνση ότι είναι πρόθυμος να συναινέσει σε μια «τμηματική συμφωνία». Θα συμφωνήσει, δηλαδή, σε κάποια από τις προτάσεις του πακέτου Νίμιτς, που θα κάνει αποδεκτή τη νέα ονομασία της ΠΓΔΜ και θα παραπέμπει στο μέλλον για την επίλυση των άλλων κρίσιμων ζητημάτων που σχετίζονται με τις συνταγματικές αλλαγές και τους αλυτρωτισμούς των Σκοπίων. Η εξασφάλιση, δήθεν, εγγυήσεων από ΟΗΕ και ΝΑΤΟ για πλήρη τήρηση των συμφωνηθέντων μεταξύ των δύο χωρών λειτουργεί ως «φύλλο συκής» δεδομένου ότι είναι εξαιρετικά δύσκολη η συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων στην επιδιωκόμενη συμφωνία και αργά ή γρήγορα όλα θα τιναχθούν στον αέρα.
Για παράδειγμα, ο ίδιος ο Ζάεφ, μετά την αρνητική παρέμβαση του Προέδρου της ΠΓΔΜ και τις αντιρρήσεις του εθνικιστικού αντιπολιτευόμενου VMRO, δήλωσε πρόσφατα ότι προέχει μια «ποιοτική λύση» των διαφορών των δύο χωρών που δεν μπορεί να εκβιαστεί με τις χρονικές πιέσεις μπροστά στην επικείμενη σύνοδο του ΝΑΤΟ.
Η ελληνική πλευρά ούτε για τα «μάτια του κόσμου» δεν διανοείται να κάνει αντίστοιχη δήλωση. Ούτε καν να εκμεταλλευθεί την αδυναμία των Σκοπίων να συμφωνήσουν διεκδικώντας μια πιο καθαρή και βιώσιμη λύση.
Παιχνίδια μοιράσματος του κόστους
Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι η υπογραφή της στο Μακεδονικό θα έχει σημαντικό πολιτικό κόστος. Το μαρτυρούν οι δημοσκοπήσεις αλλά και η φανερή «εμμονή» του κόσμου που αρνείται να αποδεχθεί μια λύση που προσβάλει την ιστορία και την εθνική μας αξιοπρέπεια και ανοίγει τον δρόμο για νέες εντάσεις στα Βαλκάνια.
Για τον λόγο αυτό αποφεύγει κάθε συζήτηση για δημοψήφισμα, ενώ παραμένει άγνωστο αν προτίθεται και πότε να φέρει το θέμα στη Βουλή. Παράλληλα αυξάνονται οι πιέσεις για ευρεία πλειοψηφία 180 ψήφων για την κοινοβουλευτική έγκριση της όποιας συμφωνίας, συζητείται η μετάθεση της σχετικής ψηφοφορίας για το φθινόπωρο αν, εν τω μεταξύ, οι πολιτικές εξελίξεις και το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών δεν αναβάλλουν οριστικά τη σχετική συζήτηση.
Έτσι, το μόνο που απασχολεί είναι το μοίρασμα του πολιτικού κόστους με την αντιπολίτευση και κύρια με την Ν.Δ. Με ενορχηστρωτή τον Ν. Κοτζιά, φιλοκυβερνητικά Μέσα, κυβερνητικά στελέχη και βουλευτές επιδίδονται σε έναν «κουτοπόνηρο» διαγωνισμό απόδειξης ότι η κυβέρνηση Σαμαρά είχε αποδεχθεί πρώτη το σημερινό πλαίσιο συμφωνίας για το όνομα, τη γλώσσα και την εθνικότητα της ΠΓΔΜ.
Έτσι η κυβέρνηση, αν και υποστηρίζει ως σωστό το πλαίσιο συμφωνίας και αναφαίρετο δικαίωμα των Σκοπίων στον «αυτοπροσδιορισμό», χρεώνει στις κυβερνήσεις του παρελθόντος τα «δεσμευτικά πλαίσια» των δήθεν διαπραγματεύσεων. Αν υπήρχαν «δεσμευτικά πλαίσια» γιατί δεν τα κατήγγειλε εξ’ αρχής; Και αν δεν συμφωνούσε με τις επιλογές του παρελθόντος γιατί σπεύδει σήμερα να υπογράψει όσα καταγγέλλει;
Η μόνη προφανής απάντηση είναι η ύστατη προσπάθεια διατήρησης της εξουσίας. Όλα τα άλλα είναι περιττά.