του Θανάση Μουσόπουλου
Η ζωή ένα καλειδοσκόπιο, μέσα στο οποίο προσπαθούμε να διαβλέψουμε δρόμους και ανάσες δροσιάς. Η ουτοπία φαντάζει αιώνια αριστερά του σύμπαντος. Κι οι ποιητές καλειδοσκόποι. Ο Θεσσαλονικιός αγαπητός ποιητής Τόλης Νικηφόρου σε πολλά κείμενά του επικεντρώνεται στην ουτοπία. Ένα παράδειγμα λαμπρό:
Ουτοπία αναρχικού λούστρου
κάθεται σταυροπόδι σ’ ένα σύννεφο / βουτώντας το πινέλο του / στο κασελάκι με τα χρώματα / το κασελάκι με τις λέξεις
με τον τζιλά και τ’ άλλα εκρηκτικά / και βάφει κόκκινα τα υποδήματα / κάθε περαστικού θεού / κόκκινο κόκκινο και μαύρο / ένα παιδικό μπαλόνι
με την απρόσεχτή του κίνηση / τα θαμπωμένα μάτια του
από του ήλιου την εγγύτητα / τα πάντα κάποτε / αναποδογυρίζουν / και τότε στάζει ο ουρανός
μυριάδες άστρα
Ξεκίνησα από το ποίημα αυτό του Νικηφόρου, μια και πιστεύω ότι η ποίηση και γενικότερα η τέχνη είναι η δικαίωση / ή η αναζήτηση της ουτοπίας.
Κατά μία άποψη, ασπάζομαι την ιδέα της διαρκούς επανάστασης, με την έννοια της ανάγκης για διαρκείς αναπροσαρμογές, εφόσον διαρκώς θα ανακύπτουν καινούρια δεδομένα. Επιπλέον, φρονώ ότι ο όρος «αριστερά» περιλαμβάνει ακριβώς αυτό που πιστεύουμε ότι λείπει, αυτό που νομίζουμε ότι χρειάζεται για να λειτουργεί αρμονικά ένα σύνολο. – Αριστερά είναι το ελλείπον τμήμα της Ζωής – η Ουτοπία – όμως Αριστερά = ήθος/ανθρωπισμός + μελέτη/ιστορία.
Ο τρόπος αλλαγής του κόσμου είναι το διαρκές ζητούμενο, πολύ περισσότερο στις μέρες μας – στην Ελλάδα βεβαίως, αλλά και σ’ ολόκληρο τον πλανήτη. Ζητάμε αλλαγές σε διάφορους τομείς, διαφωνούμε με τις αλλαγές που προτείνονται – λες και όλα είναι τέλεια και δεν πρέπει να τα μεταβάλουμε. Το ζήτημα είναι: τι να αλλάξει, με ποιο τρόπο, υπάρχει ‘τέλος’ στις αλλαγές; Συχνά, μάλιστα, τίθεται το δίλημμα «Επανάσταση ή Μεταρρύθμιση». Το κυρίαρχο αυτό ερώτημα το είδαμε και όσον αφορά τον Αγώνα του 1821.
Ο Λένιν ηγέτης της προ αιώνος Ρωσικής επανάστασης δίνει μια πολιτική απάντηση γράφοντας: «Οι “μεταρρυθμίσεις” είναι παραχωρήσεις που αποσπώνται από την κυρίαρχη τάξη, ενώ διατηρείται η κυριαρχία της, [ενώ] η “επανάσταση” είναι η ανατροπή της κυρίαρχης τάξης».
Κάθε μετατροπή / μεταβολή εμπεριέχει σε πραγματικό ή συμβολικό επίπεδο την έννοια της σύγκρουσης, συνεπώς της βίας.
Τα σχετικά θέματα ήταν πολύ έντονα στις αρχές του εικοστού αιώνα. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ (1871-1919), πολιτική θεωρητικός και επαναστάτρια επισημαίνει: «Τα μόνα βίαια μέσα που θα μας φέρουν τη νίκη είναι ο σοσιαλιστικός διαφωτισμός της εργατικής τάξης μέσω της καθημερινής της πάλης».
Συμφωνώ γενικά με την άποψη ότι η μεταρρύθμιση και η επανάσταση είναι διαφορετικές έννοιες, δέχομαι όμως ότι κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις είναι συμπληρωματικές, στο βαθμό που οι μεταρρυθμίσεις και η πάλη γι’ αυτές εντάσσονται στην πράξη σε μια επαναστατική στρατηγική.
Ο Κωνσταντινουπολίτης / Θρακιώτης Κορνήλιος Καστοριάδης, που φέτος τιμούμε τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του, παρατηρεί: «Κάθε μετασχηματισμός, όσο ριζικός κι αν είναι, θα είναι πάντα ένας μετασχηματισμός ή, αν προτιμάτε, μια «μεταρρύθμιση» της κοινωνίας, δεδομένου ακριβώς του γεγονότος ότι δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει μια tabula rasa».
