Ζούμε μια κρίση των δογμάτων και των ιδεολογημάτων της τελευταίας 20ετίας. Μια κρίση της Ευρώπης του ευρώ, μια κρίση οικονομική, που πλέον δεν κρύβεται πως είναι και πολιτική. Το τέλος της Ευρώπης που γνωρίσαμε, η χρεοκοπία της καπιταλιστικής ευρωπαϊκής ιδέας, της πιθανής υποβάθμισής της στον ανταγωνισμό με το λιοντάρι του Ατλαντικού και τις τίγρεις του Ειρηνικού, αν δεν ομολογείται, ψιθυρίζεται πλέον ολοένα και περισσότερο από τους ευρωλάγνους. Το Spiegel εικονογραφεί τον επικήδειο του ευρώ, ετοιμάζει το ρέκβιεμ για το ιστορικό εγχείρημα της Ευρώπης που έχει ήδη χρεοκοπήσει. Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση αλλά και Ε.Ε. αναζητεί(;) ένα πλάνο Β, την ίδια στιγμή που αναπτύσσονται εθνικές «αφυπνίσεις» σε Ελλάδα, Ισπανία, Ιρλανδία αλλά και στην ευρωπαϊκή καρδιά.
Ζούμε στον Νότο της Ευρώπης -σε αταξία και αστάθεια- στον ευαίσθητο κρίκο της που λέγεται Ελλάδα. Ευαίσθητος κρίκος, πολιτικά και οικονομικά. Από την Ελλάδα είναι πιθανόν να ξεκινήσει ένα ντόμινο εξελίξεων με απρόβλεπτες συνέπειες για την ευρύτερη Δύση και αυτό είναι πιθανόν να συμβεί αν υπάρξουν και πρωταγωνιστήσουν άλλες οικονομικές επιλογές, άλλα πολιτικά υποκείμενα και εξουσίες ή αντιεξουσίες, άλλα γεγονότα.
Η αγωνία του πολιτικού καρτέλ και μπλοκ Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ και όλου του συστήματος θεμελιώνονται πρώτον από τη γνώση ότι το Μεσοπρόθεσμο δεν θα αποδώσει, αλλά οδηγεί στην οικονομική και κοινωνική χρεοκοπία και δεύτερον από τη δομική πλέον αδυναμία τους για μεσοπρόθεσμες πολιτικές λύσεις. Στρατηγική τους, πλέον, είναι οι τακτικές αγοράζω-κερδίζω χρόνο, η διολίσθηση σε επικίνδυνες και έκτακτες πολιτικές, οι εκβιασμοί, η σπορά φόβου. Στο βαθμό που δεν αλλάζει το πλαίσιο, ο εγκλωβισμός τους είναι δεδομένος.
Το DNA του αυθόρμητου
Ζούμε μπροστά στο κίνδυνο μιας εθνικής και κοινωνικής καταστροφής, αλλά ζούμε και συγκλονιστικές στιγμές ενός λαϊκού παρατεταμένου πολιτικού αγώνα, που σήμερα έχει την πρωτότυπη μορφή του κινήματος των αγανακτισμένων, αύριο θα έχει κάποια άλλη μορφή ή μπορεί να βρεθεί σε μια ορισμένη καμπή. Αυτή η καταπληκτική αταξία της αναταραχής, που σήμερα εμφανίζεται με μια αυθόρμητη ενότητα διαφορετικών κοινωνικών κατηγοριών και ηλικιών, όπου διεκδικούνται ζητήματα εθνικής και ατομικής αξιοπρέπειας, δημοκρατίας και ελευθερίας, αναμφίβολα αποτελεί ένα νέο πολιτικό και κοινωνικό στοιχείο. Υπάρχει μια θαυμάσια κατάσταση, όπου οι νέοι αποστρέφονται τη διαφθορά και επιδιώκουν το τέλος των αξιών που είχαν γεννηθεί από τη μοναδική προβαλλόμενη καπιταλιστική «αξία», το χρήμα.
Αυτή η αυθόρμητη γλυκιά αταξία δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμη από τους σημερινούς κυβερνώντες, ούτε έλκεται, συγκινείται, ταυτοποιείται από τις παραδοσιακές πολιτικές και συνδικαλιστικές μορφές. Η ταυτότητα του κινήματος και όλη του η συμπεριφορά έχει παράξει πλούσιο υλικό χρήσιμο για την πολιτική επιστήμη, την ιδεολογία, τις μορφές οργάνωσης και τον πολιτισμό της αλληλεγγύης και της επικοινωνίας. Η ένσταση που υπάρχει, για την αποστροφή και «αποβολή» του κομματικού και συνδικαλιστικού από τις πλατείες, δεν αναμετριέται επαρκώς με τις αιτίες αυτής της αποστροφής.
