Ο Εντουάρ Λουί είναι ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους και πολυμεταφρασμένους σύγχρονους Γάλλους συγγραφείς. Παιδί φτωχής οικογένειας, γεννήθηκε το 1992 με το όνομα Εντύ Μπελγκέλ και σπούδασε κοινωνικές επιστήμες. Το πρώτο του βιβλίο, «Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ», δημοσιεύθηκε το 2014. Κυκλοφορεί και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αντίποδες. Τα δύο επόμενα είναι η «Ιστορία της βίας» (2016) και «Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου» (2018). Λέει χαρακτηριστικά ο Λουί σε μια συνέντευξή του στην εφημερίδα Libération:

«Ανακάλυπτα βιβλία, διάβαζα, και συνειδητοποιούσα όλο και περισσότερο πως η φτώχεια ή η βία που είχα γνωρίσει εγώ στην παιδική μου ηλικία δεν υπήρχαν πουθενά. Ότι κάποιος σαν τον πατέρα μου ή τη μητέρα μου δεν εμφανίζεται ποτέ στα βιβλία. Αυτός είναι ο λόγος που γράφω, για να εκδικηθώ τη λογοτεχνία. Οι αστοί μιλούν συνεχώς για τη λογοτεχνία ως κάτι που σώζει, που «διευρύνει το πνεύμα». Αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος για να αποκλείεις και να ταπεινώνεις τους κυριαρχούμενους. Θα πρέπει πάντοτε να θέτουμε το ερώτημα: τι είναι αυτό που αποκλείει η λογοτεχνία για να συγκροτηθεί ως λογοτεχνία; Ποιες πραγματικότητες, ποιες ζωές;»

 

του Εντουάρ Λουί*

 

Εδώ και λίγες μέρες προσπαθώ να γράψω ένα κείμενο για τα Κίτρινα Γιλέκα, αλλά δεν τα καταφέρνω. Κάτι στην ακραία βία και την ταξική περιφρόνηση με την οποία αντιμετωπίζεται αυτό το κίνημα με παραλύει. Διότι, κατά κάποιο τρόπο, νιώθω ότι είμαι εγώ ο ίδιος στο στόχαστρο αυτής της βίας και της περιφρόνησης.

Δυσκολεύομαι να περιγράψω το σοκ που ένιωσα όταν είδα τις πρώτες εικόνες των Κίτρινων Γιλέκων. Έβλεπα, στις φωτογραφίες που συνόδευαν τα άρθρα, σώματα ανθρώπων που σχεδόν ποτέ δεν εμφανίζονται στο δημόσιο χώρο και στα ΜΜΕ. Σώματα που υποφέρουν, ρημαγμένα από τη δουλειά, την κούραση, την πείνα, από τη διαρκή ταπείνωση των κυριαρχούμενων από τους κυρίαρχους, από τον κοινωνικό και γεωγραφικό αποκλεισμό· έβλεπα σώματα κουρασμένα, χέρια κουρασμένα, πλάτες σκυμμένες, ματιές εξαντλημένες.

Αυτό που μου προκάλεσε αναστάτωση ήταν βέβαια η απέχθειά μου για τη βία του κοινωνικού κόσμου και των ανισοτήτων. Αλλά επίσης, και ίσως πάνω απ’ όλα, το γεγονός ότι τα σώματα που αντίκριζα στις φωτογραφίες μου θύμιζαν τον πατέρα μου, τον αδελφό μου, τη θεία μου… Έμοιαζαν με τα σώματα της οικογένειάς μου, των κατοίκων του χωριού όπου έζησα τα παιδικά μου χρόνια, αυτών των ανθρώπων που η μιζέρια και η φτώχεια κατέστρεψαν την υγεία τους. Και τους οποίους θυμάμαι σ’ όλη μου την παιδική ηλικία, κάθε μέρα, να λένε ξανά και ξανά: «Εμάς δε μας υπολογίζει κανείς· κανείς δεν μιλάει για εμάς». Αυτή η ανάμνηση με έκανε να νιώθω ότι η καταφρόνια και η βία της άρχουσας τάξης, που από την πρώτη στιγμή χτύπησαν αυτό το κίνημα, στόχευαν κι εμένα προσωπικά. Επειδή, για μένα, καθένας που πρόσβαλλε ένα Κίτρινο Γιλέκο, πρόσβαλλε και τον πατέρα μου.

