του Άγγελου Τερζάκη

[…] Να θυμόμαστε, λοιπόν, ή να μη θυμόμαστε; Λυπάμαι για την αμλέτεια αυτή διατύπωση, αλλά τώρα που την κοιτάζω γραμμένη συλλογίζομαι πως θέτει ένα ερώτημα όχι λιγότερο αδυσώπητο από του δανού πρίγκιπα. Γιατί το να υπάρχεις ή να μην υπάρχεις ελάχιστα διαφέρει από το να θυμάσαι ή να μη θυμάσαι. Ύπαρξη δίχως μνήμη ίσον πρόσωπο χωρίς ταυτότητα, άρα χωρίς αυτοσυνείδηση. Αν καταργήσω τη μνήμη μου, καταργώ το εγώ μου. Το θέμα είναι τι περιεχόμενο πρέπει να έχει αυτό το «εγώ». Από εκεί αρχίζει όλη η ιστορία.

Το ένα «εγώ» μου, το καθαρά ιδιωτικό, το διαπλάθει αυτόματα η προσωπική μου ζωή, οι σχέσεις μου με τον στενό και τον ευρύτερο περίγυρο, οι αντιστάσεις που συναντώ, οι σχέσεις που δημιουργώ, τα κάθε λογής συναπαντήματά μου, με τις αντιδράσεις που μου προκαλούν. (Θεωρώ περιττό να εξηγήσω πως η αυτοσχέδια τούτη ανάλυση δεν έχει κανένα επιστημονικό βάθρο ή αξιώσεις κι ότι βασίζεται στην πιο στοιχειώδη εμπειρία.) Το άλλο «εγώ» μου το έχουν διαμορφώσει έννοιες και πληροφορίες που μου μεταδόθηκαν θέλεις με την οργανωμένη παιδεία, θέλεις με την προφορική παράδοση. Κατασταλαγμένο σ’ ένα στρώμα όχι λιγότερο βαθύ από το πρώτο, ιδίως όταν η διεργασία αυτή έγινε στα πολύ χλωρά χρόνια, μετουσιώθηκε γρήγορα σ’ απόθεμα συναισθηματικό κι έτσι είναι που ζυμώθηκε, έκανε το ένα μ’ τ’ άλλο, το θεμελιακό «εγώ» μας. Τώρα, σε ηλικία ώριμη, τα δυο μαζί αποτελούν ένα. Αντιδρώ με τις ιδέες μου και για τις ιδέες μου τόσο άμεσα, ζωηρά, όσο και για τα στοιχειώδη ζωικά συμφέροντά μου. Μια τάξη πραγμάτων νέα, που θα ήθελε να με στρατολογήσει στις αντιλήψεις της, θα έπρεπε να επέμβει σ’ αυτό το αφομοιωμένο ιδεολογικό μου απόθεμα. Να επέμβει δραστικά, όχι απλώς βίαια, γιατί αν εκδηλωθεί βάναυσα, δεν θα πετύχει άλλο παρά να μ’ εξαγριώσει ή να μ’ εξουδετερώσει. Είναι η περίπτωση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, που πηγαίνουν να στρεβλώσουν διαμορφωμένες πια, συγκροτημένες ανθρώπινες συνειδήσεις.