Παρατηρεί ότι όλα τα μεταρρυθμιστικά βήματα γίνονται στα πλαίσια του υπάρχοντος συστήματος και συνεχίζει: «Διότι θα μπορούσε κανείς να αντιληφθεί –όπως το έχω κάνει ήδη εγώ– όλη την ιστορία του καπιταλισμού και των εργατικών αγώνων, από κάποια στιγμή κι έπειτα, ως ιστορία του τρόπου με τον οποίο οι αγώνες επέτρεψαν στον καπιταλισμό να επιβιώσει, παρά τα φαινόμενα και αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύουν όλοι όσοι συμμετείχαν. Αυτοί ακριβώς οι αγώνες, βελτιώνοντας το επίπεδο ζωής και μειώνοντας το χρόνο εργασίας, επέτρεψαν στο σύστημα να διευρύνει εξαιρετικά τις εσωτερικές του αγορές και ταυτοχρόνως να απορροφήσει την τεράστια αύξηση της παραγωγής, αλλιώς θα κατέρρεε μέσα από κρίσεις υπερπαραγωγής».
***
Επανερχόμαστε στον προβληματισμό μας ημών των όντων που προβληματιζόμαστε χωρίς να έχουμε επαγγελματική σχέση με την πολιτική – των όντων που κινούνται από την ουτοπία.
Ιστορικοί, φιλόσοφοι, λογοτέχνες ανήκουν στην κατηγορία αυτών των ανθρώπων που ζούνε και παλεύουνε για μια καλύτερη ατομική και κοινωνική ζωή. Δεν διακινδυνεύουνε το επάγγελμά τους, παίζουνε μόνο τη ζωή τους.
Κάποιος δημοσιογράφος ρώτησε τον αείμνηστο γνωστό μαρξιστή ιστορικό Έρικ Χομπσμπάουμ (1917 – 2012): «Πείτε μου ένα βασικό πιστεύω σας που είχατε για τον κόσμο όταν ήσασταν νέος και ισχύει ακόμη, και ένα πιστεύω σας που έχει πλέον αλλάξει» και αυτός απάντησε «Ακόμη πιστεύω ακράδαντα ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο. Έχω, όμως, πια εγκαταλείψει την πεποίθηση που είχα κάποτε ότι ήξερα με ποιον τρόπο μπορεί να γίνει αυτό».
Αναζήτηση της ουτοπίας η ζωή με νόημα…
Ας στρέψουμε το βλέμμα μας σε παλιότερο κείμενο του Erıc Hobsbawm, που ξεκινά ένα δοκίμιο του 1961 με τίτλο «Η αρχή της ελπίδας» (περιέχεται στο γνωστό βιβλίο του «Επαναστάτες», στα ελληνικά στις εκδόσεις Θεμέλιο, 2008) ως εξής: «Στην εποχή μας οι άνθρωποι τρέφουν δυσπιστία προς το δυτικό σύμπαν και δεν περιμένουν και πολλά από το μέλλον, παρ’ εκτός ίσως την τύχη του Ροβινσώνα, έναν δικό τους τόπο, ένα απόμερο νησί. Να αντέξουν τις επιθέσεις των μεγάλων μηχανών των φτιαγμένων από ανθρώπους και με ανθρώπους, να επιβιώσουν από τα επακόλουθα της συλλογικής ανθρώπινης τρέλας, είναι οι υψηλότερες φιλοδοξίες των διανοουμένων στις δύο όχθες του Ατλαντικού (…) Άραγε μπορούμε, υποστηρίζουν, να ελπίζουμε για κάτι, στο κάτω κάτω, καλύτερο, παρ’ εκτός να αποφύγει απλώς η ανθρώπινη φυλή να τινάξει στον αέρα τον πλανήτη της, να διατηρήσουν οι πολιτικοί θεσμοί μια ήπια τάξη ανάμεσα σε ανθρώπους ανόητους ή αμαρτωλούς, με κάποια ίσως μικροβελτίωση εδώ κι εκεί, να συναφθεί σιωπηρή εκεχειρία ανάμεσα στα ιδανικά και στην πραγματικότητα, στα άτομα και στις ομάδες;».
***
Θα συνεχίσουμε με τις αναζητήσεις του Χομπσμπάουμ και άλλων διανοητών στο επόμενο κείμενό μας.
Θα κλείσουμε αυτό το μέρος του καλειδοσκοπικού περιπάτου μας στο χωροχρόνο της ουτοπίας με ένα ποίημά μου του 2019:
Τα υλικά των ονείρων μας / απλά
Καθημερινά / άδολα.
Όμως το χρώμα / που βγαίνει
Τόξο / ουράνιο / μια σχισμή
Ανάμεσα / στο μηδέν
και στο άπειρο
Τα υλικά των ονείρων / πρόσεξε
είναι απλά / καθημερινά
άδολα.