Το πνίξιμο του κομματικού, πολιτικού και του συνδικαλιστικού δεν έγινε με τελείως αυθόρμητο τρόπο. Οφείλεται τόσο στο κενό ιδεών, σκέψης, επινόησης, στο χρόνιο κλίμα αντιπολιτικής και αποπολιτικοποίησης, δημοκρατίας και θεσμών που έχει δημιουργήσει ο ευρωπαϊσμός και ο μονόδρομος της ανταγωνιστικότητας, των αγορών, της παγκοσμιοποίησης όσο και στη φτώχεια μιας Αριστεράς που δεν ξεκόλλησε από το ’89 και τις ξεπερασμένες ιδεολογικές της αντιπαραθέσεις. Μιας Αριστεράς που, πολύ περισσότερο, στάθηκε από αμήχανα ώς υποστηρικτικά στην παγκοσμιοποίηση, τους εκσυγχρονισμούς, τους ευρωπαϊσμούς και σε όλα όσα προβλήθηκαν ως προωθητικές ιδέες του καπιταλισμού μετά το 1991.
Οι σημερινές οργανώσεις της Αριστεράς οφείλουν να αναγνωρίσουν την προφανή κρίση της, πολιτική, οργανική, αξιοπιστίας. Μια κρίση εμφανής τόσο από την άποψη των ανεπαρκειών και ελλείψεων σχεδίων και πολιτικών προγραμμάτων, όσο και πολύ περισσότερο από την απουσία οργανικών σχέσεων με την κοινωνία και τις εμμονές σε ξεπερασμένες οργανωτικές μορφές, τρόπους και λειτουργίες υλοποίησης της όποιας πολιτικής τους.
Επίσης, βοά μια κρίση αξιοπιστίας που συνεχώς επιβαρύνεται από την πολυδιάσπαση, τη διασπορά, την αλληλοεξόντωση, τη διγλωσσία και την ενσωμάτωση στο σύστημα και τους θεσμούς του.
Είναι γνωστό πως μέσα στο DNA του αυθόρμητου, συνυπάρχουν τα δύο χαρακτηριστικά του: η δύναμη και η αδυναμία του. Στη σημερινή συγκυρία το αυθόρμητο αντλούσε τη δύναμή του από τη νεολαία, το ειρηνικό της κίνησής του, τη χρησιμοποίηση της διαδικτυακής τεχνολογίας, την αυτοοργάνωση, την αλληλεγγύη. Είναι σωστό ότι «το αυθόρμητο δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά την εμβρυακή μορφή του συνειδητού». Εκεί, όμως, ακριβώς βρίσκεται η αδυναμία του, στη λέξη εμβρυακή. Λείπει, δηλαδή, το μείζον μέγεθος. Το μείζον μέγεθος είναι το πολιτικό υποκείμενο και το σχέδιο. Γιατί άλλο τα αιτήματα και οι επιθυμίες (υπαρκτά στο αυθόρμητο) και άλλο τα σχέδια, οι τακτικές, οι πολιτικές, οι οργανώσεις. Άλλο διεκδικώ την αλλαγή και άλλο πραγματοποιώ την ανατροπή. Μεταξύ αυτών παρεμβάλλονται διαμεσολαβήσεις, ιδέες, σχέδια, μεγέθη…
Αριστερά… ακούει κανείς;
Η προσαρμογή παθητικά στο αυθόρμητο και η απόρριψη της τακτικής του σχεδίου, των πρωτοβουλιών, της πολιτικής έκφρασης από ένα πραγματικά οργανωμένο αντίπαλο-ανταγωνιστικό σχέδιο, μειώνει τη δυνατότητα νίκης των επιθυμιών και απαιτήσεων του αυθορμήτου και απομακρύνει, δυστυχώς, μια αποτελεσματική και ουσιαστική χειραφετητική κοινωνική και οικονομική πολιτική. Τέλος, αυτή η προσαρμογή στο αυθόρμητο βοηθάει τα αστικά μπλοκ εξουσίας και το πολιτικό καρτέλ του συστήματος να ανατροφοδοτείται και να αναπαράγεται έστω και προσωρινά με ελιγμούς, μεταλλάξεις, εκβιασμούς κ.ά. εκμεταλλευόμενο το κενό πολιτικής έκφρασης. Αυτό, βεβαίως, έχει ως αποτέλεσμα τον έλεγχο και την αναπαραγωγή της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας.
