Της Αγγελικής Ντουσάκη
Τι είπε; Γυρίζεις το τραγούδι μερικά δευτερόλεπτα πριν!
«Κι είναι κι αυτός που έζησε, γιατ’ ήθελε να ζήσει».
Ακούς το στίχο που ακούω κι εγώ;
«Κι είναι κι αυτός που έζησε, γιατ’ ήθελε να ζήσει».
Τον ακούς ξανά! Δεν πιστεύεις στα αυτιά σου!
Πώς γίνεται, αναρωτιέσαι! Το τραγούδι αυτό το ακούς χρόνια; Πώς γίνεται;
Πολλές φορές θυμάσαι ίσα-ίσα μια φράση απλά για να οδηγηθείς στη γνώριμη αγαπημένη μουσική ενός τραγουδιού και να έχεις κάτι εύκολο στα χείλη σου να το σιγομουρμουρίζεις όλη μέρα.
Πότε δίνεις σημασία στη φράση; Ίσως όταν είσαι έτοιμος να σηκώσεις το βάρος της; Ίσως η επιλεκτικότητα της μνήμης να ’ναι ένας τρόπος να αποφεύγεις την ευθύνη των λέξεων.
Ναι, οι λέξεις έχουν την ευθύνη τους. Όταν τις λες, πρέπει να ’σαι έτοιμος να αντιμετωπίσεις την πραγματικότητα που δημιουργούν.
Όταν απλά τις ακούς; Όταν απλά είσαι ο δέκτης; Και τότε έρχεσαι αντιμέτωπος με το νόημα που κρύβουν. Δεν μπορείς να κάνεις για πολύ πως δεν άκουσες ή δεν κατάλαβες. Δεν μπορείς να κάνεις πως δεν σε συγκλόνισαν λέξεις που κάνουν τόσο θόρυβο…
Την ώρα της αντάμωσης αυτών των λέξεων που σιγομουρμουρίζεις με την ουσία τους έρχεσαι αντιμέτωπος με μιαν ευθύνη! Αν κατάλαβες τι σου ’πε ο στίχος, στέκεσαι μπροστά σε μιαν αλήθεια.
Και τότε τι να κάνεις; Να σκεφτείς πως…
Δεν ζούμε γιατί δεν το θέλουμε;
Αντέχουμε ακόμα επειδή το θέλουμε;
Δυο αλήθειες αντιφατικές! Από τη μια η πραγματικότητα μιας Ελλάδας που πεθαίνει. Από την άλλη η αλήθεια της επιβίωσης ενός λαού όλα αυτά τα χρόνια παρά τις πολλαπλές αντιξοότητες.
Αλλά για πόσο; Μέχρι ποιο σημείο της διαδρομής μπορεί να φτάσει ένας λαός, όταν τα όνειρά του φτάνουν μέχρι το βράδυ της μέρας που τα έκανε;
Ο στίχος μας φωνάζει! Μας ρωτάει! Θέλουμε όντως να ζήσουμε;
Τον ακούτε κι εσείς, έτσι δεν είναι;
Αισθάνεστε κι εσείς αυτόν το φόβο για το πώς θα μπορέσει να γίνει;
Αισθάνεστε κι εσείς αυτήν την ομορφιά της θέλησης για ζωή που αποπνέει;
Μέρα με τη μέρα, όσο συνεχίζεται αυτή η κατάσταση, αναρωτιέσαι αν ο στίχος αυτός υπάρχει για να επιβεβαιωθεί ή για να διαψευστεί οικτρά!
Θα είμαστε αυτοί που ζήσανε, γιατί ήθελαν να ζήσουν ή θα είμαστε ο άλλος; Ο άλλος που υπονοεί ο στίχος. Δεν έζησαν όλοι! Όταν υπάρχει ο «κι αυτός», υπάρχει «κι ο άλλος»; Αυτός που έκλεισε τα αυτιά στον στίχο;
Θα τον προδώσουμε τον στίχο ή θα επιβεβαιώσουμε την ομορφιά του;
Θα τον ακούσουμε; Κι αν τον ακούσουμε, θα σηκώσουμε το βάρος του; Θα τον εμπιστευτούμε και σ’ άλλα αυτιά;
Ο καιρός που περνάει μας απομακρύνει από το ηχείο! Με τα χρόνια τα μηχανήματα παλιώνουν! Ο στίχος δεν είναι πια στη μόδα! Δεν ακούγεται το ίδιο! Όλοι προτιμούν να τραγουδούν τον καημό ή να μην τραγουδούν! Ο κόσμος σώπασε!
Ο στίχος δεν φτάνει στα αυτιά μας. Δεν γίνεται τραγούδι στα χείλη μας να το μάθουν οι πολλοί!
Δυναμώνω την ένταση μια τελευταία φορά! Άκου προσεχτικά: «Είναι κι αυτός που έζησε, γιατί ήθελε να ζήσει!»!
Άκου το άλλη μια, για να το τραγουδήσεις σωστά στους άλλους: «Είναι κι αυτός που έζησε, γιατί ήθελε να ζήσει»!
Απλά, γιατί ήθελε! Αυτό να τους πεις!
Ίσως και κάτι ακόμα!
Ότι το θες κι εσύ! Να ξέρουν πως δεν είναι μόνοι…