…Αν γινόταν να επανασχεδιάσει τη ζωή του;

Μα πώς;
Θα έπρεπε να ταξιδέψει πίσω στο χρόνο.
Αν μπορούσε να τροποποιήσει το σχέδιο
που ο ίδιος είχε εξυφάνει,
σαν την αράχνη;

Διαβάζω το μικρό βιβλιαράκι Οι περιπέτειες ενός τυφλού (Εκδ. Στοχαστής) της Ιουλίας Τολιά. Και σκέφτομαι πως θα ήθελα κι εγώ, όπως ο τυφλός της να «ταξιδεύω σε παρελθόντα εναλλακτικά, άρα και σε εναλλακτικά παρόντα». Τι να τροποποιήσεις, άραγε, ώστε να μην έρθει η μέρα που δεν θα βλέπεις πια; Να μην έρθει εκείνη η μέρα (αν δεν είναι ήδη παρούσα) που θα βυθίζεσαι σε μια δική σου τυφλότητα και θα βρίσκεις το φως σου από το ένα όνειρο στο άλλο, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, θα αναζητάς ένα μπαστούνι-δεκανίκι για να αντιμετωπίσεις τον κόσμο; Η σύντομη ιστορία-ποίημα αποδεικνύει πόση δύναμη μπορεί να έχουν λίγοι στίχοι. Ικανοί ακόμη και να ανατρέπουν το καθεστώς του εαυτού μας!

Από το ολιγοσέλιδο ποίημα, σε ένα ογκώδες ποιητικό μυθιστόρημα. Το Βουνό της Ψυχής (Εκδ. Λιβάνης) του Γκάο Ξινγκιάν, του προηγούμενου Κινέζου συγγραφέα που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2000, είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που κρατάς σε νοερές λίστες των πιο σημαντικών που έχεις διαβάσει. Ένα βιβλίο που σε βοηθά να κατανοήσεις την Κίνα του σήμερα και του χθες – ακόμη κι αν δεν συμφωνείς σε πολιτικές επισημάνσεις του συγγραφέα. Το βιβλίο είναι ένα μεγάλο πορτρέτο της χώρας στη δεκαετία του ‘80, όπως παρουσιάζεται μέσα από το ταξίδι ενός περιπλανώμενου συγγραφέα. Θρύλοι και παραδόσεις, πραγματικότητα και φαντασία, πολιτισμός και ατέλειωτη φυσική ομορφιά. Ο έρωτας σε όλες του τις όψεις. Και η ποίηση της ζωής. Κι ας λέει ο συγγραφέας πως «πάει πολύς καιρός που δεν έχω πια ποιητική φλέβα και δε γράφω ποιήματα. Αναρωτιέμαι αν είμαστε ακόμα σε εποχή ποίησης. Όλα όσα ήταν να τραγουδηθούν και να διαδοθούν έγιναν ήδη». Το ίδιο του το έργο τον αναιρεί…
«-Και γιατί κάνεις τέχνη;
Λες ότι δεν τα καταφέρνεις. Γράφεις μόνο. Γράφεις ό,τι θέλεις να πεις, όπως σου έρχεται».
Και στο τέλος δημιουργείς ένα βιβλίο που είναι όλα τα βιβλία μαζί…
«…Στην πραγματικότητα οι ιστορίες τελειώνουν απλά, ξεφτίζουν όσο περνά ο καιρός. Μονάχα στα βιβλία ωραιοποιούνται…», μοιάζει να σχολιάζει ο Δημήτρης Μίγγας στα Πλωτά νησιά (Εκδ. Μεταίχμιο). Ένα ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα όπου τρεις παιδικοί φίλοι ταξιδεύουν νύχτα για τις Στροφάδες και αναμετριούνται με τις δικές τους προσωπικές ιστορίες και κυρίως με τον θάνατο του τέταρτου της παρέας που είχε σημαδέψει το τέλος της εφηβείας τους αλλά και όλη τη ζωή τους. Ο συγγραφέας της παρέας έχει γράψει τη δική του εκδοχή. Ακόμη και για το ταξίδι που πραγματοποιούν. Μοιάζει λες και υλοποιούν κάποιο παιχνίδι της φαντασίας του. Οι άλλοι δυο τον εγκαλούν:
«…Να γράψει, ας πούμε, τη συνέχεια του ρομάντζου στο καινούργιο του βιβλίο με σκηνικό ένα μικρό ξενοδοχείο κάποιου νησιού της άγονης γραμμής πάνω σε κάτασπρα σεντόνια και παράθυρο ανοιχτό στη θάλασσα. Να πάρει έτσι εκδίκηση από τη ζωή και άφεση αμαρτιών».
Σε άλλο κλίμα το Τελευταίο τραμ του Θανάση Καρτερού (Εκδ. Καστανιώτης) ένα σύντομο και σπαρακτικό μυθιστόρημα για τις ζωές που χάθηκαν κυριολεκτικά και μεταφορικά στα χρόνια του μετεμφυλιοπολεμικού κράτους. Η αβάσταχτη πραγματικότητα για ένα παιδί που μεγαλώνει με πατέρα στην εξορία. Η ακόμη πιο αβάσταχτη επιστροφή καθώς δεν επιστρέφει σαν ήρωας: Λυγίζει για χάρη του παιδιού και της οικογένειας. Υπογράφει και ζει περιφρονημένος. Και δεν αρκεί η υπογραφή. Πρέπει να υποστεί όλες τις ταπεινώσεις. Να πιει το πικρό ποτήρι μέχρι την τελευταία σταγόνα. Οι γραμμές του τραμ, θα είναι το μόνο και τελευταίο καταφύγιο για τον νικημένο… Ο Θανάσης Καρτερός με εξαιρετική δύναμη λόγου μας περιγράφει αυτή την ιστορία μέσα από τα μάτια του παιδιού, μακριά από κάθε είδους ηρωποιήσεις και φανφάρες. Η ζωή η ίδια… Μακάρι να επαναλαμβανόταν απλώς ως φάρσα η ιστορία…

Κώστας Στοφόρος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!