Χωρίς να θέλουμε να οδηγηθούμε σε μια διαγραφή μικρών ή μεγάλων προσπαθειών που έγιναν όλο το προηγούμενο διάστημα από την Αριστερά και κυρίως από τους αριστερούς, σε διάφορα μέτωπα (γειτονιές, συνδικάτα, κινήσεις ανυπακοής…), η σημερινή υπαρκτή Αριστερά δεν ανταποκρίνεται ούτε στην ταυτότητά της, ούτε στο ιστορικό της φορτίο, ούτε στα αξιακά προτάγματά της.
Είναι εμφανής η έλλειψη ενός πολιτικού μετώπου-υποκειμένου που να καλύπτει το κενό και να δίνει πολιτικές απαντήσεις στα τρία κορυφαία ζητήματα που έχουν προκύψει, τόσο από το κίνημα των αγανακτισμένων όσο και από την πραγματικότητα. Πολιτικό μέτωπο που να καλύπτει το κενό, που να εκμεταλλεύεται και να απαντάει στο εργαλείο του χρέους στην ομολογημένη κρίση του ευρώ και της Ε.Ε. στην εθνική και κοινωνική χρεοκοπία. Πολιτικό μέτωπο στηριγμένο πάνω σε τρεις άξονες: 1) Το οικονομικό πρόβλημα και το χρέος. 2) Το ζήτημα της εξόδου από το ευρώ. Το αφετηριακό βασικό δηλαδή, σημείο της κοινωνικής και εθνικής καταστροφής. 3) Το ζήτημα του κράτους και της δημοκρατίας. Το πολιτικό πρόβλημα, το κυβερνητικό ζήτημα.
Η υπαρκτή Αριστερά πρέπει να αντιπαρατεθεί με τον εαυτό της και να τον υπερβεί. Αν μερίδα της δεν θέλει να το κάνει, ας τολμήσουν οι υπόλοιποι. Δεν υπάρχουν πολλά χρονικά περιθώρια για κομματικούς πατριωτισμούς και ήσυχες συνειδήσεις. Να χτυπηθούν, να παραμεριστούν, να περιθωριοποιηθούν οι ναρκισσιστικές τοποθετήσεις δικαίωσης, οι εσωστρεφείς και διστακτικές συζητήσεις, οι κοντόθωρες λογικές αριθμητικής ψήφων και μοιράσματος βουλευτικών εδρών και οφιτσίων, που εγκλωβίζουν ενέργεια, δυναμικό, διαδικασίες ανασύνθεσης, ανασυγκρότησης και αναγέννησης της Αριστεράς. Που κυρίως όμως βοηθούν, γιατί δεν δίνουν διέξοδο, γιατί δεν αντιστέκονται στην εθνiκή καταστροφή και την κοινωνική χρεοκοπία.
Επιτέλους, ας καταλάβουμε ως αριστεροί και ως Αριστερά, ότι ο αγώνας είναι μαραθώνιος και πολιτικός.
Ας φύγουμε από την οπτική και την αφετηρία του εκλογικού αγώνα των 100 μέτρων που ανταγωνίζονται για την τρίτη και βάλε θέση, ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ας ξεφύγουμε από τη δηλητηριώδη επικίνδυνη και μίζερη σκέψη -όσοι μπορούν- από τον ΣΥΡΙΖΑ που θα θαυμάζει τον εαυτό του με το 6%, από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ που θα επιβεβαιώνεται με το 2%, από το ΚΚΕ που θα ασφαλίζει όλα τα στεγανά του κάστρου του με το 10%.
Και αν δεν μπορούν να το κάνουν τα επιτελεία, γιατί αναπαράγουν τον εαυτό τους, ας το κάνουν, ας τολμήσουν, να το κάνουν όσοι καταλαβαίνουν ότι δεν θα υπάρχουν για πολύ ακόμα αριστερά ακροατήρια και μέλη οργανώσεων. Όντως, η φύση απεχθάνεται το κενό. Και η εισβολή του λαού στο προσκήνιο, ως ένας πολιτικός παίχτης, αναγκάζει σε πολιτικές ανασυνθέσεις -και όχι στην δύναμη της αδράνειας- και την Αριστερά.
Η Αριστερά οφείλει στο λαό μια θετική έκπληξη, οφείλει να αποδείξει πως είναι παρούσα. Οφείλει μια ταυτότητα και μια πολιτική διεξόδου από την κρίση. Και ο λαός καταλαβαίνει από τα χοντρά και μεγάλα γράμματα. Αυτό μπορεί να προκύψει μέσα από μια αριστερή «συναίνεση» με τη σημαία της αθέτησης πληρωμών και με ό,τι συνεπάγεται αυτό και με τη σημαία της δημοκρατίας. Άραγε, θα τη σηκώσουν κάποιοι αυτή τη σημαία;