Πώς η Άγκυρα κερδίζει διαχρονικά θέσεις εγκλωβίζοντας την Αθήνα
Του Απόστολου Αποστολόπουλου
Τον Μάρτιο του 1987 Τουρκία και Ελλάδα έφθασαν, υποτίθεται, στα πρόθυρα πολεμικής σύγκρουσης. Η κρίση λύθηκε όταν ο Α. Παπανδρέου συμφώνησε να μην κάνουμε έρευνες για πετρέλαιο στο Αιγαίο. Απεμπολήσαμε δικαίωμα με την αυταπάτη(;) ότι κερδίζουμε την ειρήνη. Το σημαντικότερο είναι ότι θέσαμε εμείς οι ίδιοι, για πρώτη φορά, σε αμφιβολία το καθεστώς του Αιγαίου. Με αποτέλεσμα, αντί να κερδίσουμε την ειρήνη, να αυξηθούν οι απειλές, όπως βλέπουμε.
Το 1996, με τα Ίμια, η Τουρκία επανέλαβε το ίδιο «κόλπο», την πρόκληση κρίσης, με αποτέλεσμα ο Σημίτης, έντρομος, αδαής και ανέτοιμος για μια τέτοια κρίση, να αναγνωρίσει τελικά «ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο. Το ’87 θέσαμε το Αιγαίο σε καθεστώς αμφιβολίας, το ’96 το Αιγαίο απέκτησε ντε φάκτο γκρίζες ζώνες. Η κρίση στα Ίμια ήταν συνέχεια και ολοκλήρωσε την υποχώρηση του ’87. Πάντα εν ονόματι της ειρήνης.
Τώρα η κρίση του Μπάρμπαρος τείνει να καταλήξει, τυπικά και ουσιαστικά, σ’ αυτό που ανέκαθεν διακήρυσσε η Τουρκία ως δικαίωμά της: να πάρει –μέσω του κατοχικού «κράτους»– μέρος του υποθαλάσσιου πλούτου της Κυπριακής Δημοκρατίας, κάτι εντελώς αυθαίρετο και παράνομο.
Και τις τρεις φορές η Ελλάδα εγκλωβίστηκε στο σχεδιασμό της Τουρκίας: Αιφνιδιάστηκε αντί να έχει προβλέψει/κατανοήσει ότι η δημιουργία κρίσεων είναι η μέθοδος της Τουρκίας για να αποκομίσει οφέλη, και αντιμετώπισε την κρίση ως στενά στρατιωτικό ζήτημα, παίρνοντας κατά γράμμα τις τουρκικές απειλές. Εγκλωβίστηκε στην τουρκική οπτική. Έτσι, η Αθήνα δεν διερωτήθηκε αν η χρήση (και όχι μόνο η απειλή χρήσης) πολεμικών μέσων μπορούσε να εξυπηρετήσει τους πολιτικούς στόχους της Τουρκίας. Αλλιώς δεν έχουμε κατανοήσει γιατί, παρά τον φιλοτουρκισμό τους, οι ΗΠΑ (και όλη η Διεθνής Κοινότητα) δεν αναγνωρίζουν το κατοχικό κράτος, το κρατούν σε απομόνωση, παρά το ότι επέτρεψαν την εισβολή.
Η κυπριακή περίπτωση (Μπάρμπαρος) διαφέρει από το ενδεχόμενο άμεσης αντιπαράθεσης Ελλάδας-Τουρκίας (’87, Ίμια). Οι ΗΠΑ, αν και παγίως φιλοτουρκικές, αποδοκίμασαν την αποστολή του Μπάρμπαρος και μίλησαν για «ακριβοδίκαιη» (δηλαδή αναλογική) μοιρασιά του πλούτου από τα πετρέλαια/αέριο. Αναγνωρίζουν την πραγματικότητα της κατοχής αλλά δεν παραγνωρίζουν τη νομιμότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, αντίθετα από τον Ερντογάν. Πρακτικά, για τρίτη φορά, με μια «κρίση» η Τουρκία επιτυγχάνει τους άμεσους πολιτικούς της στόχους: τη συμμετοχή στα κέρδη από το πετρέλαιο/αέριο. Ακόμα και αν Ελλάδα και Κύπρος αποδεχθούν τον «ακριβοδίκαιο» συμβιβασμό, θα πρέπει επιδείξουν άκρα αποφασιστικότητα για να τον επιβάλουν.