Μου λένε λοιπόν ότι δεν πρέπει να διατηρώ τη μνήμη καταστάσεων που υποβάλλουν το μίσος, που διαιωνίζουν την αντιδικία, ιδίως την εθνική, και βρίσκω αυτό τον ισχυρισμό λογικό, ευθυγραμμισμένο με το πνεύμα του καιρού μου. Δεν εξετάζω εδώ αν, συχνότατα, μου ζητάνε ένα τέτοιο ψυχολογικό μου αφοπλισμό για να τον αντικαταστήσουν αμέσως μ’ έναν άλλο ψυχολογικό μου εξοπλισμό, άλλα μίση κι άλλες αντιδικίες. Παραδέχομαι ότι τα δεύτερα είναι γόνιμα, ενώ τα πρώτα άγονα, τα δεύτερα συγχρονισμένα, τα πρώτα ξεπερασμένα. Τα δεύ­τερα διεκπεραιωτικά μιας πορείας προς την οριστική κατάργηση κάθε ανταγωνισμού. Εκεί που σκοντάβω είναι στην έμμεση αμφισβήτηση που γίνεται έτσι του ιδεολογικοσυναισθηματικού μου υπόβαθρου. Ένα άτομο αναπτύσσεται, κανονικά, οργανικά, μέσα σ’ έναν κόσμο που έχει βάθος χρόνου, προσωπικότητα, ιστορική συνέχεια. Η διάσταση τούτη, μια συντεταγμένη μέσα στο χρόνο, δεν προσδιορίζει απλώς: ορίζει την ανθρωπιά. Αλίμονο σ’ εκείνους που μπορούν, μ’ ένα τίναγμα των ώμων τους, να πετάνε από πάνω τους όλο το συναισθηματικό φορτίο του ιστο­ρικού χρόνου κι αλίμονο στις κοινωνίες που τους περιέχουν. Πρόσωπα τέτοια είναι τέρατα εγκεφαλισμού επικίνδυνα, ακόμα κι όταν προβάλλουν τον ισχυρισμό της ιδεολογίας για όπλο. Πρόσωπα με τόσο εύκολα αντικαταστατή ταυτότητα δεν έχουν την ικανότητα να συλλάβουν, να σεβασθούν τις αξίες των αποχρώσεων, την ανιούσα των ημιτονίων, δηλαδή εκείνα ακριβώς που υφαίνουν την ανθρώπινη θερμοκρασία. Βλέπουν τον κόσμο σαν ένα συγκρότημα οικοδομικό από κύβους, σχήματα γεωμετρικά, όγκους στερεομετρικούς, υλικά που μπορείς να τα μετα­κινείς όπως θέλεις, βάσει σχεδίου. […]

Δεν τα σημειώνω εδώ για να υποδαυλίσω αντιδικίες. Τα θυμίζω για να εξηγήσω πως όλα σ’ αυτό τον κόσμο δεν ρυθμίζονται με παραγγέλματα. Να ξεχνάμε είναι ένα πράγμα, ν’ απαρνιόμαστε τον εαυτό μας είναι άλλο πράγμα. Εκείνοι, στον αιώνα μας, που ισχυρίστηκαν πως έκαναν πλήρη κι οριστική στροφή, όταν σήμανε η ώρα του κινδύνου, επιστράτεψαν ξανά τα πιο βαθιά ιερά τους για ν’ αγωνιστούν υπέρ βωμών και εστιών, να περισώσουν όχι την εδαφική τους μόνον ακεραιότητα, αλλά τον ίδιο τον ηθικό εαυτό τους. Ενόσω η ζωή θα ξετυλίγεται, καθώς λέει ο Χέγκελ για το δραματικό έργο, μέσα σ’ ένα κλίμα συγκρούσεων, ο καθένας θα έχει χρέος να μην απαρνιέται την ταυτότητά του, να μην προδίνει την ιστορία του, να μην απιστεί στην προέλευσή του.

Γιατί ο άνθρωπος δεν έχει μόνον βάθος χρόνου ατομικό. Όλο το νόημα της Ιστορίας κρύβεται σε τούτο ακριβώς: στο ότι αποτελεί μια συντεταγμένη του χρόνου, που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τ’ άλλα έμβια όντα και του προσδιορίζει, την ανθρωπιά. Αν δεν υπήρχε αυτό, η Ιστορία, η πάντοτε πιτσιλισμένη από αίματα, θα ήταν μόνον ό,τι είπε ο Νίτσε, ένα απέραντο αίσχος. Και οι ιδεολογίες μαζί, που έρχονται και παρέρχονται.

(Το Βήμα, 1.9.1966)

