Τι δείχνει το νέο κύμα έντασης

του Ερρίκου Φινάλη

 

Η λαϊκή συμμετοχή στο πρόσφατο δημοψήφισμα που οργάνωσε η αντιπολίτευση (κατά τι μικρότερη από τα 7,7 εκατομμύρια ψήφων που αυτή είχε λάβει στις εκλογές του 2015) επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά το χάσμα στη βενεζουελάνικη κοινωνία, όπου συγκρούονται δύο μεγάλα στρατόπεδα. Από τη μια είναι η φιλοδυτική δεξιά αντιπολίτευση, η οποία έχει καταφέρει να κερδίσει μεγάλο μέρος των μεσαίων στρωμάτων, που ανδρώθηκαν στα χρόνια των «παχιών αγελάδων» του τσαβισμού – και έπαψαν να τον υποστηρίζουν αφότου η πτώση των τιμών του πετρελαίου βύθισε σε κρίση τη Βενεζουέλα. Απέναντι βρίσκεται το φιλοκυβερνητικό στρατόπεδο, με την (ανοιχτά κριτική πλέον) υποστήριξη της αριστερής του πτέρυγας, το οποίο εξακολουθεί να στηρίζεται στα φτωχότερα στρώματα – που πάνω απ’ όλα φοβούνται μια παλινόρθωση του παλιού καθεστώτος. Στη μέση, μια γκρίζα περιοχή, με εκατομμύρια πολιτών που δεν αποφασίζουν να ταχθούν με τη μία ή την άλλη πλευρά. Κι από πάνω… αιωρούνται οι ΗΠΑ, οι οποίες φαίνονται αποφασισμένες να ξεμπερδεύουν παραδειγματικά με την «ανταρσία» σ’ αυτό που πάντα θεωρούσαν πίσω αυλή τους.

Αυτό εξηγεί την κλιμάκωση και τη βιαιότητα της σύγκρουσης, που από τον Απρίλιο μέχρι σήμερα μετρά σχεδόν 100 νεκρούς, καθώς καμία πλευρά δεν θέλει να υποχωρήσει. Ή δεν δύναται: ο ευρισκόμενος σε διαρκή άμυνα Μαδούρο κατανοεί ότι δεν μπορεί να υπάρξει μια σχετικά «ομαλή παράδοση», όπως έγινε στο παρελθόν (σε μια πολύ διαφορετική εποχή) π.χ. στη Νικαράγουα. Το μήνυμα της Ουάσιγκτον είναι σαφές: πλήρης και άνευ όρων υποταγή, αλλιώς γενικευμένη αιματοχυσία, ακόμη και διαμελισμός της Βενεζουέλας. Το ίδιο μήνυμα μεταφέρουν και οι ένοπλες συμμορίες της αντιπολίτευσης, που σκοτώνουν και καίνε ζωντανούς ανθρώπους (άλλα δύο τέτοια περιστατικά σημειώθηκαν μόλις προχθές, με «διαδηλωτές» να πυρπολούν «υποστηρικτές της κυβέρνησης»). Είναι όμως επιτυχία της δυτικής προπαγάνδας το γεγονός ότι έχει καταφέρει να χρεώσει στο κυβερνητικό στρατόπεδο ακόμη και τους δικούς του νεκρούς…

 

Λάθη που διευκόλυναν την ξένη επέμβαση

Έχουμε ήδη επιχειρήσει να ανιχνεύσουμε, παραθέτοντας και κείμενα Λατινοαμερικάνων λίγο ή πολύ κριτικών προς την κυβέρνηση Μαδούρο, τις πραγματικές ρίζες της βίαιης κρίσης που συνταράσσει τη Βενεζουέλα*. Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε λέγοντας ότι αυτή είναι αποτέλεσμα μιας διπλή παρέμβασης, εξωτερικής και εσωτερικής. Είναι πασιφανές ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους επεμβαίνουν δυναμικά και με σχέδιο – η πρώτη επιτυχία τους ήταν, από την προηγούμενη κιόλας δεκαετία, η σύμπηξη ενός ενιαίου κόμματος της αντιπολίτευσης, στο οποίο υποχρεώθηκαν να ενταχθούν εκόντες-άκοντες άπαντες οι αντιπολιτευόμενοι. Όμως αυτή η έξωθεν παρέμβαση «κουμπώνει» πλέον εύκολα πάνω στη λαϊκή δυσαρέσκεια, που τα τελευταία χρόνια αγκαλιάζει πλατιά τμήματα της βενεζουελάνικης κοινωνίας και οφείλεται σε σοβαρά λάθη του κυβερνητικού στρατοπέδου – με πρώτο και μοιραίο την πεισματική επιμονή στο μοντέλο μιας οικονομίας που βασίζεται στην εξαγωγή πρώτων υλών.

