Με αφορμή την εμφάνιση του Βιμ Μέρτενς στο Ηρώδειο

της Ιφιγένειας Καλαντζή*

 

Στο Ηρώδειο εμφανίζεται, στις 30/7, ο διάσημος μινιμαλιστής συνθέτης Βιμ Μέρτενς, που το αθηναϊκό κοινό είχε ήδη την τύχη να τον απολαύσει σε προηγούμενες συναυλίες όχι μόνο ως πιανίστα του συνόλου του, αλλά και ως κόντρα-τενόρο, στα φωνητικά των συνθέσεών του.

Γεννημένος στο Βέλγιο το 1953, ο Μέρτενς σπούδασε κοινωνικές-πολιτικές επιστήμες και μουσικολογία. Ως παραγωγός στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, παρουσίαζε συναυλίες γνωστών μινιμαλιστών (Φίλιπ Γκλας, Στηβ Ράιχ, Τέρι Ράιλι). Το 1983 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Αμερικάνικη μινιμαλιστική μουσική, με πρόλογο του Μάικλ Νάιμαν.

Στις μεγαλύτερες επιτυχίες του, που κυκλοφορούν σε περισσότερα από 60 προσωπικά άλμπουμ, με μουσικές για θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες, συγκαταλέγεται και το κορυφαίο 11λεπτο Maximazing the audience, απαράμιλλο δείγμα μινιμαλισμού, γραμμένο το 1984 για το θεατρικό του Ζαν Φάμπρ Η Ισχύς της θεατρικής τρέλας.

Μετεξέλιξη των δομών της προκλασικής, η μινιμαλιστική μουσική αναπτύχθηκε παράλληλα με τους ηχητικούς πειραματισμούς στη μεταπολεμική Ευρώπη και καθιερώθηκε στα χρόνια της πολιτικής αμφισβήτησης του ’60.

Ο όρος μινιμαλισμός πρωτοεμφανίζεται στο βιβλίο Πειραματική Μουσική, πέρα από τον Τζον Κέιτζ (1974), του Βρετανού συνθέτη Μάικλ Νάιμαν, προσδιορίζοντας τη μουσική δομή που, σε αντίθεση με τη γρήγορη κορύφωση της κλασικής μουσικής, εξελίσσεται προοδευτικά, χωρίς απότομες μελωδικές εναλλαγές, αφιερώνοντας μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα στη χρήση σταθερών μουσικών μοτίβων σε διαφορετικές ενορχηστρωτικές παραλλαγές, επιτρέποντας στον ακροατή να αφομοιώσει την εξέλιξη της μελωδίας.

 

Η κοιλιά του αρχιτέκτονα

Αυτή η μουσική φόρμα εισβάλλει στο σινεμά, την εποχή που ο κινηματογράφος καθιερώνεται ως καλλιτεχνικό δημιούργημα και μέσο κοινωνικής αμφισβήτησης. Στα χρόνια του ’80-’90, η μινιμαλιστική μουσική συσχετίζεται με την κινηματογραφική αφήγηση και συμπορεύεται με εξεζητημένους τρόπους σκηνοθετικής έκφρασης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η αξιοποίηση παλιότερων συνθέσεων του Μέρτενς στην εμβληματική ταινία Η κοιλιά του αρχιτέκτονα (1987), του δαιμόνιου Άγγλου σκηνοθέτη Πήτερ Γκρίναγουέι, συμβάλλοντας έτσι στην ευρεία διάδοση της φήμης του συνθέτη.

Στην ταινία αυτή, ένας πληθωρικός Αμερικάνος αρχιτέκτονας, ο Στόρλεϊ Κράκλαϊτ (Μπράιαν Ντένεχι), μεταβαίνει στη Ρώμη, μαζί με τη νεαρή γυναίκα του, εκπληρώνοντας το όνειρό του, να προετοιμάσει μια έκθεση, αφιερωμένη στον αγαπημένο του Γάλλο αρχιτέκτονα του 18ου αιώνα Ετιέν-Λουί Μπουλέ. Σταδιακά όμως καταρρέει ο ψυχικός του κόσμος, όταν αντιλαμβάνεται ότι η γυναίκα του, που εκείνη την περίοδο μένει έγκυος, φλερτάρει με έναν γοητευτικό νεαρό συνεργάτη του. Σε κρίσιμη για τον ανδρισμό του ηλικιακή καμπή, ο νάρκισσος Κράκλαϊτ αρχίζει να πάσχει από φριχτούς πονόκοιλους, αναπτύσσοντας εμμονικές ταυτίσεις με τους ρωμαλέους κοιλιακούς των αγαλμάτων Ρωμαίων στρατηγών, που φωτογραφίζει και εκτυπώνει σε φυσικό μέγεθος. Υποψιάζεται πως δηλητηριάζεται κι αυτός από την γυναίκα του, όπως ο Καίσαρας Αύγουστος, ενώ καταρρέει, όταν ανακαλύπτει πως ο Μπουλέ πέθανε από καρκίνο στο στομάχι, ψάχνοντας απεγνωσμένα τρόπο σύνδεσης με τον νεκρό αρχιτέκτονα, ενώ ο γιατρός κάνει διάγνωση για ακραίο εγωκεντρισμό. Όταν η γυναίκα του αποφασίζει, λίγο πριν τη γέννα, να τον εγκαταλείψει για τον ερωμένο της, που στο μεταξύ έχει εκτοπίσει τον απόμακρο πλέον Κράκλαϊτ, αναλαμβάνοντας όλες τις αρμοδιότητες της έκθεσης, συντετριμμένος ο αρχιτέκτονας, έχοντας χάσει τα πάντα, αυτοκτονεί.

