Τι έδειξαν τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ
Του Willian Greider*
Οι συνταρακτικές εκλογές του 2014 (ΣτΜ. κατά τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, όπου το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα απέσπασε την πλειοψηφία στη Γερουσία) δείχνουν ότι το Δημοκρατικό Κόμμα έχει χάσει πλήρως την επαφή του με τον μέσο άνθρωπο και τις δύσκολες συνθήκες στις οποίες ζει. Ο μέσος εργαζόμενος το έχει αντιληφθεί αυτό εδώ και καιρό, αλλά φέτος ο Πρόεδρος κατέστησε ακόμα πιο σαφή αυτή την αποσύνδεση. Ο Μπαράκ Ομπάμα δεν έπαψε να στέλνει το μήνυμα προς τους Αμερικανούς ότι πρέπει να γίνουν πιο αισιόδοξοι: η οικονομία επανέρχεται, υποστήριξε ο πρόεδρος, και η ευημερία είναι ορατή.
Ένα κόμμα με πραγματική σύνδεση με το λαό δεν θα είχε τολμήσει ποτέ να κάνει τέτοιους ισχυρισμούς. Στον πραγματικό κόσμο όπου ζουν οι ψηφοφόροι, η ανθρώπινη εμπειρία υπερτερεί των μακροοικονομικών μεγεθών και των στοιχείων για την υποτονική πτώση του επίσημου δείκτη ανεργίας. Στέλεχος του συνδικάτου AFL-CIO ξεχώρισε τα παρακάτω στοιχεία από εκτιμήσεις των ίδιων των ψηφοφόρων για την κατάστασή τους την ημέρα των εκλογών: το 54% έχει υποστεί πτώση στο οικογενειακό του εισόδημα μέσα στο έτος που πέρασε. Το 63% πιστεύει ότι η οικονομία είναι άδικη εκ θεμελίων. Ένα 55% πιστεύει ακράδαντα (και άλλο ένα 25% το πιστεύει σε μικρότερο βαθμό) ότι και τα δύο κόμματα επικεντρώνουν, κυρίως, την προσοχή τους στο να εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της Wall Street και δεν ενδιαφέρονται αρκετά για το μέσο άνθρωπο.
Αντί να αντιμετωπίσουν αυτή την πραγματικότητα και να προτείνουν λύσεις, οι Δημοκρατικοί παρουσίασαν μία άτολμη και άνευρη προεκλογική πλατφόρμα: Εν ολίγοις, οι Ρεπουμπλικανοί είναι χειρότεροι από εμάς. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό είναι αλήθεια, αλλά και τι μ’ αυτό; Ο Πρόεδρος και το κόμμα του δεν έχουν να προσφέρουν αξιόπιστες λύσεις. Αν θέλουν να σοβαρευτούν απέναντι στην ανισότητα και την επιδείνωση της θέσης της μεσαίας τάξης, οι Δημοκρατικοί πρέπει να διορθώσουν πολλά από τα λάθη που το ίδιο τους το κόμμα έχει κάνει στο πεδίο της οικονομίας τα 30 τελευταία χρόνια.
Οι μετεκλογικές αναλύσεις από τον χώρο της Αριστεράς εντόπισαν πολλές αιτίες για να δικαιολογηθούν τα απογοητευτικά αποτελέσματα, μέχρι και να γιορτάσουν κάποιες μικρές νίκες. Η πιο αυστηρή ανάλυση εστιάστηκε κατά κύριο λόγο στη δυναμική αυτού του αποτυχημένου εκλογικού κύκλου, αλλά το πρόβλημα με τους Δημοκρατικούς πάει πολύ βαθύτερα από το ναυάγιο της εκλογικής αναμέτρησης. Το πρόβλημα είναι συστημικό και έχει τις ρίζες του στην εποχή Ρίγκαν.
Εδώ και πολύ καιρό, το κόμμα εγκατέλειψε τη βάση των εργαζόμενων (όλων των χρωμάτων) και σταθερά αποστασιοποιήθηκε από τις ζοφερές συνθήκες στις οποίες ζουν οι περισσότεροι. Παραδοσιακά προπύργια του κόμματος όπως τα συνδικάτα και οι φυλετικές μειοψηφίες μπήκαν σε δεύτερη μοίρα στην ιεραρχία που επηρεάζει την κομματική πολιτική. Όμως οι Δημοκρατικοί δεν έχασαν απλώς την επαφή τους με τους ανθρώπους που -υποτίθεται ότι- αντιπροσωπεύουν, αλλά πρόδωσαν βασικές εκλογικές τους περιοχές και υιοθέτησαν πολιτικές υπέρ των επιχειρήσεων και των χρηματιστηριακών κύκλων που πλήττουν τα συμφέροντα των εργαζομένων.
Η απομάκρυνση από τα συμφέροντα των εργαζομένων έγινε έντονα αισθητή επί προεδρίας Κλίντον, όταν οι Νέοι Δημοκρατικοί του ήρθαν στα πράγματα, τη δεκαετία του 1990. Ο Κλίντον πρόδωσε το εργατικό κίνημα με την NAFTA και άλλες εμπορικές συμφωνίες που άνοιξαν το δρόμο για τη μαζική «έξοδο» των θέσεων εργασίας της μεταποίησης προς οικονομίες με χαμηλό μισθολογικό κόστος. Από την άλλη, η φιλελευθεροποίηση του τραπεζικού τομέα κατεύθυνε τα οικονομικά οφέλη προς τον χρηματοοικονομικό τομέα και έθεσε τα θεμέλια για την καταστροφή που ακολούθησε το 2008. Η Wall Street κέρδισε, οι εργαζόμενοι έχασαν. Ο Κλίντον έγινε ο πρόεδρος της «χρηματοοικονομικοποίησης» του Δημοκρατικού Κόμματος. Ο Ομπάμα απλώς κληρονόμησε την πραγματικότητα αυτή και κυβέρνησε βάσει αυτής, συχνά με τους ίδιους συνεργάτες.