 

Τα «γρυλίσματα» και η «βία» των Κίτρινων Γιλέκων

Με το που εμφανίστηκε το κίνημα αυτό, είδαμε στα ΜΜΕ «ειδικούς» και «πολιτικούς» να μειώνουν, να καταδικάζουν και να περιγελούν τα Κίτρινα Γιλέκα και την εξέγερση που ενσαρκώνουν. Έβλεπα στα κοινωνικά δίκτυα να παρελαύνουν οι λέξεις «βάρβαροι», «ηλίθιοι», «αγροίκοι», «ανεύθυνοι». Τα μέσα ενημέρωσης μιλούσαν για τα «γρυλίσματα» των Κίτρινων Γιλέκων· επειδή τα λαϊκά στρώματα δεν εξεγείρονται, παρά μόνο «γρυλίζουν» σαν ζώα. Άκουγα για τη «βία αυτού του κινήματος», όταν κάηκε ένα αυτοκίνητο ή όταν έσπασε ένα παράθυρο ή όταν βεβηλώθηκε ένα άγαλμα.

Πρόκειται για σύνηθες φαινόμενο διακριτικής αντίληψης της βίας: ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου και των ΜΜΕ μας κάνουν να πιστέψουμε ότι βία είναι μερικά καμένα αυτοκίνητα και όχι οι χιλιάδες ζωές που καταστρέφονται και εξαθλιώνονται από την πολιτική. Ειλικρινά, θα πρέπει κάποιος να μην έχει ζήσει ποτέ τη δυστυχία για να πιστεύει ότι ένα στένσιλ πάνω σε ένα ιστορικό μνημείο είναι πιο βαρύ από την αδυναμία να φροντίσεις τον εαυτό σου, να ζήσεις, να φας ή να ταΐσεις την οικογένειά σου.

Τα Κίτρινα Γιλέκα μιλούν για πείνα, για επισφάλεια, για τη ζωή και το θάνατο. Οι «πολιτικοί» και ένα μέρος των δημοσιογράφων απαντούν: «Τα σύμβολα της Δημοκρατίας μας βεβηλώθηκαν». Αλλά για τι μιλούν αυτοί οι άνθρωποι; Πώς τολμούν; Από πού προέρχονται;

Όταν οι άρχουσες τάξεις και ορισμένα ΜΜΕ μιλούν για ομοφοβία και ρατσισμό στο κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, δεν μιλούν για ομοφοβία και ρατσισμό. Λένε απλώς: «Φτωχοί, βουλώστε το!».

Τους λένε απλώς: «Φτωχοί, βουλώστε το!»

Τα ΜΜΕ κατηγορούν επίσης τα Κίτρινα Γιλέκα για ρατσισμό και ομοφοβία. Ποιον κοροϊδεύουν; Δεν θέλω να μιλήσω για τα βιβλία μου, αλλά είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι κάθε φορά που εξέδιδα ένα μυθιστόρημα, κατηγορούμουν για στιγματισμό της φτωχής και αγροτικής Γαλλίας – ακριβώς επειδή ανέφερα την ομοφοβία και τον ρατσισμό που έβλεπα να υπάρχει στο χωριό της παιδικής μου ηλικίας. Οι δημοσιογράφοι, που δεν είχαν κάνει ποτέ τίποτα για τις λαϊκές τάξεις, αγανακτούσαν και ξαφνικά παρίσταναν τους υπερασπιστές των λαϊκών τάξεων.

Για τους κυβερνώντες, οι λαϊκές τάξεις αντιπροσωπεύουν την κατ’ εξοχήν τάξη-αντικείμενο, για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του Πιερ Μπουρντιέ· ένα χειραγωγήσιμο δια του λόγου αντικείμενο: τη μια μέρα είναι οι αυθεντικοί καλοσυνάτοι καημένοι άνθρωποι, και την άλλη γίνονται ρατσιστές και ομοφοβικοί. Και στις δύο περιπτώσεις, η υποκείμενη βούληση είναι η ίδια: να εμποδιστεί η ανάδυση ενός λόγου των λαϊκών τάξεων για τις ίδιες. Δεν τους πειράζει τους από πάνω που τη μία μέρα διαψεύδουν αυτό που έλεγαν την προηγούμενη – αρκεί οι λαϊκές τάξεις να το βουλώσουν.

Φυσικά και εκδηλώθηκαν ομοφοβικά και ρατσιστικά λόγια και ενέργειες στους κόλπους των Κίτρινων Γιλέκων. Αλλά από πότε αυτά τα ΜΜΕ και αυτοί οι «πολιτικοί» ανησυχούν για το ρατσισμό και την ομοφοβία; Από πότε; Τι έχουν κάνει για να καταπολεμήσουν τον ρατσισμό; Χρησιμοποίησαν την ισχύ τους για να μιλήσουν για τη δολοφονία του Αντάμα Τραορέ** και την Επιτροπή Αντάμα; Μίλησαν για την αστυνομική βία που πλήττει καθημερινά τους Μαύρους και τους Άραβες στη Γαλλία; Μήπως αυτοί δεν έδωσαν βήμα στην Φριζίντ Μπαρζό και στον τελευταίο επίσκοπο και δεν ξέρω κι εγώ σε ποιους άλλους όταν συζητιόταν η καθιέρωση γάμου για όλους, νομιμοποιώντας έτσι την ομοφοβία στα τηλεοπτικά πλατό; Όταν οι άρχουσες τάξεις και ορισμένα ΜΜΕ μιλούν για ομοφοβία και ρατσισμό στο κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, δεν μιλούν για ομοφοβία και ρατσισμό. Λένε απλώς: «Φτωχοί, βουλώστε το!».