 

Αρχιτεκτονική δομή και ανθρώπινο σώμα

Ο Γκρίναγουέι τοποθετεί την εξελισσόμενη ψύχωση στη Ρώμη, επιδιώκοντας το συσχετισμό του παρακμιακού μεγαλείου της πάλαι ποτέ ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με την ψυχική και σωματική κατάπτωση του μεσήλικα αρχιτέκτονα. Σε μια εξαιρετικά εικαστική ταινία, όπου δεσπόζει η αρχιτεκτονική αισθητική, με τα χαρακτηριστικά μεγαλοπρεπή κτίρια, σε προσεγμένα στατικά πλάνα, η ψύχωση του Κράκλαϊτ κατευθύνεται από το πάθος του Μπουλέ για στρογγυλές αψίδες και ωοειδείς φόρμες, στοιχεία που υιοθέτησε και ο Άλμπερτ Σπίρ, αρχιτέκτονας του Χίτλερ και του Μουσολίνι, ως έκφραση απόλυτου μεγαλείου. Με το χαρακτηριστικό θεατρικό του στυλ, σταθερή κάμερα και συμμετρία μετωπικών πλάνων, ο ευφυής και τελειομανής Γκρίναγουέι πετυχαίνει μια εξαιρετική ολιστική σύνδεση μορφής και περιεχόμενου, μέσω της σφαιρικής φόρμας που κυριαρχεί στην ταινία.

Ως μουσικό μοτίβο που εκφράζει τον πολύπλοκο ψυχισμό του πρωταγωνιστή επιλέγεται το περίφημο Struggle for pleasure, αναγνωρίσιμο από τηλεοπτικές διαφημίσεις παλιότερα. Επιλεγμένα κομμάτια του Μέρτενς όπως το Time Passing και το Close Cover, στο χαρακτηριστικό λυρικό του στυλ και κυρίως το Birds for the mind, που διατρέχει την ταινία σε διαφορετικές παραλλαγές, εξυφαίνουν την ώσμωση μουσικής και επιβλητικής αρχιτεκτονικής, ενώ, η παλιότερη σύνθεση του Μέρτενς 4 Μains υπογραμμίζει την ψυχική αναστάτωση του αρχιτέκτονα, στις δύο σκηνές που η κάμερα καταγράφει από ψηλά σε τράβελινγκ την ακαταστασία στον προσωπικό του χώρο, με διάφορα αντικείμενα πεταμένα κάτω. Ο καταιγιστικός ρυθμός και η έντονη ενορχήστρωση του κομματιού The aural Trick, που συνέθεσε ο Μέρτενς ειδικά για την Κοιλιά του Αρχιτέκτονα, αποδίδουν τη χαοτική αποσύνθεση του πρωταγωνιστή.

Επιδιώκοντας πυκνούς εννοιολογικούς συσχετισμούς, η σκηνοθετική σύλληψη του Γκρίναγουέι συντηρεί μια φετιχιστική σχέση ανάμεσα στην αρχιτεκτονική δομή της πόλης με το ανθρώπινο σώμα, μέσα από ένα διαρκές παιχνίδι με σφαιρικές φόρμες. Ακόμα και η πρόθεση του Μπουλέ να χτίσει μνημείο για τον Ίσαακ Νιούτον αποτελεί αφορμή για αναφορά στο φαινόμενο της πτώσης, κυριολεκτικά και μεταφορικά, καθώς ο Κράκλαϊτ αυτοκτονεί πέφτοντας απ’ το παράθυρο, με υφέρποντα τον υπαινιγμό αδυναμίας να δραπετεύσει από τους φυσικούς νόμους της φθοράς και της θνητότητας. Η σύνδεση όλων αυτών με την καίρια επιλογή κομματιών του Μέρτενς οδηγεί στο εξαίρετο αποτέλεσμα, που διατηρεί άσβεστη τη φήμη της ταινίας.

 

INFO

Τις συνθέσεις του Μέρτενς μπορείτε να τις ακούσετε στη σχετική εκπομπή της Ιφ. Καλαντζή Πέρα από την εικόνα, της 21/01/2015, στο διαδικτυακό ραδιόφωνο portokaliradio.gr, επιλέγοντας on demand.

 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή, θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου

[email protected]

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!