Όταν κατέρρευσαν οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου, στα έσοδα από την εξαγωγή του οποίου βασιζόταν η φιλολαϊκή πολιτική των τσαβιστών, κατέρρευσε και το μοντέλο. Η κρίση, διογκωμένη βέβαια από τα σαμποτάζ και τη μαυραγορίτικη δράση (αλλά γιατί να περιμένει κανείς ότι η φιλοδυτική ολιγαρχία δεν θα εκμεταλλευόταν αυτό το θείο δώρο;), διέρρηξε την κοινωνική συμμαχία της φτωχολογιάς με τα μεσαία στρώματα. Ταυτόχρονα, αποδείχθηκε ότι το κυβερνητικό μπλοκ δεν είχε ανοσία στη διαφθορά και την αλαζονεία, επιτείνοντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Διαφορετική θα ήταν η εξέλιξη αν είχαν έγκαιρα εισακουστεί τα ριζοσπαστικά ρεύματα του λαϊκού στρατοπέδου, που προειδοποιούσαν ότι το «εύκολο» εξαγωγικό μοντέλο είναι εύθραυστο και καλούσαν σε βαθιές οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές.

 

Η επέλαση μπορεί να αναχαιτιστεί

Αυτό δεν έγινε όσο ήταν καιρός, και έτσι επιτράπηκε στον εξωτερικό παράγοντα να ενωθεί με την ντόπια ολιγαρχική αντιπολίτευση και με δυσαρεστημένα κοινωνικά στρώματα. Επιπλέον, και οι περιφερειακοί συσχετισμοί χειροτέρευσαν, καθώς οι δύο σημαντικότερες χώρες της λατινοαμερικάνικης ηπείρου, η Βραζιλία και η Αργεντινή, πέρασαν στα χέρια της Δεξιάς – πραξικοπηματικά η πρώτη, μέσω εκλογών η δεύτερη, αλλά πέρασαν (σ’ αυτές τις δύο χώρες είναι κραυγαλέες οι ευθύνες μιας Κεντροαριστεράς που εφάρμοζε νεοφιλελεύθερες πολιτικές, σπάζοντας τους δεσμούς της με τους πληβείους και διευκολύνοντας έτσι την ολιγαρχική παλινόρθωση). Μ’ αυτόν τον τρόπο έγινε δυνατή η ολομέτωπη αντιδραστική αντεπίθεση που βρίσκεται σε παροξυσμό τώρα και στη Βενεζουέλα.

Δεν θα ήταν λοιπόν χρήσιμη η συγκάλυψη των ανεπαρκειών και των στρατηγικών λαθών του κυβερνητικού μπλοκ. Τα ριζοσπαστικά κινήματα και οι αριστερές πολιτικές δυνάμεις, που ζητούν έστω και τώρα αλλαγή ρότας, μοιάζουν πιο προσγειωμένα από τον αντιφατικό συνδυασμό αλαζονείας και συμβιβαστικότητας τον οποίο αποπνέει η κυβέρνηση Μαδούρο. Μονάχα η ενεργοποίηση ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων σε όλη τη Λατινική Αμερική, που θα ξανακερδηθούν από ένα βαθιά ριζοσπαστικό σχέδιο, φαίνεται ικανή να ανακόψει την ιμπεριαλιστική-ολιγαρχική επέλαση. Και να αποτρέψει την επιστροφή στα πέτρινα χρόνια, όταν όλες αυτές οι χώρες διοικούνταν από γκαουλάιτερ του αμερικανικού Βορρά και λεηλατούνταν από τις πολυεθνικές του. Οι σχετικές συζητήσεις και διεργασίες εντείνονται σε όλες τις χώρες της περιοχής, και τα πρόσφατα λαϊκά ξεσπάσματα σε πολλές από αυτές πιστοποιούν τις υπαρκτές δυνατότητες μιας νέας ανάτασης.