Θέση του Κίσινγκερ ήταν ότι «άλυτα» προβλήματα επιλύονται με μια κρίση που θα φέρει τους δυο αντιπάλους στα πρόθυρα πολέμου οπότε οι λαοί αποδέχονται λύσεις έως τότε απαράδεκτες. Την εξήγησε στον Α. Παπανδρέου όταν επισκέφθηκε τις ΗΠΑ, τον Νοέμβριο του ’86, λίγους μήνες πριν από την κρίση του Μαρτίου του ’87. Αλλά η λύση ήταν μονομερώς σε βάρος μας.
Το επιμύθιο: Δεν μας επιβάλλουν οι Αμερικανοί να γελοιοποιούμεθα από την Τουρκία. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα δεν το θέλουν, όπως τώρα στην Κύπρο, επειδή η Τουρκία έχει σηκώσει ψηλά τον αμανέ και ενοχλεί. Να το καταλάβουμε και να το τελειώσουμε.
Ο αντίπαλος και τα τετελεσμένα
Για να αποφύγουμε τα ρεζιλίκια, εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση είναι να αναγνωρίσουμε όλοι στην Ελλάδα, οι πολιτικοί και ο κόσμος, ιδίως η Αριστερά ως πιθανή μελλοντική κυβέρνηση, ότι απέναντί μας υπάρχει απειλητικός αντίπαλος. Δεν είναι φίλος, είναι αντίπαλος διότι έχουμε αντίθετα συμφέροντα. Τούτο δεν σημαίνει ότι θα έχουμε εχθρικές σχέσεις, θα ζούμε με το όπλο παρά πόδα. Σημαίνει ότι σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού μπορεί να προκύψουν μόνο αν δείχνουμε αποφασισμένοι αλλά συγχρόνως και ικανοί να υπερασπιζόμαστε κάθε νόμιμο συμφέρον μας.
Δεύτερον, να κατανοήσουμε ότι αυτός ο αντίπαλος έχει όρια, δεν είναι ούτε ανίκητος ούτε κάνει ό,τι γουστάρει όποτε του καπνίσει. Όταν οι άλλοι αντιστέκονται, αυτός το υπολογίζει. Σύμμαχοι μπορεί να υπάρξουν. Φυσικά για το συμφέρον τους. Ειδικά στην Αριστερά είναι παράλογο να γίνεται λόγος για πρόσδεση σε διάφορα συμφέροντα (σιωνιστικά, ισραηλινά, αμερικανικά, ιμπεριαλιστικά και ό,τι άλλο) με αφορμή την προσέγγιση με παίκτες της περιοχής. Αν διεκδικούμε το κοινό συμφέρον, η υποτέλεια, πρόσδεση κ.λπ. δεν είναι αναγκαία. Όλοι αυτή την ώρα αναζητούν συμμαχίες, πρόσκαιρες ενδεχομένως και συχνά αντιφατικές.
Τρίτον, οι κρίσεις αποβλέπουν σε λύση με στόχο το κέρδος, όχι τον πόλεμο. Πρέπει να βλέπουμε ποιο κέρδος κυνηγάει ο αντίπαλος. Να ματαιώνουμε τις προθέσεις του, όχι να αντιδρούμε σαν σκυλάκια του Παβλόφ στα τετελεσμένα που αυτός κατασκευάζει.
Τέταρτον, από τώρα, επομένως, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αποσαφηνίσει τις θέσεις του και να «ενημερώσει» τους πάντες –εντός και εκτός της χώρας– για την απόφασή του να υπερασπιστεί ώς το τέλος τα συμφέροντά μας με κάθε μέσον που διαθέτουμε. Π.χ. να διακηρυχθεί, το συντομότερο, η σαφής αντίδραση στο ενδεχόμενο να εγκατασταθεί τουρκική εξέδρα στην κυπριακή ΑΟΖ. Και, τέλος, επειδή πολλοί προσβλέπουν στη Ρωσία, υπενθυμίζω πρόσφατη δήλωση του Πούτιν: «Αυτό που με ενδιαφέρει είναι το συμφέρον της Ρωσίας», είπε. Πριν να μιλήσουμε για τον εκ Βορρά σωτήρα, ας δούμε ποια είναι τα κοινά συμφέροντα και τι αξίζουν για την κάθε πλευρά.