Όπως συνηθίζει ο Κ. Καραμανλής κάθε τόσο και με αφορμή διάφορες εκδηλώσεις κάνει παρεμβάσεις κυρίως για τη συνολική πορεία της χώρας και τα εθνικά ζητήματα. Στην πρόσφατη παρέμβασή του αναφέρθηκε πρώτα στη διεθνή συγκυρία και τον πόλεμο στην Ουκρανία και στη συνέχεια στην ανάγκη αντιμετώπισης των τουρκικών προκλήσεων.
Σχετικά με τη διεθνή συγκυρία και τον πόλεμο στην Ουκρανία φαίνεται ότι αντιλαμβάνεται αρκετά καθαρά το νέο γεωπολιτικό σκηνικό και τους κινδύνους που αυτό φέρει. Διαφοροποιείται από την αμερικάνικη πολιτική που θεωρεί ότι θέλει την παράταση του πολέμου και παίρνει θέση για την άμεση κατάπαυση του πυρός και το σταμάτημα του πολέμου με πρωτοβουλίες που πρέπει να πάρει η Ευρώπη. Φυσικά δεν παραλείπει να περιγράψει τα χάλια της σημερινής Ευρώπης και το πώς υπολείπεται από το να μπορεί να διαδραματίσει έναν σημαντικό ρόλο.
Σχετικά με την αντιμετώπιση της Τουρκίας και της επεκτατικής της πολιτικής διαφοροποιήθηκε πολύ από την εφαρμοζόμενη πολιτική των κυβερνήσεων, διαφοροποιήθηκε από το πνεύμα υποχωρήσεων και εκπτώσεων στα ζητήματα εθνικής κυριαρχίας, πήρε σαφείς αποστάσεις από όλες τις προτάσεις περί «συνεκμετάλλευσης» και επανέλαβε την πάγια θέση από το 1974 ότι το μόνο πρόβλημα που συζητούμε σε διεθνή φόρα είναι το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας των νησιών.
Η παρέμβαση του Καραμανλή γίνεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη κατάσταση κι όταν οι πιέσεις τόσο από τον δυτικό παράγοντα όσο και από τη συνεχιζόμενη προκλητική πολιτική της Τουρκίας είναι ιδιαίτερα έντονες. Έρχεται σε μια στιγμή που η εξωτερική πολιτική της χώρας ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις ΗΠΑ πολλαπλασιάζοντας τους εχθρούς της Ελλάδας (Ρωσία, Ιράν, σε λίγο και την Κίνα). Σε αυτό έγκειται η ιδιαίτερη σημασία της. Επίσης καταδεικνύει και καταγράφει μια ιδιαίτερη διαφοροποίηση εντός του αστικού στρατοπέδου σε ένα ιδιαιτέρως κρίσιμο ζήτημα όπως είναι η όξυνση των σχέσεων λόγω της προκλητικής επεκτατικής πολιτικής της Τουρκίας.
Είναι γεγονός ότι ένα τμήμα της δεξιάς παράταξης με εκπροσώπους τους κυρίως τον Κ. Καραμανλή και τον Α. Σαμαρά διαφωνούν με την ακολουθητέα πολιτική. Κοντά σε αυτούς πρέπει να σημειώσουμε τον πρώην πρόεδρο της Δημοκρατίας Π. Παυλόπουλο και τον πρώην υπουργό Γ. Βαληνάκη που είτε με βιβλία είτε με ομιλίες και συνεντεύξεις δίνουν ένα άλλο στίγμα από αυτό που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις στα θέματα αυτά. Ο ρόλος μέχρι τώρα ήταν να αποτρέψουν μια τεράστια υποχωρητικότητα που εκφράζεται ανοικτά από το μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών και οικονομικών ελίτ της χώρας.
Είναι δικαιολογημένη η απορία για το τι θα εφάρμοζαν επί του πρακτέου απέναντι στις πιέσεις που αναφέραμε αλλά γνωρίζουμε ότι ο Κ. Καραμανλής βρέθηκε στη θέση που βρίσκεται αφού γνώρισε σε πρώτο πρόσωπο τις επιπτώσεις ορισμένων διαφοροποιήσεών του. Η πολιτική όμως δεν είναι ζήτημα προσωπικής στάσης κάποιων πολιτικών αλλά πραγματικών δυνατοτήτων και δημιουργίας διά της πολιτικής των προϋποθέσεων για την εφαρμογή ή αξιοποίηση των δυνατοτήτων. Επομένως πέρα από τον πόλεμο που δέχθηκε ο Καραμανλής από Αμερικάνους και ντόπιες ελίτ, τώρα, αντιμετωπίζεται με τη σιωπή για όσα είπε, με ειρωνείες του στυλ «αυτά που είπε είναι εκθέσεις ιδεών», «τώρα θυμήθηκε ο Βούδας να μιλήσει», «στην ομιλία του ήταν παρόντες ο Αντώναρος, ο Γκλέτσος, ο Σαμαράς» και άλλα τέτοια.
Διεθνώς υπάρχει ένα μέρος του πολιτικού κόσμου (και τμήμα του κρατικού, διπλωματικού και στρατιωτικού δυναμικού) που δεν συμφωνεί με τη «στροφή» που έχει επιβληθεί εκ των πραγμάτων στη διεθνή ζωή, που δεν συμφωνεί με τον πόλεμο και την παράτασή του, που βλέπει τη νέα διεθνή πραγματικότητα πιο καθαρά, που ανησυχεί για όσα έρχονται. Είναι σαφές ότι αυτό το τμήμα ανήκει στη μειοψηφία του αστικού κόσμου και ότι το πάνω χέρι στο βαθύ πυρήνα της αστικής-ιμπεριαλιστικής τάξης το έχουν όσοι πασχίζουν με κάθε τρόπο να επιβάλλουν τη δυτική παγκοσμιοποίηση με πολεμικά μέσα, ανατινάζοντας όλες τις ισορροπίες που υπήρχαν κάποτε.