Του Δημήτρη Ουλή

 

1. Πατέρας με παραπληγικό παιδί καταφθάνουν ακριβώς μπροστά μας. Το ξεντύνει προσεκτικά, και βαστώντας το στην αγκαλιά του βουτούν μαζί, με μια κίνηση σεμνή και χαριτωμένη. Το παιδί πλατσουρίζει τρισευτυχισμένα, ο πατέρας καθοδηγεί το σιωπηλό κορμί με ελαφρές κινήσεις στα βαθιά, ενώ φροντίζει να βρέχει το κεφάλι του ανά τακτά διαστήματα. Ύστερα το ξαναπαίρνει αγκαλιά –ανάερα, σχεδόν χορευτικά– και βγαίνει μαζί του στην αμμουδιά, για να το εναποθέσει απαλά στην ψάθα –όπως εναποθέτουμε ένα βρέφος στο ανάκλιντρο. Το σκουπίζει προσεκτικά, και αφού βεβαιωθεί ότι το σώμα του είναι προστατευμένο από τον ήλιο, ξαπλώνει δίπλα του. Μιλούν μια γλώσσα ακαταλαβίστικη, κατάστικτη από άναρθρες κραυγούλες και στιγμιαίες εκρήξεις γέλιου. Πλην όμως, δεν υπάρχει στη σκηνή τίποτε το μελοδραματικό ή το καταθλιπτικό. Και ο πατέρας είναι ένα νέο και ωραιότατο παλληκάρι, βαριά στα τριανταπέντε. Σκέφτομαι ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.

2. Κύπριος πατριώτης εμφανίζεται θορυβώδης μαζί με την λαλίστατη σύζυγο και τα τρία τους παιδιά. Η παρουσία τους γίνεται αμέσως αισθητή σε ολόκληρη την παραλία –φωνές και μαλώματα, εκκλήσεις και παραγγελιές, εν μέσω ενός απίστευτου όγκου παραθεριστικού εξοπλισμού. Κάποια στιγμή, ο μικρός γιος δοκιμάζει να κάνει μακροβούτι με τη μάσκα και τον αναπνευστήρα του. Βλέποντάς τον, ο πατέρας του φωνάζει από μακριά: «Ροδανέν, ντο καλαμάκιν σου, να ντόχεις στητόν». Και όσο ο Ροδανός παλεύει να τοποθετήσει τον αναπνευστήρα στη μάσκα του, τόσο ο πατέρας επιμένει. «Στητόν το καλαμάκιν σου, σου λέω». Ελπίζω κάποια στιγμή ο Ροδανός να καταλάβει. Εγώ πάντως, μολονότι δεν ευτύχησα ποτέ να έχω έναν πατέρα τόσο κατατοπιστικό, ομολογώ ότι ακολουθώ διαισθητικά τη συμβουλή εδώ και σαρανταέξι χρόνια. Όταν το καλαμάκιν σου πάψει να είναι στητόν –τότε είναι που αρχίζουν τα δύσκολα.

3. Βασανιστικός καύσωνας βαραίνει την παραλία σαν μολύβι, κόβεις τη νωθρότητα με το μαχαίρι: όλα ακινητοποιημένα, σιωπηλά και αδιάφορα. Ώσπου εντελώς αναπάντεχα, σηκώνεται ανάποδος αέρας: ελαφρύς και δροσερός, φουσκώνει τη θάλασσα και αφρίζει το νερό με πελώρια κύματα. Νιώθω να με διαπερνά σύγκορμο η ηλεκτροπληξία της αφύπνισης: πιτσιρίκια αρχίζουν να τσιρίζουν ξεκαρδισμένα, σαν κάποιος να τους γαργάλισε ξαφνικά τις πατούσες. Ζευγαράκια σκαρώνουν παράτολμα χάδια, χρησιμοποιώντας τον αφρό σαν καμουφλάζ. Έφηβες παρέες κάνουν κωλοτούμπες και σκάνε άτακτα μέσα στο νερό χαχανίζοντας δυνατά. Ακόμα και στο πρόσωπο των ηλικιωμένων διακρίνεται εμφανώς μία διάθεση ιλαρότητας. Μέσα σε λίγα λεπτά, φαίνεται σαν κάποιος θεός να εμφύσησε την πνοή του στο πρόσωπο της παραλίας, μετατρέποντάς την ξανά σε ψυχή ζώσα.

Κάπως έτσι, ξέρετε, φαντάζομαι την επανάσταση. Σαν μία ξαφνική αλλαγή του αέρα, που ξανακάνει τους ανθρώπους ζωντανούς. Σαν ένα απρόσμενο εμφύσημα του πνεύματος, που αλλάζει το νόημα του χρόνου και την προοπτική του κόσμου.

 

[email protected]

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!