Εξάλλου, το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων εξακολουθεί να είναι κίνημα υπό διαμόρφωση. Η γλώσσα επικοινωνίας του δεν έχει ακόμη σταθεροποιηθεί: αν υπάρχει ομοφοβία ή ρατσισμός μεταξύ τους, είναι δική μας ευθύνη να μετασχηματίσουμε αυτό το λεξιλόγιο.

 

Αυτό το κίνημα πρέπει να συνεχιστεί

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να πει κανείς: «Υποφέρω». Και ένα κοινωνικό κίνημα αναδύεται εκείνη ακριβώς τη στιγμή όπου δίνεται η δυνατότητα σε όσους υποφέρουν να μην λένε πλέον: «Υποφέρω λόγω της μετανάστευσης και του γείτονά μου, ο οποίος λαμβάνει επίδομα κοινωνικής πρόνοιας», αλλά: «Υποφέρω εξαιτίας εκείνων που κυβερνούν. Υποφέρω εξαιτίας του ταξικού συστήματος, εξαιτίας του Εμανουέλ Μακρόν και του Εντουάρ Φιλίπ». Το κοινωνικό κίνημα είναι μια στιγμή ανατροπής της γλώσσας, μια στιγμή που οι παλιές γλώσσες μπορεί να κλονιστούν.

Αυτό συμβαίνει και σήμερα: παρακολουθούμε εδώ και λίγες μέρες μια αναδιατύπωση του λεξιλογίου των Κίτρινων Γιλέκων. Αρχικά ακούγαμε να μιλούν αποκλειστικά και μόνο για τη βενζίνη, και μερικές φορές εμφανίζονταν δυσάρεστες λέξεις, όπως «οι επιδοτούμενοι». Τώρα ακούμε να μιλάνε για ανισότητες, για αύξηση των μισθών, για αδικίες.

Αυτό το κίνημα πρέπει να συνεχιστεί, επειδή ενσαρκώνει κάτι δίκαιο, επείγον, βαθιά ριζοσπαστικό. Επειδή τα πρόσωπα και οι φωνές που συνήθως μένουν στην αφάνεια είναι επιτέλους ορατά και ακούγονται.

Ο αγώνας δεν θα είναι εύκολος: όπως μπορούμε να δούμε, τα Κίτρινα Γιλέκα εκπροσωπούν ένα είδος τεστ Ρόρσαχ*** για μεγάλο μέρος της μπουρζουαζίας. Την υποχρεώνουν να εκφράσει την ταξική της περιφρόνηση –που συνήθως δεν εκφράζεται παρά συγκαλυμμένα– και να εκδηλώσει τη βία της. Είναι αυτή η περιφρόνηση που έχει καταστρέψει τόσες ζωές γύρω μου, που συνεχίζει να καταστρέφει, όλο και περισσότερο. Είναι αυτή η περιφρόνηση που επιβάλλει τη σιωπή. Που με παραλύει σε βαθμό να μην καταφέρνω να γράψω το κείμενο που ήθελα να γράψω, να μην καταφέρνω να εκφράσω αυτό που ήθελα να εκφράσω.

Πρέπει όμως να νικήσουμε: είμαστε πολλές και πολλοί που νιώθουμε ότι δεν θα αντέχαμε άλλη μια ήττα της Αριστεράς, δηλαδή άλλη μια ήττα αυτών που υποφέρουν.

 

 

* Ο Εντουάρ Λουί ανάρτησε αυτό το κείμενο στην ιστοσελίδα του στο facebook στις 4 Δεκεμβρίου. Οι μεσότιτλοι είναι της Σύνταξης.

 

** O 24χρονος Αντάμα Τραορέ, μέλος οικογένειας μεταναστών από το Μαλί, πέθανε το 2016 σε τμήμα της γαλλικής χωροφυλακής λίγο μετά τη σύλληψή του. Ο θάνατός του προκάλεσε επεισοδιακές διαδηλώσεις. Μέχρι σήμερα η οικογένειά του και η Επιτροπή Αντάμα μιλούν για κρατική δολοφονία και ζητούν την τιμωρία των ενόχων.

 

*** Το τεστ Ρόρσαχ χρησιμοποιείται από τους ψυχολόγους για να διαγνωστεί, μεταξύ άλλων, εάν υφίσταται πράγματι ψυχωτικός τρόπος σκέψης όταν ο εξεταζόμενος αρνείται ότι η σκέψη του είναι ψυχωτική.

 

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!