Η εξουσία κόντρα στη λαϊκή ψυχή

Το κείμενο του Άγγελου Τερζάκη (γραμμένο με το μυαλό στην Κωνσταντινούπολη) με θαυμάσιο τρόπο λέει αυτό που κανένας γραφειοκράτης δεν μπορεί να καταλάβει. Υπουργοί, βουλευτές, πανεπιστημιακοί, δημοσιογράφοι, ιστορικοί, πολιτειολόγοι και γεωγράφοι, ανασύρουν χάρτες, κρατικά έγγραφα και ντοκουμέντα, για να αποδείξουν την ορθότητα μιας «γραμμής» που το μόνο που δεν λαμβάνει υπόψη είναι το κοινό αίσθημα, τη συλλογική συνείδηση, την ιστορική ταυτότητα, τη συνέχεια μιας παράδοσης, το «ανήκειν» σε ένα σύνολο και σε ένα πολιτισμό. Αυτό που αποκαλούμε λαϊκή ψυχή. Δηλαδή, το απόσταγμα της κοινωνικής συνείδησης που έχει διαμορφωθεί σε βάθος απεριόριστου χρόνου και έχει διυλιστεί μέσα από αλλεπάλληλα φίλτρα. Με τα καλά του και τα κακά του. Με τις αλήθειες και τις πλάνες του. Ένα κράμα που είναι αδύνατο να αναλυθεί στα εξ ων συνεστήθη. Που περιέχει σε ψήγματα όλες τις ιδέες που άσκησαν επιρροή, όλα τα γεγονότα που άφησαν ίχνη, όλα τα πρόσωπα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο, όλο το αίμα που πότισε τη γη, όλα τα τραγούδια που γράφτηκαν και όλους τους σκοπούς που χορεύτηκαν, όλες τις γλώσσες και τα ιδιώματα που μιλήθηκαν, όλο το χώμα που οργώθηκε και όλη τη σκόνη που εισπνεύθηκε, όλες τις θάλασσες που κωπηλατήθηκαν, όλες τις νίκες που γιορτάστηκαν και όλες τις ήττες που βιώθηκαν, όλο τον ιδρώτα που χύθηκε στις φάμπρικες και τις οικοδομές και όλη τη φαιά ουσία που ξοδεύτηκε στα θρανία, τις επιστήμες, τα βιβλία και τα έργα τέχνης. Όλα εμπεριέχονται σε απροσδιόριστες δόσεις και αναλογίες σ’ αυτό το κράμα, που είναι ξεχωριστό, όσα κοινά σημεία και να διαθέτει, από τα κράματα των άλλων λαών, που είναι εξίσου σεβαστά, αλλά και διαφορετικά στην τελική τους μορφή και σύσταση. Κι αυτή είναι η ομορφιά και η μαγεία της ποικιλίας των πολιτισμών. Μια ποικιλία που συνεχώς συμπιέζεται, αλλοιώνεται και καταστρέφεται με κατεύθυνση την ομοιομορφία και την ομογενοποίηση, γιατί αυτό εξυπηρετεί το επεκτατικό παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο. Γιατί δεν βιάζεται μόνο η φύση, δεν εξαφανίζονται μόνο οι τίγρεις και οι ιπποπόταμοι, τα δάση και οι πάγοι. Εξαφανίζονται και οι πολιτισμοί και οι ταυτότητες. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Αυτή είναι η απειλή.

Κι έρχονται οι ευθυγραμμισμένοι μ’ αυτή την «εξέλιξη», να την επιταχύνουν. Να βγάλουν πετρέλαιο από την παρθένα Ήπειρο ή να χτίσουν ουρανοξύστες και καζίνο στις ακτές του Σαρωνικού υποβαθμίζοντας την αξία και το συμβολισμό της Ακρόπολης. Αυτό που έχει σημασία είναι η «αγορά», η «ανάπτυξη». Η ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων. Αυτό που παραπλανητικά βαφτίζουν «φιλία και συνεργασία των λαών». Στη δε προκειμένη περίπτωση, με την επιβολή και εποπτεία του ΝΑΤΟ, που έχει στο ενεργητικό του μόνο πολέμους, πραξικοπήματα και υπονομεύσεις και ούτε μία πράξη που να προωθεί την ειρήνη και τη φιλία ανάμεσα στους λαούς.

Οι πάσης φύσεως γραφειοκράτες, τεχνικοί της εξουσίας και ενσωματωμένοι διανοούμενοι, «βλέπουν τον κόσμο σαν ένα συγκρότημα οικοδομικό από κύβους, σχήματα γεωμετρικά, όγκους στερεομετρικούς, υλικά που μπορείς να τα μετα­κινείς όπως θέλεις, βάσει σχεδίου». Διαποτισμένοι από το συμφέρον της εξουσίας πώς να αντιληφθούν και πώς «να σεβασθούν τις αξίες των αποχρώσεων, την ανιούσα των ημιτονίων, δηλαδή εκείνα ακριβώς που υφαίνουν την ανθρώπινη θερμοκρασία»;

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!