 

Το Εθνικό Μέτωπο Αγώνα των Εργαζόμενων Τάξεων, το οποίο υποστηρίζεται από το Κ.Κ. Βενεζουέλας και άλλες ριζοσπαστικές δυνάμεις, κινητοποιείται ενάντια στη νέα «γενική απεργία» που προετοιμάζει η δεξιά αντιπολίτευση, με σαφείς όμως αιχμές και προς την άλλη πλευρά: «Οι μεγάλοι καπιταλιστές, ιδίως των ΗΠΑ και της Ευρώπης, επιχειρούν να υφαρπάξουν τους στρατηγικούς πόρους μας και να καταργήσουν τα λαϊκά δικαιώματα. Μπροστά στην αποτυχία του συνθηκολόγου ρεφορμισμού και τη φασιστική-ιμπεριαλιστική απειλή, πρέπει να αγωνιστούμε σκληρά ώστε ο εργαζόμενος λαός να πάρει στα χέρια του τις τύχες της χώρας».

Παράλληλες εκλογικές διαδικασίες: Δυαδική εξουσία;

Την επόμενη Κυριακή 30 Ιουλίου θα πραγματοποιηθούν στη Βενεζουέλα εκλογές για την ανάδειξη μιας νέας Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης, με στόχο, όπως τόνισε εκπρόσωπος του προέδρου Μαδούρο, «όχι την τροποποίηση βασικών συνταγματικών αρχών, αλλά την ενσωμάτωση στο Σύνταγμα μιας σειράς θεμάτων». Μεταξύ αυτών, η βελτίωση και διαφοροποίηση της οικονομίας (μέχρι τώρα βασισμένης στο μοντέλο εξαγωγής πρώτων υλών…), η συνταγματική κατοχύρωση του κοινωνικού κράτους και των θεσμών κοινοτικής αυτοδιοίκησης, η ενίσχυση των μορφών άμεσης και συμμετοχικής δημοκρατίας, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής κ.λπ.

Η δεξιά αντιπολίτευση, η Ουάσιγκτον κ.ά. δεν αναγνωρίζουν, όμως, τη νομιμότητα εκλογής και σύγκλησης μιας τέτοιας Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης. Ήδη την προηγούμενη εβδομάδα η αντιπολίτευση διοργάνωσε το δικό της δημοψήφισμα, επιχειρώντας να επιβάλει μια δυαδική εξουσία πριν προχωρήσει σε μια γενικευμένη απόπειρα ανατροπής. Το δημοψήφισμα αυτό έθετε τρία ερωτήματα: 1) Απορρίπτετε τη Συντακτική Εθνοσυνέλευση; 2) Ζητάτε από τις Ένοπλες Δυνάμεις να υποστηρίξουν το ισχύον Σύνταγμα του 1999; 3) Επιθυμείτε άμεση διεξαγωγή εκλογών και κυβέρνηση εθνικής ενότητας;

Πέρα από τον κωμικοτραγικό χαρακτήρα της δεύτερης ερώτησης (με την οποία ο στρατός καλείται να επέμβει για να υποστηριχθεί το… «δικτατορικό και κομμουνιστικό», κατά την ίδια πάντα αντιπολίτευση, Σύνταγμα του Τσάβες), αξίζει να σημειωθούν δύο πράγματα. Πρώτον, ότι το 99,8% όσων ψήφισαν απάντησαν «Ναι» και στα τρία ερωτήματα… Δεύτερον, ότι από τα 19 εκατομμύρια ψηφοφόρων στις κάλπες πήγαν μόλις 7,5 εκατομμύρια. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης, στις προεδρικές εκλογές του 2013 ψήφισαν 15,1 εκατομμύρια πολίτες, και 14,4 εκατομμύρια στις βουλευτικές του 2015.

Τέλος, να σημειώσουμε ότι τα δυτικά ΜΜΕ καταγγέλλουν πως «σ’ αυτές τις εκλογές θα δικαιούνται να ψηφίσουν μόνο οι οπαδοί του Τσάβες». Στην πραγματικότητα, τα 545 μέλη της Εθνοσυνέλευσης θα αναδειχθούν ως εξής: 364 με καθολική ψηφοφορία, 8 από τις κοινότητες ιθαγενών, και 173 από τα μέλη των κοινωνικών οργανώσεων (εργατικά συνδικάτα, φοιτητικές ενώσεις, αγροτικοί σύλλογοι, σύνδεσμοι επιχειρηματιών κ.λπ.). Το πραγματικό και δύσκολο να κερδηθεί στοίχημα για την κυβέρνηση Μαδούρο είναι, λοιπόν, αν η συμμετοχή στις εκλογές αυτές θα υπερβεί τη συμμετοχή στο δημοψήφισμα της αντιπολίτευσης.

 

 

* Βλ. μεταξύ άλλων και τα φύλλα 361, 358  και 357 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!