Ο «λαός», βέβαια, παραμένει παρών στο κόμμα, αλλά χρησιμοποιείται μόνο και μόνο σαν πηγή στατιστικών για τις προεκλογικές εκστρατείες. Οι ίδιοι οι ψηφοφόροι θυμίζουν απλά κομπάρσους σε μία μεγάλη παραγωγή όπερας: Εμφανίζονται στη σκηνή στις εκλογικές αναμετρήσεις, υπό τις κολακείες και τα καλοπιάσματα των πολιτικών. Δεν τους δίνουν όμως ούτε ατάκες να πουν, ούτε τραγούδια να τραγουδήσουν.
Αντί, στην πραγματικότητα, να απευθύνονται άμεσα στον λαό, όπως έκαναν οι παλιοί κομματάρχες, οι προεκλογικές εκστρατείες στηρίζονται στα τηλεοπτικά μηνύματα για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και στις εταιρίες δημοσκοπήσεων για την καταγραφή των απόψεών τους. Οι δίαυλοι επικοινωνίας έχουν αντιστραφεί: Αντί να ρωτούνται οι πολίτες τι έχουν ανάγκη ως γνώμονα διακυβέρνησης, η ερώτηση που τους τίθεται είναι τι χρειάζεται να πει το κόμμα (ή να μην πει) για να εξασφαλίσει ψήφους.
Η κλονισμένη αυθεντικότητα του κόμματος έχει μεγαλύτερη σημασία σήμερα διότι και η χώρα αλλά και ο κόσμος ολόκληρος αντιμετωπίζουν κινδύνους και αναταραχές που απαιτούν μία θεμελιώδη αναδιάταξη του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Αυτό απαιτεί τολμηρά βήματα σε μία εποχή που κανένα κόμμα δεν αντιμετωπίζει στα ίσα την απειλητική αυτή κατάσταση. Οι Ρεπουμπλικανοί είναι μία θυγατρική που ανήκει 100% στον μηχανισμό των επιχειρήσεων και των τραπεζών. Οι Δημοκρατικοί είναι υπό ενοικίαση.
Νέα ατζέντα για δίκαιη κοινωνία
Αυτό που έχουμε ανάγκη είναι να διαμορφωθεί ένα σώμα διαφωνούντων που θα αποδεσμευτεί από τα στενά όρια του Δημοκρατικού Κόμματος και θα θέσει μία νέα ατζέντα για τη δημιουργία μιας δίκαιης κοινωνίας αντί να μπουκώνει τον ήδη χορτάτο πλούτο, τις κοινωνικά ασυνεπείς επιχειρήσεις και να τροφοδοτεί παράλογους ξένους πολέμους. Μία τέτοια πολιτική έχει ανάγκη η χώρα: Μία αποτελεσματική εξέγερση μέσα και έξω από τα όρια του κόμματος και μία ετοιμότητα να διαταράξει το στάτους κβο. Και το έχουμε ανάγκη τώρα, ώστε να επανέλθει ο ρεαλισμός στο τοπίο του χάους που παρουσιάζει σήμερα το κόμμα. Από τη μία πλευρά η δεξιά πτέρυγα θα ρίξει τις ευθύνες για την ήττα στη χαμηλή δημοτικότητα του Ομπάμα, ισχυριζόμενη ότι η οικονομική του πολιτική είναι υπερβολικά αριστερόστροφη. Οι πιο προοδευτικοί πρέπει να ανταπαντήσουν ότι ο λόγος που οι Δημοκρατικοί έχασαν ήταν επειδή δεν είχαν οικονομικό μήνυμα να στείλουν εκτός από τα χιλιοειπωμένα κλισέ του Ομπάμα για την Wall Street που απέτυχαν παταγωδώς.
Αυτή είναι η μάχη που πραγματικά μετράει και η οποία θα ερχόταν έτσι κι αλλιώς, ανεξάρτητα από το πόσο σοβαρές ήταν οι απώλειες των Δημοκρατικών. Αν κερδίσει η πτέρυγα του κόμματος που πιστεύει στη Wall Street και τη Walmart (αλυσίδα πολυκαταστημάτων διαβόητη για τις αντεργατικές πρακτικές της) -αν η Χίλαρι Κλίντον είναι η υποψήφια για τις προεδρικές εκλογές του 2016- κάθε ελπίδα ότι οι Δημοκρατικοί θα αντιληφθούν την ανάγκη για ουσιαστικές αλλαγές θα έχει χαθεί. Οι Δημοκρατικοί θα καταντήσουν το κόμμα του παρελθόντος που υπερασπίζεται λάθος ιδέες οι οποίες έχουν αποτύχει και θα χάσουν κι άλλες εκλογικές αναμετρήσεις.
* Άρθρο δημοσιευμένο στο Τhe Νation